To αποτύπωμα της Ιδιωτικής Ασφάλισης στην Ελλάδα (Συνοπτική παρουσίαση της μελέτης του ΙΟΒΕ)
H Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ), ως θεσμικός φορέας του ασφαλιστικού κλάδου και με αφορμή την Ημέρα Ασφάλισης, παρουσίασε, στις 7 Νοέμβριου, σε συνεργασία με το Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), μελέτη για τη θετική επίδραση του ασφαλιστικού κλάδου στην κοινωνία και την οικονομία.
Με τη μελέτη αυτή επιδιώκεται η ποσοτική και ποιοτική εξέταση της ευρύτερης συνεισφοράς της ιδιωτικής ασφάλισης στην ελληνική οικονομία και κοινωνία, με ιδιαίτερη έμφαση στην προστιθέμενη αξία (ΑΕΠ), την απασχόληση και τα δημόσια έσοδα που δημιουργεί άμεσα και έμμεσα ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα (οικονομικό και κοινωνικό αποτύπωμα).
Βασικά μεγέθη, δείκτες & διείσδυση της ιδιωτικής ασφάλισης
Παραγωγή ασφαλίστρων
Η εγχώρια ασφαλιστική αγορά επηρεάστηκε σημαντικά από την οικονομική κρίση που διήλθε τα προηγούμενα χρόνια η Ελλάδα. Μετά από μια συνεχή πορεία ανάπτυξης που κορυφώθηκε το 2009, η συνολική παραγωγή ασφαλίστρων (σε τρέχουσες τιμές) στην Ελλάδα διαμορφώθηκε το 2018 σε λίγο περισσότερο από €4 δισ., μειωμένη κατά 27% συγκριτικά με το 2009 (Διάγραμμα 2.1).
Η παραγωγή ασφαλίστρων κατά ζημιών (γενικές ασφαλίσεις) μειώθηκε την ίδια περίοδο κατά 29%, φτάνοντας τα €2,17 δισ. το 2018. Στις ασφαλίσεις ζωής, η παραγωγή ασφαλίστρων διαμορφώθηκε το 2018 σε €1,87 δισ., μειωμένη κατά 25% έναντι του 2009.
Οι επιπτώσεις της κρίσης της ελληνικής οικονομίας άρχισαν να γίνονται αισθητές στην ασφαλιστική αγορά ήδη από τη διετία 2008-2009, όταν οι ρυθμοί μεγέθυνσης της παραγωγής ασφαλίστρων, ιδίως στις ασφαλίσεις ζωής, επιβραδύνθηκαν συγκριτικά με τα προηγούμενα έτη (Διάγραμμα 2.2).
Στο 2,2% του ΑΕΠ η διείσδυση
Η διείσδυση της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα, όπως εκφράζεται από τον λόγο της παραγωγής ασφαλίστρων προς το ΑΕΠ (σε τρέχουσες τιμές), διαμορφώθηκε το 2018 σε 2,2% του ΑΕΠ.
Η απόσταση ως προς τον βαθμό διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης που χωρίζει την Ελλάδα από άλλες χώρες είναι μεγάλη. Τα ασφάλιστρα ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι κατά πολύ χαμηλότερα στην Ελλάδα και στους δύο κλάδους ασφάλισης, ζημιών και ζωής (πίνακας 2.1).
Με συνολικό μέγεθος ασφαλιστικής αγοράς που αντιστοιχεί σε κατά κεφαλή ασφάλιστρα ύψους €368 (στοιχεία 2017), η Ελλάδα καταλαμβάνει μία από τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη –η αντίστοιχη μέση τιμή για το σύνολο των ευρωπαϊκών αγορών είναι 5,5 φορές μεγαλύτερη (€2.030/άτομο).
Μεγαλύτερη απόσταση εντοπίζεται στον βαθμό ανάπτυξης των ασφαλίσεων ζωής, όπου τα κατά κεφαλή ασφάλιστρα στην Ευρώπη, κατά μέσο όρο, είναι 6,8 φορές μεγαλύτερα σε σύγκριση με την Ελλάδα. Ομοίως, στις ασφαλίσεις κατά ζημιών τα κατά κεφαλή ασφάλιστρα στην Ευρώπη είναι κατά μέσο όρο 4,3 φορές υψηλότερα έναντι της Ελλάδας.
Ακόμα και μετά από την απομόνωση των διαφορών στη διείσδυση της ιδιωτικής ασφάλισης που μπορεί να αποδοθούν σε διαφορές στο κατά κεφαλή ΑΕΠ σε όρους μονάδων αγοραστικής δύναμης (PPS), η υστέρηση της ελληνικής αγοράς παραμένει σημαντική:
- Σε όρους προσαρμοσμένων κατά κεφαλή ασφαλίστρων, η ασφαλιστική αγορά κατά ζημιών στην Ευρώπη έχει κατά μέσο όρο σχεδόν τριπλάσιο μέγεθος συγκριτικά με την ελληνική αγορά.
- Αντίστοιχα, η αγορά ασφαλίσεων ζωής είναι κατά μέσο όρο 4,6 φορές μεγαλύτερη.
- Συνολικά, ο προσαρμοσμένος με βάση το κατά κεφαλή ΑΕΠ βαθμός διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ευρώπη είναι κατά 3,7 φορές μεγαλύτερος συγκριτικά με την Ελλάδα, όταν χωρίς τη διόρθωση για τις εισοδηματικές διαφορές ήταν περίπου 5,5 φορές μεγαλύτερος.
Εκτός από το επίπεδο του κατά κεφαλή ΑΕΠ, οι διαφορετικοί βαθμοί διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα σε σύγκριση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη εξηγούνται από παράγοντες, όπως η μη θεσμοθέτηση συμπληρωματικού ρόλου της ιδιωτικής ασφάλισης στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, η έλλειψη εφαρμογής φορολογικών κινήτρων, οι λιγότερες ρυθμίσεις για υποχρεωτική ασφάλιση σε κλάδους εκτός των οχημάτων, η αντίληψη των πολιτών για το «δίχτυ» προστασίας που οφείλει να παρέχει το ελληνικό κράτος σε περίπτωση συμβάντων που προκαλούν μεγάλες ζημιές και η ελλιπής χρηματοοικονομική εκπαίδευση των πολιτών.
Το αποτύπωμα της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα
13,9 δισ. οι επενδύσεις, €2,25 δισ. οι αποζημιώσεις το 2017
Οι επενδύσεις των 55 ασφαλιστικών εταιρειών (34 Ζημιών, 7 Ζωής και 14 μικτές) που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν σε €13,9 δισ. το 2017, αυξημένες κατά 9,7% συγκριτικά με το προηγούμενο έτος. Τα διαθέσιμα προς πώληση αξιόγραφα μαζί με τα αξιόγραφα σε εύλογη αξία μέσω αποτελεσμάτων καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων των ασφαλιστικών εταιριών (Διάγραμμα 2.17). Μικρότερη συμμετοχή έχουν οι επενδύσεις σε ακίνητα και σε συγγενείς εταιρείες καθώς και τα αξιόγραφα που διακρατούνται μέχρι τη λήξη.
Οι επενδύσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων είναι σημαντικά χαμηλότερες στην Ελλάδα συγκριτικά με άλλες χώρες, ιδιαίτερα στον κλάδο ζωής (Διάγραμμα 2.19). Η μεγάλη απόσταση αντανακλά τις συσσωρευμένες από το παρελθόν διαφορές στη διείσδυση της ιδιωτικής ασφάλισης.
Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τα συνταξιοδοτικά ταμεία κατέχουν υψηλό ποσοστό του συνόλου των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων στην Ευρώπη και είναι μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές. Στην Ελλάδα, ωστόσο, αρκετά μικρότερο μέρος των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων βρίσκεται στην κατοχή των ασφαλιστικών εταιρειών και των συνταξιοδοτικών ταμείων (Διάγραμμα 2.20).
Το σύνολο των αποζημιώσεων και παροχών των ασφαλιστικών εταιρειών στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε €2,25 δισ. το 2017 και κατευθύνθηκε κυρίως στον κλάδο ασφαλίσεων ζωής (Διάγραμμα 2.21).
Η συνεισφορά της ιδιωτικής ασφάλισης
Η συνεισφορά του κλάδου ασφάλισης στην ελληνική οικονομία είναι ιδιαίτερα σημαντική, τόσο σε όρους ΑΕΠ όσο και σε όρους απασχόλησης και δημοσίων εσόδων. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι έμμεσες (πολλαπλασιαστικές) επιδράσεις από τη δραστηριότητα του κλάδου, αλλά και οι καταλυτικές επιδράσεις, τόσο σε οικονομικό επίπεδο (σταθερότητα βιοτικού επιπέδου, ενίσχυση επιχειρηματικότητας και ανάπτυξης, δημοσιονομικές και άλλες μακροοικονομικές επιδράσεις, κ.ά.), όσο και σε κοινωνικό επίπεδο (ενίσχυση της κοινωνικής σταθερότητας, διαφύλαξη θέσεων εργασίας στην οικονομία, πρόληψη και διαχείριση των κινδύνων, κ.ά.), οι οποίες όμως είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν.
Άμεση & έμμεση επίδραση στο ΑΕΠ
Η άμεση και έμμεση συμβολή της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα εκτιμάται σε €2,4 δισ. σε όρους Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Αντιστοιχεί στο 1,3% του ΑΕΠ της χώρας το 2018.
Ειδικότερα, η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία (ΑΠΑ)1 που δημιουργείται άμεσα από τον κλάδο ιδιωτικής ασφάλισης εκτιμάται σε €1.136 εκατ. Η ΑΠΑ που δημιουργείται στον κλάδο των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και άλλων συνεργατών των ασφαλιστικών εταιρειών εκτιμάται σε €402 εκατ., ενώ στους υπόλοιπους προμηθευτές του κλάδου ασφάλισης δημιουργούνται άλλα €433 εκατ. ΑΠΑ. Επομένως, η έμμεση επίδραση του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης εκτιμάται σε €835 εκατ. σε όρους ΑΠΑ, υποδεικνύοντας τις ισχυρές διασυνδέσεις με τους εγχώριους προμηθευτές. Αθροιστικά, η άμεση και έμμεση επίδραση του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης σε όρους προστιθέμενης αξίας υπολογίζεται σε €1.971 εκατ. Επιπλέον, το 17,4% της επίδρασης στο ΑΕΠ αντιστοιχεί σε έσοδα του κράτους από τον Φόρο Ασφαλίστρων (€415 εκατ.). Προκύπτει έτσι ότι για κάθε ευρώ προστιθέμενης αξίας του κλάδου της ιδιωτικής ασφάλισης δημιουργούνται άμεσα και έμμεσα €2,1 ΑΕΠ στην ελληνική οικονομία.
Ο κλάδος παροχής υπηρεσιών ασφαλιστικής διαμεσολάβησης και άλλων βοηθητικών υπηρεσιών έχει το υψηλότερο μερίδιο στην προστιθέμενη αξία που δημιουργείται έμμεσα από τη δραστηριότητα του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης (€402 εκατ. ή 48% της έμμεσης επίδρασης).
Επιπλέον, όμως, η δραστηριότητα του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης δημιουργεί σημαντική προστιθέμενη αξία στον ευρύτερο τομέα των υπηρεσιών (€248 εκατ.). Άλλοι κλάδοι που επηρεάζονται αρκετά από τη δραστηριότητα του κλάδου ασφάλισης είναι οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και οι επικοινωνίες & πληροφορική, με επίδραση που εκτιμάται το 2018 σε €57 εκατ. και €48 εκατ. αντιστοίχως. Μικρότερη είναι η επίδραση σε κλάδους όπως οι μεταφορές, το εμπόριο, οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, οι κατασκευές, η μεταποίηση και η γεωργία.
Λαμβάνοντας υπόψη και την επίδραση από την καταναλωτική δαπάνη των εργαζομένων στους κλάδους που συμμετέχουν στην αλυσίδα αξίας του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης (προκαλούμενη ή επαγόμενη επίδραση), η συνολική συνεισφορά του κλάδου ασφάλισης στην ελληνική οικονομία το 2018 εκτιμάται σε €4,14 δισ. ή 2,2% του ΑΕΠ (Διάγραμμα 3.10). Η προκαλούμενη επίδραση αποτελεί το 42% της συνολικής επίδρασης σε όρους ΑΕΠ. Ως αποτέλεσμα για κάθε €1 προστιθέμενης αξίας του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης δημιουργούνται συνολικά άλλα €3,6 στην ελληνική οικονομία.
1.Υπενθυμίζεται ότι η ΑΠΑ μιας δραστηριότητας ισούται με την αξία παραγωγής της μείον τις δαπάνες για ενδιάμεση ανάλωση προϊόντων και υπηρεσιών που εισέρχονται στην παραγωγική διαδικασία. Αναλύεται σε μισθολογική δαπάνη, φόροι επί της παραγωγής και μεικτό λειτουργικό πλεόνασμα (κέρδη και αποσβέσεις).
Συνεισφορά στην απασχόληση
Μια άλλη όψη της άμεσης συνεισφοράς της ιδιωτικής ασφάλισης αφορά στις θέσεις εργασίας που προσφέρει στην ελληνική οικονομία. Συνολικά στον κλάδο ασφάλισης απασχολήθηκαν το 2017 περίπου 8.340 άτομα, μέγεθος που σημείωσε αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, α) οι διαμεσολαβούντες και άλλοι συνεργαζόμενοι με τις ασφαλιστικές εταιρείες (π.χ. πραγματογνώμονες ζημιών) β) τα άτομα με μισθωτή σχέση εργασίας που υποστηρίζουν τους διαμεσολαβητές ασφαλίσεων (γραφεία πωλήσεων, πρακτορεία κ.λπ.) και γ) τα άτομα στον τραπεζικό τομέα που ασχολούνται με τις πωλήσεις ασφαλιστικών προϊόντων έφτασαν το 2017 τα 13.560 άτομα. Συνεπώς, η απασχόληση στον ευρύτερο ασφαλιστικό κλάδο το 2017 εκτιμάται σε 21.890 θέσεις εργασίας.
Η άμεση και έμμεση επίδραση της αλυσίδας αξίας της ιδιωτικής ασφάλισης εκτιμάται σε 33,8 χιλ. θέσεις εργασίας (σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης) που αντιστοιχεί με το 0,8% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα το 2018 (Διάγραμμα 3.11). Προκύπτει, επομένως, ότι κάθε άμεση θέση εργασίας στον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης (παροχή ασφαλιστικών υπηρεσιών) υποστηρίζει έμμεσα άλλες 3 θέσεις εργασίας στην ελληνική οικονομία. Οι θέσεις εργασίας που δημιουργούνται άμεσα στον κλάδο ιδιωτικής ασφάλισης και έμμεσα στους προμηθευτές εκτιμώνται σε 8,4 χιλ. και 25,4 χιλ. αντιστοίχως.
Ειδικότερα, 14,8 χιλ. θέσεις εργασίας δημιουργούνται στις υπηρεσίες ασφαλιστικών διαμεσολαβούντων και άλλων συνεργατών των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ενώ περίπου 5,9 χιλ. θέσεις εργασίας υποστηρίζει έμμεσα ο κλάδος ασφάλισης στον ευρύτερο τομέα των υπηρεσιών. Οι υπόλοιπες 4,8 χιλ. θέσεις εργασίας κατανέμονται σε άλλους κλάδους της οικονομίας.
Η συνολική συμβολή της αλυσίδας αξίας του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης στην απασχόληση εκτιμάται σε 70,9 χιλ. θέσεις εργασίας, με την προκαλούμενη επίδραση να εκτιμάται σε 37,1 χιλ. θέσεις εργασίας. Το επίπεδο αυτό ισοδυναμεί με το 1,9% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα το 2018. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε άμεση θέση εργασίας στον κλάδο ιδιωτικής ασφάλισης υποστηρίζει άλλες 8,5 θέσεις εργασίας στην ελληνική οικονομία.
Συνεισφορά στα δημόσια έσοδα
Η παροχή υπηρεσιών από τον κλάδο ιδιωτικής ασφάλισης συνεισφέρει στα φορολογικά έσοδα του κράτους και στις εισπράξεις των ταμείων κοινωνικής ασφάλισης. Ειδικότερα, τα έσοδα του κράτους από φόρους και εισφορές που προκύπτουν από τις δραστηριότητες στην αλυσίδα αξίας του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης (άμεση και έμμεση συμβολή του κλάδου της ιδιωτικής ασφάλισης στα δημόσια έσοδα) εκτιμώνται σε €865 εκατ. και αποτελούν το 1,5% των φορολογικών εσόδων του κράτους (Διάγραμμα 3.14). Το μεγαλύτερο μέρος των συνολικών εσόδων (€415 εκατ. ή 48%) προκύπτει από τον Φόρο Ασφαλίστρων. Οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, ο φόρος εισοδήματος των εργαζομένων και οι λοιποί φόροι στον κλάδο ιδιωτικής ασφάλισης εκτιμώνται σε €122 εκατ. Σε €75 εκτιμώνται τα αντίστοιχα δημόσια έσοδα από τις υπηρεσίες των ασφαλιστικών διαμεσολαβούντων και άλλων συνεργατών. Από τους υπόλοιπους προμηθευτές το κλάδου εκτιμάται ότι συγκεντρώνονται €252 εκατ.
Συμπεριλαμβανομένων των προκαλούμενων επιδράσεων, η συνολική συνεισφορά του κλάδου της ιδιωτικής ασφάλισης στα δημόσια έσοδα εκτιμάται σε €1,65 δισ., αποτελώντας το 2,9% των φορολογικών εσόδων του κράτους (Διάγραμμα 3.15).
Αναγκαίες οι παρεμβάσεις
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η ασφάλιση συμβάλλει στη σταθερότητα του επιπέδου διαβίωσης των ατόμων, στην επιχειρηματικότητα και ανάπτυξη, στα δημόσια οικονομικά και τις μακροοικονομικές επιδόσεις της οικονομίας. Από κοινωνική άποψη, η ασφάλιση συμβάλλει στην ενίσχυση της κοινωνικής σταθερότητας, στη διαφύλαξη θέσεων εργασίας στην οικονομία και στην πρόληψη και διαχείριση των κινδύνων.
Με δεδομένη τη σημαντική συνεισφορά της στην ελληνική οικονομία, αλλά και τον χαμηλό βαθμό διείσδυσης σε σύγκριση με τις πιο αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες, η μελέτη προτείνει να εξεταστούν:
- Η περαιτέρω διερεύνηση του βαθμού υποασφάλισης ανά κλάδο ασφάλισης
- η παροχή κινήτρων (φορολογικών και άλλων) για μακροχρόνια αποταμίευση, συντάξεις και υγεία
- και η εισαγωγή σχημάτων υποχρεωτικών ασφαλίσεων (π.χ. για φυσικές καταστροφές, σεισμούς).
Σημείωση: Η μελέτη εκπονήθηκε από τον κ. Γιώργο Μανιάτη, Επικεφαλής του τμήματος κλαδικών μελετών του ΙΟΒΕ. Τον συντονισμό της μελέτης είχε ο κ. Νίκος Βέττας, Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ και καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην έρευνα συνέβαλαν επίσης οι κ.κ. Κώστας Βαλάσκας και Αλέξανδρος Μουστάκας.
Διαβάστε επίσης: Τεράστια τα περιθώρια συμβολής της Ιδιωτικής Ασφάλισης στην ελληνική οικονομία