Θα λύσει τα προβλήματα η τροπολογία για την αναπροσαρμογή ασφαλίστρων;
Στο στόχαστρο κριτικής θα βρεθούν για μια ακόμα φορά οι ασφαλιστικές εταιρείες, με την τροπολογία (βλ. παρακάτω) που κατατέθηκε για την αναπροσαρμογή των ασφαλίστρων στα συμβόλαια υγείας. Η ρύθμιση αφορά στα ισόβια νοσοκομειακά προγράμματα και είναι προφανές ότι έχει σκοπό να αντιμετωπίσει και το ζήτημα των προστίμων που επιβάλλονται σε ασφαλιστικές, σχετικά με καταχρηστικές αυξήσεις στα συμβόλαιά τους.
Η ασφαλιστική αγορά έχει ισχυρή επιχειρηματολογία για την αναγκαιότητα των τιμολογιακών αναπροσαρμογών, ειδικά σε έναν τομέα όπως αυτός της υγείας, όπου η τεχνολογία αναπτύσσεται με εντυπωσιακούς ρυθμούς, που συνεπάγονται αντίστοιχο κόστος. Δεν προβάλλεται, ωστόσο, αυτή η επιχειρηματολογία από τους ενδιαφερόμενους. Οι ασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να εξηγήσουν με σαφήνεια τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν και τις προθέσεις τους. Οι ασφαλισμένοι –αλλά κυρίως όσοι ενδιαφέρονται να ασφαλιστούν– πρέπει να γνωρίζουν σε ποιο βαθμό οι αυξήσεις που πληρώνουν αντικατοπτρίζουν την πραγματική αύξηση του κόστους των υπηρεσιών υγείας.
Η βιωσιμότητα των ασφαλιστικών εταιρειών πρέπει φυσικά να εξασφαλίζεται και μέσω της ορθής τιμολόγησης των υπηρεσιών τους. Είναι, ωστόσο, δίκαιο για τους ασφαλισμένους να υφίστανται αυξήσεις χωρίς να έχουν άλλη επιλογή από το να ακυρώσουν το ασφαλιστήριό τους, ειδικά όταν εκ των υστέρων αλλάζουν όσα υπαγορεύουν οι γενικοί και ειδικοί όροι των συμβολαίων τους, με τροπολογίες σε νομοσχέδια;
Έχει εξαντλήσει η ασφαλιστική αγορά τη διαπραγμάτευσή της με τους ιδιωτικούς παρόχους υπηρεσιών υγείας που αυξάνουν τις χρεώσεις τους, με αποτέλεσμα το κόστος να μετακυλίεται στον ασφαλισμένο;
Μήπως, προκειμένου να λυθεί ένα πρόβλημα για την ασφαλιστική αγορά, δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις, που τραυματίζουν περαιτέρω την ούτως ή άλλως αδύναμη ασφαλιστική συνείδηση του Έλληνα;
Η ιδιωτική ασφάλιση πρέπει να είναι επιλογή και όχι αναγκαίο κακό. Οι επεμβάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων προς όφελος της ανάπτυξης της αγοράς ελπίζουμε ότι δεν θα εξαντληθούν στην ακύρωση προστίμων και τον «καθορισμό των κρίσιμων δεικτών ή παραγόντων από τους οποίους εξαρτάται η αναπροσαρμογή».
Η τροπολογία
Στο κατατεθέν Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας» περιλαμβάνεται η τροπολογία που αφορά την αναπροσαρμογή ασφαλίστρων των μακροχρόνιων συμβάσεων ασφάλισης υγείας.
Η εν λόγω τροπολογία έχει ως ακολούθως:
Στον ν. 2251/1994 (A’ 191) προστίθεται άρθρο 2 Α ως εξής:
«Άρθρο 2 Α Αναπροσαρμογή ασφαλίστρων
1. Συμβατικές ρήτρες αναπροσαρμογής ασφαλίστρων σε μακροχρόνιες συμβάσεις ασφάλισης υγείας μπορούν να εξαρτούν την αναπροσαρμογή από αντικειμενικούς παράγοντες, που στηρίζονται στην αρχή της καταλληλότητας, ήτοι σε πραγματικά και επίκαιρα δεδομένα της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας, όπως ιδίως η ηλικία του ασφαλισμένου και δείκτες, που είναι σαφείς, αντικειμενικοί, ευρέως προσβάσιμοι και επαληθεύσιμοι από τα συμβαλλόμενα μέρη, οι οποίοι διαμορφώνουν την τελική τιμή του ασφαλίστρου ανά έτος αναφοράς.
Η συμμόρφωση των προαναφερόμενων ρητρών με την αρχή της διαφάνειας και ιδίως με τις παρ.1, 6 και 7 περ. ε) και ια) του άρθρου 2 (Σ.Σ.: βλ. παρακάτω τι αναφέρουν οι συγκεκριμένες παράγραφοι) πληρούται με μόνο τον προσδιορισμό των παραγόντων και δεικτών, από τους οποίους εξαρτάται η αναπροσαρμογή των ασφαλίστρων, στη σύμβαση ασφάλισης.
Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων μπορεί να καθορίζονται οι κρίσιμοι δείκτες ή παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η αναπροσαρμογή.
2. Σε περίπτωση που η αναπροσαρμογή ευρίσκεται εκτός των ορίων των παραγόντων και δεικτών της παρ. 1, οι ασφαλιστικές εταιρίες οφείλουν να ενημερώνουν τους λήπτες της ασφάλισης για το ύψος της αναπροσαρμογής των ασφαλίστρων, παρέχοντας διευκρινίσεις για την απόκλιση από τα όρια των παραγόντων και δεικτών της παρ. 1. Η ενημέρωση γίνεται από την ασφαλιστική εταιρία εντός προθεσμίας εξήντα (60) τουλάχιστον ημερολογιακών ημερών πριν από κάθε επερχόμενη αναπροσαρμογή.
3. Αν η συμβατική ρήτρα για την αναπροσαρμογή των ασφαλίστρων είναι ασαφής ή ελλιπής ή αν έχει προβλεφθεί κατά τρόπο που δεν πληροί τις αρχές της διαφάνειας και της καταλληλότητας κατά την παρ. 1, χωρεί εκ του νόμου αναπροσαρμογή σύμφωνα με τους παράγοντες και δείκτες της παρ. 1, μόνο εάν ο λήπτης της ασφάλισης ενημερωθεί για κάθε επερχόμενη αναπροσαρμογή και τον τρόπο με τον οποίο αυτή υπολογίζεται εντός προθεσμίας εξήντα (60) τουλάχιστον ημερολογιακών ημερών πριν τη θέση σε ισχύ της επερχόμενης αναπροσαρμογής.
Στην περίπτωση που ο λήπτης της ασφάλισης δεν συμφωνεί με την αναπροσαρμογή, μπορεί να καταγγείλει την ασφαλιστική σύμβαση, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από τη γνωστοποίηση της αναπροσαρμογής. Τα αποτελέσματα της καταγγελίας επέρχονται με τη λήξη της περιόδου υπολογισμού του τρέχοντος ασφαλίστρου.
4. Οι παρ. 2 και 3 ισχύουν και για μακροχρόνιες συμβάσεις ασφάλισης υγείας που έχουν καταρτισθεί μέχρι την έναρξη ισχύς του παρόντος.
5. Οι πάσης φύσεως ενημερώσεις και απευθυντέες δηλώσεις από την ασφαλιστική εταιρία προς τον λήπτη της ασφάλισης μπορεί να γίνονται με αποστολή συστημένης επιστολής στην πιο πρόσφατη διεύθυνση που έχει δηλώσει ο λήπτης της ασφάλισης ή στην πιο πρόσφατη δηλωθείσα διεύθυνση του αντικλήτου του. Στην περίπτωση που ο λήπτης της ασφάλισης έχει ζητήσει εγγράφως με κάθε μέσο να λαμβάνει τις πάσης φύσεως ενημερώσεις ή απευθυντέες δηλώσεις με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail), η σχετική επικοινωνία λαμβάνει χώρα στην τελευταία ηλεκτρονική διεύθυνση την οποία έχει δηλώσει ο λήπτης της ασφάλισης στην ασφαλιστική εταιρία. Η παράδοση της συστημένης επιστολής κατά το πρώτο εδάφιο και η αποστολή μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) κατά το δεύτερο εδάφιο αντίστοιχα, αποτελούν τεκμήριο ότι οι πάσης φύσεως ενημερώσεις ή απευθυντέες δηλώσεις περιήλθαν στον λήπτη της ασφάλισης και ότι ο τελευταίος έλαβε γνώση αυτών».
Τι αναφέρουν οι παρ. 1, 6 και 7 περ. ε) και ια) του άρθρου 2 του ν. 2251/1994 (Α’ 191)
Για τη διαμόρφωση πληρέστερης εικόνας για το θέμα, αναζητήσαμε και παραθέτουμε τις συγκεκριμένες παραγράφους του άρθρου 2: Γενικοί όροι των συναλλαγών – Καταχρηστικοί γενικοί όροι, του ν. 2251/1994 (Α’ 191):
«1. Όροι που έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για μελλοντικές συμβάσεις (γενικοί όροι των συναλλαγών), δεν δεσμεύουν τον καταναλωτή, εάν κατά την κατάρτιση της σύμβασης τους αγνοούσε ανυπαιτίως, όπως, ιδίως, όταν ο προμηθευτής δεν του υπέδειξε την ύπαρξή τους ή του στέρησε τη δυνατότητα να λάβει πραγματική γνώση του περιεχομένου τους».
(…)
6. Γενικοί όροι συναλλαγών που έχουν ως αποτέλεσμα την σημαντική διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή απαγορεύονται και είναι άκυροι. Ο καταχρηστικός χαρακτήρας γενικού όρου ενσωματωμένου σε σύμβαση κρίνεται αφού ληφθούν υπόψη η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σύμβαση, ο σκοπός της, το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψή της και όλες οι υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης ή άλλης σύμβασης από την οποία αυτή εξαρτάται.
7. Σε κάθε περίπτωση, καταχρηστικοί είναι ιδίως οι όροι που:
(…)
ε) επιφυλάσσουν στον προμηθευτή το δικαίωμα μονομερούς τροποποίησης ή λύσης της σύμβασης χωρίς ορισμένο, ειδικό και σπουδαίο λόγο, ο οποίος να αναφέρεται στη σύμβαση,
(…)
ια) χωρίς σπουδαίο λόγο αφήνουν το τίμημα αόριστο και δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό του με κριτήρια ειδικά καθορισμένα στη σύμβαση και εύλογα για τον καταναλωτή».
Διαβάστε επίσης τι λέει η ΕΚΠΟΙΖΩ για την τροπολογία αναπροσαρμογής ασφαλίστρων υγείας
Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News