Άρθρα

Σεισμός: Ο κίνδυνος υπολογίζεται, οι Έλληνες δεν ασφαλίζονται

Σεισμός: το φαινόμενο με τις πιθανότερες καταστροφικές συνέπειες στην Ελλάδα

Του Αλέξανδρου Τurner, Δ/ντος Συμβούλου της Carpenter Turner*

Το παρόν άρθρο γράφτηκε με αφορμή τους πρόσφατους σεισμούς στην Κεφαλονιά. Ακούσαμε σε διάφορα ρεπορτάζ των μέσων ενημέρωσης να γίνεται αναφορά στη σεισμικότητα της περιοχής, στο μέγεθος των σεισμών με βάση την κλίμακα Ρίχτερ και στα καταστροφικά τους αποτελέσματα. Όμως, πώς μεταφράζεται στην πραγματικότητα η κλίμακα Ρίχτερ; Τι σημαίνει ένα καταστροφικό γεγονός σεισμού και πώς ο πληθυσμός το αντιλαμβάνεται και προστατεύεται από αυτό;

Ένας καταστροφικός κίνδυνος χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη δυνατότητας συσσώρευσης ζημιών. Στον βαθμό αυτό, φαινόμενα όπως ο σεισμός, η ανεμοθύελλα, η πλημμύρα, κ.λπ. μπορεί να οδηγήσουν σε καταστροφικά γεγονότα. Αν και καμία από τις πιθανές αιτίες καταστροφών δεν πρέπει να αγνοηθεί, φαίνεται ότι, λόγω της γεωγραφικής θέσης και των ειδικών χαρακτηριστικών, η Ελλάδα είναι περισσότερο εκτεθειμένη στον κίνδυνο του σεισμού. Αυτό εξηγείται γεωλογικά, αφού η χώρα βρίσκεται σε περιοχή τέτοια, όπου η τεκτονική πλάκα του Αιγαίου και η αφρικανική πλάκα βρίσκονται σε συνεχή μετατόπιση.

Ιστορικά στοιχεία για καταστροφικά γεγονότα επιβεβαιώνουν ότι, πράγματι, ο σεισμός είναι ο φυσικός κίνδυνος στον οποίο η χώρα είναι περισσότερο εκτεθειμένη. Υπολογίζεται, επίσης, ότι το 50% περίπου της συνολικής σεισμικής ενέργειας στην Ευρώπη εκλύεται στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, οι πρόσφατοι σεισμοί της Κεφαλονιάς είχαν τα εξής χαρακτηριστικά:

Ημερομηνία

Ώρα

Γεωγραφικό Πλάτος

Γεωγραφικό Μήκος

Βάθος (χλμ.)

Κλίμακα Ρίχτερ

Ισοδύναμο ΤΝΤ

26/1/2014

1:55 μμ

38.22

20.53

21

5.8

8 κτ

3/2/2014

3:08 πμ

38.25

20.39

10

5.7

5 κτ

Η κλίμακα Ρίχτερ επινοήθηκε το 1935 από τον Charles Francis Richter, με σκοπό την ποσοτικοποίηση της ενέργειας που απελευθερώνεται κατά τη διάρκεια ενός σεισμού. Η κλίμακα είναι λογαριθμική, δηλαδή η αύξηση της ενέργειας που απελευθερώνεται είναι δυσανάλογα μεγαλύτερη σε σχέση με την αντίστοιχη αύξηση της κλίμακας Ρίχτερ.

Για παράδειγμα, η αύξηση στην κλίμακα Ρίχτερ των δύο σεισμών της Κεφαλονιάς είναι μόλις 1,75% (από 5,7 σε 5,8), ενώ η αντίστοιχη αύξηση της ενέργειας είναι 41,25%. Αν μετατρέψουμε την ενέργεια στο ισοδύναμό της σε TNT (TNT Equivalent), τότε ο σεισμός της 26ης Ιανουαρίου ισούται με περίπου 8 κιλοτόνους ΤΝΤ, ενώ ο σεισμός της 3ης Φεβρουαρίου με 5 κιλοτόνους ΤΝΤ, όπου ένας κιλοτόνος (κτ) ισούται με 1.000 τόνους.

Η βόμβα little boy που εξερράγη στις 6 Αυγούστου 1942 στη Χιροσίμα αντιστοιχούσε σε περίπου 15 κιλοτόνους ΤΝΤ, δηλαδή, ο σεισμός της 26ης Ιανουαρίου ισούται με κάτι περισσότερο από “μισή Χιροσίμα”.

Ο χάρτης 1 δείχνει όλους τους καταγεγραμμένους σεισμούς, μεγαλύτερους των 5 Ρίχτερ, την τελευταία πεντηκονταετία (1964 – 2014) στην ευρύτερη περιοχή της Κεφαλονιάς. Το μέγεθος του κύκλου υποδηλώνει το μέγεθος του σεισμού (κλίμακα Ρίχτερ), ενώ το χρώμα υποδηλώνει το εστιακό βάθος του σεισμού. Συνέβησαν περίπου 85 σεισμοί με αυτά τα χαρακτηριστικά, με τον μεγαλύτερο να συμβαίνει στις 8 Ιουνίου 2008, στην περιοχή της Ανδραβίδας, που ήταν 6,5 Ρίχτερ.

Αυτό που παρατηρούμε (ευτυχώς) είναι πως οι πολύ ρηχοί και πιο επικίνδυνοι σεισμοί, έως 5 χλμ. χρώματος μπλε, είναι μέχρι 5,5 Ρίχτερ, ενώ φαίνεται πως οι περισσότεροι σεισμοί είναι από 6 έως 10 χλμ. όσον αφορά το βάθος τους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως, παρά την εγγύτητα σε σχέση με τη Λευκάδα αλλά και τη Ζάκυνθο, η Κεφαλονιά έχει αρκετά περισσότερους σεισμούς εντός του νησιού.
Το γράφημα 1 απεικονίζει όλους τους καταγεγραμμένους σεισμούς της Ελλάδας μέχρι 5 Ρίχτερ, ενώ το γράφημα 2 απεικονίζει όλους τους σεισμούς από 5 έως 7 Ρίχτερ.

Δηλαδή, αν μπορούσε κανείς να συνδέσει την ιστορικότητα των σεισμών με τη μελλοντική προβλεψιμότητα, θα μπορούσε να ισχυριστεί πως θα έπρεπε να περιμένουμε περίπου 1,7 σεισμούς των 5 Ρίχτερ κάθε χρόνο ή έναν σεισμό των 6 Ρίχτερ κάθε 6 χρόνια, κ.τ.λ.
Το γράφημα 3 (βλ. επόμενη σελίδα) απεικονίζει τα ασφαλισμένα κεφάλαια σεισμού (Α.Κ.) 9 ασφαλιστικών εταιρειών στην Κεφαλονιά. Το γράφημα, πιο συγκεκριμένα, δείχνει το απόλυτο νούμερο σε ευρώ αλλά και ως ποσοστό επί των συνολικών κεφαλαίων της χώρας της εκάστοτε εταιρείας.

Επίσης, δείχνει και μεμονωμένα τους απλούς κινδύνους (σπίτια) ως ποσοστό επί των συνολικών κεφαλαίων της χώρας. Παρατηρούμε πως ο μέσος όρος είναι 0,45%, δηλαδή πως στο σύνολο του χαρτοφυλακίου μιας εταιρείας περίπου το 0,45% είναι στην Κεφαλονιά.

Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, οι συνολικοί κάτοικοι της χώρας ανέρχονται σε 10.815.197, ενώ οι μόνιμοι κάτοικοι της Κεφαλονιάς ανέρχονται σε 35.801, δηλαδή περίπου στο 0,33% του πληθυσμού. Η κατανομή του πληθυσμού είναι μία καλή ένδειξη για τους απλούς κινδύνους, αφού προφανώς υπάρχει συσχέτιση των κατανομών πληθυσμού και σπιτιών. Υπό αυτό το πρίσμα, έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε πως ο μέσος όρος των απλών κινδύνων είναι 0,32%, από το οποίο συμπεραίνουμε πως ο μέσος Κεφαλονίτης δεν είναι λιγότερο ή περισσότερο συνειδητοποιημένος όσον αφορά την αγορά ασφάλισης από τον μέσο  Έλληνα.

Η πώληση της ασφαλιστικής κάλυψης σεισμού, αν και εμφανίζεται ως το φαινόμενο με τις πιθανότερες καταστροφικές συνέπειες, δεν είναι πολύ επιτυχής στην Ελλάδα μέχρι σήμερα, για τους παρακάτω λόγους:

  • Παρά την τυπική απουσία ενός κρατικού σχήματος, οι παθόντες μετά από έναν σεισμό συνήθως αποζημιώνονται από το κράτος ή έχουν τη δυνατότητα λήψης ενός χαμηλότοκου δανείου.
  • Πολλοί άνθρωποι θεωρούν τα ασφάλιστρα ως μια επένδυση, από την οποία αναμένουν κάποια απόδοση στο άμεσο μέλλον. Ένας μεγάλος σεισμός, ο οποίος μπορεί να συμβεί μια φορά στα 100 χρόνια, δεν ανταποκρίνεται σε αυτή τη φιλοσοφία.
  • Αν και η ασφάλιση για κινδύνους σεισμού παρέχεται με χωριστό συμβόλαιο, οι ασφαλιστικές εταιρείες προτιμούν να πωλούν την κάλυψη αυτή σε συνδυασμό με ασφαλιστήριο Φωτιάς.
  • Τα ασφάλιστρα σεισμού θεωρούνται από τους υποψήφιους ασφαλισμένους σχετικά ακριβά.
  • Απουσία ενός εκπαιδευτικού συστήματος, που αναγνωρίζει και καθιστά την ασφάλεια ως κοινωνικό και απαραίτητο αγαθό.

Ως συνέπεια των παραπάνω, όλοι οι μεγάλοι σεισμοί που συνέβησαν μέχρι σήμερα προκάλεσαν ένα κοινωνικό πρόβλημα, αλλά ποτέ ένα πρόβλημα για την ασφαλιστική βιομηχανία. Επιπλέον, δεδομένου ότι πολλά σεισμικά γεγονότα έχουν επίκεντρο σε θαλάσσιες περιοχές και άρα ένα μέρος της σεισμικής ενέργειας απορροφάται από τη θάλασσα, αυτό έχει ως αποτέλεσμα να γίνονται ελάχιστα ή και καθόλου αισθητά σε κατοικημένες περιοχές. Μετά τις κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες των κυριότερων σεισμών που συνέβησαν τα τελευταία χρόνια σε κατοικημένες περιοχές, οι κρατικές αρχές προβληματίστηκαν ως προς την καθιέρωση της υποχρεωτικής ασφάλισης σεισμού, αλλά καμιά απόφαση δεν έχει ληφθεί μέχρι σήμερα.

Η χρησιμότητα των μοντέλων εκτίμησης ζημιών από φυσικές καταστροφές
Σε παλαιότερο άρθρο μου είχα αναλύσει τη σημασία αλλά και τη χρησιμότητα που έχουν για την αγορά μας τα μοντέλα εκτίμησης ζημιών από φυσικές καταστροφές (Catastrophe Modelling). Παγκοσμίως υπάρχουν τρεις τέτοιες εταιρείες: η RMS, η AIR-Worldwide και η EQECat. Τα μοντέλα αυτά ποσοτικοποιούν και άρα μας δίνουν μία τάξη μεγέθους της επικινδυνότητας ενός χαρτοφυλακίου αλλά και της ενδεχόμενης ζημιάς από φυσικές καταστροφές όπως ο σεισμός.

Στην περίπτωση του σεισμού, προσομοιώνοντας τα χαρακτηριστικά διαφόρων σεισμών του παρελθόντος (Ρίχτερ, βάθος, γεωγραφική τοποθεσία, κ.τ.λ.) με διάφορες μεθόδους, δημιουργείται μία βάση δεδομένων από “τεχνητούς” σεισμούς που μπορεί να συμβούν και στους οποίους υποβάλλεται το ασφαλιστικό χαρτοφυλάκιο. Στη συνέχεια δημιουργείται η κατανομή των εκτιμώμενων ζημιών, από την οποία διαλέγουμε το επίπεδο εκείνο που μας ενδιαφέρει, ανάλογα με τον προσδιορισμό του επιπέδου ανοχής κινδύνου (risk tolerance) της εταιρείας. Για παράδειγμα, το κριτήριο για το Solvency II είναι το 1 στα 200 χρόνια.

Χρησιμοποιώντας την ίδια φιλοσοφία, μία ασφαλιστική εταιρεία μπορεί να απομονώσει από τη βάση των “τεχνητών” σεισμών εκείνους οι οποίοι είναι πολύ κοντά όσον αφορά τα τεχνικά τους χαρακτηριστικά στους πρόσφατους σεισμούς της Κεφαλονιάς, με σκοπό να προβλέψει/εκτιμήσει το αποτέλεσμα για το χαρτοφυλάκιό της.

Ο χάρτης 2 μας δείχνει τους σεισμούς που επιλέχθηκαν από τις ίδιες τις εταιρείες μοντέλων ως οι πιο αντιπροσωπευτικοί των πρόσφατων σεισμών της Κεφαλονιάς. Το εύρος των σεισμών είναι από 5,7 έως 6 Ρίχτερ και από 2 έως 20 χλμ. βάθος. Η διαφοροποίηση των εταιρειών είναι εμφανής: και από τον αριθμό των διαφορετικών γεγονότων αλλά και ως προς τον τρόπο εφαρμογής.
Η πρώτη εταιρεία, χρώματος μπλε, έχει 3 γεγονότα στην περιοχή. Η δεύτερη, χρώματος πράσινου, έχει 18 γεγονότα στην περιοχή, ενώ η τρίτη εταιρεία έχει διαφορετική προσέγγιση και δημιουργεί σεισμούς κατά μήκος των δύο κόκκινων γραμμών.

Το γράφημα 4 δείχνει τα συνδυασμένα αποτελέσματα των μοντέλων ανά εταιρεία. Τα αποτελέσματα είναι εκφρασμένα ως ποσοστά (τοις χιλίοις), προκειμένου να είναι συγκρίσιμα.
Υπάρχει μία συνέπεια στα αποτελέσματα μεταξύ μοντέλων, όπου οι διαφορές μεταξύ των είναι ως επί το πλείστον σταθερές. Ο μέσος όρος ανά μοντέλο είναι: 2,67, 13,01 και 5,64 για τα Α, Β και Γ μοντέλα, αντίστοιχα. Το συμπέρασμα είναι πως για παράδειγμα κατά το μοντέλο Α, η εταιρεία Α θα πρέπει να περιμένει 2,89 σε κάθε χίλιους κινδύνους στο χαρτοφυλάκιό της να έχουν καταστραφεί.

Οι πολύ μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των εκτιμήσεων των μοντέλων απορρέουν από τις διαφορετικές παραδοχές και την πρωτογενή έρευνα που έχουν κάνει οι κατασκευάστριες εταιρείες, αλλά κυρίως από το γεγονός πως, δυστυχώς, ελλείψει στοιχείων τα μοντέλα δεν είναι σωστά ρυθμισμένα (calibrated). Ο πιο ουσιαστικός τρόπος με τον οποίο ρυθμίζονται τα μοντέλα είναι με το να συγκρίνουμε πραγματικά γεγονότα του παρελθόντος (πραγματικές ζημίες) με τις αντίστοιχες προσομοιωμένες ζημίες των μοντέλων. Δυστυχώς (ευτυχώς), ο σεισμός είναι σπάνιο φαινόμενο παγκοσμίως και η σύγκριση αυτή περιορίζεται σε πολύ λίγα γεγονότα. Το μόνο ουσιώδες τέτοιο γεγονός της Ελλάδας είναι ο σεισμός του 1999.

Οι πρόσφατοι σεισμοί της Κεφαλονιάς, των οποίων την οικονομική αλλά και ασφαλιστική ζημία θα γνωρίζουμε εντός των ερχόμενων μηνών, θα αποτελέσουν ένα μικρό λιθαράκι στην πρόοδο της επιστήμης και των μοντέλων αυτών. Πάντως, τα πρώτα μηνύματα είναι αρκετά ενθαρρυντικά. Δείχνουν πως τα σχολεία μας δεν είχαν κανένα πρόβλημα, ενώ οι απλοί κίνδυνοι (σπίτια) “συμπεριφέρθηκαν” αρκετά καλύτερα από τις προδιαγραφές τους.

Όπως επεσήμανε σε συνέντευξη Τύπου ο κ. Χρήστος Σπίρτζης, Πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος: «Στους δύο μεγάλους σεισμούς καταγράφηκαν πολύ υψηλές επιταχύνσεις 0,53g και 0,72g, αντίστοιχα. Παρότι, σύμφωνα με τον κτιριοδομικό κανονισμό, τα κτίρια υπολογίζονται με επιτάχυνση 0,36g, οι κτιριακές υποδομές άντεξαν, με ευτυχή κατάληξη να μην υπάρξει κατάρρευση κτιρίου, θάνατος ή τραυματισμός πολίτη».

Η ομάδα μας στην Carpenter Turner, που επιμελήθηκε το άρθρο αυτό, έχει μεγάλη εμπειρία και τοπική τεχνογνωσία, την οποία χρησιμοποιούμε προκειμένου να συνδυάζουμε τα καινούρια τεχνολογικά επιτεύγματα με αντασφαλιστικές λύσεις, οι οποίες είναι απλές, ρηξικέλευθες και, προπάντων, αποτελεσματικές.

*Η Carpenter Turner δραστηριοποείται στον τομέα της αντασφάλιστικής διαμεσολάβησης στον χώρο της ΝΑ. Ευρώπης, με έμφαση στην Ελλάδα και την Κύπρο.

{gallery}seismos-turner-april-14{/gallery}

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας