Oμαδικές Ασφαλίσεις Προσώπων: Ο δικαιούχος του ασφαλίσματος
Ζήτημα ανακύπτει στις περιπτώσεις κατά τις οποίες από την ασφαλιστική σύμβαση ορίζεται ως δικαιούχος τους ασφαλίσματος ο ίδιος ο λήπτης της ασφάλισης, ο οποίος, με τη σύμβαση αυτή, επιδιώκει να διασφαλίσει ίδιο συμφέρον.
Όλο και μεγαλύτερο νομικό αλλά και ουσιαστικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο εν εξελίξει θεσμός της ομαδικής ασφάλισης, ο οποίος εμφανίζεται με διάφορες μορφές, παρά το γεγονός ότι, σε όλες αυτές τις μορφές συμβολαίων, κοινό στοιχείο είναι το ότι με μία σύμβαση συμβάλλεται ένας ασφαλιστής ο οποίος έχει έναν αντισυμβαλλόμενο – λήπτη ασφάλισης που μπορεί να είναι είτε νομικό είτε ένα φυσικό πρόσωπο, αλλά πολλούς ασφαλισμένους, των οποίων κοινό στοιχείο είναι η αντιμετώπιση των ίδιων κινδύνων και οι οποίοι για τον λόγο αυτό υπάγονται στους ίδιους όρους της μίας και μοναδικής σύμβασης ασφάλισης.
Για καθένα από τα μέλη της καλυπτόμενης από το μοναδικό ασφαλιστήριο ομάδας εκδίδεται ένα αποδεικτικό ασφαλιστικής κάλυψης, το οποίο βεβαιώνει τη συμμετοχή του στο ομαδικό ασφαλιστήριο.
Εξάλλου, στις συμβάσεις αυτές σημαντικός είναι ο ρόλος του δικαιούχου του ασφαλίσματος, ο οποίος δικαιούται να εισπράξει την αποζημίωση σε περίπτωση επέλευσης του κινδύνου που τυχόν επέλθει σε μέλος της ομάδας.
Στην ασφάλιση προσώπων κατά το άρθρο 28 παρ. 1 του Ν 2496/1997, δικαιούχος, αν δεν είναι ο ίδιος ο ασφαλισμένος, μπορεί να είναι είτε ο λήπτης της ασφάλισης, είτε τρίτο πρόσωπο οριζόμενο με τη σύμβαση.
Σε περίπτωση επέλευσης του κινδύνου, ο ασφαλισμένος ή ο τρίτος έχουν ίδιο δικαίωμα να αξιώσουν την καταβολή της αποζημίωσης, όταν η ασφαλιστική σύμβαση είναι σύμφωνα με το άρθρο ΑΚ 411 σύμβαση υπέρ τρίτου. Δεν αποκλείεται την αξίωση καταβολής να προβάλει και ο λήπτης, σύμφωνα με τον ΑΚ 410.
Ζήτημα ανακύπτει στις περιπτώσεις κατά τις οποίες από την ασφαλιστική σύμβαση ορίζεται ως δικαιούχος τους ασφαλίσματος ο ίδιος ο λήπτης της ασφάλισης, ο οποίος, με τη σύμβαση αυτή, επιδιώκει να διασφαλίσει ίδιο συμφέρον.
Επί του ζητήματος αυτού έκρινε μεταξύ άλλων το Εφετείο Αθηνών (595/2020 Εφ.Αθ. απόσπασμα από δημ. ΝΟΜΟΣ):
(…) όταν δικαιούχος του ασφαλίσματος ορίζεται ο ίδιος ο αντισυμβαλλόμενος-λήπτης της ασφάλισης και όχι ο ασφαλισμένος ή το τρίτο πρόσωπο που αυτός κατονομάζει, τότε η σύμβαση ομαδικής ασφάλισης επί της ζωής ή της υγείας τρίτου προσλαμβάνει, σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 1 του Ν. 2496/1997, τη μορφή της ασφάλισης για ίδιο λογαριασμό και δεν φέρει τα χαρακτηριστικά της (γνήσιας ή έστω μη γνήσιας) σύμβασης υπέρ τρίτου.
Στην περίπτωση αυτή, δικαιούχος του ασφαλίσματος και δέκτης της υπόσχεσης του ασφαλιστή είναι ο αντισυμβαλλόμενος-λήπτης της ασφάλισης και όχι ο ασφαλισμένος, ο οποίος απλώς αποτελεί το πρόσωπο του κινδύνου, χωρίς παράλληλα να έχει καμία από τις πιο πάνω ιδιότητες, ήτοι του δικαιούχου του ασφαλίσματος ή του δέκτη της υπόσχεσης του ασφαλιστή.
Συνεπώς, αυτός ουδέν από τη σύμβαση της ομαδικής ασφάλισης ζωής (και εν γένει προσώπου) δικαίωμα αντλεί και γι’ αυτό δεν νομιμοποιείται να ασκήσει τις εκ των άρθρων 410 και 411 ΑΚ αγωγές, διότι το δικαίωμα αυτό ανήκει στον αντισυμβαλλόμενο-λήπτη της ασφάλισης και μόνος αυτός νομιμοποιείται να το ασκήσει (βλ. και ΕφΘεσ 908/2009 δημ. Νόμος).
Τέτοια σύμβαση ομαδικής ασφάλισης επί της ζωής για ίδιο λογαριασμό, μπορεί να συνάψει μια τράπεζα για να ασφαλίσει την αποπληρωμή των δανείων που χορηγεί στους πελάτες της δανειολήπτες κατά των κινδύνων θανάτου τους, της ανικανότητάς τους για εργασία και της ασθένειάς τους.
Επομένως, αν έχει συναφθεί τέτοια σύμβαση, ο ασφαλισμένος δανειολήπτης ουδέν εξ αυτής δικαίωμα αντλεί, μόνη δε νομιμοποιούμενη να ασκήσει τα εξ αυτής δικαιώματα, μόλις ο ασφαλιστικός κίνδυνος πραγματοποιηθεί, να ζητήσει, δηλαδή, με αγωγή από τον ασφαλιστή να της καταβάλει το ασφάλισμα είναι η δανείστρια τράπεζα, στο πρόσωπο της οποίας συμπίπτουν οι ιδιότητες του αντισυμβαλλομένου-λήπτη της ασφάλισης και του δικαιούχου του ασφαλίσματος. (…)
Βάσει των ανωτέρω, στην προαναφερθείσα περίπτωση της ομαδικής ασφάλισης, σε περίπτωση που η τράπεζα αδρανεί να ασκήσει την εκ της ασφαλιστικής σύμβασης αξίωσή της για καταβολή του ασφαλίσματος, λόγω έλευσης ασφαλιστικού κινδύνου, ήτοι λόγω θανάτου, ασθένειας ή αναπηρίας του ασφαλισμένου δανειολήπτη, και ο ασφαλιστής αμφισβητεί τη συνδρομή της ασφαλιστικής αυτής περίπτωσης, συνακόλουθα δε και την υποχρέωσή του να καταβάλει στη δανείστρια τράπεζα το ασφάλισμα, ο ασφαλισμένος δανειολήπτης μπορεί να εγείρει κατά αμφοτέρων, είτε και μόνον κατά του ασφαλιστή, αναγνωριστική αγωγή με αντικείμενο τη δικαστική αναγνώριση της υποχρέωσης του τελευταίου για καταβολή ασφαλίσματος στη δανείστρια τράπεζα, αν και ο ίδιος δεν είναι φορέας της αντίστοιχης αξίωσης, προκειμένου να αρθεί η αβεβαιότητα που η συμπεριφορά του (ασφαλιστή) δημιουργεί, και έτσι να αποτραπεί ο κίνδυνος που επάγεται (η αβεβαιότητά αυτή) για τα συμφέροντά του (αφού μόνον η καταβολή του ασφαλίσματος μπορεί να οδηγήσει σε απαλλαγή του από την υποχρέωση απόδοσης του δανείου), το οποίο συνιστά και το έννομο συμφέρον του, για την άσκηση της συγκεκριμένης, εκ του άρθρου 70 ΚΠολΔ, αγωγής (…).
Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής, [email protected]
Σε συνεργασία με το περιοδικό ΣΥΝήΓΟΡΟΣ
Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News