Οι προσυμβατικές δηλώσεις στην Ασφάλιση Ζωής & Υγείας
Για να είναι ισχυρή η μετάθεση του ασφαλιστικού κινδύνου από το φυσικό πρόσωπο στον ασφαλιστή, στις ασφαλίσεις υγείας και ζωής, άλλως για τη σύναψη έγκυρης ασφάλισης, θα πρέπει η μετάθεση αυτή να είναι σύμφωνη με τους κανόνες της ασφαλιστικής τεχνικής, οι οποίοι επιτρέπουν σ’ αυτόν να κοστολογήσει και εκτιμήσει και, τελικά, να αποδεχθεί τον αναλαμβανόμενο κίνδυνο.
Ειδικότερα, η πραγματική κατάσταση της υγείας του ασφαλισμένου, και μάλιστα αυτή που είναι γνωστή σ’ αυτόν, θα πρέπει να περιέλθει και στον ασφαλιστή, αφενός, για να αποφασίσει αν θα δεχθεί να παρέχει την κάλυψη, εντάσσοντάς τη στη σωστή κατηγορία κοινωνίας κινδύνων, και, αφετέρου, να την κοστολογήσει ορθά, με βάση τους κανόνες της ασφαλιστικής τεχνικής.
Συνεπώς, αποτελεί υποχρέωση του λήπτη της ασφάλισης – ασφαλισμένου η προσυμβατική δήλωση κάθε περιστατικού το οποίο γνωρίζει και το οποίο είναι αναγκαίο για την εκτίμηση από τον ασφαλιστή του αναλαμβανόμενου κινδύνου.
Η παράβαση αυτής της υποχρέωσης (ασφαλιστικού βάρους) από τον λήπτη της ασφάλισης δίνει το δικαίωμα στον ασφαλιστή, είτε να εμμείνει στη σύμβαση ή να καταγγείλει τη σύμβαση, εντός αποσβεστικής προθεσμίας ενός μηνός.
Καθοριστικός είναι, στις περιπτώσεις αυτές, ο αληθής χρόνος της γνώσης από τον ασφαλιστή των κρίσιμων περιστατικών για τον υπολογισμό της ανωτέρω προθεσμίας. Επί του ζητήματος αυτού, παρατίθεται απόσπασμα της πρόσφατης κρίσης του Αρείου Πάγου (ΑΠ 427/2021, ΔΕΕ, τεύχος 12/2021, σελ 1590 επ.):
(…) Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο δεν παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 6 εδ. α΄ και β΄ του Ν 2496/1997, αφού, όπως προκύπτει από τις παραπάνω ανέλεγκτες παραδοχές, δέχθηκε ότι α) ενώ η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία παρέλαβε την από 25.09.2009 δήλωση αναγγελίας θανάτου ή μόνιμης ολικής αναπηρίας ή νοσηλείας του ασφαλισμένου για τα επίδικα ασφαλιστήρια συμβόλαια στις 28.09.2009, άσκησε το δικαίωμα καταγγελίας στις 26.11.2009, β) με την αναγγελία αυτή η εναγόμενη παρέλαβε και το βιβλιάριο ασθενείας και το συνταγολόγιο του ασφαλισμένου, από τα οποία προέκυπτε σαφώς η κατάσταση της υγείας του τελευταίου και ιδίως η χρόνια αρτηριακή υπέρταση και το έλκος του δωδεκαδακτύλου, λαμβάνοντας έτσι έκτοτε γνώση της αποκρύψεως αυτών των προβλημάτων υγείας από τον ασφαλισμένο κατά τη σύναψη των ασφαλιστηρίων συμβολαίων, γ) από τη γνώση της αποκρύψεως της αληθούς καταστάσεως της υγείας του ασφαλισμένου μέχρι την καταγγελία παρήλθε η μηνιαία προθεσμία, μετά την πάροδο της οποίας επήλθε και η ασφαλιστική περίπτωση, ο θάνατος του ασφαλισμένου, που επήλθε στις 02.11.2009, δ) λόγω της άπρακτης παρόδου αυτής της προθεσμίας τεκμαίρεται αμαχήτως ότι η εναγόμενη εμμένει στις ασφαλιστικές συμβάσεις, της από 26.11.2009 καταγγελίας της μη εχούσης έννομα αποτελέσματα και ε) το δικαίωμα καταγγελίας των ασφαλιστικών συμβάσεων έχει αποσβεσθεί και, συνεπώς, η εναγόμενη δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωσή της να καταβάλει στη δικαιούχο Τράπεζα τα ασφαλίσματα. Επομένως, οι ανωτέρω τέταρτος και έκτος λόγοι της αιτήσεως αναιρέσεως, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμοι. (…)
Περαιτέρω με τον έκτο λόγο της αίτησης αναίρεσης, και κατά το οικείο μέρος τους, η αναιρεσείουσα ψέγεται την προσβαλλόμενη απόφαση, διότι παραβίασε τα διδάγματα της κοινής πείρας και κατέληξε στην παραδοχή, ότι αυτή έλαβε γνώση της εκ μέρους του ασφαλισμένου, (…), απόκρυψη των προβλημάτων υγείας του κατά την κατάρτιση της σύμβασης ασφάλισης, στις 28.09.2009, δεχόμενο ειδικότερα, ότι με τη δήλωση της αναγγελίας του ασφαλιστικού κινδύνου αυτή παρέλαβε το βιβλιάριο ασθενείας και το συνταγολόγιο του ασφαλισμένου, από τα οποία προέκυπτε η κατάσταση της υγείας του, ενώ, εάν ελάμβανε υπόψη τα διδάγματα της κοινής πείρας, σύμφωνα με τα οποία, εάν τα βιβλιάρια αυτά περιείχαν προϋπάρχουσες της ασφάλισης εγγραφές ασθένειας, δεν θα είχε λόγο να αποστείλει τη με αριθ. …/20.10.2009 συστημένη επιστολή της, προκειμένου να ζητήσει προηγούμενα βιβλιάρια από αυτά, που είχε εξαρχής παραλάβει, θα κατέληγε σε διαφορετικό αποδεικτικό πόρισμα σε σχέση με τη γνώση. Ο λόγος αυτός, με το προαναφερόμενο περιεχόμενο είναι απαράδεκτος, διότι η αναιρεσείουσα ψέγεται, την προσβαλλόμενη για μη χρήση των διδαγμάτων της κοινής πείρας, όχι για την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σ’ αυτούς, αλλά για τη διαπίστωση πραγματικών περιστατικών. […]
Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής, [email protected]
Σε συνεργασία με το περιοδικό ΣΥΝήΓΟΡΟΣ
Διαβάστε επίσης: Σύμβαση υπέρ τρίτου – Ασφάλιση ξένου συμφέροντος
Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News