Να καταγγέλλονται φαινόμενα mobbing ζητά ο ΣΥΑΕ
Ο Σύλλογος Υπαλλήλων Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων (ΣΥΑΕ) καλεί τους εργαζομένους στον ασφαλιστικό κλάδο να καταγγέλλουν φαινόμενα mobbing (εργασιακού εκφοβισμού) και ενωμένοι να καταπολεμήσουν κάθε μορφή βίας στον ασφαλιστικό κλάδο. Ειδικότερα στην ανακοίνωσή του ο ΣΥΑΕ αναφέρει:
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε καθημερινά είναι το mobbing ή αλλιώς ηθική παρενόχληση. Ένα φαινόμενο κοινωνικής παθογένειας που αποτελεί γενεσιουργό αιτία για πολλές ψυχοσωματικές αρρώστιες που σχετίζονται με τον εργασιακό χώρο. Αδήριτη ανάγκη αποτελεί η καταπολέμηση τέτοιων συμπεριφορών που δεν νοούνται να υπάρχουν σε μια σύγχρονη και ευνοούμενη κοινωνία και από τους πρωταρχικούς σκοπούς του Συλλόγου μας είναι ο περιορισμός και η εξάλειψη του φαινομένου στην ασφαλιστική αγορά.
Πρόκειται για ένα θέμα επίκαιρο, και δη μετά τις σοκαριστικές αποκαλύψεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας στον χώρο του πολιτισμού. Η λέξη “mobbing” προέρχεται από την αγγλική λέξη mob που σημαίνει επιτίθεμαι, περικυκλώνω, ενοχλώ. Εντοπίζεται για πρώτη φορά στη βιβλιογραφία το 1966 για να ερμηνεύσει την εχθρική συμπεριφορά μιας μικρής ομάδας ζώων που συσπειρώνονται για να εξολοθρεύσουν ένα μεγαλύτερο ζώο.
Η ηθική παρενόχληση εκδηλώνεται με μια κατ’ επανάληψη αντισυναδελφική- υβριστική συμπεριφορά του θύτη προς το θύμα που θίγει την επαγγελματική και κοινωνική εικόνα του στον εργασιακό χώρο. Στη θέση του θύτη μπορεί να βρίσκεται ο εργοδότης, ο προϊστάμενος ή και κάποιοι μεταξύ των συνάδελφων. Στόχος του θύτη πάντα είναι να αποσταθεροποιηθεί εντελώς το θύμα, να γίνει ευάλωτο και να εγκαταλείψει τη θέση εργασίας. Σκιαγραφώντας το προφίλ του θύτη πρόκειται για μια εξαιρετικά ανασφαλή προσωπικότητα με τρομερά χαμηλή αυτοεκτίμηση φοβούμενος να μην αποκαλυφθεί και στραφεί η προσοχή πάνω του, παίρνει ικανοποίηση «πληγώνοντας» τους συναδέλφους του ενισχύοντας ετσι ταυτόχρονα την αυτοεκτίμηση του.
Οι εκφάνσεις που λαμβάνει η ηθική παρενόχληση εκφράζονται κυρίως με απομόνωση του ατόμου από την ομάδα. Επιπλέον μπορεί το άτομο ξαφνικά να βρίσκεται με καθήκοντα που δεν μπορεί να αναλάβει είτε γιατί ξεπερνούν τις ικανότητες του είτε γιατί είναι κατά πολύ παραπάνω από αυτά στα οποία μπορεί να ανταπεξέλθει χρονικά. Ταυτόχρονα οι συνάδελφοί του, του αφαιρούν τα μέσα επίτευξης της δουλειάς του, καθιστώντας αδύνατη την ολοκλήρωση των καθηκόντων του.
Σύμφωνα με μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε αποδείχθηκε ότι τα θύματα του συνδρόμου mobbing έχουν παρόμοια ψυχολογικά προβλήματα με τα θύματα του πολέμου. Γίνεται σαφές πως το σύνδρομο mobbing προκαλεί καταστροφικά αποτελέσματα στη σωματική και ψυχική υγειά των εργαζομένων και κατ’ επέκταση των οικογενειών τους. Πιο συγκεκριμένα, προκαλεί διαταραχές στον ύπνο, στομαχικούς και εγκεφαλικούς πόνους, αυτοάνοσα και διάφορες μορφές μανίας, κάποιες φόρες έντονη επιθετικότητα και σε ακραίες περιπτώσεις αυτοκτονικές τάσεις. Όταν οι καταστάσεις που προκαλούν stress διαιωνίζονται τότε το ανθρώπινο σώμα τίθεται σε διαρκή κατάσταση συναγερμού που μακροπρόθεσμα φθείρει τον οργανισμό.
Οι επιπτώσεις του φαινομένου mobbing είναι ορατές και στην ίδια την επιχείρηση καθώς τεκμηριωμένες μελέτες έχουν δείξει ότι το επίπεδο απόδοσης ενός εργαζομένου που υφίσταται την λεγομένη ηθική προσβολή μπορεί να σημειώσει πτώση κατά 80%. Καθιστά αδύνατη την προσπάθεια του θύματος για μια επιτυχημένη επαγγελματική πορεία και κατά συνέπεια, η επιχείρηση χάνει τη δυναμικότητα και την αποδοτικότητα του εργατικού δυναμικού.
Τα θύματα φοβούνται να αντιδικήσουν με το πρόσωπο που τους ασκεί τον εκφοβισμό κυρίως εάν αυτό βρίσκεται σε θέση εξουσίας (π.χ. ο εργοδότης, ο διευθυντής κ.λπ.), γιατί επικρατεί ο φόβος της απόλυσης και της περαιτέρω δυσφήμισης στον εργασιακό βίο. Επίσης, άλλος ανασταλτικός παράγοντας αντίδρασης είναι η δυσκολία απόδειξης του εκφοβισμού, σε συνδυασμό με το ελλιπές νομικό πλαίσιο και την καθυστέρηση εκδίκασης στα δικαστήρια της χώρας. Οι διαστάσεις του φαινομένου δεν είναι δυνατόν να υποτιμηθούν, είναι ένα έγκλημα που παραμένει βουβό και αόρατο επειδή δεν καταγγέλλεται.
Η παρέμβαση αρμόδιων φορέων στην επιχείρηση θεωρείται απαραίτητη για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Το mobbing πλέον κατατάσσεται στον κατάλογο των παγκοσμίως αναγνωρισμένων επαγγελματικών ασθενειών. Χώρες όπως η Ιταλία, Σουηδία και Γερμανία έχουν θεσπίσει εθνικές νομοθεσίες για την αντιμετώπιση του. Στην Ελλάδα, ωστόσο, υπάρχει νομικό κενό και το mobbing αναγνωρίζεται ως ποινικό αδίκημα μόνο με ψυχιατρικό έγγραφο που να αποδεικνύει την ψυχική παρενόχληση του θύματος.
Η κατευθυντήρια γραμμή που καλείται να ακολουθήσει το θύμα είναι αρχικά να αποδείξει το ανυπεράσπιστό του, δηλαδή ότι δεν είχε την ψυχική δύναμη να καταγγείλει. Η ψυχική αδυναμία του θύματος δεν αποδεικνύεται στον ποινικό κώδικα, μόνο με το σχετικό έγγραφο του ψυχίατρου/ ψυχοθεραπευτή. Τα θύματα της ηθικής παρενόχλησης πρέπει να συλλέξουν αποδεικτικά μέσα για να αποδείξουν την βλάβη που υφίστανται, όπως, μαρτυρικές καταθέσεις από αυτήκοους και αυτόπτες μάρτυρες, συνοίκων ανθρώπων που διαβιούν με τα θύματα ώστε να γίνουν κοινωνοί της ηθικής παρενόχλησης που δέχονται. Είναι σημαντικό να γίνουν γραπτές αναφορές στους ανωτέρους, σε τμήματα που εποπτεύουν τους δράστες, στους συλλόγους υπαλλήλων, στην επιθεώρηση εργασίας και στον συνήγορο του πολίτη.
Σε αστικό επίπεδο, ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στο θύμα λόγω ηθικής παρενόχλησης και εκφοβισμού να διεκδικήσει με αγωγή αποζημίωση ηθικής βλάβης για προσβολή της προσωπικότητας.
Στην Ελλάδα το mobbing δηλαδή η παρενόχληση στον εργασιακό χώρο, έχει νομική συσχέτιση με την προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, καθώς ο νόμος υπ’ αριθμ. 4443 του 2016 απαγορεύει τις διακρίσεις βάσει φύλου, εθνικότητας ή γενετήσιου προσανατολισμού. Κατά συνέπεια, οι αποδέκτες αντίστοιχων συμπεριφορών δεν μπορούν να βασιστούν σε νόμους της εργατικής νομοθεσίας, αλλά σε νόμους που αφορούν γενικότερα την προστασία της αξιοπρέπειας και της προσωπικότητας, όπως το άρθρο 2, παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο αναφέρει πως «O σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας», το άρθρο 5, παρ. 1 που επικαλείται την τήρηση της αρχής και της ίσης μεταχείρισης στον εργασιακό τομέα, το άρθρο 21 του νόμου 4604 του 2019 προώθηση της ισότητας των δυο φύλων και το άρθρο 25, παρ. 3 περί των ποινικών κυρώσεων κατάχρησης δικαιώματος.
Καθ’ οδόν βρίσκεται η κύρωση της σύμβαση 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ), σχετικά με τη βία και τη σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο της εργασίας. Τα κράτη που κυρώνουν τη σύμβαση βασικές αρχές έχουν την, ευαισθητοποιημένη ως προς το φύλο, προσέγγιση για την πρόληψη και την εξάλειψη της βίας και της παρενόχλησης στον κόσμο της εργασίας, η οποία θα περιλαμβάνει τη διά νόμου απαγόρευση της (άρθρο 4 παράγραφος 2). Να θεσπίσουν, επίσης, μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την καταπολέμηση της βίας και της παρενόχλησης και για τη διασφάλιση της πρόσβασης των θυμάτων σε μέσα προσφυγής και στήριξη (άρθρο 4 παράγραφος 2). Να θεσπίσουν νόμους, κανονισμούς και πολιτικές που διασφαλίζουν το δικαίωμα στην ισότητα και τη μη διακριτική μεταχείριση στην απασχόληση, μεταξύ άλλων για ευάλωτες ομάδες και ομάδες σε ευάλωτη κατάσταση (άρθρο 6). Τα κράτη που κυρώνουν τη σύμβαση δεσμεύονται να υιοθετήσουν μια πολιτική για την εξάλειψη περιστατικών βίας στον εργασιακό χώρο, στο πλαίσιο της οποίας θα υπάρχει σχεδιασμός και εφαρμογή τόσο προληπτικών όσο και διορθωτικών μέτρων. Θα τεθεί επιμορφωτικό πρόγραμμα που θα απευθύνεται σε εργοδότες και εργαζόμενους του ιδιωτικού και δημοσίου τομέα για θέματα διαφορετικότητας, με καθοριστικό κριτήριο να διασαφηνισθούν οι εκφάνσεις που μπορεί να λάβει η σωματική και ψυχολογική βία. Στην Ελλάδα ακόμα δεν έχει καταστεί δυνατή η κύρωση της εν λόγω σύμβασης λόγω των ιδιαιτέρων συνθηκών της πανδημίας, αλλά έχει γίνει ήδη η εισήγησή της από τον Φεβρουάριο του 2020.
Συνάγεται, λοιπόν, το συμπέρασμα ότι περιστατικά βίας οποιασδήποτε μορφής στον εργασιακό χώρο πρέπει αμέσως να καταγγέλλονται και να τονιστεί ο εγκληματικός χαρακτήρας της σιωπής. Δεν επιτρέπεται καμία ανοχή στη βία, η κυβέρνηση και η πολιτεία οφείλουν να προστατέψουν την ψυχική και σωματική ακεραιότητα του πολίτη και να διασφαλίσουν ένα ασφαλές και υγιές εργασιακό περιβάλλον που θα πλαισιώνεται από νομικούς θεσμούς και ενημερωτικά προγράμματα για την πληροφόρηση των φαινομένων βίας.
Στο σημείο αυτό αποτελεί επιτακτική ανάγκη να επισημανθεί ο καταλυτικός ρόλος και η δύναμη της παιδείας, η οποία μπορεί να αποτρέψει φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας όπως το mobbing. Όταν ο Σωκράτης ρωτήθηκε: «Ποιο είναι το τελειότερο ζώο», απάντησε: «Άνθρωπος παιδεία κεκοσμημένος». Τέλος είναι πολύ σημαντικό να τονίσουμε τη δύναμη της ομάδας για να υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω, αφού, όπως ο Rudyard Kipling αναφέρει: «Η δύναμη της αγέλης είναι ο λύκος, και η δύναμη του λύκου είναι η αγέλη».
Γι’ αυτό όλοι οι εργαζόμενοι του κλάδου μας πρέπει να συσπειρωθούμε και να ενισχύσουμε με την εγγραφή μας το Κλαδικό Σωματείο ΣΥΑΕ, να καταγγέλλουμε σε αυτό τα φαινόμενα εκφοβισμού και ενωμένοι να καταπολεμήσουμε κάθε μορφή βίας στον ασφαλιστικό κλάδο.
Συναδελφικά,
Για το Διοικητικό Συμβούλιο του ΣΥΑΕ,
Ο Πρόεδρος Η Γεν. Γραμματέας
Σπύρος Κολαΐτης Αλεξάνδρα Θεοδωρίδου
Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News