Μυρτώ Χαμπάκη: Δαμάζοντας τον δράκο Solvency II
Θα καταφέρει η ασφαλιστική αγορά να δαμάσει τον …δράκο που λέγεται Solvency II; Η σχετική ημερίδα που διοργάνωσε το ΕΙΑΣ, στις 18 Δεκεμβρίου (αναλυτική παρουσίαση εδώ, αλλά στην έντυπη έκδοση της “Α.Α.”), ξετύλιξε το κουβάρι αποριών και προβληματισμών, αναδεικνύοντας και άλλες πτυχές των απαιτήσεων του νέου πλαισίου, πέραν των κεφαλαιακών.
Ωστόσο, δεν μείωσε στο ελάχιστο το άγχος και την έντονη ανησυχία των ανθρώπων της αγοράς, για το τι θα σημάνει η εφαρμογή της για το μέλλον των ιδίων και των εταιρειών τους. Αντίθετα, με το πέρας της ημερίδας, είχαμε την αίσθηση ότι πολλοί ήταν εκείνοι που έφυγαν με περισσότερες απορίες και προβληματισμούς, για το πώς θα εφαρμοστεί στην πράξη αυτή η ομολογουμένως περίπλοκη οδηγία.
Αυτή μας την αίσθηση τη μοιραστήκαμε με την κα Μυρτώ Χαμπάκη, μία από τις ομιλήτριες στην εκδήλωση του ΕΙΑΣ και ένα από τα λίγα στελέχη της αγοράς που έχουν ασχοληθεί σε βάθος με τη Solvency II, τόσο ως Υπεύθυνη Οικονομικών Θεμάτων & Κλάδου Ζωής της ΕΑΕΕ, όσο και ως εισηγήτρια σχετικών σεμιναρίων στο ΕΙΑΣ αλλά και σε εταιρείες.
Η κα Χαμπάκη μας βοηθά με τις τοποθετήσεις και τις εκτιμήσεις της, όπως αυτές παρατίθενται στη συνέχεια, να προσεγγίσουμε τον…δράκο της Solvency II και να κατανοήσουμε τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν οι ασφαλιστικές εταιρείες, ειδικά στην ελληνική αγορά.
Πώς σχεδιάστηκε η Solvency II και γιατί είναι πρόκληση η εφαρμογή της από τις εταιρείες
Πρόκειται για μια οδηγία διαχείρισης κινδύνων που φτιάχτηκε από λαούς με διαφορετική αντίληψη του κινδύνου και ωριμότητα αγοράς για να δεχτούν ένα τέτοιο πλαίσιο, αλλά όλοι πρέπει να την εφαρμόσουμε με τον ίδιο τρόπο. Για να γίνει αυτό, όμως, θα πρέπει να υπάρξει μια κοινή γλώσσα, μια κοινή και σαφώς ορισμένη αντίληψη και τακτική διαχείρισης του κινδύνου, τουλάχιστον σε εταιρικό επίπεδο. Συνήθως, εστιάζουμε στις κεφαλαιακές απαιτήσεις της Solvency II και παραβλέπουμε τις απαιτήσεις, τόσο σε επίπεδο εταιρικής διακυβέρνησης όσο και σε επίπεδο δημοσιοποίησης και διαφάνειας, που είναι πολλές, εντελώς καινούργιες και πολύπλοκες.
Η πολυπλοκότητα αυτή εντείνεται από το γεγονός ότι, σε μερικές περιπτώσεις, η ίδια η νομοθεσία δεν είναι αρκετά ξεκάθαρη και αυτό γιατί είναι βασισμένη σε πλαίσιο αρχών και όχι κανόνων, όπως έχουμε συνηθίσει. Η υιοθέτηση και η εφαρμογή στην πράξη των αρχών προϋποθέτει γνωστική ωριμότητα του αντικειμένου, κάτι που ακόμα δεν υπάρχει, όχι μόνο σε ελληνικό επίπεδο αλλά σε μεγάλο βαθμό πανευρωπαϊκά.
Eπιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και το κόστος εφαρμογής είναι αρκετά υψηλό –χρειάζονται επενδύσεις σε συστήματα, εξειδικευμένο προσωπικό, συμβούλους, κ.λπ.–, και δεδομένης της οικονομικής συγκυρίας τα πράγματα δυσκολεύουν.
Η τέλεια στρατηγική, το τέλειο σύστημα και ο τέλειος υπολογισμός ακυρώνονται όταν δεν εφαρμόζονται από τον άνθρωπο…
Αναμφισβήτητα, οι εταιρείες μέσα στο επόμενο διάστημα θα βιώσουν μια τεράστια αλλαγή σε λειτουργικό επίπεδο. Την αλλαγή αυτή θα τη βιώσουν και οι άνθρωποι της κάθε εταιρείας, ο καθένας προσωπικά, με διαφορετικό τρόπο και σύμφωνα με την προσωπική τους αντίληψη του κινδύνου, τη στάση τους ως προς την αλλαγή, αλλά και με την κατάρτιση και τη γνώση τους επί του θέματος –που όσο πιο υψηλή είναι, τόσο μεγαλύτερη ασφάλεια θα επιφέρει στο άτομο και κατ’ επέκταση στην εταιρεία.
Το κάθε άτομο εντός της επιχείρησης, όμως, δεν επηρεάζεται μόνο, αλλά και επηρεάζει την εφαρμογή της Solvency II (σε κάθε πυλώνα) και αυτό πρέπει να το γνωρίσει, να το συνειδητοποιήσει και να το εφαρμόσει στην πράξη με υπευθυνότητα. Η Solvency II αφορά το κάθε στέλεχος, σε όποιο επίπεδο ιεραρχίας και αν βρίσκεται. Κανείς δεν είναι ασήμαντος, αλλά όλοι αποτελούν μέρος μιας αλυσίδας διαχείρισης κινδύνων και η κάθε τους ενέργεια έχει κεφαλαιακές, και όχι μόνο, συνέπειες.
Γι’ αυτό, είναι σημαντικό να δημιουργηθεί εταιρική κουλτούρα κινδύνου. Κουλτούρα κινδύνου σημαίνει να αντιλαμβανόμαστε όλοι τον κίνδυνο με τον ίδιο τρόπο (από άποψη perspective) εντός του οργανισμού, να αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο σύμφωνα με τη στρατηγική του οργανισμού, έχοντας παράλληλα τις κατάλληλες γνώσεις και πληροφορίες για να το πράττουμε σωστά.
Με τη Solvency II, λοιπόν, θα πρέπει να πετύχουμε μια μεγάλη λειτουργική αλλαγή, η οποία θα βασίζεται πάνω σε μια εδραιωμένη κουλτούρα κινδύνου.
Κι εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι δεν μιλάμε απλά για Διαχείριση Αλλαγής, για παραδοσιακό change management στο διαδικαστικό κομμάτι των εργασιών μας μόνο, αλλά για συνδυασμό διαχείρισης της αλλαγής στον τρόπο λειτουργίας και, κυρίως, αλλαγή στη νοοτροπία εργασίας, αλλαγή στην κουλτούρα εργασίας.
Είναι ανθρώπινο η αλλαγή να μας τρομάζει, όμως, όταν μια μεγάλη αλλαγή, σαν αυτή που η Solvency II θα επιφέρει στην εργασιακή μας πραγματικότητα έρχεται, τότε θα πρέπει εν τέλει να αλλάξουμε.
Αλλαγή Νοοτροπίας στην Πράξη
Η επιτυχία της υιοθέτησης μιας διαφορετικής εταιρικής κουλτούρας, μιας κουλτούρας κινδύνου, σε έναν οργανισμό θα πρέπει να βασίζεται: στο όραμα, στην ύπαρξη κινήτρων, στη γνώση, στους πόρους και σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης.
Μάλιστα, θα πρέπει να δώσουμε σημασία σε όλους τους παράγοντες που συνθέτουν το παζλ της επιτυχίας, γιατί: αν λείπει το όραμα, έχουμε σύγχυση, εάν λείπει το κίνητρο, η αλλαγή αργεί να προκύψει, εάν λείπει η γνώση, τότε έχουμε άγχος και άρνηση, εάν λείπουν οι πόροι, έχουμε απογοήτευση και, τέλος, εάν λείπει το σχέδιο δράσης, τότε δεν θα καταφέρουμε να αλλάξουμε ποτέ.
Οι ιδιαίτερες προκλήσεις για την ελληνική ασφαλιστική αγορά
Σε πρώτη φάση, αυτό που θα πρέπει να απασχολήσει έντονα την αγορά, είναι η αλλαγή της νοοτροπίας και του τρόπου διεξαγωγής των εργασιών. Θα πρέπει να υπάρξει κατανόηση των απαιτήσεων και η εφαρμογή τους να γίνει με τέτοιο τρόπο, ώστε πραγματικά να εξυπηρετούν τη λογική της διαχείρισης κινδύνων επί της ουσίας.
Μία ακόμα πρόκληση είναι η ασάφεια του νόμου (λόγω των αρχών) και η μεγάλη έκτασή του, αφού θα πρέπει να συνδυαστούν πολλά κείμενα (η Οδηγία, οι Κατ’ Εξουσιοδότηση Πράξεις και οι Τεχνικές Προδιαγραφές), σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ακόμα η νομοθεσία είναι υπό επεξεργασία και τελεί υπό έγκριση ένα χρόνο πριν την εφαρμογή της.
Πρόκληση αποτελούν, επίσης, η έλλειψη εξειδικευμένων στελεχών στην ολιστική διαχείριση κινδύνων (όχι μόνο του ασφαλιστικού κινδύνου), το υψηλό κόστος εφαρμογής και, φυσικά, η διαμόρφωση και η κάλυψη των κεφαλαιακών απαιτήσεων.
Πόσο έτοιμη είναι η ελληνική ασφαλιστική αγορά σήμερα…
Αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως της κεντρικής Ευρώπης, είχαν από καιρό προχωρήσει τις προετοιμασίες τους, καταναλώνοντας χρήμα και ανθρωποώρες, και χτίζοντας τεχνογνωσία. Εμείς, μέχρι πρότινος, πιστεύαμε –κάποιοι ίσως ακόμα πιστεύουν– στο “θαύμα” που θα ακυρώσει τη Solvency II, τουλάχιστον για μας. Αυτό δεν γίνεται, δεν μπορούμε να πάμε πίσω.
Τα μηνύματα που λαμβάνουμε υποδηλώνουν ότι η ελληνική ασφαλιστική αγορά βρίσκεται, πλέον, σε στάδιο εντατικής προετοιμασίας. Σε μεγάλο βαθμό η προετοιμασία αυτή εντατικοποιήθηκε μετά την υποχρεωτική απαίτηση για την υιοθέτηση των Ενδιάμεσων Κατευθυντήριων Γραμμών (Interim guidelines) για τη σταδιακή εφαρμογή της Οδηγίας μέχρι την 1.1.2016.
Η ΤτΕ έστειλε ερωτηματολόγιο στις εταιρείες, για να αξιολογήσει την ετοιμότητά τους και το στάδιο προετοιμασίας τους, αναφορικά με το κομμάτι της εταιρικής διακυβέρνησης. Δεν γνωρίζουμε, όμως, τα αποτελέσματα αυτού του ερωτηματολογίου σε επίπεδο αγοράς.
Οι εκτιμήσεις (σε θεωρητικό επίπεδο, χωρίς στοιχεία που να το αποδεικνύουν) είναι ότι η αγορά μας κινείται σε διαφορετικές ταχύτητες προετοιμασίας: αφενός μεν, οι πολυεθνικές που λαμβάνουν τεχνογνωσία και στήριξη από τις μητρικές τους και, αφετέρου, οι ελληνικές, που μέσω συμβούλων και εσωτερικά, προετοιμάζονται άλλες πιο εντατικά και άλλες λιγότερο, αναλόγως των διαθέσιμων πόρων, του μεγέθους τους και της τεχνογνωσίας των στελεχών τους.
Η Solvency II δεν αφορά μόνο τις εταιρείες, επηρεάζει και τους διαμεσολαβητές
Το Solvency II αφορά κυρίως τις εταιρείες. Όμως, επηρεάζει έμμεσα και τους διαμεσολαβητές, σε ποιοτικό επίπεδο, δηλαδή στο επίπεδο της σχέσης τους με τις εταιρείες. Πιο συγκεκριμένα, οι διαμεσολαβητές θα πρέπει να παρέχουν ποιοτικές πληροφορίες στις εταιρείες για τη μεταξύ τους συνεργασία, η οποία πρέπει να είναι μέσα στα ποιοτικά πλαίσια που θέτει η Solvency II αναφορικά με το Counter Party Default Risk (Κίνδυνος Αντισυμβαλλομένου) και του Outsourcing (Εξωπορισμού).
Σημαντικό είναι το κομμάτι των έγκαιρων εισπράξεων των ασφαλίστρων, όπου η καθυστέρηση άνω των 90 ημερών σηματοδοτεί την ανάγκη διατήρησης σημαντικά πρόσθετων κεφαλαίων για την εταιρεία. Τα στοιχεία που θα πρέπει να ανταλλάσσουν οι διαμεσολαβητές με τις εταιρείες πρέπει να τηρούν τους κανόνες ποιότητας των στοιχείων, ενώ οι συμβάσεις μεταξύ εταιρειών και διαμεσολαβητών θα πρέπει να είναι σαφώς ορισμένες και να τηρούν τις σχετικές πολιτικές που οι εταιρείες θα σχεδιάσουν αναφορικά με τις συνεργασίες τους με τρίτους.
Είναι λογικό, λοιπόν, ότι οι απαιτήσεις για ποιότητα υπηρεσιών διαμεσολάβησης θα αυξηθούν, αφού αυξάνονται οι απαιτήσεις για τις ίδιες τις εταιρείες.
Η διαμεσολάβηση θα επηρεαστεί κυρίως από την Οδηγία IMD (Insurance Mediation Directive), που ρυθμίζει τις πρακτικές πώλησης και τους κανόνες δεοντολογίας για την πώληση όλων των ασφαλιστικών προϊόντων και η οποία βρίσκεται υπό αναθεώρηση από τον Ιούλιο του 2012 (IMD 2).
Παράλληλα, υπάρχει και ο κανονισμός σχετικά με τις δέσμες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές (PRIIPs), ο οποίος εισάγει τυποποιημένες, προσυμβατικές απαιτήσεις γνωστοποίησης για τα προϊόντα αυτά. Και αυτός θα επηρεάσει τους διαμεσολαβητές, στο επίπεδο της προσυμβατικής ενημέρωσης και πάλι.
Συνεργασία ΕΑΕΕ, Insurance Europe, EIOPA και χρονοδιάγραμμα
Η ΕΑΕΕ συνεργάζεται με την ΕΙΟΡΑ μέσω της Εποπτικής Αρχής. Παρακολουθεί σε συνεχή βάση όλα όσα εκδίδει η ΕΙΟPA αναφoρικά με τη Solvency II είτε σε επίπεδο νομοθεσίας είτε σε μορφή συμβουλευτικών εγγράφων και τα κοινοποιεί στα μέλη της. Επίσης, στέλνει ερωτήματα και εισηγήσεις στην ΤτΕ, με στόχο την ομαλή εφαρμογή της οδηγίας στην Ελλάδα και τη διασαφήνιση όσο το δυνατό περισσότερων “γκρίζων σημείων”.
H EAEE συνεργάζεται στενά με την Insurance Europe. Παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις μέσω της Executive Committee (Επιτροπή Γενικών Διευθυντών) και της Solvency II Steering Group από το 2006. Προωθεί τις θέσεις της αγοράς, όπου υπάρχουν, και σε αρκετές περιπτώσεις έχει ζητήσει τη γνώμη άλλων Ενώσεων για προβλήματα που απασχολούν την τοπική αγορά, προκειμένου να προτείνει τις κατάλληλες λύσεις και να ενημερώσει για τις βέλτιστες πρακτικές.
Επιπλέον, πέραν της Επιτροπής Solvency II που έχει συσταθεί επίσης από το 2006, η ΕΑΕΕ έχει δημιουργήσει παράλληλα, ειδική ομάδα εργασίας, η οποία απαρτίζεται από εξειδικευμένα στελέχη επί των θεμάτων που εξετάζονται και αφορούν αποκλειστικά στη Solvency II. Η Ομάδα Εργασίας σε εβδομαδιαία βάση, μελετά και σχολιάζει τις Κατευθυντήριες Γραμμές, το κείμενο της Solvency II και την αντίστοιχη προσαρμογή του στην ελληνική νομοθεσία, καθώς και όλα τα σχετικά με την οδηγία κείμενα, προκειμένου να ενισχύσει τις γνώσεις της αγοράς.
Η ΕΑΕΕ, επίσης, συμμετείχε ενεργά και στη νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την προσαρμογή της Οδηγίας στην ελληνική νομοθεσία καθώς και στις Ομάδες Εργασίας που συνέστησε η ΤτΕ για την επεξεργασία ειδικών κινδύνων. Τέλος, συνεργάζεται και συμβουλεύεται την εποπτεία σε συστηματική βάση επί του θέματος.
Τα χρονοδιαγράμματα για τα διαφορετικά στάδια εφαρμογής των απαιτήσεων της οδηγίας τίθενται από τους επόπτες πανευρωπαϊκά (EIOPA) και δεν υπάρχει δυνατότητα παρεμβάσεων, πέραν από αυτών που επιτρέπουν οι εθνικές επιλογές.
Ποια προβλήματα της αγοράς θα λύσει η Solvency II
Καταρχάς, θα ενδυναμώσει την αξιοπιστία της ασφαλιστικής αγοράς, αφού η Solvency II είναι φτιαγμένη για να μειώνει την πιθανότητα χρεοκοπίας σε 1 στα 200 χρόνια (VaR σε επίπεδο εμπιστοσύνης 99,5 σε ορίζοντα ενός έτους). Επιπλέον, εισάγει την έννοια της προληπτικής εποπτείας. Αυτή η μορφή εποπτείας είναι σχεδιασμένη να προλαμβάνει τη χρεοκοπία, αφού ελέγχει την ασφαλιστική εταιρεία διεξοδικά και σε τακτά χρονικά διαστήματα (ανά τρίμηνο), δίνει τη δυνατότητα επιβολής μέτρων εξυγίανσης και δεν επιτρέπει στην εταιρεία να φτάσει σε οριακά σημεία.
Η ενδυνάμωση της αξιοπιστίας μας, έρχεται στην πλέον κατάλληλη στιγμή, αφού με την υποχώρηση του κοινωνικού κράτους, μια δυνατή ασφαλιστική αγορά θα μπορέσει να ενισχύσει και τα μερίδια αγοράς της σε αντίστοιχα επίπεδα με αυτά των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Επιπλέον, παρ’ όλες τις δυσκολίες, η Solvency II θα εκσυγχρονίσει τις μεθόδους και την τεχνογνωσία μας, θα ενισχύσει την προστιθέμενη αξία των προϊόντων μας και θα καταστήσει την αγορά μας πιο διαφανή προς τον καταναλωτή αλλά και προς πιθανούς επενδυτές. Όπως βλέπετε, δεν υπάρχουν μόνο δυσκολίες αλλά και οφέλη.
Γι’ αυτό, όσο κι αν μας προβληματίζουν, μας δυσκολεύουν και μας ανησυχούν οι αλλαγές που θα επιφέρει η Solvency II, θα πρέπει να την αντιμετωπίσουμε με θετική ματιά. Να προσπαθήσουμε να την κατανοήσουμε επί της ουσίας και σε βάθος και να την εφαρμόσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ούτως ώστε τελικά να αποτελέσει συγκριτικό πλεονέκτημα για την κάθε εταιρεία και να ενισχύσει την αγορά μας οριζόντια στο σύνολό της. Εκτιμώ ότι είναι ένας δράκος που μπορούμε να δαμάσουμε και να τον χρησιμοποιήσουμε προς όφελος του ασφαλιστικού θεσμού.