Κοστίζει η ασφάλιση κινδύνων από φυσικές καταστροφές;
Προσιτό το κόστος της ασφάλισης κινδύνων από φυσικές καταστροφές, υποστηρίζει η κα Ευαγγελία Αθανασίου, Διευθύντρια Ασφαλιστικών Εργασιών στην Interasco ΑΕΓΑ.
Οι Έλληνες πολίτες, δυστυχώς, στη συντριπτική πλειονότητά τους, δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι οι κατοικίες, οι εμπορικές & βιομηχανικές εγκαταστάσεις και τα αυτοκίνητα μπορούν να καλυφθούν με ανταγωνιστικά, ως προς το εύρος παροχών και το κόστος, προϊόντα ασφάλισης έναντι των κινδύνων που απορρέουν από φυσικά φαινόμενα. Αντ’ αυτού, εξακολουθούν να περιμένουν τα πενιχρά επιδόματα της Πολιτείας…
Το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων που έχασε ο καθένας μετά από μια φυσική καταστροφή μπορεί να αντικατασταθεί μέσω της ιδιωτικής ασφάλισης, και η κα Αθανασίου εξηγεί, περιεκτικά και με σαφήνεια, τι προσφέρεται σε επίπεδο καλύψεων, ενώ δεν παραλείπει να υπογραμμίσει τη σημαντική συμβολή των ασφαλιστικών εταιρειών στην πρόληψη των ζημιών, ειδικά στους εμπορικούς και βιομηχανικούς κινδύνους.
Τα δύο προηγούμενα έτη διάφορα φυσικά φαινόμενα που συνέβησαν στη χώρα μας, είχαν ως αποτέλεσμα σημαντικότατες καταστροφές σε περιουσία, ιδιωτική και δημόσια, καθώς και σε ανθρώπινες ζωές. Είδαμε εικόνες από αυτές που είχαμε ως τώρα συνηθίσει να βλέπουμε σε μέρη μακρινά και θεωρούσαμε ότι δεν μας αγγίζουν. Τα φαινόμενα αυτά χαρακτηρίστηκαν ως ακραία. Γνωρίζουμε, όμως, ότι η κλιματική αλλαγή προξενεί μεταβολές στη συχνότητα και σφοδρότητα των φυσικών φαινομένων, αλλά και στις γεωγραφικές περιοχές στις οποίες εκδηλώνονται. Το θέμα είναι κατά πόσο και για πόσο μπορούν να θεωρούνται σπάνια και ακραία ή εάν τελικά μπαίνουν στη ζωή μας όπως και οι δασικές πυρκαγιές κάθε καλοκαίρι.
Με αφορμή τα παραπάνω, τους προηγούμενες μήνες γράφτηκαν πολλά στον κλαδικό Τύπο για τα ποσά αποζημιώσεων που κλήθηκε να καταβάλει η ελληνική ασφαλιστική αγορά, αλλά και η ασφαλιστική βιομηχανία για τους τυφώνες στην Κεντρική Αμερική, για τους τρόπους αποτροπής ή ελαχιστοποίησης των ζημιών από φυσικά φαινόμενα, καθώς και για τις βέλτιστες πρακτικές άλλων χωρών με τη συνεργασία δημόσιου τομέα και ασφαλιστικής βιομηχανίας.
Τα φυσικά φαινόμενα, όμως, έχουν τέτοια δύναμη, ώστε ακόμη και εάν ληφθούν τα ενδεδειγμένα κάθε φορά μέτρα για την πρόληψη, προειδοποίηση, αποφυγή ή ελαχιστοποίηση του αποτελέσματός τους, παραμένει πιθανό, παρ’ όλα αυτά, να προξενήσουν ζημιές μεγάλης οικονομικής αξίας σε υποδομές και διαφόρων ειδών εγκαταστάσεις. Τέτοιο παράδειγμα αποτελεί το πρόσφατο γεγονός της καταστροφικής πλημμύρας στη Δυτική Αττική, στις 15 Νοεμβρίου 2017.
Σύμφωνα με το Κέντρο Εκτίμησης Φυσικών Κινδύνων και Προληπτικού Σχεδιασμού των Μηχανικών Ε.Μ.Π., εκτιμάται ότι, εάν είχαν κατασκευασθεί τα έργα που είχαν σχεδιαστεί, ο πλημμυρικός όγκος θα είχε μειωθεί κατά το 1/3. Δηλαδή, η ύπαρξη των αντιπλημμυρικών έργων θα μπορούσε να μετριάσει τις επιπτώσεις, αλλά σίγουρα δεν θα μπορούσε να τις αποτρέψει. Επομένως, η ασφαλιστική κάλυψη της περιουσίας των καταναλωτών από τους κινδύνους των φυσικών φαινομένων είναι σε κάθε περίπτωση απολύτως απαραίτητη.
Με τον όρο φυσικά φαινόμενα συνήθως εννοούμε τον σεισμό, την έκρηξη ηφαιστείου, τη θύελλα, την πλημμύρα, την κατολίσθηση, την άνοδο του επιπέδου της θάλασσας, την ξηρασία.
Η ελληνική ασφαλιστική αγορά παρέχει ανταγωνιστικά προϊόντα, και σε εύρος παροχών και σε κόστος. Έτσι, ο Έλληνας καταναλωτής (είτε φυσικό είτε νομικό πρόσωπο) έχει πρόσβαση σε σύγχρονα προϊόντα, που προσφέρονται από αξιόπιστους φορείς ασφάλισης και σε προσιτό κόστος.
Συγκεκριμένα, για την ασφάλιση των κατοικιών, οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν απλοποιήσει σε μεγάλο βαθμό τα προσφερόμενα πακέτα κάλυψης. Ενώ παλαιότερα ορισμένες καλύψεις φυσικών φαινομένων, όπως η πλημμύρα και συνήθως ο σεισμός, δεν περιλαμβάνονταν στα βασικά πακέτα, αλλά έπρεπε να ζητηθούν χωριστά και με επιπλέον κόστος ασφάλισης ανάλογα με κριτήρια όπως π.χ. η περιοχή (ζώνη σεισμού), τώρα η συνήθης πρακτική είναι ότι σε ένα πακέτο και με ενιαία τιμολόγηση προσφέρεται μεγάλος αριθμός καλύψεων. Το underwriting περιορίζεται σε κατοικίες μεγάλης αξίας και περισσότερο όταν υπάρχει περιεχόμενο με ιδιαιτερότητες.
Σε περιπτώσεις καταστροφικών γεγονότων, η Πολιτεία μπορεί να βοηθήσει για σίτιση και προσωρινή στέγαση ή να δώσει ένα επίδομα για τις βασικές ανάγκες των πολιτών, αλλά το επίδομα αυτό δεν είναι ικανό να αντικαταστήσει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων που έχασε ο καθένας. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την ιδιωτική ασφάλιση.
Για την ασφάλιση του εμπορικού και βιομηχανικού κινδύνου, ζητούνται πληροφορίες, αλλά περισσότερο με στόχο τον καθορισμό του ύψους του ασφαλίστρου και των απαλλαγών, και όχι την άρνηση κάποιας κάλυψης. Το είδος και η τοποθέτηση των εμπορευμάτων, τα μέτρα προστασίας για κάθε κίνδυνο ξεχωριστά και το ιστορικό ζημιών είναι παράγοντες που επηρεάζουν τους όρους ανάληψης.
Εάν το ιστορικό ζημιών καταδεικνύει ότι οι εγκαταστάσεις είναι τρωτές για κάποιο λόγο σε ένα φυσικό φαινόμενο, θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία ασφαλισμένου και ασφαλιστικής εταιρείας, ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα και να συμφωνηθούν οι όροι και προϋποθέσεις. Ένας βιομηχανικός πελάτης, μετά από υπόδειξη του μηχανικού/εμπειρογνώμονα μιας ασφαλιστικής εταιρείας, καθάριζε με ίδια μέσα έναν χείμαρρο από φύλλα και λοιπά φερτά υλικά, του οποίου η υπερχείλιση απειλούσε τις εγκαταστάσεις του, προκειμένου να μην αυξηθούν τα ασφάλιστρα και οι απαλλαγές του ασφαλιστηρίου του.
Οι εμπορικοί και βιομηχανικοί πελάτες θα πρέπει να αγοράζουν και την απώλεια κερδών, καθόσον εξαιτίας ενός φυσικού φαινομένου είναι πιθανόν να διακοπεί η λειτουργία της δραστηριότητας της επιχείρησης για ορισμένο χρονικό διάστημα.
Το περιουσιακό στοιχείο, όμως, που βρίσκεται κατεξοχήν εκτεθειμένο στα φυσικά φαινόμενα και σε όλους τους εξωτερικούς παράγοντες, είναι το αυτοκίνητο. Το αυτοκίνητο αποτελεί εργαλείο, μέσο μετακίνησης αλλά και μέσο αναψυχής και είναι σημαντικό και για τα φυσικά και για τα νομικά πρόσωπα. Η προσθήκη της κάλυψης των φυσικών φαινομένων είναι εύλογη και μπορεί να αγοραστεί με τα πακέτα των προαιρετικών καλύψεων, πέραν της υποχρεωτικής αστικής ευθύνης.
Σε περιπτώσεις καταστροφικών γεγονότων, η Πολιτεία μπορεί να βοηθήσει για σίτιση και προσωρινή στέγαση ή να δώσει ένα επίδομα για τις βασικές ανάγκες των πολιτών, αλλά το επίδομα αυτό δεν είναι ικανό να αντικαταστήσει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων που έχασε ο καθένας. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την ιδιωτική ασφάλιση.
Είναι πραγματικά κρίμα όταν στην εποχή μας βλέπουμε ανθρώπους να θρηνούν μπροστά σε κατοικίες που θα μπορούσαν να είχαν ασφαλίσει με περίπου 200 ευρώ το έτος. Για την ευημερία του, θα πρέπει ο μέσος καταναλωτής να αλλάξει κουλτούρα και προτεραιότητες. Σε αυτό σημαντικό ρόλο παίζουν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, οι οποίοι έχουν ως έργο την προστασία των πελατών τους, αλλά και οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν πλέον αρκετή εξωστρέφεια ώστε να τους διευκολύνουν σε αυτό.