Κλιματική αλλαγή: Τι προτείνει η ΕΕ για τους τρόπους κάλυψης του κενού ασφαλιστικής προστασίας
Η Ομάδα διαλόγου που σχημάτισε η Ε.Ε. για την ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή δημοσίευσε πρόσφατα την Έκθεσή της, η οποία περιλαμβάνει συστάσεις για το πώς μπορεί να μειωθεί το κενό προστασίας που προκαλείται από την κλιματική αλλαγή –η διαφορά, δηλαδή, μεταξύ του ποσού που κοστίζει η κλιματική αλλαγή και του ποσού που είναι ασφαλισμένο.
Η τελική έκθεση είναι το αποτέλεσμα του διαλόγου για την κλιματική ανθεκτικότητα, μια πρωτοβουλία που ξεκίνησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2021 και συγκέντρωσε ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών. Στην ομάδα που σχηματίστηκε συμμετείχαν 17 οργανισμοί και φορείς, οι οποίοι, εκκινώντας τις σχετικές συναντήσεις και συζητήσεις στο τέλος του 2022, συνέταξαν την τελική τους Έκθεση τον Ιούλιο του 2024. Στην Έκθεση αναγνωρίζεται ότι οι φυσικές καταστροφές που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή γίνονται όλο και πιο έντονες και συχνές και σημειώνεται ότι, σήμερα, μόνο το 25% περίπου των απωλειών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή καλύπτονται ασφαλιστικά σε όλη την Ευρώπη, αν και με μεγάλες διαφορές μεταξύ των χωρών.
Ο κ. Nicolas Jeanmart, επικεφαλής Προσωπικών και Γενικών Ασφαλίσεων της Insurance Europe, ο οποίος ενήργησε και ως συνεισηγητής της έκθεσης, δήλωσε σχετικά: «Εκτός από μια τεράστια πρόκληση για τις κοινωνίες μας, η κλιματική αλλαγή είναι και μια απειλή για τον κρίσιμο ρόλο της ασφαλιστικής βιομηχανίας στην παροχή προστασίας. Εάν θέλουμε ο κλάδος να συνεχίσει να προσφέρει ευρεία, οικονομικά προσιτή ασφάλιση, θα πρέπει να μειώσουμε ριζικά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και να ενισχύσουμε την ανθεκτικότητα των κοινωνιών μας. Η συγκέντρωση (αντ)ασφαλιστών, καταναλωτών, επιχειρήσεων και υπευθύνων χάραξης πολιτικής μαζί, για να ακούσουν, να μάθουν και να προσφέρουν συγκεκριμένες λύσεις, είναι ένας από τους τρόπους να κινηθούμε προς τα εμπρός».
Στο κείμενο που περιλαμβάνει τις θέσεις της, με τίτλο Insurance Matters, η Insurance Europe δημοσίευσε τα αιτήματά της προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, υπενθυμίζοντας τον ρόλο του κλάδου στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Ακολούθως παραθέτουμε την εισαγωγική περίληψη της Έκθεσης της ΕΕ, όπου συνοψίζονται τα συμπεράσματα και οι προτάσεις όσων μετείχαν στο Climate Resilience Dialogue:
«Η μέση παγκόσμια θερμοκρασία συνεχίζει να αυξάνεται –το 2023 ήταν η θερμότερη χρονιά που έχει καταγραφεί. Η Ευρώπη είναι η ήπειρος που θερμαίνεται ταχύτερα, και από τη δεκαετία του 1980 θερμαίνεται περίπου διπλάσια από την παγκόσμια τιμή. Η συχνότητα, η διάρκεια και η σοβαρότητα των καιρικών φαινομένων, καθώς και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής προκαλούν ολοένα και μεγαλύτερες ζημιές και οικονομικές απώλειες, που επηρεάζουν ανθρώπους, επιχειρήσεις, οικονομίες και υποδομές, γενικότερα. Αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια. Η αύξηση των οικονομικών ζημιών λόγω συμβάντων που θα σχετίζονται με το κλίμα, εάν δεν συνοδεύεται ταυτόχρονα από ενίσχυση της κλιματικής ανθεκτικότητας, θα διευρύνει περαιτέρω το ήδη μεγάλο κενό προστασίας στην Ευρώπη.
Με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ) συστάθηκε το Climate Resilience Dialogue, μια ομάδα ενδιαφερόμενων μερών, προκειμένου να συζητήσει τους τρόπους μείωσης του κενού προστασίας από κλιματικούς κινδύνους και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των οικονομιών και των κοινωνιών στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Η έκθεση συγκεντρώνει γνώσεις και διδάγματα που προέκυψαν από αυτές τις συζητήσεις και προτείνει δράσεις, επισημαίνει καλές πρακτικές και διερευνά πιθανές λύσεις που ευνοούν την οικοδόμηση ανθεκτικότητας και τη μείωση του κενού προστασίας. Η ανάλυση των παραγόντων που οδηγούν στο κενό προστασίας έδειξε ότι ένας από τους σημαντικότερους είναι η (χαμηλή) επίγνωση κινδύνου. Αυτό συχνά σχετίζεται με ανεπαρκή πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους και τα μέτρα πρόληψής τους. Η ανάπτυξη προσβάσιμων εργαλείων, που θα παρέχουν στους καταναλωτές πληροφορίες από πρώτο χέρι, σαφείς και εύκολα κατανοητές για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν, αλλά και για τα μέτρα μείωσης του κινδύνου που θα μπορούσαν να υιοθετήσουν, μπορεί να βοηθήσει στην αύξηση του επιπέδου ευαισθητοποίησης και ετοιμότητας.
➜ Καθώς οι κλιματικοί κίνδυνοι διαφοροποιούνται ανάλογα με τη γεωγραφική θέση, κάθε εκστρατεία ευαισθητοποίησης σχετικά με τους κινδύνους για το κλίμα θα πρέπει να είναι εξατομικευμένη, να συνυπολογίζει τις ποικίλες αντιλήψεις των εκτεθειμένων προσώπων για τον κίνδυνο, τις γνώσεις τους σχετικά με τους τρόπους περιορισμού του κινδύνου και προσαρμογής σε αυτόν, καθώς και τα διαφορετικά επίπεδα κινήτρων και ικανότητας απόκρισης. Οποιαδήποτε τέτοια εκστρατεία θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες για τα αντίστοιχα δικαιώματα και υποχρεώσεις, καθώς και για το τι μπορεί να αναμένεται από άλλους φορείς, όπως οι τοπικές/εθνικές κυβερνήσεις και οι ασφαλιστικές εταιρείες.
Για να αξιολογηθεί πόσο σοβαρά (από την άποψη των οικονομικών απωλειών) μπορεί να επηρεαστεί μια γεωγραφική περιοχή από συμβάντα που σχετίζονται με το κλίμα, πρέπει να γίνουν οι ανάλογες εκτιμήσεις κινδύνου. Η διαθεσιμότητα δεδομένων είναι ζωτικής σημασίας για τη διενέργεια κατάλληλων εκτιμήσεων και τη μέτρηση του ιστορικού, του τρέχοντος και του μελλοντικού κενού προστασίας. Οι εκτιμήσεις κινδύνου που βασίζονται σε ισχυρά, εύκολα προσβάσιμα δεδομένα βοηθούν στον εντοπισμό και την αξιολόγησή τους, στην τιμολόγηση των ασφαλιστικών προϊόντων και στην ενημέρωση ως προς τα καταλληλότερα μέτρα περιορισμού που πρέπει να ληφθούν.
Οι κλιματικοί κίνδυνοι είναι μακροπρόθεσμοι, μη γραμμικοί και συστημικοί, γεγονός που καθιστά δυσκολότερο το να διαφοροποιηθούν και να εκτιμηθούν με βάση αποκλειστικά τα ιστορικά δεδομένα. Ως εκ τούτου, απαιτούνται αξιολογήσεις που θα υπολογίζουν εύλογα μακροπρόθεσμα μελλοντικά σενάρια, ώστε να καταγραφεί ο τρόπος που οι κίνδυνοι μεταλλάσσονται και να εντοπιστούν οι λύσεις για τον μετριασμό τους. Η ασφάλιση θεωρείται ένα από τα βασικά στοιχεία της «ικανότητας αντιμετώπισης» των κλιματικών κινδύνων. Το γεγονός ότι τα ακραία καιρικά φαινόμενα γίνονται πιο έντονα και πιο συχνά ενδέχεται να επηρεάσει τη διαθεσιμότητα και την οικονομική προσιτότητα της ασφαλιστικής κάλυψης. Υπάρχουν ποικίλα μέτρα που μπορούν να λάβουν τόσο οι δημόσιοι όσο και οι ιδιωτικοί φορείς, για να καταστήσουν προσιτή την ασφαλιστική κάλυψη και να αυξήσουν την ασφαλιστική διείσδυση. Ένα από αυτά είναι η εφαρμογή συγκεκριμένων προληπτικών μέτρων από τους ασφαλισμένους και ο συνυπολογισμός αυτών στον καθορισμό των ασφαλίστρων.
➜ Η ασφάλιση είναι ένα άυλο προϊόν και η αγορά της βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην εμπιστοσύνη που νιώθει ο ασφαλισμένος, ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες θα πληρώσουν τις πιθανές απαιτήσεις. Τα ασφαλιστικά συμβόλαια μπορεί να έχουν διατύπωση η οποία κάνει τις καλύψεις, τις εκπτώσεις και τα όρια δύσκολο να κατανοηθούν και να συγκριθούν ανά προϊόν. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα οι πελάτες να μη γνωρίζουν πλήρως τι καλύπτεται με αυτά τα προϊόντα ή να μην είναι σε θέση να αξιολογήσουν εάν ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους. Η απλότητα και η σαφήνεια στη διατύπωση των όρων του ασφαλιστικού προϊόντος μπορούν να βοηθήσουν, ώστε να ξεπεραστούν ορισμένα από τα παράπλευρα εμπόδια στη διείσδυση της ασφάλισης. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι η 100% ασφαλιστική κάλυψη δεν είναι απαραιτήτως επιθυμητός στόχος ούτε μπορεί να επιτευχθεί σε όλες τις περιπτώσεις. Οι πολίτες, οι επιχειρήσεις και οι δημόσιες αρχές μπορούν να επιλέξουν να μην αναζητήσουν οικονομική προστασία μέσω ασφαλιστικών λύσεων. Μερικές φορές επιλέγουν την αυτασφάλιση.
Ενώ η ασφάλιση είναι κομβικής σημασίας για την επίτευξη ανθεκτικότητας, είναι επίσης σημαντικό να εξετάσουμε και άλλα μέτρα, όπως π.χ. η κλιματική προσαρμογή. Η ικανότητα των ασφαλιστών να καλύπτουν ζημιές που προκαλούνται από το κλίμα θα συναρτάται όλο και περισσότερο από τα ισχυρά και αποτελεσματικά μέτρα προσαρμογής που υποστηρίζουν την ασφαλισιμότητα.
➜ Αυτή τη στιγμή, η συντριπτική πλειονότητα των επενδύσεων για την κλιματική ανθεκτικότητα προέρχεται από δημόσιους πόρους. Ωστόσο, πρέπει να αναγνωριστεί ότι η οικοδόμηση ανθεκτικότητας είναι κοινή ευθύνη και αφορά ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων. Τα έργα προσαρμογής ίσως θεωρούνται επικίνδυνα, λόγω της αβεβαιότητας και της πολυπλοκότητας των επιπτώσεων του κλίματος, ενώ συχνά έχουν ως αποτέλεσμα όφελος για το κοινό, αλλά όχι άμεσες οικονομικές αποδόσεις. Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Ερευνών, κάθε δολάριο που επενδύεται στην ανθεκτικότητα του κλίματος εξοικονομεί 2 με 10 δολάρια σε αποφευχθείσες μελλοντικές απώλειες, κάτι που πρέπει να αναγνωριστεί ως απόδοση, τόσο από επιχειρηματική όσο και ευρύτερη οικονομική έννοια. Η αποτελεσματική και αποδοτική μείωση του κινδύνου θα χρειάζεται σχεδόν πάντα έναν συνδυασμό διαφορετικών τύπων μέτρων και θα απαιτεί τη συνεργασία διαφορετικών ενδιαφεροµένων.
Για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, η εστίαση είναι στη μείωση της έκθεσης ή/και της ευπάθειας, τόσο σε σημερινές όσο και σε μελλοντικές κλιματολογικές συνθήκες. Ενώ όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν κοινή ευθύνη για τη διαχείριση και τη μείωση των κινδύνων, έχουν ωστόσο διαφορετικούς ρόλους και ποσοστό συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων. Οι ρόλοι μπορεί να διαφέρουν για διαφορετικούς τύπους κινδύνου, για τον ίδιο κίνδυνο σε διαφορετικές περιοχές και χώρες ή για ομάδες ενδιαφερομένων με διαφορετικές πολιτιστικές και συμπεριφορικές προτιμήσεις και δυνατότητες. Είτε είναι ασφαλισμένος είτε όχι, ο κλιματικός κίνδυνος δεν εξαφανίζεται και οι σχετικές οικονομικές απώλειες θα προκύψουν. Αρχικά, αυτές οι ζημιές θα βαρύνουν τα επηρεαζόμενα άτομα και τις επιχειρήσεις και πιθανότατα μέσω της άμεσης έκτακτης κρατικής ενίσχυσης, ως έσχατου μέτρου ανάγκης, με ενδεχόμενες φορολογικές συνέπειες. Ως εκ τούτου, οι δημόσιες αρχές έχουν να παίξουν ρόλο όχι μόνο στην επίτευξη ασφαλισιμότητας και προώθησης μέτρων προσαρμογής, αλλά και στην κάλυψη κινδύνων που θεωρούνται μη ασφαλίσιμοι. Η αντιμετώπιση των διπλών προκλήσεων, της οικονομικής προσιτότητας και της ασφαλισιμότητας, μπορεί να απαιτήσει υψηλότερα επίπεδα αμοιβαιοποίησης, επιμερισμού κινδύνου μεταξύ δημόσιου-ιδιωτικού τομέα ή/και επιδοτήσεις, άμεσα ή μέσω φορολογικών κινήτρων. Αυτές είναι εγγενώς πολιτικές αποφάσεις, οι οποίες θα πρέπει να λαμβάνονται με σωστή τεχνική ανάλυση από σχετικούς εμπειρογνώμονες και βασικούς ενδιαφερόμενους. Ωστόσο, χωρίς έξυπνο και καλά σχεδιασμένο συντονισμό και συνεργασία μεταξύ των ιδιωτικών ασφαλιστικών αγορών, των αντισυμβαλλομένων και των δημόσιων αρχών, οι συνέπειες των κλιματικών κινδύνων μπορούν να εκτυλιχθούν όλο και περισσότερο με άτακτο και αναποτελεσματικό τρόπο, από κοινωνική, οικονομική και δημοσιονομική άποψη. Συνεπώς, η συνεργασία μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών φορέων είναι καθοριστική για τη μείωση του κενού προστασίας και τη μείωση του κόστους για καθέναν από μας μεμονωμένα.
Ένα από τα πιο αποτελεσματικά εργαλεία για τη μείωση της ευπάθειας και τη διασφάλιση μεγαλύτερου επιμερισμού των κινδύνων είναι οι συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) στον τομέα της ασφάλισης. Οι ΣΔΙΤ παρουσιάζουν πολλά πιθανά πλεονεκτήματα, όπως συγκέντρωση τεχνογνωσίας και δεδομένων σχετικά με την κλιματική αλλαγή και τις φυσικές καταστροφές. Υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη ΣΔΙΤ και τα παραδείγματα στην Ευρώπη και στο εξωτερικό ποικίλλουν. Ο σχεδιασμός των ΣΔΙΤ θα πρέπει να διασφαλίζει ότι οι κίνδυνοι, το κόστος και οι ευθύνες επιμερίζονται σαφώς μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Τα προγράμματα θα πρέπει, επίσης, να περιλαμβάνουν κατάλληλες διασφαλίσεις και κίνητρα για την αποφυγή της αντεπιλογής και την προώθηση μέτρων περιορισμού του κινδύνου και προσαρμογής στο κλίμα.
➜ Το Climate Resilience Dialogue ανέλυσε και άλλες λύσεις που βασίζονται στην ασφάλιση, όπως η υποχρεωτική ασφαλιστική κάλυψη έναντι των κλιματικών κινδύνων και η υποχρεωτική προσφορά ασφάλισης που σχετίζεται με το κλίμα, που θα μπορούσαν ενδεχομένως να βελτιώσουν την προσιτότητα της ασφάλισης από οικονομική άποψη και να μετριάσουν τον κίνδυνο αντεπιλογής, ώστε να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο χαμηλής διείσδυσης των ασφαλίσεων. Τα συνδυαστικά ασφαλιστήρια έναντι πολλαπλών κλιματικών κινδύνων προσφέρουν πολλά οφέλη, όπως περισσότερη απλότητα για τον καταναλωτή. Η επιτυχής εφαρμογή τους, όμως, εξαρτάται από το εάν θα είναι αρκετά κερδοφόρα για τους ασφαλιστές και εάν θα γίνεται χρηστή διαχείριση των κινδύνων, ώστε να είναι μια οικονομικά βιώσιμη πρόταση. Η τεχνητή νοημοσύνη, η παραμετρική ασφάλιση και η πολυετής ασφάλιση με “κλειδωμένο” ασφάλιστρο είναι εργαλεία και προϊόντα που εξακολουθούν να εξελίσσονται στην αγορά και χρειάζονται περαιτέρω ανάλυση, για να διαπιστωθεί εάν θα συμβάλουν ουσιαστικά ή όχι στη μείωση του τρέχοντος κενού προστασίας στην Ευρώπη. Ωστόσο, είναι σημαντικό η ασφαλιστική αγορά να συνεχίσει να καινοτομεί και να αναπτύσσει αποτελεσματικές λύσεις.
Με βάση την ανάλυση των παραγόντων που συντελούν στο κενό προστασίας από κλιματικούς κινδύνους, οι οποίοι εντοπίστηκαν κατά τις συζητήσεις, το Climate Resilience Dialogue ενσωμάτωσε στο 5ο κεφάλαιο της Έκθεσης μια σύνοψη των δράσεων, που απαιτούνται. Οι δράσεις μπορούν να υλοποιηθούν από διαφορετικούς ενδιαφερόμενους φορείς (δημόσιες αρχές, συμπεριλαμβανομένων των εποπτικών αρχών, των καταναλωτών και του ασφαλιστικού κλάδου) και στοχεύουν στην αντιμετώπιση του κενού προστασίας και στην αύξηση της κλιματικής ανθεκτικότητας. Ενώ οι προτεινόμενες δράσεις κατηγοριοποιούνται ανάλογα με τις ομάδες ενδιαφερόμενων μερών, των οποίων αποτελούν κύρια ευθύνη για την καθοδήγηση της δράσης, η συμμετοχή και οι συντονισμένες προσπάθειες και των υπόλοιπων ενδιαφερόμενων ομάδων είναι ουσιαστικής σημασίας. Οι συμμετέχοντες στο Climate Resilience Dialogue θεωρούν ότι αξίζει να αξιοποιηθεί το υπάρχον έργο της ομάδας για την έναρξη πρωτοβουλιών παρακολούθησης και follow up σχετικά με το χάσμα στην προστασία από κλιματικούς κινδύνους.»
Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News