Η έκταση της Ασφαλιστικής Αποζημίωσης
Η έκταση της ασφαλιστικής αποζημίωσης στην ασφάλιση ζημιών ή, άλλως, το τι περιλαμβάνει αυτή και πώς υπολογίζεται κατά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, που έχει ως συνέπεια τη μερική ή ολική καταστροφή ή βλάβη ή απώλεια του ασφαλισμένου πράγματος ή πραγμάτων, αποτελεί διαδικασία που βασίζεται στη θετική ζημία﮲ άλλως, τη μείωση της περιουσίας την οποία υφίσταται ο ασφαλισμένος.
Ο ασφαλιστής υποχρεούται να αποκαταστήσει την προκληθείσα ζημία, εντός του ορίου του ποσού που ασφαλίζεται, εκτός αν η ζημία αυτή προκλήθηκε από δόλο ή από βαριά αμέλεια του ασφαλισμένου, γεγονός το οποίο κρίνεται σύμφωνα με τις περιστάσεις από το Δικαστήριο.
Επί των ζητημάτων αυτών παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα από δημοσιευμένη στο ΔΕΕ απόφαση του Αρείου Πάγου (ΑΠ 871/2020, ΔΕΕ τεύχος Μάιος 2021).
(…) Κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν 2496/1997, ο οποίος έχει εφαρμογή στην προκειμένη υπόθεση ως εκ του χρόνου επελεύσεως του ασφαλιστικού κινδύνου, μετά την 16.11.1997, οπότε άρχισε η ισχύς του νόμου αυτού (άρθρο 33 παρ. 4), ορίζεται ότι με την ασφαλιστική σύμβαση, η ασφαλιστική επιχείρηση (Ασφαλιστής) αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει, έναντι ασφαλίστρου, στον συμβαλλόμενό της (λήπτη της ασφάλισης) ή σε τρίτο, παροχή (ασφάλισμα) σε χρήμα ή, εφόσον υπάρχει ειδική συμφωνία, άλλη παροχή σε είδος, όταν επέλθει το περιστατικό, από το οποίο συμφωνήθηκε να εξαρτάται η υποχρέωσή του (ασφαλιστική περίπτωση).
Ο ασφαλισμένος στη σύμβαση ασφαλίσεως ζημιών (όπως είναι η ασφάλιση κλοπής πραγμάτων) είναι το πρόσωπο που έχει συμφέρον στη διατήρηση του πράγματος, αυτός δηλαδή του οποίου η οικονομική σχέση με το πράγμα θα θιγεί με την επέλευση του κινδύνου και χάριν του οποίου συνάπτεται η σύμβαση ασφάλισης. Κατά κανόνα, οι ιδιότητες του ασφαλισμένου και του λήπτη της ασφάλισης συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 του ανωτέρω Ν 2496/1997, στην ασφάλιση κατά ζημιών το ασφάλισμα συνίσταται στην αποκατάσταση της ζημίας της περιουσίας, που συμφωνήθηκε ότι θα καλύπτεται, όταν επέλθει η ασφαλιστική περίπτωση (ασφαλιστική ζημία). Στην παράγραφο δε 2 του ως άνω άρθρου ορίζεται ότι η ζημία της ασφαλισμένης περιουσίας μπορεί να συνίσταται στη βλάβη ή στην απώλεια αγαθών ή απαιτήσεων, ενώ στην παρ. 3 του ίδιου άρθρου, ότι το ασφάλισμα δεν μπορεί να υπερβαίνει την έκταση της ασφαλιστικής ζημίας, ούτε και το ασφαλιστικό ποσό. Κατά δε το άρθρο 16 παρ. 1 και 2 του ίδιου ως άνω νόμου, στην ασφάλιση κατά ζημιών πραγμάτων, αν δεν συμφωνήθηκε κάτι άλλο, βάση υπολογισμού του ασφαλίσματος είναι η τρέχουσα αξία ή, αν δεν υπάρχει, η συνηθισμένη αξία αυτών κατά τον χρόνο επέλευσης του κινδύνου. Το δε ασφάλισμα καθορίζεται από την αντιπαραβολή της αξίας του πράγματος πριν και μετά την πραγματοποίηση του κινδύνου. Από τις παραπάνω διατάξεις, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 297 και 298 ΑΚ, προκύπτει ότι η ασφαλιστική αποζημίωση περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, και τη θετική ζημία του ασφαλισμένου μέχρι του ασφαλιστέου γι’ αυτήν ποσού, συνισταμένη στη μείωση της περιουσίας του, είτε αυτή οφείλεται στην απομείωση της αξίας των πραγμάτων, που απαρτίζουν αυτή, εξαιτίας της βλάβης που υπέστησαν από την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, είτε στην απώλεια ή καταστροφή των πραγμάτων αυτών (ΑΠ 930/2019, ΑΠ 1953/2013).
Εξάλλου, από το άρθρο 7 παρ. 5 εδ. α΄ του ανωτέρω Ν 2496/1997 «περί ασφαλιστικής συμβάσεως», συνάγεται ότι ο Ασφαλιστής στην ασφάλιση ζημιών απαλλάσσεται της υποχρεώσεώς του προς καταβολή του ασφαλίσματος, αν η επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης οφείλεται σε δόλο ή σε βαριά αμέλεια του ασφαλισμένου. Βαριά αμέλεια χαρακτηρίζεται η αμέλεια, όταν η εκτροπή από τους κανόνες της απαιτούμενης στις συναλλαγές επιμέλειας είναι ιδιαιτέρως μεγάλη ή ασυνήθιστα σοβαρή. Η υπαιτιότητα (άρα και η αμέλεια) είναι αόριστη νομική έννοια και, επομένως, η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας περί της συνδρομής ή μη πταίσματος υπό τη μορφή της αμέλειας υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, ως προς το αν, με βάση τα γενόμενα δεκτά πραγματικά γεγονότα, έγινε ή όχι ορθή εξειδίκευση της εν λόγω έννοιας (ΑΠ 765/2009, πρβλ. επίσης, ΑΠ 346/2016, ΑΠ 921/2009) (…).
Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής, [email protected]
Σε συνεργασία με το περιοδικό ΣΥΝήΓΟΡΟΣ
Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News