Η ασφαλιστική διαμεσολάβηση ως εμπορική δραστηριότητα
Mε τον Ν. 3869/2010 παρέχεται η δυνατότητα σε φυσικά πρόσωπα, τα οποία, λόγω πραγματικής αδυναμίας και όχι από δόλο, έχουν παύσει τις πληρωμές προς τους πιστωτές τους, να προσφύγουν στα αρμόδια δικαστήρια ζητώντας τη ρύθμιση των χρεών τους ή και την απαλλαγή τους από αυτά, εφόσον πληρούνται οι από τον νόμο απαιτούμενες προϋποθέσεις.
Η ένταξη στις ευεργετικές αυτές διατάξεις αφορά στα πρόσωπα εκείνα τα οποία δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα, δηλαδή δεν έχουν, κατά τον χρόνο παύσης πληρωμών, αυτοτελή οικονομική δραστηριότητα, η οποία να τους καθιστά εμπόρους, κατά την έννοια του νόμου.
Αν τα πρόσωπα αυτά απώλεσαν την ιδιότητα του εμπόρου πριν την παύση των πληρωμών, τότε απολαμβάνουν των ευεργετικών διατάξεων του νόμου 3869/2010, άλλως υπάγονται στην εκάστοτε ισχύουσα πτωχευτική διαδικασία, ήτοι έχουν πτωχευτική ικανότητα, με βάση την οποία εφαρμόζονται οι ειδικές πτωχευτικές διαδικασίες.
Οι προϋποθέσεις ένταξης στις ανωτέρω ευνοϊκές ρυθμίσεις του νόμου 3869/2010 αποτέλεσαν αντικείμενο απόφασης του Αρείου Πάγου (ΑΠ 804/2021 δημοσίευση ΝΟΜΟΣ), ειδικά σε σχέση με τη δραστηριότητα του Ασφαλιστικού Συμβούλου ως ασφαλιστικού διαμεσολαβητή, απόσπασμα της οποίας παραθέτουμε:
(…) ο αιτών και ήδη εκκαλών, από 21.06.1993 έως και 12.02.2012, ήτοι κατά τον χρόνο γένεσης των χρεών του και έως έναν χρόνο περίπου πριν από την κατάθεση της αίτησης, ήταν ασφαλιστικός σύμβουλος με σύμβαση έργου στην ασφαλιστική εταιρεία … AE, … Με την ιδιότητά του αυτή, ο αιτών ήταν εγγεγραμμένος στο μητρώο ασφαλιστικών συμβούλων του Επιμελητηρίου ……., από την 08.02.2007 έως και την 08.02.2013, ενώ, σύμφωνα με την από 13.12.2012 βεβαίωση διακοπής εργασιών προσώπου επιτηδευματία, από την 21.06.1993 έως και την 12.12.2012 ασκούσε επιχειρηματική δραστηριότητα, διαγράφηκε, δε, από τα μητρώα ασφαλισμένων του οργανισμού ασφάλισης ελεύθερων επαγγελματιών στις 01.01.2013. Από τα προαναφερόμενα και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, ο αιτών, έναν χρόνο πριν την κατάθεση της αίτησης, ασκούσε μεσολαβητική δραστηριότητα, αποτελούσα αντικειμενική εμπορική πράξη κατά τρόπο συνήθη, δηλαδή με σειρά ομοειδών πράξεων κατά συνήθεια ως συστηματική επιδίωξη βιοπορισμού με αβεβαιότητα αλλά και ελπίδα προσωπικού κέρδους, στο οποίο αυτός απέβλεπε, προσδίδοντάς του έτσι την ιδιότητα του εμπόρου. Κατά σύνηθες επάγγελμα αναζητούσε πελάτες, στους οποίους διαμεσολαβούσε για την πώληση ασφαλιστικών προϊόντων, αμειβόμενος με προμήθεια από την πώλησή τους, ενώ ευελπιστούσε και απέβλεπε στο προσωπικό κέρδος για τον βιοπορισμό του. Περαιτέρω, κατά την ετήσια υποβολή των δηλώσεων φόρου εισοδήματος, δήλωνε εισόδημα από ατομική εμπορική επιχείρηση, ενώ κατά τον χρόνο παύσης των εργασιών του με την ιδιότητα του ασφαλιστικού συμβούλου είχε ήδη χρέος προς τους πιστωτές του. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο αιτών είχε την εμπορική ιδιότητα, η οποία του προσδίδει την πτωχευτική ικανότητα και αυτή υπήρχε στο πρόσωπό του κατά το χρονικό σημείο που έπαυσε τις πληρωμές του, με συνέπεια να αποκλείεται η υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 3869/2010.
(…) Με τις ανωτέρω παραδοχές του το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, για να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα, ότι κατά την άσκηση της ένδικης αιτήσεως του αναιρεσείοντος για την υποβολή του στην προστασία του Ν. 3869/2010, αυτός είχε την εμπορική ιδιότητα και, συνεπώς, την πτωχευτική ικανότητα και εκ του λόγου αυτού εμπίπτει στον Πτωχευτικό Κώδικα (Ν. 3588/2007) και όχι στο Ν. 3869/2010, ορθώς ερμήνευσε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 2 του Β.Δ. της 2/14.05.1835 «Περί της αρμοδιότητας των εμποροδικείων», 1 ΕμπΝ, 1 και 16 του Ν. 1569/1985, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 36 παρ. 24 του Ν. 2496/1997, τις οποίες εφήρμοσε, διότι τα περιστατικά που ανελέγκτως αναιρετικά δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, πληρούσαν το πραγματικό των ανωτέρω διατάξεων, τις οποίες, επομένως, δεν παραβίασε ευθέως, ενώ επίσης ορθώς δεν εφάρμοσε την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1α του Ν. 3869/2010, διότι τα περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν πληρούσαν το πραγματικό της τελευταίας ως άνω ουσιαστικής διάταξης για την υπαγωγή του αναιρεσείοντος στις προστατευτικές διατάξεις του ανωτέρω νόμου, ο οποίος προϋποθέτει την έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας για την άσκηση της αίτησης του δανειολήπτη (…).
Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής, [email protected]
Σε συνεργασία με το περιοδικό ΣΥΝήΓΟΡΟΣ
Διαβάστε επίσης: Η ισχύς των αδειών οδήγησης τρίτων χωρών στην ελληνική επικράτεια
Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News