Η αρχή του αποζημιωτικού χαρακτήρα στην Ασφάλιση Ζημιών
Nομικό αλλά και ουσιαστικό ενδιαφέρον εμφανίζει ο προσδιορισμός του ασφαλίσματος στις ασφαλίσεις ζημιών. Ενίοτε, η αξία του ασφαλιζόμενου πράγματος αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής συμφωνίας μεταξύ ασφαλιστή και λήπτη της ασφάλισης.
Με βάση αυτή τη συμβατική αποτίμηση, γίνεται ο υπολογισμός του ασφαλίσματος. Αυτή, δε, είναι δυνατό να προσβληθεί μόνο λόγω πλάνης, απάτης ή απειλής ή εικονικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 16 του Ασφ.Ν.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο προσδιορισμός του ασφαλίσματος γίνεται πάντα στο πλαίσιο της αρχής του αποζημιωτικού χαρακτήρα της ασφάλισης, ο οποίος αποκλείει τη δυνατότητα χρήσης της ασφάλισης για πορισμό κέρδους. Η απαγόρευση αυτή αποτελεί κανόνα δημόσιας τάξης (αρ. 17 παρ. 2-3 ΑσφΝ).
Σχετικώς, ενδιαφέρον παρουσιάζει η κρίση του Αρείου Πάγου σε υπόθεση ασφάλισης αυτοκινήτου για ίδιες ζημίες (ΑΠ 1260/2017, ΕΕμπΔ τεύχος 2018/Α, σελ. 128 επ.), σύμφωνα με την οποία, μεταξύ άλλων:
(…) Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά την αναιρετική ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του, δέχθηκε τα εξής, σε σχέση με τους εξεταζόμενους λόγους αναιρέσεως, πραγματικά περιστατικά:
Ο ενάγων, κύριος του με αριθμό κυκλοφορίας … ΙΧΕ αυτοκινήτου … σύναψε … τη με αριθμό … ασφαλιστική σύμβαση, με την οποία η τελευταία ασφάλισε το ως άνω αυτοκίνητο αρχικά για την αστική ευθύνη έναντι τρίτων… Στη συνέχεια, επειδή η με στοιχεία … αίτηση του ενάγοντος προς την εναγόμενη περιελάμβανε πρόταση να περιληφθούν στη σύμβαση ασφάλισής του και πρόσθετοι κίνδυνοι πυρός, τρομοκρατικών ενεργειών και ολικής – μερικής κλοπής, η τελευταία διόρισε ως πραγματογνώμονα τoν εξωτερικό συνεργάτη της Θ.Α., προκειμένου να ελέγξει το όχημα του ενάγοντος και διαπιστώσει την εμπορική αξία του στον ανωτέρω χρόνο. Πράγματι, αυτός ήλεγξε το αυτοκίνητο και εκτίμησε ότι η εμπορική αξία του ανερχόταν στο ποσό των 38.000 ευρώ.
Επί τη βάσει της προηγηθείσης αποτίμησης, την οποία αποδέχθηκε ο ενάγων, συνήφθη μεταξύ των διαδίκων η από 16.9.2010 έγγραφη πρόσθετη πράξη της με αριθμό … ασφαλιστικής σύμβασης, με την οποία συμφώνησαν την επέκταση της ασφαλιστικής κάλυψης του άνω αυτοκινήτου για το από 24.3.2010 έως 16.9.2010 χρονικό διάστημα, μεταξύ άλλων και στους κινδύνους πυρός, τρομοκρατικών ενεργειών και ολικής – μερικής κλοπής, στην οποία αναφέρεται το ποσό των 38.000 ευρώ ως εμπορική αξία, προσδιορίζοντας εκ νέου το ασφάλιστρο στο ποσό των …
Επομένως, αποδεικνύεται ότι περί της αξίας του αυτοκινήτου υφίσταται έγγραφη συμφωνία των διαδίκων, η οποία στηρίζεται στη γνωμοδότηση του πραγματογνώμονα που είχε διορίσει η ίδια η εναγόμενη, η ειδική δε αυτή συμφωνία αποτυπώθηκε στην πρόσθετη πράξη με την αναγραφή του ποσού των 38.000 ευρώ ως αμοιβαίως γενόμενης αποδεκτής της αποτίμησης της αξίας του αυτοκινήτου.
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι μεταξύ 23:45 της 17ης Αυγούστου 2010 και 9:00 της 18ης Αυγούστου 2010 άγνωστοι δράστες έκλεψαν το ως άνω αυτοκίνητο του ενάγοντος από την οδό … όπου ήταν σταθμευμένο.
Κατόπιν τούτων ο ενάγων γνωστοποίησε στην εναγόμενη την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου της ολικής κλοπής του αυτοκινήτου του και ζήτησε να του καταβάλει το ασφάλισμα των 38.000 ευρώ, πλην όμως η τελευταία αρνήθηκε να συμμορφωθεί με την απορρέουσα από την με αριθμό … ασφαλιστική σύμβαση και την από 24.3.2010 πρόσθετη πράξη της ενοχικής της υποχρέωσης για καταβολή του ασφαλίσματος, προβάλλοντας την αιτίαση ότι η εμπορική αξία του ως άνω ασφαλισμένου αυτοκινήτου κατά τον χρόνο της κλοπής του ανερχόταν στο ποσό των 21.000 ευρώ (…).
Και ακολούθως: (…) Οι ισχυρισμοί που περιέχονται στον μοναδικό λόγο της αναιρέσεως, ότι, κατά άρθρο 16 παρ. 3 του παραπάνω νόμου προβλεπόμενη αποτίμηση της αξίας των ασφαλιζομένων πραγμάτων αναφέρεται σε σύναψη έγγραφης σύμβασης μεταξύ ασφαλιστού και ασφαλιζόμενου, πράγμα που δεν συνέβη στην προκείμενη περίπτωση, διότι η πρόσθετη πράξη ασφάλισης είναι συμπληρωματική ασφαλιστική σύμβαση, η οποία εκδίδεται με αίτηση του ασφαλισμένου και δεν είναι η προβλεπόμενη από τον νόμο σύμβαση περί αποτίμησης της αξίας του πράγματος, ούτε ο ασφαλιστικός πράκτορας είναι εκπρόσωπος της ασφαλιστικής εταιρείας, είναι αβάσιμος και απορριπτέος, διότι, κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, κατόπιν αιτήματος του ενάγοντος – αναιρεσιβλήτου προς την εναγόμενη- αναιρεσείουσα, να περιληφθούν στη σύμβαση ασφαλίσεως του αυτοκινήτου του και πρόσθετοι κίνδυνοι πυρός, τρομοκρατικών ενεργειών και ολικής – μερικής κλοπής, η τελευταία διόρισε τον εξωτερικό συνεργάτη της Θ.Α. ως πραγματογνώμονα, προκειμένου να ελέγξει το ως άνω αυτοκίνητο και να διαπιστώσει την αξία του, αυτός δε την αποτίμησε στο ποσό των 38.000 ευρώ καί ότι βάσει της προηγηθείσης αποτιμήσεως, συνήφθη η από 24.3.2010 έγγραφη πρόσθετη πράξη…
Επομένως, η αποτίμηση της αξίας του αυτοκινήτου έγινε από πρόσωπο της επιλογής της αναιρεσείουσας και εγκύρως συνήφθη έγγραφη πρόσθετη πράξη με βάση την οποία καταβάλλονταν σ’ αυτή αυξημένα ασφάλιστρα βάσει της γενομένης αποτίμησης της αξίας του αυτοκινήτου (…).
Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής – M.T.E.Y.
(e-mail: [email protected])