Η αμεροληψία και υποκειμενικότητα… στην κρίση των εμπειρογνωμόνων
Του Βασίλη Αγγέλου, FHAS, Διευθύνοντος Συμβούλου της Lux Actuaries & Consultants Ελλάδος, [email protected]
Oι αναλογιστές ως ειδικοί εμπειρογνώμονες καλούνται να γνωμοδοτούν επί τεχνικοοικονομικών θεμάτων και ιδιαιτέρως, δε, σε περιπτώσεις ανεπαρκών διαθέσιμων στοιχείων και πληροφοριών, όπου η εμπειρογνωμοσύνη (expert judgment) αποτελεί την τελευταία αλλά αναγκαία διαδικασία για τη λήψη περαιτέρω αποφάσεων.
Αν και ο εμπειρογνώμονας διαθέτει τις σχετικές γνώσεις, την ανάλογη πείρα και τη σχετική εξειδίκευση, πόσο μπορεί τελικά η κρίση του να είναι αμερόληπτη; Υπό τον περιορισμό της ανθρώπινης φύσης, πώς μπορούμε να βελτιώσουμε την αμεροληψία…;
Σύμφωνα με πολυάριθμες έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί από ειδικούς ψυχολόγους/ψυχιάτρους, έχει διαπιστωθεί ότι αν και το μεγαλύτερο προτέρημα των ανθρώπων, μεταξύ των άλλων θηλαστικών, είναι η έλλογη σκέψη, ταυτόχρονα παίρνουν αποφάσεις στις οποίες καθοδηγούνται έμφυτα από τη μεροληπτική διαίσθησή τους –ως μεροληψία νοείται η τάση να πιστεύουμε ή να αναζητούμε πληροφορίες που να επιβεβαιώνουν αυτό που θέλουμε να υποστηρίξουμε, χωρίς να εξετάζουμε αντικειμενικά τα γεγονότα και τις διαθέσιμες πληροφορίες–, με αποτέλεσμα, σε πολλές περιπτώσεις, η αντιμετώπιση των πραγμάτων να θεωρείται μη ορθολογική. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της ρίψης ενός κέρματος: αν ρίξουμε το κέρμα και διαδοχικές φορές εμφανιστεί κορώνα, τότε τείνουμε σε επόμενες ρίψεις να θεωρήσουμε ότι θα εμφανιστεί και πάλι κορώνα, ενώ γνωρίζουμε ότι η πιθανότητα να εμφανιστεί κορώνα ή γράμματα είναι 50/50.
Ο αναλογιστής, κατά την εκτέλεση των εργασιών του, καλείται να αξιολογεί μια σειρά από παράγοντες, όπως: την καταλληλότητα της μεθοδολογίας και του υποκείμενου μοντέλου που θα χρησιμοποιήσει, την ποιότητα των διαθέσιμων στοιχείων, την επιλογή των κατάλληλων υποθέσεων που θα υιοθετήσει, την ορθότητα και ακρίβεια των υπολογισμών, κ.λπ.
Προκειμένου να διασφαλιστεί στο μέτρο του ευλόγως δυνατού η αμεροληψία της κρίσης μας –ιδιαίτερα όταν υπάρχει πίεση χρόνου και φόρτος εργασίας και ως εκ τούτου παρατηρείται ότι είμαστε πιο επιρρεπείς σε γνωστικές προκαταλήψεις–, θεωρούμε ότι θα πρέπει πρωτίστως να συνειδητοποιήσουμε και να αποδεχθούμε ότι οι αποφάσεις μας εκ φύσεως χαρακτηρίζονται από μεροληψία και υποκειμενικότητα. Κατά την άποψή μας, ιδιαίτερη βαρύτητα θα πρέπει να δοθεί σε μια σειρά από παράγοντες και συμπεριφορές, ώστε να βελτιωθεί ουσιαστικά ο τρόπος εφαρμογής της αρχής της αμεροληψίας, όπως ενδεικτικά:
- Να αξιολογούμε και να “αμφισβητούμε” τη διαίσθησή μας και την αρχική μας απόφαση ή την «πρώτη μας εντύπωση», η οποία, συνήθως, είναι περισσότερο παρορμητική παρά στηρίζεται στη λογική, μελετώντας νέες πληροφορίες.
- Να μην ερμηνεύουμε τις καταστάσεις στηριζόμενοι αποκλειστικά στην επιλεκτική μας αντίληψη. Δεν είναι λίγες οι φορές που, ενώ μας δίδονται τα δεδομένα και μας ζητείται να διατυπώσουμε κάποιο συμπέρασμα επ’ αυτών, απαντάμε αυτό που διαισθητικά πιστεύουμε και αναζητούμε εκ των υστέρων τα δεδομένα, προκειμένου να υποστηρίξουμε το πιστεύω μας!
- Να διατηρούμε την ανεξαρτησία μας και τον επαγγελματισμό μας. Κάποιες φορές, στην προσπάθειά μας να έχουμε “ευχαριστημένο” τον πελάτη μας και να παραδώσουμε την εργασία μας εντός των χρονοδιαγραμμάτων που μας ζητούνται, τείνουμε να ακολουθούμε τις πρακτικές προγενέστερων ετών χωρίς τη δέουσα κριτική στάση απέναντι σε ένα συνεχώς εξελισσόμενο περιβάλλον.
- Να επιζητάμε και να ενθαρρύνουμε την επικύρωση των συμπερασμάτων μας είτε από άλλους εμπειρογνώμονες είτε από τη Διοίκηση της Εταιρείας που απευθυνόμαστε.
- Να αντιπαραβάλουμε τις προβλέψεις που κάναμε σε παρελθόντα χρόνο σε σχέση με τα πραγματικά αποτελέσματα (back testing), ώστε τυχόν υποκειμενικές κρίσεις να περιοριστούν στο μέλλον.
- Να μην υιοθετούμε a priori απόψεις άλλων εμπειρογνωμόνων χωρίς κριτική σκέψη και κατανόηση.
- Να περιορίσουμε την υπερβολική αυτοπεποίθηση που ενίοτε παρατηρείται και αντιθέτως να ενεργούμε με σύνεση και να είμαστε δεκτικοί σε σχόλια και παρατηρήσεις.
- Να προγραμματίζουμε τον χρόνο μας και την κατανομή των ανθρώπινων πόρων μας, ώστε να περιορίσουμε απλοποιήσεις και συντομεύσεις που δυνητικά μπορούν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη διαδικασία της γνωμοδότησής μας.
Υιοθετώντας τα παραπάνω, θεωρούμε ότι μεγιστοποιούνται οι πιθανότητες της ορθής κρίσης ενός εμπειρογνώμονα, προκειμένου το αποτέλεσμα της κρίσης του να μη θεωρηθεί εν τέλει απλώς μια διαισθητική εικασία. Προς αυτή την κατεύθυνση, υποστηρίζουμε ότι οι αναλογιστές ως εμπειρογνώμονες θα πρέπει να επεξηγούν και να τεκμηριώνουν τα αποτελέσματα της δουλειάς τους, να περιγράφουν λεπτομερώς τα βήματα που ακολουθούν, καθώς και τις αποφάσεις που έλαβαν προκειμένου να οδηγηθούν στα συμπεράσματά τους.