Η Affidea μας ενημερώνει για την παχυσαρκία
Πρόληψη και αντιμετώπιση μέσω της διατροφής
Η παχυσαρκία, στις μέρες μας, αποτελεί ένα συνεχώς αυξανόμενο και παγκόσμιο πρόβλημα υγείας, το οποίο συνδέεται στενά με τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Έχει σημαντικές επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία του ατόμου και αυξάνει τον κίνδυνο για πολλές χρόνιες ασθένειες.
Δυστυχώς, η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση όσον αφορά την παιδική παχυσαρκία, ενώ 7 στους 10 ενήλικες Έλληνες είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, όπως επισημαίνει η κα Παναγιώτα Καλούδη, Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, Απόφοιτος Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, Nutrition Solutions – Συνεργάτης Affidea. Δεδομένου ότι η παχυσαρκία αποτελεί ένα χρόνιο νόσημα και η θεραπεία της είναι μακροπρόθεσμη, η διαιτητική παρέµβαση για απώλεια βάρους, η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας και η τροποποίηση της συμπεριφοράς συναποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο για τη θεραπεία της.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ορίζει την παχυσαρκία ως κατάσταση μεγάλης συσσώρευσης σωματικού λίπους, σε βαθμό που λειτουργεί επιβαρυντικά για την υγεία του ατόμου. Ως δείκτης αξιολόγησης της παχυσαρκίας χρησιμοποιείται ευρύτατα ο Δείκτης Μάζας Σώματος (Δ.Μ.Σ.), ο οποίος συσχετίζεται με το ποσοστό σωματικού λίπους, συνήθως σε συνδυασμό με τη μέτρηση της περιφέρειας μέσης, η οποία σχετίζεται ισχυρά με τις αποθήκες ενδοκοιλιακού λίπους στο σώμα.
Με βάση τον Δ.Μ.Σ. και την περίμετρο μέσης, το υπέρβαρο και η παχυσαρκία ορίζονται ως εξής: Υπέρβαρο θεωρείται το άτομο με Δ.Μ.Σ. ίσο με 25-30 kg/m2 και παχύσαρκο με Δ.Μ.Σ. μεγαλύτερο από 30 kg/m2, ενώ η κοιλιακή παχυσαρκία στον άνδρα ορίζεται ως περιφέρεια μέσης ίση ή μεγαλύτερη των 102cm και στη γυναίκα ως περιφέρεια μέσης ίση ή μεγαλύτερη των 88cm (βλ. Πίνακα 1).
Το πρόβλημα της παχυσαρκίας στην Ελλάδα σήμερα
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση όσον αφορά την παιδική παχυσαρκία, με το 44% των αγοριών και το 38% των κοριτσιών, ηλικίας 5-17 χρονών, να είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Στη χώρα μας, τα στοιχεία από τη μελέτη ΥΔΡΙΑ, που πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο 2013-2014, δείχνουν ότι επτά στους δέκα ενήλικες Έλληνες είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι και αυτό παρατηρείται πιο έντονα στο Αιγαίο και την Κρήτη (43%) και λιγότερο στην Αττική (30%).
Διατροφή και «παχυσαρκιογόνο» περιβάλλον
Η αναζήτηση της εξήγησης για την επιδημική αύξηση της παχυσαρκίας στις δυτικές κοινωνίες έχει οδηγήσει στη διαπίστωση πως πρόκειται για μία πολυπαραγοντική νόσο. Πράγματι, η παχυσαρκία αποτελεί το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης της γενετικής προδιάθεσης του ατόμου με το «παχυσαρκιογόνο» σύγχρονο περιβάλλον των αναπτυγμένων κοινωνιών. Βασικά στοιχεία που συνθέτουν αυτό το «παχυσαρκιογόνο» περιβάλλον είναι ο κακός τρόπος διατροφής και η χαμηλή δραστηριότητα (βλ. Πίνακα 2).
Πίνακας 2 -Στοιχεία κακής διατροφής και χαμηλής δραστηριότητας που σχετίζονται με την παχυσαρκία
- Θετικό ενεργειακό ισοζύγιο: η προσλαμβανόμενη ενέργεια μεγαλύτερη από τη δαπανούμενη
- Αυξημένη κατανάλωση ενεργειακά πυκνών τροφίμων, δηλ. τροφίμων πλούσιων σε ενέργεια και φτωχών σε θρεπτικά συστατικά (π.χ. τροφίμων φαστ-φουντ και ζαχαρούχων ποτών)
- Παράλειψη πρωινού γεύματος
- Μη συχνή κατανάλωση γευμάτων
- Χαμηλή συμμόρφωση στη Μεσογειακή δίαιτα
- Αυξημένο μέγεθος μερίδας
- Αυξημένες ώρες τηλεθέασης
- Καθιστικός τρόπος ζωής
Η κατάλληλη διατροφή για την πρόληψη της παχυσαρκίας
Η πρόληψη της παχυσαρκίας είναι ιδιαίτερα σημαντική, δεδομένου ότι η παχυσαρκία αποτελεί ένα χρόνιο νόσημα και η θεραπεία της είναι μακροπρόθεσμη. Για να αποφύγετε το υπερβολικό βάρος και την παχυσαρκία, χρειάζεται η ενεργειακή σας πρόσληψη να είναι σύμφωνη με τις διατροφικές ανάγκες, να ασκείστε και να ελέγχετε τακτικά το βάρος σας.
Όσον αφορά τη διατροφή:
- Αποφύγετε τα ενεργειακά πυκνά τρόφιμα, όπως τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε ζάχαρη (ζαχαρούχα ποτά, συσκευασμένοι χυμοί, γλυκά) και λίπος. Τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος, αλάτι και σάκχαρα δεν είναι απαραίτητα στη διατροφή, οπότε αν επιλέγετε να τα συμπεριλάβετε, προσπαθήστε να τα έχετε λιγότερο συχνά και σε μικρότερες ποσότητες. Επιλέξτε τρόφιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά ή μειωμένης περιεκτικότητας σε ζάχαρη.
- Προτιμήστε τρόφιμα, όπως προϊόντα ολικής αλέσεως, φρούτα και λαχανικά, που συμβάλλουν στον κορεσμό και έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε ενέργεια.
- Ακολουθήστε τη Μεσογειακή διατροφή. Σύμφωνα με τις συστάσεις της, ενθαρρύνεται η κατανάλωση ποικιλίας τροφίμων, όπως λαχανικών, φρέσκων φρούτων, ανάλατων ξηρών καρπών, γαλακτοκομικών προϊόντων χαμηλών λιπαρών, πουλερικών, οσπρίων και δημητριακών ολικής άλεσης. Προτιμήστε λιπαρά ψάρια, όπως σαρδέλα, γαύρος, κολιός, τα οποία έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε ω-3 λιπαρά και περιορίστε την κατανάλωση κόκκινου κρέατος και των προϊόντων του.
- Αποφύγετε την κατανάλωση φαγητού με ταυτόχρονη παρακολούθηση τηλεόρασης ή διαδικτύου, διότι τέτοιες δραστηριότητες προάγουν την αύξηση βάρους.
Διατροφική παρέμβαση για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας
Η διαιτητική παρέµβαση για απώλεια βάρους, η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας και η τροποποίηση της συμπεριφοράς συναποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο για τη θεραπεία της παχυσαρκίας.
Δεν υπάρχει μαγική δίαιτα, για αυτό και οι συστάσεις τονίζουν την ανάγκη για ολοκληρωτική προσέγγιση. Ο διαιτολόγος βοηθά με την παροχή προσωποποιημένου προγράμματος και με τη διατροφική εκπαίδευση, στοχεύοντας στην αλλαγή της διαιτητικής συμπεριφοράς για την επιτυχή απώλεια βάρους και τη διατήρησή της. Τα παχύσαρκα άτομα θα πρέπει να λαμβάνουν εξατομικευμένες διατροφικές συστάσεις, προσαρμοσμένες στις διατροφικές ανάγκες και τους θεραπευτικούς στόχους τους.
Το πρώτο βήμα στον σχεδιασμό ενός προγράμματος απώλειας βάρους είναι ο καθορισμός του στόχου. Ο διατροφικός στόχος πρέπει να είναι λογικός, ρεαλιστικός, μετρήσιμος και εφικτός. Συνήθως συστήνεται μια αρχική απώλεια βάρους 5-7% του σωματικού βάρος εντός 6 μηνών. Παράλληλα, μετα-αναλύσεις πολλών μελετών έχουν δείξει ότι ο συνδυασμός δίαιτας και άσκησης –τουλάχιστον 200-300 λεπτά/εβδομάδα αερόβια άσκηση μέτριας έντασης– συμβάλλει στην απώλεια βάρους και στη διατήρησή της.
Επίσης, παρεμβάσεις που βασίζονται στη γνωσιακή-συμπεριφοριστική προσέγγιση αποτελούν μέρος του προγράμματος μείωσης βάρους. Η παρέμβαση πρέπει να στοχεύει κυρίως στην αλλαγή του τρόπου ζωής από την άποψη της διατροφής και της άσκησης.
Πιο συγκεκριμένα, ο διαιτολόγος συμβάλλει σε:
- Αυτοπαρατήρηση της συμπεριφοράς και της προόδου (σωματικό βάρος, ημερολόγιο καταγραφής τροφίμων, σωματικής άσκησης)
- Αύξηση αυτοαποτελεσματικότητας
- Έλεγχο ερεθίσματος (π.χ. τι μας οδηγεί στην κατανάλωση γλυκών)
- Γνωστική αναδιάρθρωση (τροποποίηση δυσλειτουργικών προτύπων σκέψης)
- Εκπαίδευση επίλυσης προβληματικών διατροφικών συμπεριφορών
- Στρατηγικές ενίσχυσης (π.χ. ανταμοιβή αλλαγών)
- Πρόληψη υποτροπής.
Μετά την επιτυχή απώλεια βάρους, oι ασθενείς πρέπει να ενθαρρύνονται, για να διατηρήσουν ένα αυξημένο επίπεδο φυσικής δραστηριότητας, να ελέγχουν τακτικά το βάρος τους για την καλύτερη σταθεροποίησή του και να ακολουθούν διατροφή χαμηλή σε κορεσμένα λιπαρά, για την αποτροπή της ανάκτησης βάρους.
Συμπερασματικά, η ισορροπημένη διατροφή σε συνδυασμό με τη γενικότερη υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής μπορούν να δράσουν ταυτόχρονα ως “ασπίδα” προστασίας ενάντια στην εμφάνιση της παχυσαρκίας, αλλά και ως βασικά συστατικά της θεραπείας της, μειώνοντας τις επιπλοκές που απορρέουν από τη νόσο και βελτιώνοντας την ποιότητα της ζωής.