Έρχεται το τέλος των συντάξεων;
Η Επιδημία του Συνταξιοδοτικού Κενού – Προκλήσεις και Συστάσεις
Η άνοδος του προσδόκιμου ζωής, τα χαμηλά ποσοστά γονιμότητας και το τρέχον περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων έχουν δημιουργήσει την τέλεια καταιγίδα για τη χρηματοδότηση των συντάξεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Το συνταξιοδοτικό κενό εκτιμάται στα 41 τρις δολάρια!
Στο κείμενο που ακολουθεί αναδημοσιεύουμε επιλεγμένα αποσπάσματα από μελέτη της Geneva Association, η οποία αποτελεί μέρος του Ερευνητικού Προγράμματος του Οργανισμού για την Παγκόσμια Γήρανση.
Του Ronald Klein, Director, Global Ageing, The Geneva Association
Η κα Anna Maria D’Hulster, Γενική Γραμματέας, The Geneva Association, σημειώνει εισαγωγικά τα εξής:
Τα ποσοστά θνησιμότητας βελτιώνονται από τότε που άρχισε η καταγραφή ακριβέστερων στατιστικών στοιχείων. Στα μέσα, όμως, του 20ού αιώνα, η ιατρική τεχνολογία και η εισαγωγή των εμβολίων για ασθένειες όπως ο τέτανος, η φυματίωση, η γρίπη, η ιλαρά, οι μαγουλάδες και η ερυθρά, βελτίωσαν σε σημαντικότατο βαθμό την κατάσταση της υγείας.
Πρόκειται για ένα έξοχο επίτευγμα για την κοινωνία, δημιουργεί όμως και μια πολύ μεγάλη πρόκληση. Αυτή η δυναμική και συνεχιζόμενη βελτίωση του προσδόκιμου ζωής δεν λαμβάνεται σήμερα υπόψη στα κοινωνικά συστήματα, όπως τα δημόσια και ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία, που στόχο έχουν την παροχή οικονομικής ασφάλειας μετά τη συνταξιοδότηση. Ταυτόχρονα, στις περισσότερες χώρες, τα ποσοστά γονιμότητας έχουν πέσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και δεν υπάρχουν αρκετοί εργαζόμενοι για να υποστηρίξουν τον αυξανόμενο αριθμό συνταξιοδοτούμενων στα διανεμητικά συνταξιοδοτικά συστήματα. Πέρσι, για παράδειγμα, αντιστοιχούσαν τέσσερις εργαζόμενοι σε κάθε άτομο άνω των 65 στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως μέχρι το 2050 θα αντιστοιχούν μόλις δύο, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Eurostat.
Επιπλέον, στις χώρες όπου υπάρχουν καθιερωμένες λύσεις χρηματοδότησης της συνταξιοδότησης, οι διαχειριστές των συστημάτων αυτών βασίζονται σχεδόν αποκλειστικά στις αποδόσεις των επενδύσεων για τη διατήρηση των ταμείων τους. Οι επιπτώσεις, όμως, της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, υπό τη μορφή μακροπρόθεσμα χαμηλών επιτοκίων και μειωμένης ανάπτυξης, έχουν περιορίσει σημαντικά τις αποδόσεις των επενδύσεων, επιδεινώνοντας ταυτόχρονα τα συνταξιοδοτικά ελλείμματα. Σύμφωνα με μία ανάλυση του 2016 από τον οργανισμό The Pew Charitable Trusts, στις ΗΠΑ, μετά από χρόνια μη αποταμίευσης, τα πολιτειακά και τοπικά συνταξιοδοτικά ταμεία βρίσκονται αντιμέτωπα με ένα έλλειμμα της τάξης του 1,5 τρις δολαρίων στις οφειλές τους προς τους εργαζομένους.
Συνεπώς, τα προβλήματα που δημιουργούνται είναι μεγάλα και χρόνια, και οι λύσεις τους απαιτούν εκτεταμένες και πιθανώς μη δημοφιλείς μεταρρυθμίσεις. Καθώς, όμως, οι σοβαρότερες επιπτώσεις της κρίσης αυτής θα εμφανιστούν στο μέλλον και υπερβαίνουν κατά πολύ κάθε πολιτικό κύκλο, υπάρχει πολύ μικρή διάθεση (και στήριξη) για το ακριβές είδος των ολιστικών πολιτικών και νομοθετικών μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται.
Στην παρούσα έκθεση, η Geneva Association διερευνά πιθανές λύσεις μετριασμού της διογκούμενης αυτής επιδημίας Συνταξιοδοτικού Κενού και υπογραμμίζει τον πιθανό ρόλο του ιδιωτικού τομέα στην αντιμετώπιση του ζητήματος. Κανένα από τα εμπλεκόμενα μέρη δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνο του την πρόκληση αυτή και για την υλοποίηση επαρκών λύσεων θα απαιτηθούν συντονισμένες προσπάθειες (ενδεχομένως και συμβιβασμοί) από κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και άτομα. Η έκθεση, λοιπόν, δίνει επίσης μία ολιστική επισκόπηση μιας σειράς από άλλα βήματα για την αντιμετώπιση της πρόκλησης που έχει δημιουργηθεί από τα, κατά τα λοιπά, εξαιρετικά ανθρώπινα επιτεύγματα.
Το «συνταξιοδοτικό κενό» ορίζεται ως η διαφορά ανάμεσα στην παρούσα αξία του ετήσιου εισοδήματος που απαιτείται στη διάρκεια της ζωής για να διατηρηθεί ένα εύλογο επίπεδο διαβίωσης και το πραγματικό ποσό που αποταμιεύεται για τη συνταξιοδότηση συν την παρούσα αξία των εισφορών του διανεμητικού συστήματος. Η παρούσα αξία καλύπτει μία περίοδο 40 ετών.
Ο ορισμός του συνταξιοδοτικού κενού
Ο Otto von Bismarck δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι η προσπάθειά του να μειώσει την απήχηση του σοσιαλισμού, θα οδηγούσε, τον επόμενο αιώνα, στη δημιουργία παγκόσμιων προγραμμάτων με άκρως διευρυμένες παροχές. Τα συνταξιοδοτικά προγράμματα, τόσο τα κρατικά όσο και τα εργοδοτικά, όταν ξεκίνησαν και για πολλά χρόνια, πέρασαν από εποχές με υψηλές εισφορές και χαμηλές καταβολές ωφελημάτων. Οι εποχές αυτές έχουν παρέλθει με την έλευση των χαμηλών ποσοστών γεννήσεων και της αύξησης του προσδόκιμου ζωής. Να σημειωθεί εδώ ότι η ιδέα του Bismarck να καθιερωθούν τα 70 έτη ως ηλικία συνταξιοδότησης γρήγορα εγκαταλείφθηκε και από τα μέσα του 20ού αιώνα είχε πέσει στα 65, ενώ ακόμα και σήμερα πολλοί θεωρούν τα 65 ως την κανονική ηλικία συνταξιοδότησης. Οι κυβερνήσεις και οι εργοδότες καθυστέρησαν να αντιδράσουν στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής, εξακολουθώντας να θεωρούν την ηλικία των 65, ή και νεότερη, ως την “κανονική” ηλικία συνταξιοδότησης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η “κανονική” και η “πραγματική” ηλικία συνταξιοδότησης σχεδόν συμπίπτουν στις χώρες μέλη του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ), ωστόσο, υπάρχουν διαφορές από χώρα σε χώρα.
Στη Γερμανία, για παράδειγμα, το προσδόκιμο ζωής για τους άνδρες ηλικίας 60 αυξήθηκε από τα 12,2 χρόνια το 1960 σε 18,2 χρόνια το 2014. Ωστόσο, αυτή η αύξηση κατά 6 χρόνια δεν μεταφράστηκε σε κάποια αντίστοιχη επέκταση της κανονικής ηλικίας συνταξιοδότησης.
Και ενώ ο όρος «εύλογο επίπεδο διαβίωσης» μπορεί να ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως, πολλοί τον έχουν απλά εξισώσει με ένα ποσοστό του τελικού μισθού πριν από τη συνταξιοδότηση –ένα ποσοστό της τάξης του 50–70 τοις εκατό είναι αυτό που χρησιμοποιείται κυρίως στον υπολογισμό των προγραμμάτων καθορισμένων παροχών.
Μία έρευνα του Aegon Center for Longevity and Retirement που διεξήχθη σε 15 χώρες της Ευρώπης, Ασίας, Αμερικής και Αυστραλίας, δείχνει ότι, κατά τη συνταξιοδότηση, οι εργαζόμενοι θα έχουν ανάγκη το 69 τοις εκατό του ακαθάριστου ετήσιου εισοδήματός τους. Να σημειωθεί ότι το Aegon χρησιμοποιεί το εισόδημα και όχι τον μισθό και, ενώ συνήθως οι δύο αυτοί όροι είναι εναλλάξιμοι, για ορισμένες ομάδες πληθυσμού τα ποσά αυτά μπορεί να διαφέρουν σημαντικά. Στην παρούσα έκθεση θα θεωρήσουμε τους όρους αυτούς εναλλάξιμους για τον μέσο συνταξιούχο.
Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, μία σύνταξη στο 80 τοις εκατό του τελικού μισθού είναι πολύ υψηλή, καθώς ο συνταξιούχος δεν θα συμβάλλει πλέον στον Πυλώνα 1 ή τον Πυλώνα 2 του συνταξιοδοτικού συστήματος και πιθανότατα θα βρεθεί σε χαμηλότερη φορολογική κλίμακα. Ο Richard Marin του Πανεπιστημίου Cornell αναφέρει ότι για να ζήσουν μία άνετη ζωή, οι συνταξιούχοι χρειάζονται περίπου το 60 τοις εκατό του προ της συνταξιοδότησης μισθού.
Φυσικά, αυτό εξαρτάται και από την κάθε περίπτωση και συνεπώς οι γενικεύσεις μπορεί να αποδειχθούν επικίνδυνες. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι ένας Διευθύνων Σύμβουλος μεγάλης επιχείρησης με ετήσια έσοδα 10 εκατομμυρίων ευρώ δεν χρειάζεται μία σύνταξη ύψους 5-7 εκατομμυρίων ευρώ, για να εξασφαλίσει ένα εύλογο επίπεδο διαβίωσης. Επίσης, κάποιος που κερδίζει το βασικό ημερομίσθιο στις ΗΠΑ, ύψους 7,25 δολαρίων την ώρα, εργαζόμενος 40 ώρες την εβδομάδα, έχει μεικτό εισόδημα κάτω από τα 15.000 δολάρια τον χρόνο. Δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι 7.500 – 10.000 δολάρια τον χρόνο θα αρκούσαν για να παράσχουν ένα εύλογο επίπεδο διαβίωσης στις ΗΠΑ. Και φυσικά, υπάρχουν και κάποιοι σε πολλές χώρες που κερδίζουν λιγότερα από αυτά. Τέλος, είναι δύσκολη η εκτίμηση της προσωπικής περιουσίας, ιδιαίτερα καθώς αυτή μπορεί να αυξηθεί ή να μειωθεί σε αξία προ της συνταξιοδότησης.
Για τους παραπάνω λόγους, η παρούσα έκθεση δεν έχει σκοπό να επιχειρήσει να υπολογίσει το τρέχον παγκόσμιο συνταξιοδοτικό κενό από την αρχή. Αντίθετα, θα αναφερθεί σε εκτιμήσεις που έχουν ήδη γίνει και θα τις χρησιμοποιήσει ως αφετηρία για να αναπτύξει το δικό μας ορισμό του συνταξιοδοτικού κενού και για να παρουσιάσει ορισμένα σενάρια. Θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσει τους παράγοντες που χρησιμοποιούνται σε κάθε τέτοιο υπολογισμό, κανείς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι το παγκόσμιο συνταξιοδοτικό κενό είναι ένα τεράστιο και σοβαρό πρόβλημα, που επηρεάζει ένα δυσανάλογα μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Για τον λόγο αυτό αναφερόμαστε στο πρόβλημα αυτό ως η «επιδημία του συνταξιοδοτικού κενού».
Η έννοια του 4ου Πυλώνα κατά την Geneva Association
Ήδη από το 1986, η Geneva Association είχε αναπτύξει την έννοια του 4ου Πυλώνα ή της εργασίας πέρα από την ηλικία συνταξιοδότησης. Παρόλο που η εργασία πέρα από την ηλικία συνταξιοδότησης έχει πολλά εμπόδια, σε πολλές χώρες θα αποτελέσει σημαντικό κομμάτι των προσπαθειών για μείωση του συνταξιοδοτικού κενού. Με τα ποσοστά γονιμότητας να πέφτουν και το προσδόκιμο ζωής να αυξάνεται, με το τρέχον συνταξιοδοτικό μοντέλο δεν θα υπάρχουν αρκετοί εργαζόμενοι να υποστηρίξουν τους συνταξιούχους.
Σε λιγότερα από 20 χρόνια, θα συνταξιοδοτηθούν και οι τελευταίοι εκπρόσωποι της γενιάς του baby boom (γενική αναφορά σε όσους γεννήθηκαν μεταξύ 1946 και 1964). Αυτό δεν θα αυξήσει μόνο σημαντικά τα νούμερα των συνταξιούχων, αλλά θα σηματοδοτήσει και μία μεγάλη πτώση στο εργατικό δυναμικό. Συνδυασμός των δύο αυτών παραγόντων θα οδηγήσει στην ανάγκη λύσεων κάποιας μορφής 4ου Πυλώνα. Είναι ενδιαφέρον ότι η πρώτη απόπειρα του Bismarck για ένα εθνικό συνταξιοδοτικό σύστημα ξεκίνησε με ηλικία συνταξιοδότησης τα 70 έτη. Πιθανότατα, στο άμεσο μέλλον, να επιστρέψουμε στην εποχή εκείνη.
Μία άλλη επιλογή για τη μείωση της πίεσης στις συντάξεις του 1ου Πυλώνα θα μπορούσε να είναι το να γίνεται έλεγχος αναγκών πριν τον υπολογισμό των κοινωνικών ωφελημάτων. Αυτό είναι κάτι που πιθανότατα έχει αποτελέσει αντικείμενο εντονότατων συζητήσεων στους κυβερνητικούς κύκλους, ωστόσο, πολύ δύσκολα θα περάσει, δεδομένου του αυξανόμενου αριθμού ανθρώπων άνω των 65 ετών στον κόσμο. Τέτοιου είδους ρύθμιση θα μπορούσε να εισαχθεί με περικοπές σε όσους έχουν υψηλά εισοδήματα και να ισχύει μόνο για νέους συνταξιούχους μετά από μία ορισμένη ημερομηνία.
Το μέγεθος του συνταξιοδοτικού κενού
Παράγοντες που επηρεάζουν το συνταξιοδοτικό κενό είναι η αργή εφαρμογή αυξήσεων στα όρια συνταξιοδότησης για τις συντάξεις του 1ου Πυλώνα, εξαγορές και μειώσεις ωφελημάτων για τις συντάξεις του 2ου Πυλώνα και το συνεχιζόμενο περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων για τις αποταμιεύσεις του 3ου Πυλώνα.
Αντιλαμβάνονται, όμως, οι πολίτες το συνταξιοδοτικό κενό ως πρόβλημα;
Είναι πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι σε πολλές χώρες έχουν γίνει έρευνες για το θέμα αυτό. Και ενώ οι έρευνες δεν είναι απαραίτητα πολύ αξιόπιστες, τα αποτελέσματα είναι συγκλονιστικά παρόμοια ανά τον κόσμο. Σε όλες τις ερωτήσεις που τέθηκαν σε άτομα που δεν έχουν συνταξιοδοτηθεί και σε συνταξιούχους αναφορικά με τον φόβο ότι θα εξαντληθούν οι αποταμιεύσεις τους, με την αδυναμία να εξασφαλίσουν την ποιότητα ζωής που ήλπιζαν, με την πιθανή αδυναμία κάλυψης των ιατρικών τους αναγκών, κ.λπ., τα άτομα που δεν έχουν συνταξιοδοτηθεί ακόμα έχουν πολύ μεγαλύτερες ανησυχίες σε σχέση με τους ήδη συνταξιούχους. Αυτό ενδεχομένως να οφείλεται στο ότι οι σημερινοί συνταξιούχοι στηρίζονται σε συνταξιοδοτικά προγράμματα καθορισμένων παροχών. Ή στο ότι οι μη συνταξιούχοι δεν έχουν αποταμιεύσει τόσα όσα οι σημερινοί συνταξιούχοι. Ή ακόμα και στο ότι μόλις κάποιος συνταξιοδοτηθεί πλέον μαθαίνει αυτό που είναι άγνωστο στους μη συνταξιούχους. Και ο φόβος για το άγνωστο είναι, σε πολλές περιπτώσεις, χειρότερος από το ίδιο το άγνωστο συμβάν. Να σημειωθεί ότι, στις έρευνες αυτές, οι σημερινοί συνταξιούχοι ανησυχούν για τα παραπάνω θέματα, όχι όμως τόσο όσο οι μη συνταξιούχοι. Μία τέτοια έρευνα είναι η Έρευνα για τους Κινδύνους και τη Διαδικασία της Συνταξιοδότησης (Risks and Process of Retirement Survey) που διεξήχθη το 2015 από τη Mathew Greenwald & Associates, Inc. για λογαριασμό της Ένωσης Αναλογιστών των ΗΠΑ (U.S. Society of Actuaries).
Δύο συγκεκριμένες ερωτήσεις έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον:
1. Aναφορικά με την ερώτηση για το υποτιθέμενο προσδόκιμο ζωής, περίπου το 70% τόσο των μη συνταξιούχων όσο και των συνταξιούχων υποτιμούν αυτή την αναλογιστική παραδοχή. Το υποτιθέμενο προσδόκιμο ζωής είναι εξαιρετικά σημαντικός παράγων στον προγραμματισμό της συνταξιοδότησης, αν ο συνταξιούχος δεν έχει εγγυημένο διά βίου εισόδημα, όπως μία σύνταξη καθορισμένων παροχών ή μία πρόσοδο.
2. Στην ερώτηση του κατά πόσο έχουν μία πρόσοδο ή σκοπεύουν να αγοράσουν μία πρόσοδο, πάνω από τα δύο τρίτα των μη συνταξιούχων δεν έχουν αγοράσει ακόμα μία πρόσοδο ή δεν σχεδιάζουν να επιλέξουν το διά βίου εγγυημένο εισόδημα από το συνταξιοδοτικό πρόγραμμα του εργοδότη τους. Για τους συνταξιούχους, το ποσοστό αυτό φτάνει σχεδόν το 80%.
Ο συνδυασμός των δύο αυτών στοιχείων της έρευνας είναι τρομακτικός και δείχνει ότι ο μέσος πολίτης είτε δεν προτίθεται είτε δεν είναι επαρκώς ενημερωμένος, ώστε να κάνει επαρκή προγραμματισμό της συνταξιοδότησής του.
Για την ΕΕ, οι εκτιμήσεις της Aviva τοποθετούν το καθαρό ετήσιο συνταξιοδοτικό κενό στα περίπου 1,9 τρις ευρώ. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι αυτό αντιπροσώπευε το 19 τοις εκατό του ΑΕΠ της ΕΕ. Χρησιμοποιώντας παράγοντα προσόδου 21 (Γερμανικός πίνακας θνησιμότητας προσόδου από την ηλικία των 65 στα 4 τοις εκατό) ως την παρούσα τιμή του αριθμού των ετών που οι εργαζόμενοι ζουν μετά τη συνταξιοδότηση, οδηγούμαστε σε ένα συνολικό συνταξιοδοτικό κενό για την ΕΕ της τάξης των περίπου 40 τρις, πριν από την αφαίρεση των εισφορών του διανεμητικού συστήματος. Και αυτό αφορά μόνο την ΕΕ. Θα μπορούσε κανείς εύκολα να αμφισβητήσει τις παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν, όπως ποσοστό αναπλήρωσης 70 τοις εκατό, απόδοση 4 τοις εκατό για τις συνταξιοδοτικές επενδύσεις ή τον παράγοντα προσόδου 21. Ωστόσο, ανεξάρτητα από τις χρησιμοποιούμενες παραδοχές, το συνταξιοδοτικό κενό στην ΕΕ είναι τεράστιο.
Στο βιβλίο του με τίτλο “Global Pension Crisis—Unfunded Liabilities and How Can We Fill the Gap”, ο Richard Marin εκτιμά το παγκόσμιο συνταξιοδοτικό κενό σε 100 τρις δολάρια. Ο Marin χρησιμοποιεί μία σχετικά απλοϊκή αλλά αποτελεσματική μέθοδο υπολογισμού του κενού αυτού, χρησιμοποιώντας το ΑΕΠ και δείκτες εξάρτησης ηλικιωμένων για να προβλέψει τα αναγκαία ποσά για τη συνταξιοδότηση και στη συνέχεια αφαιρεί ένα εκτιμώμενο ποσό που αποταμιεύτηκε στα συνταξιοδοτικά ταμεία. Και πάλι, θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσει ορισμένες από τις παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν, όπως το προεξοφλητικό επιτόκιο 5 τοις εκατό, το ποσοστό αναπλήρωσης 60 τοις εκατό ή τους πίνακες θνησιμότητας, αλλά κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το μέγεθος του προβλήματος. O Marin δεν αφαιρεί τις εισφορές του διανεμητικού συστήματος. Η εκτίμησή του ανερχόταν περίπου σε 140 τοις εκατό του ΑΕΠ παγκοσμίως. Μη αφαιρώντας τις εισφορές του διανεμητικού συστήματος, ο Marin υπογραμμίζει το ποσό που θα πρέπει να αποταμιεύεται σε ετήσια βάση για την κάλυψη του κενού. Και ενώ οι εισφορές θα συμβάλλουν σημαντικά, δεν επαρκούν για να καλύψουν πλήρως το κενό.
Πρέπει να σημειωθεί ότι οι υπολογισμοί του Marin προσεγγίζουν αυτούς της Aviva και της Citigroup. Με τους υπολογισμούς του Marin, το συνταξιοδοτικό κενό της EΕ ανέρχεται σε 36 τρις δολάρια, που προσεγγίζει την εκτίμηση των 40 τρις ευρώ (45 τρις δολαρίων) που προέρχεται από το ετήσιο απολογιστικό συνταξιοδοτικό κενό των 1,9 τρις ευρώ, σύμφωνα με την Aviva. H Aviva χρησιμοποιεί ποσοστό αναπλήρωσης 70%, ενώ ο Marin 60%. Αν γίνει η σχετική αναπροσαρμογή, το κενό σύμφωνα με την Aviva πέφτει στα 39 τρις δολάρια. Το υπόλοιπο μπορεί εύκολα να εξηγηθεί από τη διαφορά στο προεξοφλητικό επιτόκιο (Aviva 4%, Marin 5%).
Η Citigroup εστιάζει περισσότερο στα κενά χρηματοδότησης υφιστάμενων κυβερνητικών σχεδίων, ενώ ο Marin αποπειράται να υπολογίσει το συνταξιοδοτικό κενό όπως το ορίζουμε στην παρούσα έκθεση, πριν ληφθούν υπόψη οι εισφορές των διανεμητικών συστημάτων. Ακολουθώντας τη μέθοδο του Marin, οι 20 χώρες του ΟΟΣΑ, στις οποίες εστιάζει η μελέτη της Citigroup, θα παρουσίαζαν συνταξιοδοτικό κενό 60 τρις δολαρίων.
Η Citigroup περιλαμβάνει μόνο κρατικές συντάξεις (περιλαμβανομένων και των κρατικών υπαλλήλων) και δεν αφαιρεί ποσά που έχουν ήδη αποταμιευτεί. Αν αφαιρέσουμε περίπου 22 τρις δολάρια από ποσά που έχουν αποταμιευτεί και προσθέσουμε 5 τρις δολάρια (εκτίμηση της Citigroup για το έλλειμμα στον 2ο Πυλώνα), θα έχουμε ένα συνταξιοδοτικό κενό ύψους 61 τρις δολαρίων. Οι αποταμιεύσεις ύψους 22 τρις δολαρίων είναι μία εκτίμηση των ποσών που βρίσκονται ήδη σε συνταξιοδοτικούς αποταμιευτικούς λογαριασμούς, εφαρμόζοντας τη μεθοδολογία υπολογισμού από το βιβλίο του Marin στις χώρες αυτές.
Παρόλο που διαφέρουν οι μέθοδοι και οι παραδοχές, οι υπολογισμοί συμφωνούν. Στη συνέχεια, αφού συνυπολογίσουμε την τρέχουσα αξία των μελλοντικών εισφορών των διανεμητικών συστημάτων, καταλήγουμε στον ορισμό της Geneva Association για το συνταξιοδοτικό κενό.
Στην Ασία το πρόβλημα του συνταξιοδοτικού κενού δεν είναι μικρότερο από την Ευρώπη ή την Αμερική. Μάλιστα, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη. Η πολιτική του ενός παιδιού στην Κίνα είχε ως αποτέλεσμα αυτή η πολυπληθής χώρα να έχει ποσοστό γονιμότητας κάτω του 2 από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Αυτό, σε συνδυασμό με τη βελτίωση στα ποσοστά θνησιμότητας, θα προκαλέσει, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, μείωση του δείκτη εργαζομένων προς άτομα άνω των 65 από 7,9 το 2008 σε περίπου 2,4 το 2050.
Η Ευρώπη αναμένεται να έχει έναν παρεμφερή δείκτη το 2050, ξεκινώντας όμως από πολύ χαμηλότερο δείκτη, περίπου 4,2 το 2010, σύμφωνα με το Pew Research Centre. Η Ευρώπη θα συνεχίσει να νιώθει τις συνέπειες, με μικρότερο όμως ρυθμό πτώσης σε σχέση με την Κίνα. Και μην ξεχνάμε ότι η ΕΕ είναι πολύ πιο πλούσια από την Κίνα σε ό,τι αφορά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Πράγματι, η κινεζική οικονομία έχει βιώσει μία απότομη άνοδο την τελευταία δεκαετία, εξακολουθεί όμως να υπολείπεται άλλων οικονομιών. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Κίνας είναι περίπου 7.500 δολάρια, ενώ οι αντίστοιχοι αριθμοί στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ είναι 36.000 και 55.000 δολάρια. Επιπλέον, η πολιτική του ενός παιδιού έχει προκαλέσει μία πολιτισμική μεταβολή στην Ασία και μία απομάκρυνση από τη λογική που ήθελε τους γονείς να βασίζονται στα παιδιά τους για στήριξη. Αυτό το «οικογενειακό μοντέλο» δεν είναι πλέον βιώσιμο στην Κίνα.
Σύμφωνα με τον Richard Jackson του Global Aging Institute (GAI): «Στη μεγάλη τους πλειοψηφία, οι Κινέζοι πιστεύουν ότι το Κράτος, η κυβέρνηση, θα πρέπει να είναι ο εγγυητής της ασφάλειας για τους συνταξιούχους και όχι η οικογένεια».
Άλλος ένας λόγος για δυσοίωνες προβλέψεις για την Κίνα είναι η πολιτική Σιδερένιο Πιάτο με Ρύζι (Iron Rice Bowl policy). Επρόκειτο για μία πολιτική, η οποία στην ουσία εξασφάλιζε ένα σταθερό επίπεδο διαβίωσης για όλους τους κρατικούς υπαλλήλους (περιλαμβανομένων των στρατιωτικών και των υπαλλήλων κρατικών επιχειρήσεων), ανεξαρτήτως απόδοσης του καθενός. Η πολιτική αυτή ξεκίνησε όταν ο Μάο Τσετούνγκ έθεσε όλους τους Κινέζους εργαζόμενους υπό κρατικό έλεγχο το 1949. Οι εργαζόμενοι αυτοί λάμβαναν παροχές από το κράτος περίπου στο 75% του προ της συνταξιοδότησης εισοδήματός τους και, σύμφωνα με έρευνα του GAI, είχαν την καλύτερη βαθμολογία ανάμεσα στους συνταξιούχους των γειτονικών περιοχών αναφορικά με το αίσθημα ασφάλειας κατά τα χρόνια της συνταξιοδότησης. Δυστυχώς, οι παροχές έχουν περικοπεί δραματικά για τους μελλοντικούς συνταξιούχους. Προφανώς, εξ αυτού του λόγου θα είναι πολύ πιο δύσκολο να διατηρήσουν οι μελλοντικοί συνταξιούχοι ένα εύλογο επίπεδο διαβίωσης, ενώ θα δημιουργήσει επίσης τριβές μεταξύ γενεών, καθώς η ομάδα συνταξιούχων της πολιτικής Σιδερένιο Πιάτο με Ρύζι θα εξακολουθήσει να λαμβάνει υψηλότερες παροχές.
Και ενώ η Κίνα απομακρύνεται από το οικογενειακό μοντέλο, η Ιαπωνία ίσως χρειαστεί να στηριχθεί ξανά σε αυτό. Όπως και η Κίνα, η Ιαπωνία έχει απομακρυνθεί από το οικογενειακό μοντέλο, σε μικρότερο όμως βαθμό. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Geneva Association, η Ιαπωνία έχει το υψηλότερο τρέχον συνταξιοδοτικό κενό στον κόσμο. Αυτό οφείλεται στο ότι, σύμφωνα με το World Factbook, η Ιαπωνία “απολαμβάνει” το δεύτερο μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής στον κόσμο (το πρώτο είναι στο Μονακό), σε συνδυασμό με ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά γονιμότητας στον κόσμο (211η επί συνόλου 224, σύμφωνα με το World Factbook).
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, η ιαπωνική κυβέρνηση προέβλεψε αυτή τη δημογραφική εξέλιξη και προχώρησε σε περικοπές στις συνταξιοδοτικές παροχές και αυξήσεις στα όρια ηλικίας. Στη συνέχεια, το 2004, θεσμοθετήθηκε ένας αυτόματος συνταξιοδοτικός σταθεροποιητής, ο οποίος αναπροσαρμόζει σε ετήσια βάση τις παροχές ανάλογα με τον αριθμό των εργαζομένων στο εργατικό δυναμικό και τις εξελίξεις στο προσδόκιμο ζωής. Είναι πολύ νωρίς να αποφανθούμε αν τα μέτρα αυτά θα αποδειχθούν βιώσιμα στο πλαίσιο της κοινωνίας, καθώς ενδεχομένως οι παροχές να χρειαστεί να μειωθούν την επόμενη 20ετία. Τέλος, τόσο η Κίνα όσο και η Ιαπωνία άργησαν πολύ να αυξήσουν τα όρια συνταξιοδότησης σε επίπεδα που συναντάμε στις ευρωπαϊκές χώρες, γεγονός το οποίο πιέζει ακόμα περισσότερο το συνταξιοδοτικό κενό.
Προτεινόμενες Λύσεις
Τι μπορούν να κάνουν οι Κυβερνήσεις
Η δραματική αύξηση στο προσδόκιμο ζωής, ιδιαίτερα κατά τις τελευταίες δεκαετίες, έχει οδηγήσει τις κυβερνήσεις στη μείωση των μηνιαίων συνταξιοδοτικών παροχών του 1ου Πυλώνα και έχει αναγκάσει τους εργοδότες να μετατρέψουν τις συντάξεις του 2ου Πυλώνα από προγράμματα καθορισμένων παροχών σε προγράμματα καθορισμένων εισφορών. Έτσι, οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις απαλλάσσονται από την πίεση της μακροζωίας και του επενδυτικού κινδύνου, καθώς μεταθέτουν τους κινδύνους αυτούς στους υπαλλήλους.
Και ενώ επιχειρήσεις και κυβερνήσεις προάγουν τις αποταμιεύσεις 2ου Πυλώνα με αντίστοιχες εταιρικές εισφορές και φορολογική αναβολή (tax deferrals), σε πολλές χώρες δεν είναι ακόμα υποχρεωτικές οι προσωπικές εισφορές. Επιπρόσθετα, αυτές οι οικειοθελείς εισφορές, όταν γίνονται, είναι γενικά πολύ χαμηλού επιπέδου ώστε να διασφαλίζουν επαρκείς αποταμιεύσεις για τη συνταξιοδότηση.
Οι συντάξεις καθορισμένων εισφορών του 2ου Πυλώνα θα έπρεπε, κατ’ ελάχιστον, να εντάσσουν αυτόματα τους εργαζομένους σε μία αρκετά υψηλή βαθμίδα, ώστε να διασφαλίζεται επαρκές εισόδημα κατά τη συνταξιοδότηση.
Η προτίμηση, ωστόσο, είναι προς την υποχρεωτική συμμετοχή στις συντάξεις του 2ου Πυλώνα. Κάτι που θα μπορούσε, επίσης, να δημιουργήσει μία κουλτούρα αποταμίευσης θα ήταν να ενθαρρύνονται ή να υποχρεώνονται οι εργαζόμενοι να κάνουν μεγαλύτερες συνταξιοδοτικές εισφορές από την αρχή της εργασιακής τους σταδιοδρομίας. Είναι κρίσιμης σημασίας να ξεκινά κάποιος να αποταμιεύει από νεαρή ηλικία και οι κυβερνήσεις να συνεχίσουν να ενθαρρύνουν αυτή τη λογική με κάθε δυνατό τρόπο, όπως μέσω φορολογικών πλεονεκτημάτων για συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις του 2ου και 3ου Πυλώνα.
- Οι κυβερνήσεις να συνεχίσουν να ενθαρρύνουν τις συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις με κάθε δυνατό τρόπο, όπως μέσω φορολογικών πλεονεκτημάτων.
Ένα καλό παράδειγμα τέτοιας πρακτικής αποτελεί η Ελβετία, όπου οι συντάξεις 2ου Πυλώνα είναι υποχρεωτικές, με υψηλό υποχρεωτικό ποσοστό αποταμίευσης. Σύμφωνα με έναν Παγκόσμιο Δείκτη Συντάξεων που ανέπτυξε το Κέντρο Χρηματοοικονομικών Σπουδών Αυστραλίας (Australian Centre for Financial Studies) και η Mercer, η Ελβετία κατέχει την τέταρτη θέση στον κόσμο. Ο δείκτης κατατάσσει τόσο τα κρατικά όσο και τα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά συστήματα χωρών, σταθμίζοντας την επάρκεια, τη βιωσιμότητα και την ακεραιότητα. Στον δείκτη του 2015, η Ελβετία βαθμολογήθηκε με Β, ενώ μόλις τρεις άλλες χώρες (Δανία, Ολλανδία, Αυστραλία) πέτυχαν καλύτερη βαθμολογία.
Ένα άλλο θέμα με τις συντάξεις καθορισμένων εισφορών του 2ου Πυλώνα είναι μία νέα κατηγορία ανθρώπων που θα συνταξιοδοτηθούν για πρώτη φορά στην ιστορία με ένα σχετικά μεγάλο συσσωρευμένο ποσό αποταμιεύσεων. Στόχος είναι το ποσό αυτό να αξιοποιηθεί καθ’ όλη τη διάρκεια της συνταξιοδότησης. Στην πραγματικότητα, ένα μέρος, αν όχι το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων θα δαπανηθεί πολύ πριν τον θάνατο του συνταξιούχου.
- Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να ενθαρρύνουν αν όχι να κάνουν υποχρεωτική την καταβολή του ποσού των προγραμμάτων καθορισμένων εισφορών του 2ου Πυλώνα σε προσόδους.
Παρόλο που κάτι τέτοιο μοιάζει να είναι μία εύκολη λύση να προτείνει κανείς, το τρέχον περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων την καθιστά μία κάπως προβληματική λύση. Σε αυτό το περιβάλλον, είναι δύσκολο να προταθεί το κλείδωμα μιας σταθερής δια βίου προσόδου. Πρόσοδοι εγγυημένου εισοδήματος που παρέχουν και μία κάποια αύξηση των παροχών αν βελτιωθεί η κατάσταση στις αγορές, κάνουν την εμφάνισή τους και ίσως να αποτελούν τη λύση στο δίλημμα αυτό.
Αν όλες οι κυβερνήσεις θεσμοθετήσουν την υποχρέωση εισφορών σε συνταξιοδοτικά προγράμματα καθορισμένων εισφορών 2ου Πυλώνα με υποχρέωση καταβολής των ποσών σε προσόδους, δεν θα ανάγκαζε μόνο τον κόσμο να αποταμιεύει περισσότερο, αλλά θα οδηγούσε και σε μία σταδιακή αλλαγή κουλτούρας. Καθώς η συνταξιοδότηση αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία, δεν θα ήταν σκόπιμο οι κυβερνήσεις να μεριμνούσαν για την παροχή των σχετικών χρηματοοικονομικών γνώσεων στα σχολεία;
- Οι χρηματοοικονομικές γνώσεις θα πρέπει να είναι κομμάτι του βασικού προγράμματος όλων των εκπαιδευτικών συστημάτων του κόσμου.
Οι χρηματοοικονομικές γνώσεις βοηθούν τους ανθρώπους να κατανοήσουν πόσα χρήματα πρέπει να αποταμιεύσουν για να διασφαλίζεται ένα αξιοπρεπές εισόδημα στη συνταξιοδότηση. Διδάσκουν, επίσης, την αξία των άλλοτε μη ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων, όπως τα σπίτια ή τα αυτοκίνητα. Οι συνταξιούχοι ιδιοκτήτες σπιτιών μπορούν να εξασφαλίσουν χρήματα από τα σπίτια τους μέσω αντίστροφης υποθήκης, ενώ συνταξιούχοι κάτοχοι αυτοκινήτων μπορούν να εξασφαλίσουν χρήματα από τα αυτοκίνητά τους μέσω διαφόρων προγραμμάτων διαμοιρασμού, όπως το Turo (εταιρεία ενοικίασης αυτοκινήτων μέσω οικονομίας διαμοιρασμού).
Θα ήταν παράλειψη της παρούσας έκθεσης να μη σταθεί υπέρ της αύξησης του ορίου ηλικίας για την «κανονική» συνταξιοδότηση, για τις συντάξεις του 1ου Πυλώνα (ως «κανονική» ορίζεται η ηλικία στην οποία ένα άτομο δικαιούται να λάβει την πλήρη σύνταξη). Οι περισσότερες χώρες έχουν ήδη αρχίσει να αυξάνουν την ηλικία συνταξιοδότησης, οπότε δεν πρόκειται για νέα ιδέα. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, η αύξηση φτάνει μέχρι τον στόχο των 67 ετών. Δεν θα πρέπει να υπάρχει όριο στην ηλικία κανονικής συνταξιοδότησης. Θα πρέπει να συνεχίσει να αυξάνεται όσο αυξάνεται και το προσδόκιμο ζωής.
- Η κανονική ηλικία συνταξιοδότησης για λήψη της πλήρους σύνταξης από το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, θα πρέπει να αυξάνεται ακολουθώντας την αύξηση του προσδόκιμου ζωής.
Πρέπει να σημειωθεί ότι πολλοί πιστεύουν πως η αύξηση της ηλικίας στην οποία κάποιος δικαιούται παροχές κοινωνικής ασφάλισης, αποτελεί διακριτική μεταχείριση εις βάρος των εργαζομένων σε θέσεις εντάσεως εργασίας, όπως οι εργάτες κατασκευών και οι πυροσβέστες. Αυτές οι κατηγορίες εργαζομένων είναι πολύ δύσκολο να συνεχίσουν να εργάζονται μέχρι την ηλικία συνταξιοδότησης, πόσο μάλλον αν αυτή αυξάνεται διαρκώς.
- Επιπλέον, θα πρέπει να αυξάνονται τα ποσοστά των εισφορών, ώστε να είναι βιώσιμα τα συστήματα κοινωνικών συντάξεων.
Και πάλι, οι περισσότερες χώρες το κάνουν αυτό και μπορεί να επιτευχθεί με υψηλότερα ποσοστά εισφορών ή με την εφαρμογή των τρεχόντων ποσοστών σε αυξημένα ποσά εισοδημάτων (συνήθως οι εισφορές επιβάλλονται μέχρι ένα πλαφόν εισοδήματος).
Οι εισφορές για τις συντάξεις του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης θα πρέπει να αυξηθούν τόσο για τους εργοδότες όσο και για τους εργαζομένους, έως ότου, και σε συνδυασμό με τις άλλες λύσεις, το εθνικό σύστημα να καταστεί βιώσιμο, με βάση ρεαλιστικές αναλογιστικές παραδοχές. Και όλα τα προγράμματα καθορισμένων παροχών θα πρέπει να χρηματοδοτούνται στα αναλογιστικά σωστά επίπεδα.
Η ουσιαστική αντιμετώπιση ενός προβλήματος πρέπει να ξεκινάει με την αναγνώριση ότι το πρόβλημα υπάρχει. Αν οι κυβερνήσεις υποχρεωθούν να παρακολουθούν και να αναφέρουν τα κενά στη χρηματοδότηση των συντάξεων, αυτό θα είναι το πρώτο βήμα προς τη δημιουργία βιώσιμων λύσεων. Η διαφάνεια είναι βασικό βήμα στο δρόμο προς την επίλυση του θέματος.
- Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να υποχρεώνονται να αποκαλύπτουν τα τρέχοντα κενά στη χρηματοδότηση των συντάξεων και να παρουσιάζουν τις παροχές για τους μελλοντικούς συνταξιούχους με βάση τις καλύτερες δυνατές παραδοχές.
Η αύξηση του ορίου ηλικίας κατά το οποίο ένας συνταξιούχος μπορεί να αξιώσει να λάβει παροχές σημαίνει ότι ο άνθρωπος αυτός θα συνεχίσει να εργάζεται. Αυτή η παράταση των ετών εργασίας είναι αυτό που η Geneva Association αποκαλεί 4ο Πυλώνα.
- Οι κυβερνήσεις και η αγορά θα πρέπει να δημιουργήσουν περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης πέραν της κανονικής ηλικίας συνταξιοδότησης.
Φυσικά, η αγορά παίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση των εργαζομένων στη μισθοδοσία, αλλά και η κυβέρνηση μπορεί να νομοθετήσει σχετικά για να βοηθήσει την κατάσταση. Επιπλέον, με τους ολοένα αυξανόμενους αριθμούς ατόμων άνω των 65 που δεν παίρνουν τη σύνταξή τους, θα πρέπει να ανακύψουν νέες ευκαιρίες απασχόλησης. Για παράδειγμα, οι υγιείς ηλικιωμένοι θα μπορούσαν να απασχοληθούν στη φροντίδα όσων δεν είναι τόσο υγιείς, ορισμένοι μπορούν να εργαστούν με παιδιά σε προγράμματα ημερήσιας φροντίδας, ενώ άλλοι μπορούν να αξιοποιήσουν τις δεξιότητές τους ως σύμβουλοι. Αλλά και τα νέα πρότυπα της οικονομίας του διαμοιρασμού, όπως το Uber και το Airbnb, μπορούν να δημιουργήσουν ευκαιρίες για τους ηλικιωμένους που δεν υπήρχαν πριν από μερικά χρόνια.
- Ορισμένες χώρες εξετάζουν το ενδεχόμενο αύξησης της ευελιξίας εργασίας για ηλικιωμένους εργαζομένους.
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να παρατείνει τις ηλικίες απασχόλησης και να μειώσει την κρίση του συνταξιοδοτικού κενού. Ωστόσο, τα στοιχεία είναι αντικρουόμενα για το κατά πόσο τα ευέλικτα αυτά προγράμματα είναι βιώσιμα και αν πραγματικά παρατείνουν τα χρόνια εργασίας ή τα μειώνουν. Επίσης, οι επιχειρήσεις μπορεί να μην είναι και πολύ πρόθυμες να προσφέρουν ευέλικτα προγράμματα για ηλικιωμένους υπαλλήλους.
Όπως αναφέρθηκε και νωρίτερα, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής είναι ένα μόνο από τα μεγάλα ζητήματα που προκαλούν το συνταξιοδοτικό κενό. Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα είναι η επιδείνωση της αναλογίας ενεργού προς μη ενεργό πληθυσμό, λόγω χαμηλών ποσοστών γονιμότητας. Η αύξηση των ποσοστών γονιμότητας μπορεί να συμβάλει δραματικά στη βελτίωση του συνταξιοδοτικού κενού του 1ου Πυλώνα. Υπάρχει τρόπος να δώσουν οι κυβερνήσεις κίνητρα για αυξημένη γονιμότητα; Φυσικά, η Κίνα βρήκε τρόπο να δώσει αντικίνητρα για τη γονιμότητα με την πολιτική του ενός παιδιού στις αστικές περιοχές, που πρόσφατα άλλαξε και έγινε πολιτική δύο παιδιών. Όπως είδαμε νωρίτερα, η πολιτική αυτή έπληξε την Κίνα ως προς το συνταξιοδοτικό κενό.
Μήπως θα μπορούσε η προσφορά καλύτερων κινήτρων για απόκτηση περισσότερων παιδιών, όπως φοροελαφρύνσεις, αυξημένα επιδόματα τέκνων, δωρεάν παιδικοί σταθμοί (με προσωπικό άνω των 65 ετών), μείωση της σύνταξης του 1ου Πυλώνα αν έχεις λιγότερα παιδιά, κ.λπ. να είναι βιώσιμη; Ακόμα κι αν τα μέτρα αυτά όντως προκαλούσαν αύξηση των ποσοστών γονιμότητας, τα αποτελέσματα δεν θα ήταν αισθητά πριν από την πάροδο 15-20 ετών. Καθώς υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν τον συσχετισμό των ποσοστών γονιμότητας με μία ισχυρή οικονομία, η τόνωση της οικονομίας ίσως να είναι αποτελεσματικότερο μέτρο από οποιοδήποτε κίνητρο που θα μπορούσαν οι κυβερνήσεις να δώσουν σε οικογένειες για να προκαλέσουν αύξηση των ποσοστών γονιμότητας.
Υπάρχουν και άλλες νομισματικές πολιτικές που θα μπορούσαν να μετριάσουν το συνταξιοδοτικό κενό. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν τον έλεγχο των επιτοκίων και, όπως αναφέρθηκε νωρίτερα, τα επιτόκια έχουν σημαντική επίδραση στα περιουσιακά στοιχεία που διαχειρίζονται τα συνταξιοδοτικά ταμεία, καθώς και στην αξία των συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων.
- Μία αύξηση των επιτοκίων θα μπορούσε να συμβάλλει σημαντικά στη μείωση του συνταξιοδοτικού κενού.
Μία άλλη σημαντική συνιστώσα του συνταξιοδοτικού κενού είναι ο πρόωρος θάνατος του βασικού εισοδηματία της οικογένειας. Πολλά άρθρα και ανακοινώσεις έχουν γραφτεί για το παγκόσμιο κενό προστασίας και υπάρχει η άποψη ότι ένας θάνατος θα βοηθούσε το συνταξιοδοτικό κενό. Στην πραγματικότητα, ο θάνατος του βασικού εισοδηματία επιτείνει το συνταξιοδοτικό κενό, καθώς ο εισοδηματίας αυτός παύει να αποταμιεύει για τη σύνταξή του, η οικογένεια ενδεχομένως να αναγκαστεί να δαπανήσει χρήματα που αρχικά προορίζονταν για τη συνταξιοδότηση και επιπλέον η οικογένεια ενδεχομένως να χρειαστεί να καταφύγει σε κρατική αρωγή, που αυξάνει το κρατικό μερίδιο στο συνταξιοδοτικό κενό.
Και σε περίπτωση αναπηρίας, η κατάσταση μπορεί να είναι χειρότερη. Η αναπηρία όχι μόνο μειώνει το εισόδημα του βασικού εισοδηματία της οικογένειας. ο ανάπηρος χρειάζεται φροντίδα, η αποταμίευση μειώνεται και τα χρήματα της συνταξιοδότησης δαπανώνται για την κάλυψη τρεχουσών αναγκών. Η Zurich Insurance Group διεξήγε πρόσφατα μία μελέτη στη Δυτική Ευρώπη που κατέδειξε την απουσία κατανόησης αναφορικά με την πιθανότητα της αναπηρίας. Το πενήντα τοις εκατό των ερωτώμενων εκτίμησαν εσφαλμένα την πιθανότητα αναπηρίας σε κάτω του 10%, ενώ το σωστό ποσοστό είναι 25%. Και, σε πολλές περιπτώσεις, η αναπηρία οδηγεί στη φτώχεια. Σύμφωνα με τη μελέτη της Zurich, στο Ηνωμένο Βασίλειο, πάνω από το 50% των αναπήρων βρίσκονται στο χαμηλότερο πεμπτημόριο εισοδήματος ή κάτω από τη γραμμή της φτώχειας.
- Μία μέθοδος μετριασμού του κενού προστασίας θα ήταν να υπάρξει κάποιο επίπεδο υποχρεωτικής ασφάλισης ζωής για άτομα με παιδιά ή άλλα εξαρτώμενα μέλη, για παράδειγμα.
Και ενώ η υποχρεωτική ασφάλιση ζωής μπορεί να ακούγεται κάπως ακραίο μέτρο, στις περισσότερες βιομηχανοποιημένες χώρες είναι υποχρεωτική η ασφάλιση αυτοκινήτου. Η υποχρεωτική ασφάλιση ζωής, ακόμα και σε ένα ελάχιστο επίπεδο, δεν μειώνει απλά το κενό προστασίας. βοηθάει τους ανθρώπους να μάθουν την αξία της ασφάλισης ζωής και της αποταμίευσης. Μικρές αλλαγές κουλτούρας, στα πρώιμα στάδια της ζωής, μπορεί να βοηθήσουν σημαντικά αργότερα στη ζωή. Το πρόγραμμα θα μπορούσε να τρέξει σαν ένα μεγάλο ομαδικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο, διαιρεμένο στις συμμετέχουσες ασφαλιστικές εταιρείες.
Τι μπορεί να κάνει η ασφαλιστική βιομηχανία
Αν οι κυβερνήσεις δεν καταστήσουν υποχρεωτική την απόκτηση χρηματοοικονομικών γνώσεων στο πλαίσιο του εθνικού εκπαιδευτικού συστήματος ή καθυστερούν πάρα πολύ σε αυτό, τι εμποδίζει οργανισμούς του ασφαλιστικού κλάδου, σε συνεργασία με εμπορικές ομάδες, ενώσεις και εκπαιδευτές, να σχεδιάσουν μαθήματα χρηματοοικονομικών γνώσεων και να τα φέρουν στα σχολεία; Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, το Ίδρυμα Αναλογιστών (Actuarial Foundation) έχει αναπτύξει ένα τέτοιο πρόγραμμα και έχει αναπτύξει εξαιρετικό υλικό, που ποικίλλει από το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού μέχρι την κατανόηση του πώς λειτουργεί ο τόκος και οι συνταξιοδοτικές πρόσοδοι. Δυστυχώς, η απήχηση και οι πόροι του Ιδρύματος Αναλογιστών δεν του επιτρέπουν να εφαρμόσει το πρόγραμμα αυτό ευρέως.
- Οργανισμοί του ασφαλιστικού κλάδου και εμπορικές ομάδες θα μπορούσαν να συνεργαστούν με οργανισμούς όπως το Ίδρυμα Αναλογιστών, ώστε να διαδοθεί το μήνυμα των χρηματοοικονομικών γνώσεων σε μεγαλύτερο αριθμό παιδιών παγκοσμίως.
Οργανισμοί του ασφαλιστικού κλάδου μαζί με εμπορικές ενώσεις και εκπαιδευτές θα πρέπει να αναπτύξουν ένα παγκόσμιο δίκτυο, για να ξεκινήσει η διδασκαλία χρηματοοικονομικών γνώσεων σε όλα τα σχολεία. Ωστόσο, οι χρηματοοικονομικές γνώσεις, είτε σαν μάθημα στο υποχρεωτικό σχολικό πρόγραμμα είτε διδασκόμενες από φορείς και οργανώσεις της αγοράς, δεν επαρκούν για να λύσουν το πρόβλημα. Χρειάζεται ευκολότερη πρόσβαση σε πιο κατανοητά προϊόντα με χαμηλότερο κόστος. Για παράδειγμα, ο ασφαλιστικός κλάδος θα μπορούσε επίσης να αναπτύξει χαμηλού κόστους αναβαλλόμενες προσόδους με υποχρέωση καταβολής των προσόδων σε συγκεκριμένη ημερομηνία. Η τάση σήμερα στην αγορά είναι πολύπλοκα προγράμματα προσόδων με πολύπλοκες δομές, όπως εγγυημένες παροχές ανάληψης ή εγγυημένες παροχές εισοδήματος. Λόγω των πολύπλοκων αυτών εγγυήσεων, οι εταιρείες αναγκάζονται να αγοράζουν ακριβά προϊόντα αντιστάθμισης κινδύνου για τα συμβόλαια αυτά, απογειώνοντας το κόστος τους. Και ενώ υπάρχει μία θέση στην αγορά για τα προϊόντα αυτά, για τους πιο απαιτητικούς πελάτες, τα προγράμματα αυτά δεν είναι απαραίτητα η καλύτερη επιλογή για ανθρώπους μετρίου εισοδήματος.
Μετά την πρόσφατη νομοθεσία που ψηφίστηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, που δυσκολεύει την πώληση αυτών των προϊόντων, η ανάπτυξη απλούστερων και χαμηλότερου κόστους προϊόντων είναι θέμα χρόνου. Αν συνδυαστούν, δε, με προωθητικές ενέργειες στους χώρους εργασίας ή, ακόμα καλύτερα, υποστηριχθούν από τις επιχειρήσεις ώστε να είναι προσιτά από όλα τα εισοδηματικά επίπεδα, τέτοια προγράμματα προσόδων θα έχουν σημαντικότατη επίδραση στο συνταξιοδοτικό κενό.
Τι μπορεί να κάνει ο γενικός πληθυσμός
Είναι ευθύνη του καθενός να αποταμιεύει για τη συνταξιοδότηση; Ακόμα κι αν οι επιχειρήσεις στρέφονται προς μη υποχρεωτικά προγράμματα καθορισμένων εισφορών, ο εργαζόμενος δεν έχει τουλάχιστον ένα μέρος της ευθύνης για την αποταμίευση επαρκούς ποσού για τη συνταξιοδότηση;
Και ενώ είναι εύκολο να αμφισβητηθεί αυτό, είναι ξεκάθαρο ότι ο μέσος άνθρωπος πρέπει να εκπαιδευτεί καλύτερα αποκτώντας χρηματοοικονομικές γνώσεις, έτσι ώστε να είναι καλύτερα προετοιμασμένος να αντιμετωπίσει αυτά τα δύσκολα ερωτήματα. Συνεπώς, είναι σημαντικό να αναλάβει ο κάθε άνθρωπος ένα μέρος του βάρους του συνταξιοδοτικού κενού, αποταμιεύοντας περισσότερα για τη συνταξιοδότησή του.
Ο Kristof Terryn, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Zurich Insurance Group, ανέφερε κάτι αντίστοιχο σε μια πρόσφατη συνάντηση:
«Ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι αρχίζουν και αντιλαμβάνονται την ύπαρξη του συνταξιοδοτικού κενού, όμως οι περισσότεροι υποτιμούν έναν ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο για το επίπεδο διαβίωσής τους: το να χάσουν την ικανότητα να δουλεύουν. Πολλοί θεωρούν το Κράτος ως τον κύριο πάροχο οικονομικής στήριξης για όσους δεν είναι πλέον ικανοί να εργαστούν. Ωστόσο, καθώς γηράσκει ο πληθυσμός και οι κρατικοί προϋπολογισμοί βρίσκονται υπό πίεση, στη Zurich αναμένουμε να δούμε μία σταδιακή μείωση στις παροχές κοινωνικής ασφάλειας και εταιρικών συντάξεων σε πολλές χώρες. Οι άνθρωποι θα χρειαστεί να επιδείξουν ολοένα και μεγαλύτερη προσωπική ευθύνη για την προστασία των ιδίων και των οικείων τους».
Δείξαμε παραπάνω ότι ο θάνατος ή η αναπηρία του βασικού εισοδηματία μιας οικογένειας μπορεί να αυξήσει το συνταξιοδοτικό κενό. Ο Terryn όχι μόνο το αναφέρει αυτό στο σχόλιό του, αλλά λέει επίσης ότι οι άνθρωποι πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη να προστατεύσουν τους εαυτούς τους και τις οικογένειές τους.
Οι εργαζόμενοι πρέπει να εκπαιδευτούν στην αναγκαιότητα διά βίου αποταμίευσης, ακόμα και εις βάρος των σημερινών πολυτελειών. Και οι γονείς θα πρέπει να εκπαιδεύουν τα παιδιά τους αναφορικά με τα οφέλη της αποταμίευσης, το συντομότερο δυνατό. Δεν είναι μόνο ευθύνη των κυβερνήσεων και επιχειρήσεων να γίνει αυτό πραγματικότητα.
Συμπέρασμα
Η άνοδος του προσδόκιμου ζωής, τα χαμηλά ποσοστά γονιμότητας και το τρέχον περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων έχουν δημιουργήσει την τέλεια καταιγίδα για τη χρηματοδότηση των συντάξεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Το συνταξιοδοτικό κενό εκτιμάται στα 41 τρις δολάρια και θα χρειαστούν συντονισμένες προσπάθειες των κυβερνήσεων, των επιχειρήσεων αλλά και του πληθυσμού για να μετριαστεί αυτή η επιδημία. Χρειάζεται η αλλαγή νόμων αλλά και κουλτούρας, και αυτό δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση.
Ορισμένες αναγκαίες αλλαγές έχουν ήδη αρχίσει να εφαρμόζονται. Όμως, το διαθέσιμο χρονικό περιθώριο για την ολοκλήρωση ορισμένων από τις αλλαγές αυτές είναι μικρότερο απ’ ό,τι πιστεύουν οι πολιτικοί. Καθώς ο πληθυσμός σε πολλές χώρες συνεχίζει να γηράσκει, το πολιτικό κλίμα θα αλλάξει και αυτό. Οι ηλικιωμένοι ψηφίζουν και θα εκλέξουν πολιτικούς που θα τους διαβεβαιώσουν ότι οι παροχές τους δεν θα μεταβληθούν.
Ο ασφαλιστικός κλάδος βρίσκεται στη μοναδική θέση να μετριάσει τον αντίκτυπο αυτής της επιδημίας. Έχει την εμπειρογνωμοσύνη, μέσω των αναλογιστών και των underwriters, τα εργαλεία, μέσα από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες, τη διάθεση να αναλάβει τον κίνδυνο, αλλά και την πολιτική επιρροή και τα μέσα να συνεργαστεί με κυβερνήσεις και την κοινωνία για την εξεύρεση πρακτικών λύσεων. Η δήλωση του Otto von Bismarck, το 1884, είναι τόσο επίκαιρη σήμερα όσο ήταν τότε. Οι άνθρωποι που δουλεύουν μια ζωή, δικαιούνται να νιώθουν κάποια ασφάλεια ότι θα τους φροντίσουν στα γηρατειά ή αν μείνουν ανάπηροι.