Έρευνα EY: Η αυξημένη χρήση του διαδικτύου επιδρά στην ποιότητα ζωής των καταναλωτών
Η Έρευνα ΕΥ έδειξε ότι:
- 41% των ερωτηθέντων ανησυχούν περισσότερο για τον αντίκτυπο του διαδικτύου στην ποιότητα ζωής τους, από ό,τι πριν από την πανδημία
- Η ψηφιακή κόπωση οδηγεί το 47% να αναζητήσουν χρόνο μακριά από συσκευές συνδεδεμένες στο internet
- 42% πιστεύουν ότι πληρώνουν πολύ παραπάνω από όσο θα έπρεπε, για το περιεχόμενο που καταναλώνουν
Η αυξημένη ανάγκη για ψηφιακές υπηρεσίες από το σπίτι, αναπόφευκτα οδήγησε σε έκρηξη της χρήσης του διαδικτύου, κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19. Ωστόσο, ο αυξημένος βαθμός υιοθέτησης αυτών των υπηρεσιών, συνοδεύεται από τις, επίσης, αυξημένες ανησυχίες των καταναλωτών για τον αντίκτυπό τους στην ποιότητα ζωής, γεγονός που δημιουργεί την επείγουσα ανάγκη μιας νέας προσέγγισης από τους παρόχους. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από το πρώτο μέρος της μελέτης της EY, Decoding the digital home, η οποία αξιολογεί τη στάση καταναλωτών από τον Καναδά, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, όσον αφορά την ψηφιακή συνδεσιμότητα, την τεχνολογία και την κατανάλωση περιεχομένου.
Με ορισμένες γεωγραφικές διαφοροποιήσεις, η έρευνα διαπιστώνει ότι τα νοικοκυριά υιοθέτησαν μια σειρά υπηρεσιών για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια των επιμέρους lockdowns. Οι βιντεοκλήσεις βρίσκονται στην κορυφή της κατάταξης, με αύξηση του ρυθμού υιοθέτησής τους κατά 25%, με τον ρυθμό υιοθέτησης των διαδικτυακών υπηρεσιών υγείας (20%) και εκπαίδευσης (18%) να έχει, επίσης, αυξηθεί ραγδαία. Ταυτόχρονα, σε όλες τις αγορές όπου διεξήχθη η έρευνα, το 44% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι οι ανάγκες τους για σύνδεση στο διαδίκτυο έχουν αυξηθεί.
Είναι εντυπωσιακό, ωστόσο, ότι η αυξητική αυτή τάση συνδυάζεται με όλο και περισσότερους προβληματισμούς. Το 41% των ερωτηθέντων ανησυχούν περισσότερο σήμερα για τον αντίκτυπο του διαδικτύου στην ποιότητα ζωής τους, σε σχέση με την περίοδο πριν την πανδημία, ενώ το 39% είναι πολύ προσεκτικοί στη δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων τους στο διαδίκτυο. Χαρακτηριστικά, η ηλικιακή ομάδα 18-34 ανησυχεί περισσότερο για τη δημοσιοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (43%), από ό,τι τα άτομα ηλικίας 45 ετών και άνω (36%).
Ο συσχετισμός μεταξύ ζήτησης και ανησυχιών είναι πιο έντονος μεταξύ των νοικοκυριών με παιδιά, καθώς το 60% των ερωτηθέντων που έχουν παιδιά αναφέρουν ότι οι ανάγκες τους για συνδεσιμότητα έχουν αυξηθεί (έναντι 44% κατά μέσο όρο), και πάνω από τους μισούς (52%) δηλώνουν ότι είναι πολύ πιθανό να εξετάσουν τον αντίκτυπο που έχει το internet στην ποιότητα ζωής τους (έναντι 41% κατά μέσο όρο).
Κορεσμός περιεχομένου και δυσπιστία
Πολλοί ερωτηθέντες βιώνουν σήμερα ψηφιακή κόπωση, σύμφωνα με την έρευνα. Το 47% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι αναζητούν χρόνο αποσύνδεσης από τα smartphones και άλλες συσκευές συνδεδεμένες στο διαδίκτυο, ενώ το 25% θα ήθελαν να μειώσουν τον αριθμό των πλατφορμών streaming που χρησιμοποιούν. Συγχρόνως, 43% πιστεύουν ότι υπάρχουν σήμερα υπερβολικά πολλά πακέτα συνδεσιμότητας και περιεχομένου.
Παράλληλα, περισσότερο από το ένα τρίτο (35%) των ερωτηθέντων ανησυχούν πολύ για το επιβλαβές ή ακατάλληλο περιεχόμενο στο διαδίκτυο και σχεδόν τα μισά νοικοκυριά (49%) υποστηρίζουν την αυστηρότερη ρύθμιση και έλεγχο του διαδικτύου. Το 35% είναι, επίσης, επιφυλακτικοί σχετικά με τη χρήση δικτύων κινητής τηλεφωνίας 5G, παρά τις κυβερνητικές διαβεβαιώσεις.
Η έμφαση στην εξοικονόμηση λειτουργεί αποτρεπτικά για πιθανές θετικές δαπάνες
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο COVID-19 οδήγησε σε αυξημένες προθέσεις για δαπάνες, με το 25% να συμφωνούν ότι η πανδημία έχει κάνει την αναβάθμιση σε δίκτυο 5G πιο ελκυστική και το 20% των ερωτηθέντων να δηλώνουν πλέον πιο πρόθυμοι να πληρώσουν παραπάνω για περιεχόμενο Ultra HD. Ωστόσο, οι προβληματισμοί για τον έλεγχο κόστους και την εξοικονόμηση χρημάτων, είναι πιο έντονοι από τη διάθεση για αναβάθμιση. Το 42% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι ήδη πληρώνουν πάρα πολλά για το περιεχόμενο που καταναλώνουν, ενώ το 53% δηλώνουν ότι προτεραιότητα του νοικοκυριού τους είναι να δαπανούν όσο το δυνατόν λιγότερο σε υπηρεσίες επικοινωνίας. Συνολικά, το 42% των ερωτηθέντων σε όλες τις χώρες που περιλαμβάνει το δείγμα, πιστεύουν ότι ο πάροχος ευρυζωνικών υπηρεσιών που χρησιμοποιούν, δεν κάνει ό,τι μπορεί για να διασφαλίσει ότι απολαμβάνουν το καλύτερο δυνατό πακέτο.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, ο κ. Γιώργος Αποστολάκης, Εταίρος στο Τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών και Επικεφαλής του κλάδου Τεχνολογίας, Media και Τηλεπικοινωνιών της ΕΥ Ελλάδος, δήλωσε: «Η πανδημία έχει αλλάξει δραστικά τις καταναλωτικές συνήθειες, στρέφοντας τους καταναλωτές σε online υπηρεσίες. Η μείωση του ψηφιακού αποκλεισμού είναι ένα θετικό αποτέλεσμα της πανδημίας. Ωστόσο, η αυξημένη χρήση και εξάρτηση από online υπηρεσίες και περιεχόμενο, δημιουργεί ανησυχίες στους καταναλωτές για την ασφάλεια των προσωπικών τους δεδομένων, την ποιότητα ζωής τους, τον κορεσμό περιεχομένου, αλλά και το κόστος των υπηρεσιών. Για να μπορέσουν να αξιοποιήσουν την αναδυόμενη αυτή ευκαιρία που προσφέρει το νέο περιβάλλον, οι πάροχοι ψηφιακών υπηρεσιών και τηλεπικοινωνιών, θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τους προβληματισμούς των καταναλωτών, και να τους πείσουν ότι οι υπηρεσίες και τα προϊόντα τους προσφέρουν πραγματική, προστιθέμενη αξία, σε μία εποχή όπου οι επιλογές είναι πλέον παραπάνω από αρκετές».
Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News