Χρήστος Παπαδόγιαννης , Πρόεδρος ΟΑΣΕ -Πρόεδρος της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής του Τ.Ε.Α.-Ε.Α.Π.Α.Ε.: «Η επιτυχημένη λειτουργία του Ταμείου είναι ένα “στοίχημα” όλου του Κλάδου»
Το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων από την 1η Μαρτίου 2013 λειτουργεί αυτόνομα, ως ΝΠΙΔ με την επωνυμία «Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης Επικούρησης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων
(ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ)». Το αποτέλεσμα αυτό ήταν η επιτυχής κατάληξη μιας μεθοδικής και συστηματικής προσπάθειας, την οποία περιγράφει ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ασφαλιστικών Συλλόγων Ελλάδος και Πρόεδρος της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής του Ταμείου, κ. Χρήστος Παπαδόγιαννης, στη συνέντευξη που παραχώρησε στην «Α.Α.».
Τονίζει ότι τα δεδομένα του Ταμείου, βάσει των οποίων εξαιρέθηκε και δεν εντάχθηκε στο ΕΤΕΑ, δημιουργούν τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια σε τωρινούς και μελλοντικούς συνταξιούχους. Επισημαίνει τη σημασία και την αξία της συλλογικής προσπάθειας, όλων των φορέων του Κλάδου, για την επιτυχημένη και υποδειγματική λειτουργία του, αλλά και την ευθύνη που τους αναλογεί, προκειμένου να αποδείξουν ότι ο κλάδος συνολικά μπορεί να διαχειριστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ένα επαγγελματικό ταμείο υποχρεωτικής επικουρικής ασφάλισης.
Κύριε Παπαδόγιαννη, θα ήθελα να μας περιγράψετε σε αδρές γραμμές πώς οργάνωσε η ΟΑΣΕ την όλη προσπάθεια, προκειμένου να μην ενταχθεί το ΤΕΑΑΠΑΕ στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ); Πώς επετεύχθη το συγκεκριμένο αποτέλεσμα και τι δυσκολίες αντιμετωπίσατε;
Χρ.Π.: Το 2008, με το νόμο 3655/2008 της τότε υπουργού κας Πετραλιά, το Ταμείο μας και οκτώ ακόμη Επικουρικά Ταμεία του Ιδιωτικού Τομέα ενοποιήθηκαν σε έναν ενιαίο φορέα (στο ΤΕΑΙΤ), για λόγους μείωσης των διοικητικών εξόδων. Τα εννέα αυτά Ταμεία είχαν κοινή διοίκηση, ωστόσο πετύχαμε, τότε, το καθένα από αυτά να έχει λογιστική και οικονομική αυτοτέλεια. Ερχόμαστε, λοιπόν, στο πρόσφατο παρελθόν. Η Πολιτεία, το 2012 επί υπουργίας του κ. Κουτρουμάνη, αποφάσισε να εντάξει όλα τα Επικουρικά Ταμεία στο ΕΤΕΑ (Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης), στα πλαίσια του οποίου, όμως, δεν θα υπήρχε πλέον λογιστική και οικονομική αυτοτέλεια για κανένα. Αν υπολογίσει κανείς το μέγεθος των υπολοίπων Ταμείων που συγχωνεύτηκαν και τα χρόνια προβλήματα πολλών εξ αυτών, αντιλαμβάνεται εύκολα πού θα οδηγούμαστε όσον αφορά στην οικονομική ευρωστία του Ταμείου μας.
Η αρχική μάχη, που νομίζω ότι ήταν και η σοβαρότερη, ήταν αυτή που δόθηκε κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης γι’ αυτό το περίφημο νομοσχέδιο. μάχη, στην οποία η Ομοσπονδία μας πρωτοστάτησε. Καταφέραμε, έτσι, να προστεθεί στο νομοσχέδιο άρθρο, το οποίο έδινε τη δυνατότητα σε κάποια Ταμεία να εξαιρεθούν. Ωστόσο, αρχικά δεν προβλεπόταν να είναι υποχρεωτική η υπαγωγή στο Ταμείο για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, οι οποίοι θα εντάσσονταν στον ενιαίο φορέα του ΙΚΑ (στο ΕΤΕΑ). Αυτή η λύση δεν μπορούσε φυσικά να γίνει αποδεκτή, γιατί σε κάποια χρόνια από σήμερα το Ταμείο μας δεν θα είχε πλέον πόρους και αυτό θα σήμαινε την εξαφάνισή του. Την τελευταία στιγμή, κυριολεκτικά, και προ της ψηφίσεως του νομοσχεδίου, τον Απρίλιο του 2012, καταφέραμε, μαζί με άλλες Ομοσπονδίες, να αρθεί αυτή η παράμετρος, και έτσι ίσχυσε τελικά και η υποχρεωτικότητα.
Μετά την ψήφιση του νόμου (4052/2012) και σύμφωνα με όσα ορίζονται σχετικά, η ΟΑΣΕ, ως η αντιπροσωπευτικότερη συνδικαλιστική ένωση των ασφαλισμένων στο Ταμείο μας, είχε την ευθύνη και την αρμοδιότητα να υποβάλει την αίτηση εξαίρεσης στο Υπουργείο Εργασίας, πράγμα που έγινε το Μάιο του 2012. Αργότερα, κατέθεσαν αντίστοιχες αιτήσεις και άλλα οκτώ Ταμεία Επικουρικής Ασφάλισης. Στη συνέχεια ακολουθήθηκε μια συγκεκριμένη διαδικασία, η οποία όριζε ότι έπρεπε να κατατεθεί το καταστατικό του Ταμείου, προσαρμοσμένο στις καινούργιες συνθήκες, και να γίνει μία αναλογιστική μελέτη, που θα τύγχανε της έγκρισης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.
Ξεκίνησε, λοιπόν, αυτή η διαδικασία, που ήταν αρκετά κοπιαστική και κοστοβόρα, και ενώ ο νόμος έδινε χρονικό περιθώριο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2012, εμείς καταθέσαμε στις αρχές Οκτωβρίου του 2012 τα απαιτούμενα στοιχεία της αίτησης εξαίρεσης, δηλαδή το καταστατικό και την αναλογιστική μελέτη, που αποδείκνυε ότι το Ταμείο είναι βιώσιμο και ότι μπορεί να λειτουργήσει με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, όπως ένα Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης.
Παρόλο που εμείς ήμαστε έτοιμοι από τον Οκτώβριο, η έγκριση για την εξαίρεση του Ταμείου μάς κοινοποιήθηκε τελικά στις 30 Δεκεμβρίου 2012. Επειδή, όμως, οι αιτήσεις εξαίρεσης των υπόλοιπων ταμείων δεν είχαν ακόμη εξετασθεί, ο Υπουργός Εργασίας έδωσε παράταση δύο μηνών, μέχρι το τέλος του Φεβρουαρίου 2013.
Να σημειώσω εδώ, παρενθετικά, ότι από το σύνολο των Ταμείων που αφορούσε ο νόμος, εννέα υπέβαλαν αίτηση εξαίρεσης και τελικά μόνον τέσσερα κατάφεραν να εξαιρεθούν. Από αυτά, μόνο στο δικό μας Ταμείο η Ομοσπονδία εργαζομένων ζήτησε και τελικά πέτυχε να συνυπογραφεί το νέο καταστατικό του τόσο από την Ένωση Συνταξιούχων όσο και από την Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδας. Για μας αυτό, παρότι δεν ήταν εκ του νόμου υποχρέωσή μας, ήταν θέμα αρχής, που στηρίζεται στην άποψή μας για την αναγκαιότητα της συνεργασίας των φορέων του κλάδου, προκειμένου να εξασφαλιστεί στο μέγιστο βαθμό η βιωσιμότητα και η σωστή λειτουργία και διαχείριση του κλαδικού μας Ταμείου. Αυτό, το υπογραμμίζουμε ως πολύ θετικό στοιχείο στην προσπάθειά μας.
Γενικότερα, με την εργοδοτική πλευρά και τους συνταξιούχους του Ταμείου υπήρχε σύμπλευση και ταύτιση απόψεων για το μέλλον του Ταμείου;
Χρ.Π.: Από την πρώτη στιγμή που ξεκινήσαμε αυτή τη διαδικασία, με στόχο την αυτοδιαχείριση του Ταμείου μας –και εδώ νομίζω ότι φαίνεται και η ωριμότητα της Ομοσπονδίας–, γνωρίζαμε ότι το εγχείρημα ήταν πάρα πολύ μεγάλο, πάρα πολύ σημαντικό και πάρα πολύ δύσκολο.
Δεδομένου ότι το ταμείο μας είναι κλαδικό, προστρέξαμε και στις υπόλοιπες πλευρές, για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε τις απαιτούμενες συνεργασίες μέσα στον κλάδο, που θα ενίσχυαν τη διαδικασία ανεξαρτητοποίησης αλλά και την ασφαλέστερη νέα πορεία του Ταμείου.
Μέσα στο καλοκαίρι του 2012, αποστείλαμε στην Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών, στην Ένωση Συνταξιούχων, αλλά και στις εργοδοτικές οργανώσεις των αυτοαπασχολουμένων (μεσιτών και πρακτόρων) το προτεινόμενο καταστατικό και την προτεινόμενη αναλογιστική μελέτη, ζητώντας τις παρατηρήσεις τους.
Το Σεπτέμβριο του 2012 ξεκινήσαμε τη διαδικασία των συζητήσεων και τελικά κατορθώσαμε να κάνουμε ένα καταστατικό, στη διαμόρφωση του οποίου συνέβαλαν με τις παρατηρήσεις τους τόσο η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών όσο και η Ένωση Συνταξιούχων Ασφαλιστών. Αντίθετα, από τις εργοδοτικές οργανώσεις των αυτοαπασχολουμένων δεν υπήρξαν ούτε παρατηρήσεις ούτε διορθώσεις.
Να επισημάνω εδώ ότι στο Ταμείο μας υπάρχει μια διαφοροποίηση, που αφορά στους υποχρεωτικά και στους προαιρετικά ασφαλισμένους. Υποχρεωτικά ασφαλισμένοι είναι όσοι έχουν έμμισθη σχέση εργασίας με τον κλάδο, ενώ οι πράκτορες, οι μεσίτες, οι ασφαλιστικοί σύμβουλοι, οι πραγματογνώμονες υπάγονται προαιρετικά.Παρόλο, λοιπόν, που οι αυτοαπασχολούμενοι υπάγονται προαιρετικά, με το ποσοστό τους να αντιπροσωπεύει περίπου το 1% των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του Ταμείου, εμείς τους λάβαμε υπόψη και ζητήσαμε τις παρατηρήσεις τους.
Τότε, πώς ερμηνεύετε και πώς σχολιάζετε την αιχμηρή ανακοίνωση της Ένωσης Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών Ελλάδος (ΕΑΔΕ), της 1ης Μαρτίου 2013, ότι μεθοδεύτηκε η σύσταση του Ταμείου χωρίς τη συμμετοχή εκπροσώπων τους, αλλά και ο αποκλεισμός τους από τη διοίκησή του;
Χρ.Π.: Εκείνο που μπορώ να πω με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια –και είμαι σίγουρος γι’ αυτό που λέω– είναι το εξής: όταν ανακοινώσαμε ως Ομοσπονδία ότι το Ταμείο επρόκειτο να εξαιρεθεί, κανένας, πέραν του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας, δεν πίστευε ότι μπορεί αυτό να συμβεί. Κι αυτό δεν το πίστευε κανείς μέχρι και το Δεκέμβριο του 2012, ούτε καν το ίδιο το υπουργείο…
Γιατί αυτή η δυσπιστία;
Χρ.Π.: Διότι δεν πίστευε κανένας ότι θα μπορέσουμε να υπερκεράσουμε τα ζητήματα των αναλογιστικών μελετών και τα ζητήματα της μελλοντικής βιωσιμότητας του Ταμείου. Όπως σας είπα ήδη, στο νόμο Κουτρουμάνη η διάταξη για τη δυνατότητα εξαίρεσης μπήκε μετά από δική μας πίεση. Η Πολιτεία δεν είχε πρόθεση να εξαιρέσει κανένα ταμείο. Η μεθοδική και αποτελεσματική δουλειά που έγινε έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα: να πετύχουμε την εξαίρεση του Ταμείου μας, την αυτονομία του και την αυτοδίκαιη μετατροπή του σε ΝΠΙΔ υποχρεωτικής επικουρικής ασφάλισης.
Όταν φτάσαμε, λοιπόν, στο επιθυμητό αποτέλεσμα, ξαφνικά ενδιαφέρθηκαν άπαντες, κάποιοι μάλιστα κατόπιν εορτής.
Θεωρώ ότι από πλευράς ασφαλιστικών διαμεσολαβητών δεν υπήρχε κανένας λόγος να βγει κάποια ανακοίνωση και μάλιστα την πρώτη μέρα λειτουργίας του νέου μας Ταμείου! Εξάλλου, το καταστατικό του Ταμείου μας δεν αποκλείει κανέναν –κι όποιος το διαβάσει καλά, θα το αντιληφθεί αυτό ξεκάθαρα.
Στο σημείο αυτό και πριν περάσουμε σε θέματα που αφορούν στη λειτουργία του Ταμείου στη νέα του μορφή, θα ήταν χρήσιμο να μας πείτε ποια ήταν η επίπτωση του “κουρέματος” στην περιουσία του και ποιες οι συνέπειες για τη μελλοντική βιωσιμότητά του;
Χρ.Π.: Το Ταμείο είχε μια περιουσία ύψους 1 δισ. και 100 εκατ. ευρώ σε ονομαστικές αξίες και με το PSI απωλέσθηκαν περίπου 500 εκατ. ευρώ. Ως ΟΑΣΕ έχουμε ξεκινήσει μια διαδικασία ανάκτησης και το Δεκέμβριο του 2012, μετά από πιέσεις του εκπροσώπου μας στο ΔΣ του ΤΕΑΙΤ, έκανε και το ΤΕΑΙΤ αντίστοιχη αγωγή στην Τράπεζα της Ελλάδος, για τη διαδικασία του PSI.
Ενώ, λοιπόν, το Ταμείο μας ήταν πλήρως αποθεματοποιημένο ακόμη και με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, απαιτήθηκε, λόγω του PSI και λόγω της αναλογιστικής μελέτης κατά τη διάρκεια της εξαίρεσης, να υπάρξει ένα πρόγραμμα χρηματοδότησής του, ούτως ώστε να συμπληρώσει αυτά που χάθηκαν και να επανέλθει στο 100% της αποθεματοποίησής του. Παρά την αρχική πρόταση του Υπουργείου για πρόγραμμα αποθεματοποίησης διάρκειας τριών ετών, τελικά μετά από συζητήσεις που έγιναν, καταλήξαμε το πρόγραμμα χρηματοδότησης να έχει 12ετή διάρκεια, ώστε να υπάρχουν οι μικρότερες δυνατές επιπτώσεις στους συνταξιούχους του Ταμείου.
Με ποιο τρόπο θα γίνει η χρηματοδότηση του Ταμείου;
Χρ.Π.: Η μείωση των συντάξεων σε συνδυασμό με τις προβλεπόμενες εισφορές, οι οποίες ούτως ή άλλως επαρκούσαν για τις προβλεπόμενες καταστατικές συντάξεις, θα δημιουργούν κάθε χρόνο πλεόνασμα, που στο διάστημα της 12ετίας θα ολοκληρώσει την απαιτούμενη, από το νέο κεφαλαιοποιητικό σύστημα λειτουργίας, αποθεματοποίηση.
Για τι ποσοστό μείωσης συντάξεων μιλάμε και πώς αυτό αποφασίστηκε;
Χρ.Π.: Το ποσοστό της μείωσης αποφασίστηκε στα πλαίσια των ελέγχων που έγιναν από την Εθνική Αναλογιστική Αρχή, για την αποθεματοποίηση του ΤΕΑΑΠΑΕ ως ΝΠΙΔ. Πρόκειται για μια μείωση των παροχών, όπως αυτές προβλέπονται από τις καταστατικές διατάξεις του Ταμείου, της τάξεως του 35%. Υπολογίστηκε ότι αυτή η μείωση θα συμβάλει, μαζί με τα πλεονάσματα που θα έχουμε, στην πλήρη αποθεματοποίηση του Ταμείου, σε βάθος 12ετίας.
Να επισημάνω εδώ ότι, από την πρώτη στιγμή, εμείς ενημερώσαμε το σύνολο των συνταξιούχων και την Ένωσή τους. Ήταν, δηλαδή, όλοι γνώστες της διαδικασίας για την εξαίρεση. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και στα υπόλοιπα ταμεία, με μια ουσιαστική διαφορά: στο Ταμείο μας, αυτή η μείωση θα γίνει συμψηφιστικά με τις μειώσεις που είχε ήδη κάνει το κράτος στις επικουρικές συντάξεις, μέχρι και τις 28 Φεβρουαρίου του 2012. Αντίθετα, στα άλλα τρία ταμεία, τα ποσοστά των μειώσεων που θα επιβάλλουν τα ΝΠΙΔ είναι προσθετικά των μειώσεων που είχε επιβάλλει το κράτος.
Πού οφείλεται αυτή η διαφοροποίηση;
Χρ.Π.: Στο γεγονός ότι το δικό μας ταμείο είχε την περιουσία, την οικονομική δύναμη, να μην προχωρήσει σε άλλη μείωση, πέραν αυτής που είχε επιβληθεί ήδη από το κράτος στις επικουρικές συντάξεις. Όμως, υπάρχει και μια δεύτερη εξαιρετικά σημαντική παράμετρος: το Ταμείο μας θα καταβάλλει 14 συντάξεις και όχι 12.
Για να το πω αυτό πιο απλά, η μείωση που θα είχε ο συνταξιούχος αν συνέχιζε το Ταμείο να λειτουργεί με το παλαιό καθεστώς και εντασσόταν στο ΕΤΕΑ, δεν θα ήταν της τάξεως του 35%, αλλά αρκετά μεγαλύτερη, αφού δεν θα του καταβάλλονταν τα δώρα του Πάσχα, των Χριστουγέννων και το επίδομα αδείας.
Λαμβάνοντας υπόψη τις μειώσεις που θα επέρχονταν εκ νέου στις επικουρικές συντάξεις εάν είχαμε επιλέξει την ένταξή μας στο ΕΤΕΑ, θέσαμε ως πρώτο στόχο, στη νέα μέρα που ξημέρωσε για το Ταμείο, να διασφαλίσουμε το ετήσιο εισόδημα των συνταξιούχων, έτσι ώστε αυτό να μη μειωθεί περαιτέρω και κανείς να μην έχει χαμηλότερη σύνταξη, σε σχέση με αυτή που έπαιρνε την ημέρα της εξαίρεσης του Ταμείου μας. Αυτό που πρέπει, επίσης, να γνωρίζουν όλοι είναι ότι η βάση εξαίρεσης του Ταμείου, τα δεδομένα εξαίρεσής του, δημιουργούν τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια και στους τωρινούς αλλά και στους μελλοντικούς συνταξιούχους. Φυσικά, μόλις επιτευχθεί η πλήρης αποθεματοποίηση του Ταμείου, οι συντάξεις πλέον θα επανέλθουν σε αυτές που ορίζονται στις καταστατικές του διατάξεις.
Ποια είναι σήμερα η περιουσία του Ταμείου;
Χρ.Π.: Η περιουσία του Ταμείου, με στοιχεία 31/12/2012, υπολογίζεται, σε τρέχουσες αξίες, στα 380 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το 85% περίπου είναι σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, επενδεδυμένα κατά κύριο λόγω μέσω του Κοινού Κεφαλαίου, στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Οι γενικότερες οικονομικές συνθήκες, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, είναι δυνατόν να επηρεάσουν την περιουσία του Ταμείου μας κι αυτό είναι κάτι που το λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψη. Γι’ αυτό σπεύσαμε να δημιουργήσουμε την Επενδυτική Επιτροπή και θα προβούμε το δυνατόν συντομότερα στην επιλογή Διαχειριστή και Θεματοφύλακα, ούτως ώστε να έχουμε τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια. Πρέπει να φυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού την περιουσία που υφίσταται αυτή τη στιγμή στο Ταμείο, καθώς αυτή δημιουργεί τη βάση, έτσι ώστε οι συνταξιούχοι να μπορούν να παίρνουν πολύ ικανοποιητικές επικουρικές συντάξεις και να έχουν βεβαίως και τη δέουσα ασφάλεια οι μελλοντικοί συνταξιούχοι.
Αναλαμβάνοντας την 1η Μαρτίου το Ταμείο, ποια ήταν τα πρώτα θέματα που η Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή αντιμετώπισε;
Χρ.Π.: Κατ’ αρχάς, βρεθήκαμε στη θέση να πρέπει να λειτουργήσουμε το Ταμείο χωρίς τους οκτώ υπαλλήλους που απασχολούνταν άμεσα σ’ αυτό και τους επιπλέον τρεις-τέσσερις που υποστήριζαν τις εργασίες του μέσω της κοινής διοίκησης του ΤΕΑΙΤ. Αν και ζητήσαμε, τόσο από το Υπουργείο όσο από το ΕΤΕΑ, να παραμείνουν οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι για κάποιο διάστημα (και μάλιστα με έξοδα του Ταμείου μας), ώστε να λειτουργήσει το Ταμείο, να εκπαιδευτεί επαρκώς το νέο προσωπικό και να γίνουν σωστά οι διαδικασίες παράδοσης – παραλαβής, τους επέτρεψαν να παραμείνουν για μία εβδομάδα περίπου. Αυτός ο τρόπος παράδοσης- παραλαβής ενός ολόκληρου Ασφαλιστικού Ταμείου αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία.
Άμεσα, λοιπόν, προσελήφθησαν από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή επτά νέοι υπάλληλοι –κι αυτός ήταν ο ελάχιστος αριθμός που απαιτείτο. Έτσι, έχει στελεχωθεί το λογιστήριο, το τμήμα παροχών και το τμήμα εσόδων. Να σημειώσω εδώ ότι παραλάβαμε έναν αριθμό εκκρεμοτήτων, περί τους 1.000 φακέλους –όταν όλοι οι συνταξιούχοι του ταμείου είναι 5.000, αντιλαμβάνεστε ότι πρόκειται για ένα μεγάλο αριθμό!
Επίσης, καλύφθηκε η θέση του Δ/ντή του Ταμείου με τον κ. Νίκο Νανόπουλο, και του Νομικού Συμβούλου, με την κα Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου.
Προχωρήσαμε, όπως σας ανέφερα ήδη, στη συγκρότηση Επενδυτικής Επιτροπής, την οποία αποτελούν ο κ. Βασιλάτος, η κα Λινάρδου, ο κ. Γκέκας και ο κ. Γουδινάκος. Να σημειώσω εδώ ότι τα στελέχη αυτά προσφέρουν, εθελοντικά, πολύ σημαντικές υπηρεσίες, καθώς η συγκεκριμένη επιτροπή θα “τρέξει” όλες τις αναγκαίες διαδικασίες για τον επενδυτικό κανονισμό, ο οποίος είναι ήδη έτοιμος προς έγκριση, καθώς και τις διαδικασίες επιλογής διαχειριστών και θεματοφυλάκων –μέχρι τον Ιούνιο όλα αυτά θα έχουν ολοκληρωθεί. Επίσης, έχει συσταθεί Επιτροπή Μηχανογράφησης, αποτελούμενη από τους κ.κ. Πουλιάση, Λιαπάκη, Ταβλαρίδη και Καστρίτση, οι οποίοι επίσης προσφέρουν εθελοντικά τις υπηρεσίες τους, προκειμένου να καταλήξουμε ως προς τα τεχνικά χαρακτηριστικά της μηχανογράφησης του Ταμείου, τις νέες μηχανογραφικές του ανάγκες, τη δυνατότητα αναβάθμισης του υπάρχοντος μηχανογραφικού συστήματος, κ.ο.κ. Σημειώνω ότι τα μέλη των Επιτροπών είναι εξέχοντα στελέχη της ασφαλιστικής αγοράς.
Υπάρχουν ζητήματα που δεν έχουν αντιμετωπισθεί και αφορούν τη λειτουργία του Ταμείου;
Χρ.Π.: Πολύ σημαντικό είναι το ζήτημα της διαδοχικής ασφάλισης. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο που να καλύπτει τη διαδοχική ασφάλιση μεταξύ ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ υποχρεωτικής ασφάλισης. Το γεγονός αυτό το είχαμε επισημάνει από τον Οκτώβριο του 2012 στο Υπουργείο, αλλά δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει ρυθμιστεί.
Το δεύτερο θέμα, εξίσου σημαντικό, είναι ότι το Ταμείο μας ως ΝΠΔΔ λειτουργούσε με τον Κανονισμό Εισπράξεων Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ). Έχουμε ζητήσει τόσο εμείς όσο και τα άλλα τρία Ταμεία που εξαιρέθηκαν –υπάρχει κοινή θέση απέναντι σ’ αυτά τα ζητήματα– να εφαρμοστεί και στα μετατραπέντα Ταμεία.
Ένα άλλο θέμα που μας απασχολεί έχει να κάνει με τη σύνταξη του ισολογισμού του Ταμείου, που θα είναι υπερδωδεκάμηνος: από 1/1/2012 μέχρι 28/2/2013. Από το Υπουργείο μας ενημέρωσαν πρόσφατα ότι οι υπάλληλοι του παλαιού Ταμείου θα συνδράμουν στη σύνταξη του ισολογισμού μέχρι 28/2. Το θέμα, όμως, δεν είναι μόνον η σύνταξη του ισολογισμού, αλλά το ποιος υπογράφει τελικά, ποιος παίρνει την ευθύνη… Μπορεί το Ταμείο μας να είναι καθολικός διάδοχος του παλαιού ταμείου, όμως μέχρι τις 28/2/2013 την ευθύνη την έχουν οι υπηρεσίες που ασκούσαν τη διοίκηση του Ταμείου μέχρι τότε. Σημειωτέον ότι ο ισολογισμός του 2011 –και εκεί το ταμείο μας είναι “προχωρημένο” σε σχέση με τα υπόλοιπα!– έχει ολοκληρωθεί, αλλά δεν έχει υπογραφεί.
Επίσης, σοβαρό ζήτημα ήταν η διαδικασία-παράδοσης παραλαβής, για την οποία εκφράσαμε και εγγράφως τις επιφυλάξεις μας. Δεν είναι δυνατόν, μέσα σε πέντε μέρες, να ελέγξει κανείς 5.000 φακέλους συνταξιούχων και 1.000 εκκρεμότητες! Γι’ αυτό το λόγο έχουμε ήδη αποφασίσει ότι θα ελέγξουμε τα πάντα, για να δούμε και το τι γινόταν στο παρελθόν και το τι έχουμε ουσιαστικά παραλάβει, ώστε να φτάσουμε με ασφάλεια και στη σύνταξη του ισολογισμού.
Η διαδικασία ελέγχου θα γίνει σε συνεργασία με εξειδικευμένους ελεγκτές. Πάντως, απ’ αυτά που μέχρι στιγμής έχουμε δει, φαίνεται ότι δεν υπήρχαν δυσλειτουργίες στο Ταμείο, πέραν των καθυστερήσεων που σας προανέφερα, οι οποίες πιθανόν να οφείλονται και στη λάθος στελέχωση και οργάνωση ή στην υποστελέχωση των Ταμείων, μετά την ενοποίησή τους στο ΤΕΑΙΤ.
Τέλος, ένα θέμα που προσπαθούμε να διευθετήσουμε αφορά τις κατασκηνώσεις του Ταμείου. Το Ταμείο κάθε χρόνο, διαμέσου του υπουργείου, καθόριζε αριθμητικά κάποιες συγκεκριμένες θέσεις για παιδιά ασφαλισμένων και συνταξιούχων, πράγμα το οποίο μετά την εξαίρεσή του δεν ισχύει. Ως καθολικοί διάδοχοι του Ταμείου, θεωρούμε ότι αυτή η παροχή πρέπει να συνεχίσει να υφίσταται. Πιστεύω ότι πολύ σύντομα θα είμαστε σε θέση να δώσουμε μια απάντηση για το τι θα ισχύσει τελικά.
Σ’ αυτό το στάδιο, στα πλαίσια των συζητήσεων της διοικούσας επιτροπής για τη διευθέτηση διαφόρων θεμάτων, διαπιστώνετε τυχόν διαφορετικές προσεγγίσεις ή αντιρρήσεις…
Χρ.Π.: Σε κάθε εγχείρημα υπάρχουν και διαφορετικές προσεγγίσεις και διαφορετικές απόψεις, κι αυτό είναι και θεμιτό και λογικό. Εμείς ως ΟΑΣΕ, που στο κάτω κάτω έχουμε και την κύρια ευθύνη όλου αυτού του εγχειρήματος, έχουμε στόχο να επιτυγχάνεται συγκερασμός απόψεων, έτσι ώστε και οι όποιες διαφωνίες να οδηγούν εν τέλει σε ένα θετικό αποτέλεσμα.
Μέχρι αυτή τη στιγμή που μιλάμε, τα πράγματα προχωρούν κατά τον τρόπο που πρέπει. δηλαδή, ο καθένας ασκεί με ένα πολύ ουσιαστικό τρόπο τα καθήκοντά του, ανάλογα με το από πού προέρχεται, και όλοι οι φορείς συμμετέχουν με πολλή σοβαρότητα στη διοίκηση του Ταμείου.
Να σημειώσω, επίσης, ότι είναι πολύ καλή η συνεργασία μας και με τις υπόλοιπες ομοσπονδίες εργαζομένων στα ταμεία που ανεξαρτητοποιήθηκαν. Είναι μια συνεργασία πραγματικά πρωτόγνωρη στο συνδικαλιστικό χώρο.
Θα μπορούσαμε δηλαδή να δούμε στο μέλλον και μια Ομοσπονδία Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης…
Χρ.Π.: Ενδεχομένως. Αν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των Ταμείων, γιατί όχι; Μέχρι στιγμής, υπάρχει μια πολύ καλή συνεργασία, έξω από οποιεσδήποτε σκοπιμότητες, κομματισμούς, προσωπικές φιλοδοξίες. Είναι μια συλλογική προσπάθεια, που έφερε ένα πολύ θετικό αποτέλεσμα.
Ως Πρόεδρος της ΟΑΣΕ, θα ήθελα να μας πείτε ποιος είναι ο στόχος και το όραμα της Ομοσπονδίας για το μέλλον του Ταμείου;
Χρ.Π.: Στόχος της Ομοσπονδίας είναι η βιώσιμη και εύρυθμη λειτουργία του Ταμείου και η αντιμετώπιση όλων των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του με κοινούς κανόνες.
Για παράδειγμα, οι όποιες διαφοροποιήσεις, όπως αυτές που υφίστανται σήμερα μεταξύ νέων και παλαιών ασφαλισμένων, να αρθούν στο μέλλον και να υπάρξει μια ισοστάθμιση τόσο στις εισφορές όσο και στις παροχές. Επίσης, στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν να διευρύνουμε το επίπεδο των παροχών προς τους ασφαλισμένους του Ταμείου.
Το όραμά μας, από την πρώτη στιγμή που ξεκινήσαμε την προσπάθεια να εξαιρέσουμε το Ταμείο, ήταν ένα και μοναδικό: να έχουμε έναν υποδειγματικό οργανισμό, ένα υποδειγματικό κλαδικό Ταμείο, που θα λειτουργεί αυτόνομα, κάτω από την επίβλεψη των εποπτικών αρχών και με την ουσιαστική συμμετοχή όλων των παραγόντων της αγοράς. Έναν οργανισμό που θα αποτελεί παράδειγμα –όπως εξάλλου αποτελούσε και το παλιό ΤΕΑΑΠΑΕ σαν Επικουρικό Ταμείο– και που θα έχει στοιχεία κοινωνικής δικαιοσύνης, τόσο όσον αφορά στα δικαιώματα όσο και στις υποχρεώσεις.
Δεδομένου ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες διεκδικούν ενεργή και ουσιαστική συμμετοχή στο Β΄ Πυλώνα, η λειτουργία του Ταμείου πρέπει να είναι υποδειγματική. Πόσο “βαραίνει” αυτή η παράμετρος την προσπάθεια όλων όσων αυτή τη στιγμή συμμετέχετε στη διοίκηση του Ταμείου;
Χρ.Π.: Πράγματι, δίνεται σε όλους μας μια σημαντική ευκαιρία να αποδείξουμε στην Πολιτεία ότι ο κλάδος συνολικά μπορεί να διαχειριστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το Ταμείο. Γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία και αξία αυτό που είπα στην αρχή της συζήτησής μας, ότι ζητήσαμε ως Ομοσπονδία τη συμμετοχή όλων.
Η επιτυχημένη λειτουργία του Ταμείου είναι ένα “στοίχημα” όλου του κλάδου, αλλά και δικό μας. Θεωρούμε ότιως ΟΑΣΕ είμαστε πρωτοπόροι, γιατί λειτουργήσαμε με άξονα το καλό του κλάδου, αλλά και το μέλλον του.
Το εγχείρημα είναι αναμφισβήτητα πάρα πολύ μεγάλο και έχουμε πλήρη συναίσθηση της κατάστασης. Εκείνο που λέγαμε και θα λέμε συνέχεια είναι ότι χρειάζεται ωριμότητα από όλους και προσεκτικά βήματα. Το Ταμείο έχει τη δυνατότητα και την ευκαιρία να συνενώσει τον κλάδο, στο σύνολό του, και να περιορίσει τις όποιες διαφοροποιήσεις υπάρχουν μεταξύ των φορέων του. Αυτή είναι μια στόχευση που πρέπει όλοι να την αντιληφθούμε.
Επιπρόσθετα, με βάση τα συνταξιοδοτικά δεδομένα και μέσα στη γενική απογοήτευση που υπάρχει, είναι πολύ σημαντικό αυτός ο κλάδος να έχει πραγματικά αυτό που του αξίζει από το παρελθόν του και αυτό που του αξίζει για το μέλλον του.
Το ΤΕΑΑΠΑΕ ήταν ένα Ταμείο-διαμάντι, κατά την άποψή μας, και οφείλουμε να το διατηρήσουμε έτσι.
Οφείλουμε να δουλέψουμε όλοι με πάθος, όπως δουλέψαμε κι εμείς μέχρι σήμερα.
Φρονούμε ότι είναι πολύ σημαντική η βοήθεια όλου του κλάδου κι εμείς, ως ΟΑΣΕ, έχουμε αποδείξει με τις πράξεις μας ότι εργαζόμαστε για το καλό όλων. Σε καμία περίπτωση δεν θα δεχτούμε την οποιαδήποτε διαφοροποίηση από το στόχο που έχουμε θέσει, κι αυτός είναι ένας και μοναδικός: η αυτονομία, η ορθή και βιώσιμη λειτουργία του Ταμείου και η παροχή της δέουσας ασφάλειας προς τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους.