Χρ. Παπακωνσταντίνου: Η Εποπτεία της ΤτΕ θα συμβάλει στην ανάπτυξη των ΤΕΑ
Ομιλία της Υποδιοικήτριας της Τράπεζας της Ελλάδος, κας Χριστίνας Παπακωνσταντίνου, με θέμα «Η εποπτεία των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης», στην Ημερίδα της Ένωσης για την Προστασία των Κοινωνικών Δικαιωμάτων (ΕΠΚΟΔΙ) και της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ.
Αξιότιμε κ. Υπουργέ,
Αξιότιμε κ. Γενικέ Γραμματέα,
Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας,
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους διοργανωτές για την πρόσκληση συμμετοχής στη σημερινή ημερίδα και βέβαια να ευχαριστήσω τον Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για την εξαιρετική συνεργασία στο στάδιο της διαβούλευσης του νόμου 5078.
Η σημερινή εκδήλωση πρόκειται για μια αξιόλογη πρωτοβουλία διότι συμβάλλει στην ενημέρωση των ενδιαφερομένων και στην καλύτερη κατανόηση των στόχων του νέου θεσμικού πλαισίου που διέπει τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΤΕΑ) και των αλλαγών που επιφέρει, προωθώντας τον γόνιμο διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων των ενδιαφερόμενων μερών, της επιστημονικής κοινότητας και των κοινωνικών εταίρων.
Θα ξεκινήσω λέγοντας ότι ο νόμος 5078 αναμορφώνει συνολικά το θεσμικό πλαίσιο που διέπει την επαγγελματική ασφάλιση στην Ελλάδα, με βάση ένα ενιαίο νομοθετικό κείμενο, το οποίο, όπως ήδη ειπώθηκε, συνδυάζει κανόνες εθνικού και ευρωπαϊκού δικαίου, καθώς ενσωματώνεται η ευρωπαϊκή Οδηγία 2016/2341 για τα ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών. Με τον νόμο τίθενται οι όροι ίδρυσης και λειτουργίας των ταμείων προαιρετικής επαγγελματικής ασφάλισης και οι κανόνες εποπτείας τους, στους οποίους θα αναφερθώ πιο αναλυτικά αργότερα.
Η κύρια καινοτομία του νέου θεσμικού πλαισίου είναι ότι για πρώτη φορά στην ελληνική νομοθεσία της επαγγελματικής ασφάλισης οι απαιτήσεις ως προς την οργάνωση και τη λειτουργία των ΤΕΑ εντάσσονται σε ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό πλαίσιο. Προσφέρεται κατά αυτόν τον τρόπο νομική σαφήνεια – για την ασφάλεια δικαίου, όπως λέμε οι νομικοί– σε όλους τους συμμετέχοντες στο σύστημα επαγγελματικής ασφάλισης. Η νομική σαφήνεια είναι αναγκαία προϋπόθεση για την υγιή ανάπτυξη του θεσμού της επαγγελματικής ασφάλισης, τον οποίο, μέχρι πρότινος, ρύθμιζαν πολλαπλά νομοθετήματα, τα οποία μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις περιελάμβαναν ακόμη και αντιφατικές μεταξύ τους διατάξεις.
Επιπλέον, ο νέος νόμος φέρνει αρκετές, ουσιαστικές, αλλαγές στον τρόπο εποπτείας των ταμείων προαιρετικής επαγγελματικής ασφάλισης και θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ σε αυτές γιατί τις θεωρώ σημαντικές. Ειδικότερα, το νέο θεσμικό πλαίσιο καθορίζει ότι:
Πρώτον, χωρίς να παρεμβαίνει στην ελευθερία των ΤΕΑ να ορίσουν τη στρατηγική τους για τη δημιουργία αξίας στα μέλη τους, η εποπτική αρχή αναμένεται να χρησιμοποιεί αποτελεσματικά την εποπτική αμφισβήτηση (supervisory challenge) που είναι το βασικό εργαλείο στη διάθεσή της. Συγκεκριμένα, η εποπτική αμφισβήτηση οφείλει να καλύπτει όλες τις περιοχές που μπορεί να έχουν αντίκτυπο στη βιωσιμότητα ενός ΤΕΑ, όπως η καταλληλότητα της στρατηγικής του, η αποτελεσματικότητα του συστήματος διακυβέρνησης, ο τρόπος λήψης των αποφάσεων, αλλά και η επάρκεια των παραδοχών που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των τεχνικών προβλέψεων.
Δεύτερον, με τον νέο νόμο ενισχύεται το σκέλος των διοικητικών κυρώσεων που μπορεί να επιβάλλει ο επόπτης με πρωταρχική μέριμνα του νομοθέτη την αποτροπή παραβάσεων που επιφέρουν οικονομική βλάβη στα συμφέροντα των μελών και διαρρηγνύουν την εμπιστοσύνη στο θεσμό της επαγγελματικής ασφάλισης.
Τρίτον, όσον αφορά τον σχεδιασμό των κατάλληλων εποπτικών δράσεων, στον πυρήνα της εποπτικής προσέγγισης τίθενται οι κίνδυνοι και η διαχείριση αυτών από τα ΤΕΑ, τόσο οι τρέχοντες κίνδυνοι όσο και, κυρίως, οι κίνδυνοι που ενδέχεται να ανακύψουν στο μέλλον. Προβλέπεται επομένως μια προσέγγιση απέναντι στον κίνδυνο προσανατολισμένη στο μέλλον (forward-looking).
Τέταρτον, η αρχή της αναλογικότητας εισάγεται ως βασική καθοδηγητική αρχή για τον τρόπο λειτουργίας των ΤΕΑ και για την άσκηση της εποπτείας τους. Ειδικότερα, οι ενέργειες της εποπτικής αρχής πρέπει να είναι «ανάλογες προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΤΕΑ».
Πέμπτον, δίδεται η δυνατότητα έγκαιρης και κλιμακωτής εποπτικής παρέμβασης (ladder of intervention), ανάλογα με το βαθμό μη συμμόρφωσης. Πιο συγκεκριμένα, οι περιπτώσεις που η εποπτική αρχή μπορεί να επέμβει στην λειτουργία ενός ΤΕΑ διαφοροποιούνται αναλόγως του αν:
• το ΤΕΑ δεν παρουσιάζει προβλήματα φερεγγυότητας, αλλά παρουσιάζει κίνδυνο μη συμμόρφωσης προς κανονιστικές απαιτήσεις ή άλλες δυσλειτουργίες
• το ΤΕΑ είναι φερέγγυο, αλλά εμφανίζεται ο κίνδυνος να καταστεί αφερέγγυο εντός του επόμενου τριμήνου
• το ΤΕΑ έχει καταστεί αφερέγγυο, καθώς δεν καλύπτει πλέον τις υποχρεώσεις του.
Επιπρόσθετα, στις περιπτώσεις αυτές διευρύνονται τα εποπτικά εργαλεία που είναι διαθέσιμα. Ενδεικτικά, η εποπτική αρχή μπορεί:
•Να απαιτεί την ενίσχυση του συστήματος διακυβέρνησης.
• Να απαγορεύει αναθέσεις σε εξωτερικούς παρόχους.
• Να απαιτεί την αντικατάσταση προσώπων εκ των μελών της διοίκησης.
• Να αναπτύσσει πρόσθετα εργαλεία ποσοτικοποίησης των κινδύνων και να επιβάλλει την εφαρμογή τους από τα ΤΕΑ, όπως οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
Τέλος, εισάγεται η δυνατότητα της εποπτικής αρχής να λαμβάνει, υπό προϋποθέσεις, μέτρα εξυγίανσης σε ένα ΤΕΑ με σκοπό τη διαφύλαξη και αποκατάσταση της χρηματοοικονομικής του κατάστασης, όπως:
• Ο ορισμός διαχειριστή, είτε παράλληλα με το Διοικητικό Συμβούλιο, είτε και σε αντικατάσταση αυτού.
• Ο υποχρεωτικός τερματισμός προγράμματος συνταξιοδοτικών παροχών.
• Η αναστολή δραστηριοτήτων ενός ΤΕΑ.
• Η υποχρεωτική μεταβίβαση υποχρεώσεων σε άλλο ΤΕΑ.
• Η αναστολή πληρωμών.
Κυρίες και κύριοι,
Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να διαδραματίσει κομβικό ρόλο στην ανάπτυξη του θεσμού των ΤΕΑ στην Ελλάδα στο πλαίσιο της ανάληψης της εποπτείας των ΤΕΑ από την 1η Ιανουαρίου του 2025, όπως προβλέπεται από τον νόμο 5078. Τα περιθώρια ανάπτυξης του πυλώνα της επαγγελματικής προαιρετικής ασφάλισης στην Ελλάδα είναι σημαντικά δεδομένου του μικρού μεγέθους του σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σήμερα αποτελείται από περίπου τριάντα ταμεία επαγγελματικής ασφάλισης που διαχειρίζονται περίπου 300 εκατ. ευρώ και καλύπτουν ένα μικρό ποσοστό των ενεργών ασφαλισμένων. Διεκδικεί όμως τον χώρο δυναμικά μεταξύ της κοινωνικής ασφάλισης, από τη μία πλευρά, και της ιδιωτικής ασφάλισης από την άλλη.
Σε εφαρμογή του νέου θεσμικού πλαισίου και αξιοποιώντας την μακρά εμπειρία της Τράπεζας της Ελλάδος στην εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα και της ιδιωτικής ασφάλισης, οι εποπτικές δράσεις της Τράπεζας της Ελλάδος θα έχουν χαρακτήρα πρωτίστως προληπτικό. Η εμπειρία έχει αναδείξει ότι η πρόληψη επιτυγχάνεται καλύτερα όταν η εποπτική αρχή βοηθά τους εποπτευόμενους να αναπτύξουν οι ίδιοι τους αναγκαίους μηχανισμούς ώστε να αποτρέπονται τυχόν παραβατικές ενέργειες. Επομένως, η εποπτική αρχή θα εξετάζει τον τρόπο λήψης αποφάσεων και ως εκ τούτου στον τρόπο λειτουργίας των Διοικητικών και των Εποπτικών Συμβουλίων των ΤΕΑ. Επίσης, θα εξετάζει την εύρυθμη και με ανεξάρτητο τρόπο λειτουργία των τριών βασικών λειτουργιών τους: της αναλογιστικής λειτουργίας, της διαχείρισης κινδύνων και του εσωτερικού ελέγχου.
Επιπρόσθετα, η εφαρμογή της διαδικασίας εποπτικής αξιολόγησης (supervisory review process) για ένα ΤΕΑ θα υποστηρίζεται από ένα κατάλληλα δομημένο εποπτικό πλαίσιο αξιολόγησης των κινδύνων (risk assessment framework) που λαμβάνει υπόψη την προστασία των μελών του ΤΕΑ. Συνεπώς, η αξιολόγηση θα γίνεται με βάση τους κινδύνους (risk-based supervision) και όχι με βάση τον τυπικό έλεγχο μη συμμόρφωσης (compliance-based supervision). Ως εκ τούτου, κατά τη διαδικασία εποπτικής αξιολόγησης ενός ΤΕΑ από την Τράπεζα της Ελλάδος θα εξετάζονται κυρίως οι στρατηγικοί στόχοι του, ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας του, το μέγεθός του, το είδος των παροχών του, οι κίνδυνοι που αναλαμβάνει, ο τρόπος που τους διαχειρίζεται και τα όρια ανοχής στους κινδύνους αυτούς και όχι απλώς η τυπική συμμόρφωσή του με τα επενδυτικά όρια του νόμου.
Παράλληλα, οι εποπτικές δράσεις της Τράπεζας της Ελλάδος θα διαμορφώνονται λαμβάνοντας υπόψη την κατανόηση της τρέχουσας και, κυρίως, της μελλοντικής εξέλιξης του είδους των κινδύνων που αντιμετωπίζει κάθε ΤΕΑ και του μεγέθους των κινδύνων αυτών.
Προς αυτή την κατεύθυνση, είναι πολύ σημαντικό ότι ο νέος νόμος αναθέτει σε μία αρχή (εν προκειμένω, στην Τράπεζα της Ελλάδος) το σύνολο των εποπτικών λειτουργιών. Αν η εποπτεία καταμεριζόταν σε περισσότερες αρχές, καμία από αυτές μεμονωμένα δεν θα μπορούσε να έχει ολοκληρωμένη και εις βάθος άποψη για την αποτελεσματικότητα ενός ΤΕΑ στη διαχείριση των κινδύνων και ως εκ τούτου να παρεμβαίνει εγκαίρως όπου χρειάζεται.
Ακόμα, για τη διασφάλιση της ομαλής εφαρμογής των εποπτικών απαιτήσεων από τα ΤΕΑ, ενθαρρύνεται ο ανοικτός διάλογος επόπτη-εποπτευόμενου, γεγονός ιδιαίτερα επωφελές και για τους δυο καθώς έτσι οι εποπτευόμενοι θα κατανοούν καλύτερα τις εποπτικές απαιτήσεις, αλλά και οι επόπτες θα σχηματίζουν ακριβέστερη εικόνα για τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων και των κινδύνων του κάθε ΤΕΑ. Νομίζω ότι με ασφάλεια μπορεί να λεχθεί ότι ο εποπτικός διάλογος κρίνεται επιβεβλημένος για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας.
Επιπλέον δράσεις που προτίθεται να αναλάβει η Τράπεζα της Ελλάδος στο πλαίσιο της αποτελεσματικής άσκησης των νέων εποπτικών της καθηκόντων είναι:
• Η επιτάχυνση των διαδικασιών ίδρυσης ταμείων επαγγελματικής ασφάλισης μέσω θεσμοθέτησης πρότυπων καταστατικών που θα μπορούν να εφαρμόζονται αυτούσια, με ελάχιστες προσαρμογές όπου χρειάζεται.
• Η επιτάχυνση των εποπτικών εγκρίσεων, ώστε να αποφεύγονται καθυστερήσεις στην ομαλή λειτουργία των ΤΕΑ.
• Η διασφάλιση της διαφάνειας των εποπτικών διαδικασιών και των απαιτούμενων εγκρίσεων, μεταξύ άλλων με την παροχή πληροφόρησης με απλό και εύληπτο τρόπο μέσω της ιστοσελίδας της Τράπεζας της Ελλάδος.
Προκειμένου να είναι έτοιμη να αναλάβει τη νέα εποπτική αρμοδιότητα τον Ιανουάριο του 2025 και να διασφαλισθεί η ομαλή μετάβαση της εποπτείας των ΤΕΑ, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει δρομολογήσει μια σειρά από ενέργειες που αφορούν τη στελέχωση, την οργάνωση, τις κτιριακές και ψηφιακές υποδομές της, την παραλαβή ιστορικού αρχείου (από Υπ. Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Εθνική Αναλογιστική Αρχή και Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς) και την προετοιμασία κανονιστικών πράξεων.
Συνοψίζοντας, η Τράπεζα της Ελλάδος ως αρμόδια εποπτική αρχή θα είναι αρωγός των υφιστάμενων ΤΕΑ ώστε να είναι σε θέση να παρέχουν αξία στα μέλη τους, καθώς και των λοιπών εργοδοτών και κοινωνικών ομάδων προκειμένου να αντιληφθούν τα πλεονεκτήματα του θεσμού αυτού και να αναλάβουν σχετικές πρωτοβουλίες.
Δέσμευσή μας είναι να συμβάλουμε και από πλευράς μας στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου όλων των εργαζομένων, μέσω της ενίσχυσης της επάρκειας των συνταξιοδοτικών παροχών, της αποταμίευσης και των επενδύσεων.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News