Άρθρα

Ασφάλιση Σύνθετων Οχημάτων

H χρήση σύνθετων οχημάτων ως εργαλείων εκτέλεσης εργασιών, αγροτικών και άλλων, αποτελεί από άποψη ασφαλιστικού ενδιαφέροντος μία ιδιαίτερη περίπτωση, με σημαντικές συνέπειες σε περίπτωση ατυχημάτων και ζημίας τρίτων.

Είναι κρίσιμη η διάκριση μεταξύ της χρήσης του οχήματος ως αυτοκινήτου, από εκείνη ως εργαλείου για την εκτέλεση εργασιών. Αναλόγως, δε, ρυθμίζονται από το Δίκαιο και τα δικαιώματα των τρίτων ζημιωθέντων (Σχετικώς, απόσπασμα από απόφαση ΑΠ 210/2021, δημοσίευση ΝΟΜΟΣ):

(…) Από τον συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται ότι ευθύνη προς αποζημίωση λόγω αυτοκινητικού ατυχήματος είτε με βάση τον ν. ΓΠΝ/1911, είτε με βάση το κοινό δίκαιο (ΑΚ 914 επ.), είτε με βάση τα άρθρα 6 παρ. 3 α και 10 παρ. 1 του ν. 489/1976 ως προς τον ασφαλιστή, υπάρχει μόνον για ζημιές που προκαλούνται από αυτοκίνητο σε λειτουργία. Το αυτοκίνητο είναι σε λειτουργία όταν αρχίζει να λειτουργεί ο κινητήρας του, έστω και αν αυτό δεν έχει αρχίσει ακόμη να κινείται, καθώς και όταν κινείται χωρίς να λειτουργεί η μηχανή. Η ασφάλιση είναι υποχρεωτική για τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν επί οδού ή επί γηπέδου προσιτού στο κοινό ή σε αριθμό προσώπων που δικαιούνται να συχνάζουν σ’ αυτό. Για την ευθύνη του ασφαλιστή έναντι του τρίτου δεν είναι αναγκαίο το αυτοκίνητο να ήταν σε κίνηση κατά τον χρόνο του ατυχήματος, αλλά αρκεί να ήταν σε λειτουργία με την πιο πάνω έννοια. Δεν αποτελεί όμως ατύχημα κατά τη λειτουργία του αυτοκινήτου το προερχόμενο από σύνθετο όχημα (αυτοκίνητο-εργαλείο), όταν αυτό λειτουργεί ως εργαλείο και για την κίνησή του αυτή λειτουργεί αναγκαίως ο κινητήρας του αυτοκινήτου, καθόσον το ατύχημα δεν συνδέεται με τους ειδικούς τυπικούς κινδύνους που γεννώνται από τη λειτουργία του αυτοκινήτου και δεν έχει ως αίτιο το αυτοκίνητο.

Συνεπώς, δεν αποτελεί ατύχημα κατά τη λειτουργία του αυτοκινήτου αυτό που προέρχεται από θεριζοαλωνιστική μηχανή, κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της ως εργαλείου, ήτοι, όταν αυτή, ευρισκόμενη σε αγρό, θεριζοαλωνίζει, χρησιμοποιώντας προς τούτο αναγκαστικά τον κινητήρα της, η λειτουργία του οποίου είναι απαραίτητη, όχι μόνο για την αυτοδύναμη κίνηση αυτής επί των τροχών της, αλλά και για την εκπλήρωση του λειτουργικού σκοπού της, γιατί η ζημιά δεν συνδέεται με τους ειδικούς τυπικούς κινδύνους του αυτοκινήτου, αφού το προέχον εδώ είναι η λειτουργία του εν λόγω μηχανήματος, ως εργαλείου, οπότε δεν νοείται ως αυτοκίνητο κατά την έννοια των άρθρων 2 εδ. α του ν. ΓπΝ/1911 και 1 εδ. α του ν. 489/1976. Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1α, 25 και 26 παρ. 1 του ν. 2496/1997 «Ασφαλιστική σύμβαση, τροποποιήσεις της νομοθεσίας για την ιδιωτική ασφάλιση …», με την ασφαλιστική σύμβαση η ασφαλιστική επιχείρηση (ασφαλιστής) αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει, έναντι ασφαλίστρου, στον συμβαλλόμενό της (λήπτη της ασφάλισης) ή σε τρίτον, παροχή (ασφάλισμα) σε χρήμα ή, εφόσον υπάρχει ειδική συμφωνία, άλλη παροχή σε είδος, όταν επέλθει το περιστατικό από το οποίο συμφωνήθηκε να εξαρτάται η υποχρέωσή του –ασφαλιστική περίπτωση– (άρθρο 1 παρ. 1α). Η ασφάλιση αστικής ευθύνης περιλαμβάνει τις δαπάνες που προέρχονται άμεσα από την απόκρουση και ικανοποίηση αξιώσεων τρίτων κατά του λήπτη της ασφάλισης, που γεννήθηκαν από πράξεις ή παραλείψεις του, για τις οποίες είχε συμφωνηθεί ασφαλιστική κάλυψη (άρθρο 25).

Όταν η ασφάλιση αστικής ευθύνης είναι κατά νόμο υποχρεωτική, ο τρίτος έχει ευθεία αξίωση και πέρα από το ασφαλιστικό ποσό, μέχρι το όριο για το οποίο η ασφάλιση είναι υποχρεωτική (άρθρο 26 παρ. 1). Σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, το σύνθετο όχημα μπορεί να είναι ασφαλισμένο τόσο για τους κινδύνους κατά τη λειτουργία του ως αυτοκινήτου, κατά τα προβλεπόμενα στον ν. 489/1976 (υποχρεωτική ασφάλιση), όσο και ως μηχανήματος για την κάλυψη των προβλεπόμενων στη σχετική σύμβαση ασφάλισης κινδύνων κατά τις διατάξεις του ν. 2496/1997 (προαιρετική ασφάλιση). Στην τελευταία, όμως, περίπτωση, ο ζημιωθείς τρίτος δεν έχει ευθεία αξίωση έναντι του ασφαλιστή, όπως στην υποχρεωτική ασφάλιση του ν. 489/1986, παρά μόνο κατά του λήπτη της ασφάλισης, από τις υπαίτιες πράξεις ή παραλείψεις του οποίου γεννήθηκαν οι αξιώσεις του. Ο τρίτος μπορεί να στραφεί κατά του ασφαλιστή μόνον πλαγιαστικά (ΑΠ 167/2020, ΑΠ 504/2012, 1168/2007). (…)

Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής, [email protected]
Σε συνεργασία με το περιοδικό ΣΥΝήΓΟΡΟΣ


Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας