Ασφάλιση αποπληρωμής δανείου για θάνατο ή ανικανότητα
Στη σύμβαση ομαδικής ασφάλισης για θάνατο ή ολική ανικανότητα για την αποπληρωμή δανείου, δικαιούχος του ασφαλίσματος είναι η δανείστρια Τράπεζα, η οποία και οφείλει να αξιώσει το ασφάλισμα από τον ασφαλιστή. Σχετικά με ζητήματα που ανακύπτουν από τις συμβάσεις αυτές, ενδιαφέρον παρουσιάζει η απόφαση ΠΠρΘΕΣΣΑΛ. 2399/21 (δημοσίευση ΝΟΜΟΣ), αποσπάσματα από την οποία παρατίθενται:
(…) Στις 25-4-2013, η πρώτη ενάγουσα γνωστοποίησε τον θάνατο του συζύγου της στην πρώτη εναγομένη, η οποία, με την με … επιστολή της, απάντησε ότι δεν υποχρεούταν να καταβάλει την προβλεπόμενη ασφαλιστική αποζημίωση στην τράπεζα, διότι ο ασφαλισμένος/δανειολήπτης δεν είχε απαντήσει κατά τη συμπλήρωση της αίτησης ασφάλισης στο ιατρικό ερωτηματολόγιο, με συνέπεια η ευθύνη της να περιορίζεται μόνο για την περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου από ατύχημα και όχι από ασθένεια, όπως στην κρινόμενη περίπτωση. Πράγματι, ο … δεν είχε συμπληρώσει το ιατρικό ερωτηματολόγιο που περιλαμβανόταν στην αίτηση ασφάλισης, η οποία απεστάλη στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία μέσω της συνεναγόμενης δανείστριας τράπεζας. Επίσης, στον 1° όρο της ασφαλιστικής σύμβασης που υπέγραψε ο …, οριζόταν ότι σε περίπτωση –μεταξύ άλλων– που ο ασφαλισμένος δεν απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις του ιατρικού ερωτηματολογίου, η ασφάλιση περιορίζεται στην κάλυψη θανάτου ή ολικής ανικανότητας από ατύχημα. Τα ανωτέρω επικαλείται και η δεύτερη εναγόμενη, ισχυριζόμενη ότι δεν υφίσταται απαίτηση ασφαλίσματος, της οποίας την είσπραξη θα μπορούσε να επιδιώξει. Ωστόσο, όπως υποστηρίζουν και οι ενάγουσες, ο ανωτέρω προδιατυπωμένος όρος κρίνεται καταχρηστικός, καθώς περιορίζει υπέρμετρα τον σκοπό της κάλυψης, κατά παράβαση των άρθρων 2 παρ. 6 ν. 2251/1994 και 33 παρ. 1 ν. 2496/1997, αποκλείοντας την εφαρμογή της ασφαλιστικής σύμβασης στην περίπτωση ασθένειας του ασφαλισμένου, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν αποδίδεται η οποιασδήποτε μορφής υπαιτιότητα στον ασφαλισμένο ως προς τη μη συμπλήρωση του ιατρικού ερωτηματολογίου. Εξάλλου, η ασφαλιστική εταιρεία θα μπορούσε ευχερώς, αμέσως μετά την παραλαβή της αίτησης, να διαπιστώσει τη μη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου και να απαιτήσει εκ νέου τη συμπλήρωσή του, ώστε να μπορεί να κρίνει αν πράγματι συντρέχει λόγος περιορισμού της ασφαλιστικής κάλυψης για τον συγκεκριμένο ασφαλισμένο ή να καταγγείλει τη σύμβαση. Παρόλα αυτά, η σύμβαση ασφάλισης λειτούργησε επί σειρά ετών κανονικά και η ίδια εισέπραττε αδιαλείπτως τα ασφάλιστρα. Κατά συνέπεια, εφόσον επήλθε ο προβλεπόμενος από την ασφαλιστική σύμβαση κίνδυνος (θάνατος του ασφαλισμένου-δανειολήπτη), η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία όφειλε να καταβάλει στη δικαιούχο τράπεζα το ασφάλισμα, ήτοι το ανεξόφλητο κατά τον χρόνο του θανάτου υπόλοιπο του δανείου. Ωστόσο, η δεύτερη εναγόμενη αδράνησε ως προς την είσπραξη του ασφαλίσματος, αποδεχόμενη την άρνηση της πρώτης εναγόμενης να το καταβάλει και εμμένοντας στην εξόφληση των υπολειπόμενων δόσεων του δανείου από τις κληρονόμους του οφειλέτη της, καθώς και την παρακράτηση των καταβληθεισών δόσεων από … έως …, παρά τη σχετική εξώδικη όχλησή της …
Η δεύτερη εναγόμενη ισχυρίζεται ότι η ως άνω σύμβαση ασφάλισης δεν καταργεί την υφιστάμενη ενοχή από τη σύμβαση δανείου και, δεδομένου ότι η πρώτη εναγόμενη δεν κατέβαλε για τους προαναφερθέντες λόγους την ασφαλιστική αποζημίωση, οι ενάγουσες εξακολουθούν να ευθύνονται για την αποπληρωμή του δανείου, ως κληρονόμοι του δανειολήπτη. Ο ισχυρισμός αυτός, όμως, εδράζεται επί της εσφαλμένης, όπως προεκτέθηκε, προϋπόθεσης, ότι η πρώτη εναγόμενη ορθώς δεν κατέβαλε το ασφάλισμα στη δεύτερη εναγόμενη. Με την ανωτέρω, όμως, συλλογιστική της εναγόμενης τράπεζας το αποτέλεσμα, εν προκειμένω, θα ήταν αυτή να δικαιούται να εισπράξει τόσο τις υπόλοιπες δόσεις του δανείου από τις ενάγουσες όσο και το ασφάλισμα από την ασφαλιστική εταιρεία, δηλαδή ουσιαστικά να εισπράξει το ίδιο ποσό δύο φορές. Ωστόσο, σαφώς προκύπτει από την ασφαλιστική σύμβαση και το γεγονός ότι η τράπεζα έχει ορισθεί ως αποκλειστική και ανέκκλητη δικαιούχος του ασφαλίσματος (ανεξόφλητο υπόλοιπο δανείου), ότι η εκχώρηση της απαίτησης αυτής δεν αποτελεί απλώς πρόσθετη εξασφάλιση της κύριας απαίτησης από το δάνειο, αλλά αποσκοπεί στην αντικατάσταση της τελευταίας (απαίτησης) υπό την αίρεση της επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου (θάνατος ή ολική ανικανότητα του ασφαλισμένου δανειολήπτη). Για τους λόγους αυτούς, εφόσον πράγματι επήλθε ο ασφαλιστικός κίνδυνος, είναι βάσιμη και η αξίωση των εναγουσών για επιστροφή ως αχρεωστήτως καταταβληθεισών των δόσεων του δανείου μετά τον θάνατο του δικαιοπαρόχου (…).
Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής, [email protected]
Σε συνεργασία με το περιοδικό ΣΥΝήΓΟΡΟΣ
Ακολουθήστε την Ασφαλιστική Αγορά στο Google News