Άρθρα

Ανάλυση Morningstar DBRS: Παρά τα κέρδη, σύννεφα στον ορίζοντα για τους Αντασφαλιστές P&C
Η Morningstar DBRS αναθεώρησε τις προβλέψεις της για την παγκόσμια αγορά αντασφάλισης P&C σε σταθερές από θετικές, βασιζόμενη στα κέρδη που ανακοίνωσαν οι αντασφαλιστές, αλλά και στην αυξημένη γεωπολιτική αβεβαιότητα και σε άλλες δυσμενείς συνθήκες, όπως οι πρόσφατοι δασμοί που επέβαλε ο Πρόεδρος Τραμπ.
Από τις αντασφαλιστικές εταιρείες P&C, που εξετάζει η Morningstar DBRS, οι περισσότερες ανακοίνωσαν σταθερά κέρδη το 2024 (βλ. Διάγραμμα 1), και μόνο τέσσερις –οι Axis Capital Holdings Limited, Hannover Re, Munich Reinsurance Co. και Swiss Re Ltd– ανέφεραν αύξηση των καθαρών κερδών τους, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.
Συνολικά, τα καθαρά κέρδη των αντασφαλιστών P&C μειώθηκαν ελαφρώς σε $30,9 δισ. το 2024, από $32,4 δισ. το 2023, παρά τη βελτίωση του συνολικού combined ratio και τα υψηλότερα συνολικά έσοδα από επενδύσεις. Η μέτρια υποχώρηση αποδίδεται κυρίως στη Scor Re, η οποία αναθεώρησε τις παραδοχές της για τις ασφαλιστικές της δραστηριότητες Ζωής & Υγείας κατά τη διάρκεια του έτους, και στη Lloyd’s, η οποία επηρεάστηκε αρνητικά από τις αυξημένες ασφαλισμένες ζημιές από φυσικές καταστροφές, καθώς και από τις ζημιές λόγω της μεταβλητότητας της αγοράς το τέταρτο τρίμηνο. Εν τω μεταξύ, το υποσύνολο των επιλεγμένων αντασφαλιστών με έδρα τις Βερμούδες που εξετάζει η Morningstar DBRS (βλ. Διάγραμμα 1) συνέχισε να συνεισφέρει σταθερά στα συνολικά καθαρά έσοδα του κλάδου, δημιουργώντας θετικά αποτελέσματα underwriting και επενδύσεων.

Όλοι οι αντασφαλιστές που εξετάζει η Morningstar ανέφεραν σταθερή αύξηση εργασιών στους βασικούς κλάδους το 2024 και ισχυρά combined ratios για τις αντασφαλιστικές τους δραστηριότητες, παρά την πολύ ενεργή περίοδο τυφώνων στον Ατλαντικό το 2024. Το συνολικό combined ratio των υπό εξέταση εταιρειών βελτιώθηκε στο 86,8% για το 2024, έναντι 88,1% για το 2023. Σε αυτό συνέβαλαν, μεταξύ άλλων, η ευνοϊκή τιμολόγηση, η βελτίωση των όρων και των προϋποθέσεων, και η σκόπιμη μείωση ανάληψης κινδύνων σε επιχειρηματικούς κλάδους που δεν πληρούσαν τα κατώτατα όρια κινδύνου – απόδοσης.
Οι φυσικές καταστροφές πιθανή απειλή και το 2025
Το 2024 κατατάσσεται στα πιο δαπανηρά έτη της τελευταίας δεκαετίας, με τις συνολικές ασφαλισμένες απώλειες από φυσικές καταστροφές παγκοσμίως να εκτιμώνται από την Gallagher Re σε περίπου $154 δισ. (βλ. Διάγραμμα 2). H αυξανόμενη συχνότητα και σοβαρότητα των ζημιών από φυσικές καταστροφές εξακολουθεί να απειλεί τους παγκόσμιους αντασφαλιστές και για το υπόλοιπο του 2025, ιδίως όταν η περίοδος των τυφώνων δεν έχει ξεκινήσει ακόμη (η AccuWeather προβλέπει ότι θα υπάρξουν 13 έως 18 καταιγίδες). Ήδη, οι αντασφαλιστές έχουν αντιμετωπίσει αξιοσημείωτα γεγονότα, όπως οι πυρκαγιές στο Λος Άντζελες, οι ακραίες καταιγίδες και οι ανεμοστρόβιλοι που κατέστρεψαν ορισμένες περιοχές των ΗΠΑ και ο κυκλώνας Chido στη Mayotte. Ειδικά, οι ασφαλισμένες απώλειες από τις πυρκαγιές στην περιοχή του Λος Άντζελες, τον Ιανουάριο του 2025, εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τα $30 δισ. Μόνο η Munich Re, υπολογίζεται ότι θα καταβάλει περίπου $1,3 δισ. σε αποζημιώσεις (€1,1 δισ., σύμφωνα με πιο πρόσφατες εκτιμήσεις της εταιρείας).

Ακόμη κι έτσι, η Munich Re εξακολουθεί να προβλέπει ότι τα καθαρά κέρδη της το 2025 θα αυξηθούν στα €6 δισ., από €5,7 δισ. το 2024. H Swiss Re, ο δεύτερος μεγαλύτερος αντασφαλιστής παγκοσμίως, αναμένει κέρδη περίπου $4,4 δισ. το 2025, από $3,2 δισ. το 2024, ενώ η Hannover Re περίπου €2,4 δισ., από €2,3 δισ. το 2024.
Στη διατήρηση της κερδοφορίας των αντασφαλιστών έχει συμβάλει το γεγονός ότι, με την πάροδο των ετών, αύξησαν τα αντασφαλιστικά επιτόκια και εισήγαγαν αυστηρότερους όρους και προϋποθέσεις, για να μετριάσουν τις επιπτώσεις των ζημιών από φυσικές καταστροφές στις επιχειρήσεις τους. Παράλληλα, οι πρωτασφαλιστές αγοράζουν αντασφάλιση με υψηλότερα επίπεδα ιδίας κράτησης, απορροφώντας έτσι οι ίδιοι περισσότερες ζημιές από φυσικές καταστροφές.
$26,7 δισ. τα έσοδα από επενδύσεις
Τα συνολικά έσοδα από επενδύσεις των αντασφαλιστών ανήλθαν στα $26,7 δισ., για το 2024, καταγράφοντας αύξηση 15,1%, από $23,2 δισ. το προηγούμενο έτος. Η αύξηση αυτή αποδίδεται, κυρίως, στα υψηλότερα έσοδα από τόκους, επειδή οι αντασφαλιστές με την πάροδο του χρόνου επανεπένδυσαν τις ληξιπρόθεσμες επενδύσεις τους σε τίτλους σταθερού εισοδήματος με υψηλότερες αποδόσεις, διατηρώντας παράλληλα σταθερά επίπεδα κατανομής περιουσιακών στοιχείων στο μείγμα του επενδυτικού τους χαρτοφυλακίου. Σύμφωνα με τη Morningstar DBRS, η σημαντική συμβολή των τόκων που προέρχονται από τίτλους σταθερού εισοδήματος αναμένεται να συνεχιστεί βραχυπρόθεσμα, καθώς οι αποδόσεις των ομολόγων παραμένουν σχετικά υψηλές.
Πώς θα επηρεάσουν οι δασμοί των ΗΠΑ
Μέχρι στιγμής, οι παγκόσμιοι αντασφαλιστές είναι, ως έναν βαθμό, προστατευμένοι από τις πληθωριστικές επιπτώσεις των δασμών που επιβάλλουν οι ΗΠΑ. Η Morningstar DBRS εκτιμά ότι θα επηρεαστούν οι αποδόσεις των εταιρειών που ασχολούνται με προσωπικές ασφαλίσεις, καθώς οι αυξημένοι δασμοί εισαγωγής θα έχουν άμεσο πληθωριστικό αντίκτυπο στο κόστος αντικατάστασης των αυτοκινήτων, των ανταλλακτικών αυτοκινήτων και των οικοδομικών υλικών, μειώνοντας πιθανότατα τα κέρδη των ασφαλιστών κατοικιών και αυτοκινήτων. Επιπλέον, επισημαίνει ότι υπάρχουν ορισμένες παρεπόμενες επιπτώσεις των δασμών, όπως η πιθανή αστάθεια της αγοράς και οι αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις που προκαλούνται από τους ανταποδοτικούς δασμούς, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν έμμεσες επιπτώσεις και στους αντασφαλιστές ζημιών.
Ανεξάρτητα, λοιπόν, από τα καλά αποτελέσματα, οι προβλέψεις της Morningstar DBRS για την παγκόσμια αγορά αντασφάλισης P&C αναθεωρούνται σε σταθερές από θετικές, καθώς η αυξανόμενη χρήση των δασμών περιπλέκει το λειτουργικό περιβάλλον. Δεδομένης, όμως, της ισχυρής κεφαλαιακής τους θέσης και, σε ορισμένες περιπτώσεις, της βελτίωσης της τιμολόγησης των αντασφαλιστικών τους συμβάσεων στις ανανεώσεις του 2025, εκτιμάται ότι ο αντασφαλιστικός κλάδος P&C θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει το δύσκολο λειτουργικό περιβάλλον, ακόμη και αν η μεταβλητότητα της αγοράς διατηρηθεί.
Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News