Μελέτες

Allianz: +1,9% τα κατά κεφαλήν χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία των νοικοκυριών το 2022

Ο Όμιλος Allianz παρουσίασε τη 14η έκδοση του “Global Wealth Report”, που θέτει στο μικροσκόπιο την περιουσιακή και την κατάσταση χρέους των νοικοκυριών σε σχεδόν 60 χώρες. Τα ελληνικά νοικοκυριά είδαν αύξηση των ακαθάριστων κατά κεφαλήν χρηματοοικονομικών περιουσιακών τους στοιχείων κατά +1,9% το 2022. Με καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία ανά κάτοικο ύψους 19.280 ευρώ, η Ελλάδα ανέβηκε ένα σκαλοπάτι, φτάνοντας την 29η θέση στην κατάταξη των πλουσιότερων χωρών.

Allianz: +1,9% τα κατά κεφαλήν χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία των νοικοκυριών το 2022

Annus Horribilis

Το 2022 θεωρείται annus horribilis για τους αποταμιευτές. Οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων μειώθηκαν σε όλους τους τομείς, έχοντας ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη πτώση, κατά -2,7%, των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων[1] των νοικοκυριών διεθνώς. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη πτώση που σημειώνεται από την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2008. Ωστόσο, οι ρυθμοί ανάπτυξης των τριών κύριων κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων διέφεραν σημαντικά. Ενώ τα χρεόγραφα (-7,3%) και η ασφάλιση/συνταξιοδότηση  (-4,6%) υποχώρησαν σημαντικά, οι τραπεζικές καταθέσεις παρουσίασαν ισχυρή αύξηση κατά +6,0%. Συνολικά, χάθηκαν χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία αξίας 6,6 τρισ. ευρώ, ενώ το σύνολο των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ανήλθε σε 233 τρισ. ευρώ στο τέλος του 2022. Η πτώση ήταν εντονότερη στη Βόρεια Αμερική (-6,2%) και αμέσως μετά στη Δυτική Ευρώπη (-4,8%). Η Ασία από την άλλη πλευρά, με εξαίρεση την Ιαπωνία, εξακολουθεί να καταγράφει σχετικά ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης. Τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία της Κίνας αυξήθηκαν επίσης δυναμικά, σημειώνοντας ανάπτυξη 6,9%. Ωστόσο, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (+13,3%) και τον μέσο όρο των τελευταίων 20 ετών (+15,9%), η αύξηση αυτή ήταν μάλλον απογοητευτική, καθώς τα επανειλημμένα lockdowns είχαν σημαντική επίδραση.

Σε δεινή οικονομική θέση

Παρά τις οδυνηρές απώλειες, τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία των νοικοκυριών παρέμειναν σε υψηλότερα επίπεδα παγκοσμίως, αυξημένα κατά σχεδόν +19%, σε σχέση με την περίοδο πριν από την κρίση του κορωνοϊού στο τέλος του περασμένου έτους – σε ονομαστικούς όρους. Ακολουθώντας τα επίπεδα του πληθωρισμού, σχεδόν τα δύο τρίτα της (ονομαστικής) ανάπτυξης επηρεάστηκαν δραματικά από την αύξηση των τιμών, μειώνοντας την πραγματική ανάπτυξη στο πενιχρό ποσοστό 6,6% μέσα σε τρία χρόνια. Ενώ οι περισσότερες περιοχές θα μπορούσαν τουλάχιστον να διατηρήσουν πραγματικό αναπτυξιακό ρυθμό αύξησης του πλούτου, η κατάσταση στη Δυτική Ευρώπη είναι διαφορετική: Τα όποια ουσιαστικά κέρδη εξανεμίστηκαν, ο πραγματικός πλούτος μειώθηκε κατά -2,6% κατά τη διάρκεια του 2019. «Για χρόνια, οι αποταμιευτές διαμαρτύρονταν για τα μηδενικά επιτόκια», δήλωσε ο κ. Ludovic Subran, επικεφαλής οικονομολόγος της Allianz. «Αλλά ο πραγματικός εχθρός των αποταμιευτών είναι ο πληθωρισμός. Και όχι μόνο μετά την εκτίναξη του πληθωρισμού μετά τον κορωνοϊό. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, τα κατά κεφαλήν περιουσιακά στοιχεία αυξήθηκαν κατά 167% πριν από τον πληθωρισμό τα τελευταία 20 χρόνια. Αλλά μετά την αύξηση του πληθωρισμού, η αύξηση αυτή φτάνει μόλις το 15%. Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για έξυπνη αποταμίευση και περισσότερο οικονομικό αλφαβητισμό. Αλλά ο πληθωρισμός είναι ένα θηρίο που δύσκολα μπορεί να νικηθεί. Χωρίς κίνητρα και υποστήριξη για μακροπρόθεσμες αποταμιεύσεις, οι περισσότεροι αποταμιευτές μπορεί να δυσκολευτούν».

Δεν θα υπάρξει ούριος άνεμος

Μετά την πτώση τους το 2022, τα διεθνή χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία θα πρέπει να επιστρέψουν σε ανάπτυξη το 2023. Αυτό προκύπτει κυρίως από τη (μέχρι στιγμής) θετική εξέλιξη στις χρηματιστηριακές αγορές. Συνολικά, αναμένεται ότι τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία διεθνώς θα αυξηθούν κατά περίπου 6%, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την περαιτέρω «ομαλοποίηση» της αποταμιευτικής συμπεριφοράς. Δεδομένου πως το ποσοστό του παγκόσμιου πληθωρισμού παραμένει κοντά στο 6% το 2023, οι αποταμιευτές γλιτώνουν για ένα ακόμη χρόνο τις πραγματικές απώλειες στα χρηματοοικονομικά περιουσιακά τους στοιχεία.

«Οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές, ωστόσο, είναι μάλλον μεικτές», δήλωσε η κα Kathrin Stoffel, από την ομάδα που συνέταξε την έκθεση. «Δεν θα υπάρξει ούριος άνεμος, νομισματικά ή οικονομικά. Η μέση αύξηση των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων είναι πιθανό να κυμανθεί μεταξύ 4% και 5% κατά τα επόμενα τρία χρόνια, υπό την υπόθεση της μέσης απόδοσης των αγορών μετοχών. Αλλά όπως συμβαίνει και με τα καιρικά φαινόμενα τα οποία γίνονται πιο ακραία εν μέσω κλιματικής αλλαγής, έτσι και στο νέο γεωπολιτικό και οικονομικό τοπίο αναμένονται περισσότερες διακυμάνσεις της αγοράς. Τα “κανονικά” έτη ενδέχεται να γίνουν η εξαίρεση».

Λιτότητα

Η μεταβολή των επιτοκίων έγινε σαφώς αισθητή και στο επίπεδο παθητικού του ισολογισμού των νοικοκυριών. Αφού το παγκόσμιο ιδιωτικό χρέος είχε αυξηθεί κατά 7,8% το 2021, η ανάπτυξη εξασθένησε σημαντικά πέρυσι, φτάνοντας το 5,7%. Η πιο μεγάλη πτώση σημειώθηκε στην Κίνα: η αύξηση του χρέους κατά +5,4% την προηγούμενη χρονιά ήταν η χαμηλότερη αύξηση που έχει καταγραφεί ποτέ. Συνολικά, οι παγκόσμιες υποχρεώσεις των νοικοκυριών ανήλθαν σε 55,8 τρις ευρώ στο τέλος του 2022. Καθώς το χάσμα μεταξύ του χρέους και της οικονομικής ανάπτυξης διευρύνθηκε στις 3,9 ποσοστιαίες μονάδες, η παγκόσμια αναλογία χρέους προς ΑΕΠ (υποχρεώσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ) μειώθηκε σημαντικά, ξεπερνώντας τις 2 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώθηκε στο 66,1% το 2022. Αυτό σημαίνει ότι η παγκόσμια αναλογία χρέους για τα ιδιωτικά νοικοκυριά έχει επιστρέψει περίπου στο ίδιο επίπεδο με αυτό που ήταν στις αρχές της χιλιετίας – ένα αξιοσημείωτο επίπεδο σταθερότητας που δεν συνάδει με την ευρέως διαδεδομένη αφήγηση ενός κόσμου που πνίγεται στο χρέος. Ωστόσο, υπήρξαν σημαντικές αλλαγές στον παγκόσμιο χάρτη του χρέους. Πρώτα απ’ όλα, η σταθερότητα χαρακτηρίζει την εξέλιξη στις προηγμένες οικονομίες. Από την άλλη πλευρά, οι περισσότερες αναπτυσσόμενες αγορές είδαν τα ποσοστά χρέους τους να αυξάνονται απότομα τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Η Κίνα βρίσκεται στην κορυφή της λίστας, με έναν δείκτη που έχει υπερτριπλασιαστεί και φτάνει το 61%.

Αντιστρέφοντας την τάση

Τα ακαθάριστα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία των ελληνικών νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά 1,9% το 2022, καθιστώντας την Ελλάδα μία από τις λίγες χώρες στην Ευρώπη με θετικό ρυθμό ανάπτυξης (ευρωζώνη: -4,6%). Αν και η κατηγορία των περιουσιακών στοιχείων στο πεδίο της ασφάλισης/συνταξιοδότησης έχασε -9,1% σε αξία, αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 5% του συνόλου των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων. Ενώ τα χρεόγραφα σημείωσαν μικρή αύξηση 2,5%, το πιο σημαντικό είναι ότι οι τραπεζικές καταθέσεις, με μερίδιο χαρτοφυλακίου σχεδόν 60%, συνέχισαν να αυξάνονται με σχετικά ισχυρή αύξηση 2,7%.

Μετά την κορύφωση στα χρόνια της πανδημίας 2020 και 2021, οι νέες αποταμιεύσεις μειώθηκαν κατά ένα σημαντικό ποσοστό που φτάνει το 72,5% – αλλά με 2,8 δισ. ευρώ, παρέμειναν τουλάχιστον σε θετικό έδαφος- τα περισσότερα χρόνια μετά την κρίση του ευρώ, τα ελληνικά νοικοκυριά αναγκάστηκαν να πουλήσουν χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία για να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες. Οι νέες αποταμιεύσεις κατανέμονται σχετικά ομοιόμορφα, σε όλες τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, ωστόσο, οι κινητές αξίες έλαβαν το μεγαλύτερο ποσοστό: Οι Έλληνες αποταμιευτές φαίνεται να διατηρούν την εμπιστοσύνη που βρήκαν στις κεφαλαιαγορές. Σε σύγκριση με το έτος πριν από την πανδημία, το 2019, τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία εξακολουθούν να είναι υψηλότερα κατά 12,1%, αλλά μόνο σε ονομαστικούς όρους. Προσαρμοσμένη για τον πληθωρισμό, απομένει μόνο μια μικρή αύξηση 3,3%, ωστόσο η Ελλάδα παρουσιάζει καλύτερη εικόνα σε σχέση με τις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης που σημείωσαν πραγματική αύξηση -3,1%.

Η αύξηση των υποχρεώσεων ήταν και πάλι αρνητική, μειωμένη κατά -6,3%. Η αύξηση κατά 3,4% το 2021 φάνηκε να είναι παροδική: Σχεδόν όλα τα έτη μετά την κρίση του ευρώ, τα ελληνικά νοικοκυριά μείωσαν τις υποχρεώσεις τους, με αποτέλεσμα να είναι κατά 33% χαμηλότερες από την κορύφωσή τους το 2010. Ως αποτέλεσμα, τα καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία αυξήθηκαν κατά ένα σημαντικό ποσοστό 6,7%. Με καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία ανά κάτοικο ύψους 19.280 ευρώ, η Ελλάδα ανέβηκε ένα σκαλοπάτι, φτάνοντας την 29η θέση στην κατάταξη των πλουσιότερων χωρών (χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία ανά κάτοικο, βλ. πίνακα).

Καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία κατά κεφαλήν το 2022

  Σε ευρώΑνά έτος σε %Κατάταξη 2002
1Ηνωμένες Πολιτείες251,860-8.92
2Ελβετία238,780-4.41
3Δανία163,830-9.918
4Σιγκαπούρη151,200+3.911
5Ταϊβάν141,600+3.110
6Νέα Ζηλανδία117,760-7.66
7Καναδάς117,450-5.79
8Σουηδία116,060-13.215
9Ολλανδία103,120-18.17
10Βέλγιο97,790-7.73
11Ιαπωνία96,500-0.34
12Αυστραλία92,630-6.117
13Ισραήλ92,370-3.613
14Ηνωμένο Βασίλειο88,380-9.28
15Ιρλανδία71,360-3.916
16Ιταλία69,350-6.95
17Γαλλία67,500-7.112
18Αυστρία65,330-4.614
19Γερμανία63,540-8.319
20Μάλτα49,500+0.620
     
29Ελλάδα19,280+6.724

Τον διαδραστικό πίνακα “Allianz Global Wealth Map” μπορείτε να δείτε εδώ.

Μπορείτε να δείτε ολόκληρη την έρευνα εδώ: https://www.allianz.com/en/economic_research.html


[1] Τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνουν μετρητά και τραπεζικές καταθέσεις, απαιτήσεις από ασφαλιστικές εταιρείες και συνταξιοδοτικά ιδρύματα, τίτλους (μετοχές, ομόλογα και επενδυτικά κεφάλαια) και λοιπές απολαβές).


Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας