Όλγα Νικολαΐδη Ασφαλιστική Πράκτορας: Πρέπει να υπάρχει έλεγχος ότι οι νόμοι τηρούνται από όλους (Δεκέμβριος 2011)
«Το επάγγελμα του ασφαλιστικού πράκτορα είναι μοναχικό, αλλά τον καθορίζει», υποστηρίζει η κα Όλγα Νικολαΐδη. Η ίδια, πάντως, στην 35χρονη πορεία της, επέλεξε το δρόμο της συλλογικής δράσης, για να κάνει λιγότερο μοναχικό αυτό το δρόμο και να μοιραστεί τις καθημερινές αγωνίες του επαγγέλματός της με περισσότερους ανθρώπους.
Ιδρυτικό μέλος του ΣΠΑΤΕ και αντιπρόεδρός του, σήμερα, αλλά και Γενική Γραμματέας της ΠΟΑΔ, η κα Νικολαΐδη διαπιστώνει ότι ο κόσμος των πρακτόρων ακουμπά τις ελπίδες και τις αγωνίες του στα συλλογικά του όργανα και τώρα, με την κρίση, έχει συσπειρωθεί γύρω από αυτά. «Σαν κλάδος ποτέ δεν υπήρξαμε διασπασμένος, ούτε έχουν δημιουργηθεί σύλλογοι με κριτήρια αντιπαλότητας. Χωρίς να αλληλεπικαλυπτόμαστε, συνεργαζόμαστε μεταξύ μας, προσπαθώντας να απαντήσουμε στα προβλήματα του κλάδου, όχι θεωρητικολογώντας αλλά θέτοντάς τα σε ένα πιο πρακτικό επίπεδο», τονίζει.
Και τα προβλήματα, με τα οποία έρχονται αντιμέτωποι σήμερα οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, είναι πολλά: η οικονομική κρίση, οι προμήθειες, οι συμβάσεις, ο αθέμιτος ανταγωνισμός κυρίως από τα εναλλακτικά δίκτυα.
Αναφορικά με την οικονομική κρίση, η κα Νικολαΐδη επισημαίνει: «Όλοι δουλεύουμε διπλάσια απ’ ό,τι στο παρελθόν, κυρίως για να διατηρήσουμε τους πελάτες μας. Επιπλέον, με δεδομένη την οικονομική δυστοκία, είμαστε αναγκασμένοι να ακροβατούμε σε τεντωμένο σκοινί, προσπαθώντας να εξαντλήσουμε κάθε περιθώριο πίστωσης υπέρ του πελάτη μας, ερχόμενοι σε δύσκολη θέση με τις ασφαλιστικές, ή πολλές φορές χρηματοδοτώντας τον πελάτη οι ίδιοι».
Την ίδια στιγμή, πρέπει να ανταγωνιστούν, αφενός, το bancassurance και, αφετέρου, τις direct πωλήσεις.
Όσον αφορά το πρώτο, η κα Νικολαΐδη σχολιάζει: «Αυτή τη στιγμή οι τράπεζες, βλέποντας μία μείωση των κερδών τους και εκμεταλλευόμενες τη βάση δεδομένων με πελάτες που διαθέτουν, ανοίγονται σε ασφαλιστικά προϊόντα που ξεφεύγουν από τα μέχρι τώρα απλά τυποποιημένα που “κολλάνε” σε ένα δάνειο. Η εποπτική αρχή ορίζει ποια πρέπει να είναι τα τυπικά προσόντα για να προωθείς ασφαλιστικά προϊόντα. Πρέπει, όμως, να υπάρχει και έλεγχος ότι οι νόμοι τηρούνται. Διότι σε ένα τραπεζικό κατάστημα ένας μόνο έχει άδεια (αυτό ήταν το θέμα μας και παλιότερα με τις αυτοκινητοεταιρείες) και όλοι κατοχυρώνονται πίσω από αυτή, με αποτέλεσμα ο πελάτης ούτε σωστά ενημερωμένος να είναι για τα δικαιώματά του και εν τέλει να μένει απροστάτευτος όταν συμβεί η ζημιά, γιατί τις περισσότερες φορές ο τραπεζικός που του πούλησε το προϊόν δεν ξέρει να τον βοηθήσει».
Αντίστοιχα, για τις direct πωλήσεις προβληματίζεται για το οξύμωρο, αφενός, εταιρείες με χαμηλά ασφάλιστρα να μη μακροημερεύουν και, αφετέρου, τα ασφάλιστρα μέσω direct να είναι τόσο χαμηλά. «Είναι πολύ μεγάλες οι διαφορές, για να είναι μόνο η προμήθεια του διαμεσολαβητή που μειώνει τόσο το κόστος. Συνεπώς, ή τα συμβόλαια που πωλούνται ακριβά είναι υπερτιμολογημένα, οπότε ας προχωρήσουν οι ασφαλιστικές σε μειώσεις, –το ζητά ο κόσμος δεδομένων των συνθηκών–, ή είναι σαφώς υποτιμολογημένα τα πωλούμενα από το direct κανάλι, ενόψει κάποιας μεγαλύτερης εισχώρησης στην αγορά. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, τι γίνεται με το λεγόμενο τεχνικό ασφάλιστρο; Υπάρχει τελικά ή γκρεμίζονται όλα;», αναρωτιέται.
Εκτός του ανταγωνισμού με τα εναλλακτικά δίκτυα, όμως, οι διαμεσολαβητές έχουν να αντιμετωπίσουν και ένα μεταξύ τους αθέμιτο ανταγωνισμό, που απορρέει, σύμφωνα με την κα Νικολαΐδη, από την έλλειψη μια ενιαίας σύμβασης. «Μια ενιαία σύμβαση, όχι με την έννοια ότι θα αμείβονται οι πάντες το ίδιο, αλλά που θα καθορίζει ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις, ειδικά όσον αφορά τους χρόνους απόδοσης και ακύρωσης, θα έλυνε τέτοιου είδους προβλήματα», μας λέει, για να περάσουμε στο επόμενο ακανθώδες για τους διαμεσολαβητές ζήτημα, τις προμήθειες.
Η διαμάχη μεταξύ εταιρειών και δικτύων για το θέμα κρατά χρόνια. Τώρα ήρθε να προστεθεί και το αν η προμήθεια θα πρέπει να αναφέρεται στον πελάτη, όπως προβλέπει το σχέδιο νόμου για τη διαφάνεια. Η άποψη της κας Νικολαΐδη είναι σαφής: «Σε ποιο εμπορικό προϊόν είναι αποτυπωμένο το κέρδος; Πολύ περισσότερο, που στο σχέδιο γίνεται λόγος για κόστος πρόσκτησης, το οποίο είναι πολύ πιο ευρύ και δεν περιλαμβάνει μόνο την προμήθεια του διαμεσολαβητή». Εκτίμησή της είναι ότι «μάλλον θα πάμε στο λεγόμενο upon request. εάν στο ζητήσει ο πελάτης να του πεις ποιο είναι το καθεστώς αμοιβής σου, όχι η αμοιβή σου».
Βεβαίως, αν και το ίδιο θέμα απασχολεί τους διαμεσολαβητές πανευρωπαϊκά, οι διαφορές με τους Έλληνες συναδέλφους τους είναι σημαντικές, αφενός, λόγω του τρόπου που υπολογίζονται εδώ οι προμήθειες και, αφετέρου, λόγω του δικαιώματος συμβολαίου, «ενός, επίσης, σημαντικού κόστους, το οποίο όμως, τεχνηέντως, παραμένει έξω από κάθε συζήτηση». Συνδέοντας τα παραπάνω με το όλο αυξανόμενο κόστος που μετακυλύεται στα πρακτορειακά γραφεία, η κα Νικολαΐδη επισημαίνει: «Κακά τα ψέματα, οι ασφαλιστικές εταιρείες την όποια αύξηση κόστους μπορούν να την ενσωματώσουν στο ασφάλιστρο. Ο πράκτορας, αντίθετα, δεν μπορεί».
Η αξιολόγησή της, πάντως, για το σχέδιο νόμου για τη διαφάνεια συνολικά είναι θετική, αφού κατοχυρώνει την παραγωγή του διαμεσολαβητή, ενώ με την επιμήκυνση της προμήθειας που προβλέπεται για τα προϊόντα Ζωής και Υγείας, «θα τεθούν εκτός αγοράς όλοι εκείνοι που μετέφεραν πελάτες από εταιρεία σε εταιρεία, για να πάρουν πάλι την πρωτοετή προμήθεια».
Έχοντας συμμετάσχει για πολλά χρόνια στην Τεχνική Επιτροπή Εκπαίδευσης και με αφορμή τη δημοσίευση την ίδια εκείνη μέρα της απόφασης της ΤτΕ για την εκπαίδευση και πιστοποίηση των διαμεσολαβητών, θελήσαμε να μάθουμε την άποψή της.
Η κα Νικολαΐδη θεωρεί ότι η εκπαίδευση και η πιστοποίηση είναι απαραίτητες, τονίζοντας όμως, παράλληλα, ότι η εμπειρία δεν αντικαθίσταται από κανένα πιστοποιητικό. Η ίδια δηλώνει υπέρ των ανοικτών ερωτήσεων, γιατί «αυτές επιτρέπουν στον υποψήφιο να ξεδιπλώσει την προσωπικότητά του. και στη δουλειά μας η προσωπικότητα είναι πολύ σημαντική», τονίζει, χωρίς να παραβλέπει ότι οι ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής μειώνουν το κόστος της διαδικασίας. Από κει και πέρα θεωρεί υπερβολική την ύλη για το πιστοποιητικό Δ. «Η αγορά δεν αστόχησε, γιατί οι διαμεσολαβητές δεν ήξεραν τι είναι unit-linked», λέει χαρακτηριστικά, δίνοντας την ευκαιρία να εξετάσουμε και ένα ακόμα ακανθώδες για την αγορά θέμα, τις ανακλήσεις αδειών.
Η κα Νικολαΐδη δεν συμφωνεί με όσους υποστηρίζουν ότι το κλείσιμο των εταιρειών πρέπει να προβάλλεται ως θετικό, επειδή δείχνει ότι υπάρχει εποπτεία. «Θα ήταν θετικό εάν υπήρχε ένα εγγυητικό που θα κάλυπτε πραγματικά τον ασφαλισμένο ή θα του υποδείκνυε μια εταιρεία για να συνεχίσει την ασφάλισή του. Τέτοια πρόνοια δεν υπήρξε», επισημαίνει.
Σαφώς, βεβαίως, δεν θεωρεί άμοιρους ευθυνών τόσο τους διαμεσολαβητές όσο και τους πελάτες: «Ο διαμεσολαβητής δεν μπορεί να μην ενημερώνεται για τη θέση της εταιρείας του και να βασίζεται στην αισιοδοξία που η ίδια η εταιρεία του μεταδίδει. Ο πελάτης, από την άλλη, δεν μπορεί να βλέπει υπερβολικές αποδόσεις και να δέχεται να τις ενσωματώνουν, κακώς, μέσα στο ασφαλιζόμενο ή στο καταβληθέν κεφάλαιο, χωρίς να αναρωτιέται, ειδικά όταν επενδύει πολλά λεφτά».
Και μια και ο λόγος για την εποπτεία, η κα Νικολαΐδη θίγει το θέμα των διαβουλεύσεων, για τις οποίες δόθηκε στους φορείς πολύ λίγος χρόνος για να καταθέσουν τις προτάσεις τους, αλλά και το πάγιο αίτημα της ΔΕΙΑ, ό,τι συζητιέται να μη βγαίνει παραέξω. «Εμείς το σεβαστήκαμε αυτό, όμως διαρροές υπήρξαν, οπότε δεν κατανοώ ούτε τι νόημα έχει αλλά ούτε ποιος ο λόγος να φοβάσαι κάτι τέτοιο, εφόσον μιλάμε για διαφάνεια», επισημαίνει, τονίζοντας παράλληλα, ότι «η ΔΕΙΑ θα πρέπει να γίνει πιο εξωστρεφής και να πλησιάσει τη λογική της ασφαλιστικής αγοράς, που δεν έχει να κάνει με τη λογιστική, θα έλεγα, λογική των τραπεζικών».
Καθώς η συνάντησή μας με την κα Νικολαΐδη έγινε μια μέρα μετά την εκδήλωση του ΣΠΑΤΕ με θέμα τη συνένωση εργασιών των διαμεσολαβητών, δεν θα μπορούσαμε να μη θίξουμε κι αυτό το ζήτημα.
Αν και εκτιμά ότι «γενικά, οι άνθρωποι φοβούνται τις αλλαγές και οι κάποιας ηλικίας άνθρωποι δεν θα προχωρούσαν σε μία συνένωση», οι νεότεροι θεωρεί ότι βλέπουν πιο θετικά τη δημιουργία μεγαλύτερων σχημάτων και εκ των πραγμάτων προς τα κει θα κινηθεί η αγορά. «Πέρα από τη μείωση εξόδων, έχεις το χρόνο να ασχοληθείς με την παραγωγή σου αλλά και με τον εαυτό σου. Εκτός των άλλων, σου ανοίγεται και ένας δρόμος προς την εξειδίκευση, ενώ αποκτάς διαπραγματευτική ισχύ, αλλάζεις τις ισορροπίες δυνάμεων»