Το ελληνικό bancassurance προκαλεί…
Παρατηρώντας ότι εντείνονται και πληθαίνουν οι κινητοποιήσεις των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ενάντια στις πρακτικές των Τραπεζών, αλλά και ότι… «δεν κουνιέται φύλλο» από πλευράς της εποπτεύουσας αρχής, την κατά Νόμον αρμοδία επί του θέματος, επιχειρούμε για μια ακόμη φορά να… κατατάξουμε το πρόβλημα.
Σήμερα έχουν απομείνει δραστηριοποιούμενα με έδρα στην Ελλάδα μόλις 17 πιστωτικά ιδρύματα: 8 εμπορικές τράπεζες (Εθνική, Alpha Bank, Eurobank, Πειραιώς, Attica Bank, Επενδυτική Τράπεζα Ελλάδος, Aegean Baltic Bank και Credicom Consumer Finance) και 9 συνεταιριστικές, έναντι 29 πιστωτικών ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνταν το 2012 και 35 το 2009.
Οι τέσσερις μεγάλες εμπορικές τράπεζες (Εθνική, Alpha Bank, Eurobank, Πειραιώς), στην προσπάθειά τους να συμβιβάσουν την ανάγκη πρόσκτησης εργασιών και από άλλες πηγές πέραν των κλασικών του αντικειμένου τους, και μάλιστα υπό την πίεση των περιορισμών που ισχύουν στην κίνηση κεφαλαίων, έχουν στραφεί στις ασφαλίσεις πολύ εντονότερα και μεθοδευμένα από ό,τι στο παρελθόν. Δεδομένου, μάλιστα, ότι η κοινοτική νομοθεσία έχει επιβάλει περιορισμούς αποτρεπτικούς στη διατήρηση θυγατρικών ασφαλιστικών εταιρειών από τις Τράπεζες, έχουν προχωρήσει στην ίδρυση και λειτουργία πρακτορειακών-μεσιτικών εταιρειών.
Η νομοθεσία, εθνική και κοινοτική, τους το επιτρέπει. Δεν τους επιτρέπεται, όμως, η λειτουργία αυτών των σχημάτων να εξαιρείται από τους κανόνες της λειτουργίας του συνόλου των εταιρειών ασφαλιστικής διαμεσολάβησης. Πολύ περισσότερο, δεν τους επιτρέπεται να καρπούνται τα αποτελέσματα της πίεσης των μητρικών τραπεζικών στα πελατολόγιά τους, προκειμένου να τα κατευθύνουν ή και να τα υποχρεώνουν στη σύναψη ασφαλιστηρίων. Ακόμα, η Νομοθεσία, παρά τις όποιες προσπάθειες έχουν καταβληθεί από τις Τράπεζες, δεν διαφοροποιεί τα απαιτούμενα “προσόντα”-υποχρεώσεις (εξετάσεις, πιστοποίηση, ασφάλιση αστικής ευθύνης) για τους τραπεζικούς υπαλλήλους που πωλούν ασφαλιστικά προϊόντα, από εκείνα που απαιτούνται για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές.
Αυτά ως προς το τυπικό. Τυπικό που, ενώ τηρείται με “ανεκτές” παρεκκλίσεις από τις Τράπεζες Εθνική, Alpha και Eurobank, δεν τηρείται από τον Όμιλο Πειραιώς, όπως προκύπτει από τον αριθμό των καταγγελιών των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών.
Αποτέλεσμα (είναι χρήσιμο να δει κανείς τις λογιστικές απεικονίσεις των αποτελεσμάτων των εταιρειών πρακτόρευσης-μεσιτείας ασφαλιστικών εργασιών της Πειραιώς τα τελευταία έξι χρόνια…) η αιχμή του δόρατος και η “προσωποποίηση” του προβλήματος να σημαδεύει τον Όμιλο της Πειραιώς.
Πριν το θέμα του bancassurance εξελιχθεί από διεθνής πρακτική πρόσκτησης εργασιών, στο πλαίσιο της πολυκαναλικής διάθεσης ασφαλιστικών προϊόντων, σε ελληνική “πατέντα” καταστροφής –οικονομικής για τα εμπλεκόμενα σχήματα, αλλά και για την εικόνα που ο Καταναλωτής έχει για τον θεσμό της Ασφάλισης–, θα έπρεπε να κληθούν ονομαστικά οι άνθρωποι που βρίσκονται πίσω από τους σχεδιασμούς του ελληνικού bancassurance να τοποθετηθούν και να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Πίσω από οποιαδήποτε πρακτική εφαρμόζεται, βρίσκονται πρόσωπα˙ πρόσωπα με ονοματεπώνυμο, γνωστά στην αγορά, κάποια εκ των οποίων έχουν θητεύσει επί μακρόν στον ασφαλιστικό κλάδο, που πρέπει να μιλήσουν και να δικαιολογήσουν/υπερασπιστούν τις αποφάσεις τους –εμείς ως κλαδικό περιοδικό τους προσφέρουμε βήμα για… λόγο και για αντίλογο.
Ασφαλώς όμως και οι ασφαλιστικές εταιρείες, οι κορυφαίες του Κλάδου που “επωφελούνται” σήμερα από το ελληνικό bancassurance, πρέπει να προβληματιστούν. Τουλάχιστον όσον αφορά στη δυσαρέσκεια του κορμού των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, των δικών τους ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, που θίγονται και αυτοί από το αθέμιτο του πράγματος. Ακόμα και για τους πελάτες τους, και μάλιστα τους μεγάλους και παραδοσιακούς, πρέπει να προβληματιστούν οι ασφαλιστικές εταιρείες. Πελάτες υπό την πίεση της τραπεζικής εξυπηρέτησης παύουν να είναι πελάτες για τις ασφαλιστικές εταιρείες…
Όσα σημειώσαμε παραπάνω είναι απόρροια του προβληματισμού μας για τον τρόπο που ασκείται το bancassurance και κυρίως για τις επιπτώσεις που έχει και θα έχει μακροπρόθεσμα στην εικόνα του Θεσμού.
Η ασφαλιστική συνείδηση δεν χτίζεται με… εξαναγκασμούς! Η ημέρα που οι Έλληνες θα φτάσουν σε εκείνο το επίπεδο ωριμότητας που απαιτείται για να συνειδητοποιήσουν τις ασφαλιστικές τους ανάγκες και να αποφασίσουν να τις καλύψουν, είναι πολύ μακριά ακόμα. Και εάν/όταν έρθει, η προσέγγιση και η συμβουλή του Ασφαλιστή θα είναι και πάλι ο καθοριστικός παράγοντας για την καταλληλότερη και πλέον συμφέρουσα επιλογή.
Το bancassurance, όσο και αν κάποιοι δεν το παραδέχονται, δεν συμβάλλει στη συνειδητοποίηση της ασφαλιστικής ανάγκης και των ωφελειών της Ασφάλισης –κι αυτό είναι το σημείο από το οποίο εκκινεί ο δικός μας προβληματισμός, που επιτείνεται βέβαια και από τον τρόπο που ασκείται το bancassurance στη χώρα μας.
Ψύχραιμα, λοιπόν, ας κάνουμε την κατάταξη του προβλήματος και ακολούθως θα προκύψει και η λύση του.