Σίμος & Παναγιώτης Δρούλιας: Μικρά μεγέθη και χαμένη αξιοπιστία το πρόβλημα της αγοράς
Μάρτιος 2013
To ασφαλιστικό πρακτορείο του Γιάννη Δρούλια έχει ξεπεράσει τα 40 χρόνια παρουσίας στην ασφαλιστική αγορά. Τα τελευταία χρόνια, τη “σκυτάλη” έχουν πάρει οι δύο γιοι του ιδρυτή, Σίμος και Παναγιώτης, οι οποίοι μοιράζονται μαζί μας τις απόψεις τους για την αγορά και μας μιλούν για το έργο ζωής των γονιών τους, το οποίο φιλοδοξούν να συνεχίσουν με την ίδια επιτυχία.
«Γεννηθήκαμε μέσα στις Ασφάλειες και στην κοινωνική δράση. Ήταν εντελώς φυσιολογικό, λοιπόν, να παραλάβουμε την “ασφαλιστική σκυτάλη”, αξιοποιώντας και τις σπουδές μας», απαντούν οι δύο άνδρες σε σχετική μας ερώτηση, θυμίζοντάς μας επίσης ότι ο πατέρας τους, παράλληλα με την ασφαλιστική δραστηριότητα, ασχολείται ενεργά, ισάριθμα χρόνια, με τα κοινά, τόσο του Κλάδου όσο και του Δήμου της Αθήνας και της ιδιαίτερης πατρίδας τους, της Ζάτουνας Αρκαδίας.
Θεωρούν εαυτούς τυχερούς που βρήκαν “στρωμένη δουλειά”, «μια οργανωμένη επιχείρηση, με υγιές πορτοφόλι, και πολύ καλή φήμη». Ωστόσο, δεν εφησυχάζουν: «Ως δεύτερη γενιά και με μια καλή “μαγιά” θα λέγαμε ότι τα πράγματα –παρά τις σημερινές πρωτόγνωρες καταστάσεις– είναι πιο εύκολα, πιο αισιόδοξα για μας, σε σύγκριση με τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ο πατέρας μας. Έχοντας, όμως, πάντα κατά νου ότι “το διατηρήσαι δυσκολότερο του κτίσασθαι”, οφείλουμε όχι μόνο να διατηρήσουμε τα κεκτημένα, αλλά να τα αυξήσουμε», επισημαίνουν.
Το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα το εντοπίζουν στο ότι «οι Ασφάλειες Δρούλια είναι μια οργανωμένη διαμεσολαβητική επιχείρηση, με άρτια εκπαιδευμένο διοικητικό προσωπικό, καλή μηχανοργάνωση, οργανωμένο σύστημα εξυπηρέτησης, φιλικές και ανθρώπινες σχέσεις με όλους. «δεν χρωστάμε σε κανέναν, δεν “μπερδέψαμε” ποτέ τα ασφάλιστρα με τις προμήθειες, είτε αυτό αφορά συνεργασίες και συναλλαγές με εταιρείες είτε με Συνεργάτες», τονίζουν.
Το Πρακτορείο στεγάζεται σε ιδιόκτητα γραφεία, σε έναν από τους κεντρικότερους και μεγαλύτερους δρόμους της Αθήνας, τη Λ. Συγγρού. Δραστηριοποιείται σε όλους τους κλάδους και συνεργάζεται με μερικές από τις μεγαλύτερες ελληνικές και διεθνείς ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Τα κριτήρια συνεργασίας, όπως μας εξηγούν οι συνομιλητές μας, «ήταν και θα είναι πάντοτε η αξιοπιστία και η φερεγγυότητα των εταιρειών, σε συνδυασμό με καλές προσωπικές και ανθρώπινες σχέσεις, που είναι απαραίτητες για μακροχρόνιες συνεργασίες. Παρότι στα σαράντα αυτά χρόνια έκλεισαν δεκάδες εταιρείες, οι αυστηρές επιλογές στις συνεργασίες μας προστάτευσαν, τόσο εμάς και τους συνεργάτες μας όσο και τους ασφαλισμένους μας από τις κακοτοπιές», υπογραμμίζουν.
Για τα θέματα που απασχολούν σήμερα την αγορά ο Σίμος και ο Παναγιώτης αποδεικνύονται εξίσου μαχητικοί με τον πατέρα τους. Για το έντονο ενδιαφέρον του συνόλου σχεδόν των εταιρειών για τον κλάδο αυτοκινήτου σχολιάζουν: «Το αυτοκίνητο, παρά τους διαχρονικούς εξορκισμούς του, είναι πηγή ρευστότητας για τις Εταιρείες και βάση εισοδήματος για όλη σχεδόν την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, είναι το άνοιγμα της πόρτας, για πρόσκτηση και άλλων εργασιών». Καθώς, όμως, «οι καιροί είναι δύσκολοι για όλους και στα δύσκολα χρειάζεται αλληλοϋποστήριξη και όχι αλληλοεξόντωση, οι εταιρείες, αντί να προσπαθούν να πάρουν το εισόδημα των Διαμεσολαβούντων, θα έπρεπε να βάλουν “πλάτη”, μειώνοντας το απαράδεκτα υψηλό Δικαίωμα Συμβολαίου».
Πεποίθηση των δύο ανδρών είναι ότι «το ασφαλιστικό οικοδόμημα στηρίζεται σε τέσσερα πόδια: Μετόχους, Διοικητικούς, Διαμεσολαβούντες και Ασφαλισμένους, και δεν υπάρχει περίπτωση να σταθεί όρθιο με κομμένο το ένα». Γι’ αυτό, θεωρούν τις online πωλήσεις των εταιρειών, με τα χαμηλότερα τιμολόγια και τις προσβλητικές για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση διαφημίσεις, όπως και τα διπλά τιμολόγια εντός της ίδιας εταιρείας, απαράδεκτες πρακτικές εις βάρος των Συνεργατών τους. Εξίσου απαράδεκτη πιστεύουν ότι είναι και η πρακτική των τραπεζών για πρόσκτηση ασφαλιστικών εργασιών.
Αναγνωρίζουν, βεβαίως, ότι «οι εταιρείες πιέζονται από την επικείμενη εφαρμογή του Solvency II, για εξεύρεση κεφαλαίων. Αυτός, όμως, δεν είναι λόγος να στραγγαλισθεί η Ασφαλιστική Διαμεσολάβηση», επισημαίνουν, τονίζοντας ότι «οι σπασμωδικές κινήσεις, είτε μέσω πρακτικών, είτε μέσω ανεδαφικών νόμων, πριονίζουν το κλωνάρι στο οποίο στηρίζεται η Ιδιωτική Ασφάλιση». Φυσικά, δεν διαφωνούν ότι οι ευρωπαϊκές Οδηγίες πρέπει να εφαρμόζονται, «αλλά πρέπει να βλέπουμε και την ελληνική πραγματικότητα», γιατί «αυτό που στην Ευρώπη αποτελεί εξαίρεση, σ’ εμάς μετατρέπεται σε κανόνα», επισημαίνουν, φέρνοντας ως παράδειγμα «την Οδηγία 2002/92ΕΚ και το Π.Δ.190, που προβλέπει για τις συνοδευτικές ασφαλίσεις, που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής, ασφάλιστρο €500 το χρόνο κατά συμβόλαιο. Για την ευρωπαϊκή αγορά αυτό δεν είναι θέμα, αφού ο μέσος όρος ασφαλίστρου είναι πολλαπλάσιος αυτού του ποσού. Για μας, όμως, αυτό το ασφάλιστρο είναι κατά πολύ μεγαλύτερο του μέσου ασφαλίστρου».
Αναφορικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, δεν νομίζουν ότι «υπάρχει άλλο επάγγελμα με τόσα προβλεπόμενα για την άσκησή του» και εκτιμούν ότι «οποιαδήποτε άλλη επιβάρυνση, όπως ήταν η προσπάθεια εφαρμογής του περιβόητου Τειρεσία και ό,τι άλλο σχεδιάζεται άκριτα, μόνο και μόνο για να λύσει προβλήματα συγκυρίας, μπορεί να μετατραπούν σε επικίνδυνα “μνημόνια”, που θα γονατίσουν τη Διαμεσολάβηση και το Θεσμό. Για παράδειγμα, ποιος θα εξοφλήσει το συμβόλαιο σε 7 μέρες από την έκδοσή του, όταν οι εταιρείες χρειάζονται τουλάχιστον 5 για να το παραδώσουν στο συνεργάτη; Και όσα προβλέπονται από τη νομοθεσία, για αποστολή επιστολής σε περίπτωση καθυστερημένης οφειλής, με χρονικό περιθώριο 30 ημερών για την εξόφληση, ιδίως στις μακροπρόθεσμες συμβάσεις, όπως τα προγράμματα υγείας, κ.λπ., θα καταργηθούν; Θα καταργηθεί η δυνατότητα εναντίωσης και υπαναχώρησης; Θα ανατρέψουμε μονομερώς τα προβλεπόμενα από το νόμο για την προστασία των καταναλωτών, επειδή οι εταιρείες δεν φρόντισαν να έχουν διαθέσιμα τα απαραίτητα κεφάλαια για τη λειτουργία τους;», αναρωτιούνται.
Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι ο δίμηνος διακανονισμός που υπάρχει σήμερα μόλις και μετά βίας καλύπτει τις παραπάνω χρονικές διάρκειες. «Οι επτά, λοιπόν, μέρες είναι έξω από κάθε λογική και μόνο ως εκβιασμός ηχεί, για να πάρουν από τη διαμεσολάβηση το δικαίωμα είσπραξης. Το πιο δύσκολο, όμως, δεν είναι να πάρεις την αίτηση, αλλά να εισπράξεις τα ασφάλιστρα. Για να πληρώσει ο ασφαλισμένος, θα πρέπει κάθε φορά να του γίνεται επαναπώληση του συμβολαίου, και αυτό καμία εισπρακτική εταιρεία δεν μπορεί να το κάνει. Τους μπαταξήδες διαμεσολαβητές, αν θέλουν, τους καταργούν σε μία νύχτα», τονίζουν.
Η ρύθμιση για τα ανασφάλιστα, τους βρίσκει σύμφωνους, δεδομένων των τεράστιων προβλημάτων που αυτά δημιουργούν. Ωστόσο, επισημαίνουν ότι «δεν πρέπει οι Εταιρείες να δουν το θέμα μόνο από την εισπρακτική του πλευρά. Πρέπει να προβληματίσει όλους σοβαρά, αφού φέρνει στην επιφάνεια τις παιδικές ασθένειες της αγοράς μας. Για πάρα πολλούς συμπατριώτες μας, η οικονομική δυσκολία λειτουργεί σαν πρόφαση για να μην πληρώσουν, αφού βλέπουν την ασφάλιση του αυτοκινήτου ως χαράτσι και αυτό είναι ανησυχητικό, αφού, μετά από τόσες δεκαετίες, δεν καταφέραμε ούτε σε αυτόν τον υποχρεωτικό κλάδο να χτίσουμε ασφαλιστική συνείδηση». Εξίσου θετικοί είναι και στις νομοθετικές ρυθμίσεις για το Επικουρικό, αλλά εκτιμούν ότι αυτή είναι η μία συνιστώσα για την εξυγίανσή του. «Όσο θα κλείνουν εταιρείες σαν τα περίπτερα και όσο θα υπάρχουν χιλιάδες ανασφάλιστα, το πρόβλημα θα διαιωνίζεται», επισημαίνουν. Σχολιάζοντας, ειδικότερα, την πρόσφατη ανάκληση, επισημαίνουν: «Η πρωτοφανής οικονομική κρίση έχει “ζαλίσει” τους πάντες –εταιρείες, διαμεσολαβούντες, ασφαλισμένους. Δεν αντιλαμβάνονται ότι οι …“κόντρες” με ταχύτητα στις …“στροφές” οδηγούν στον γκρεμό. Και πριν μία εβδομάδα εκτροχιάστηκε και άλλη εταιρεία, παίρνοντας στο γκρεμό 270.000 ασφαλισμένους και τη χαμένη μας αξιοπιστία!». Το γραφείο τους δεν είχε συνεργασία με τη συγκεκριμένη εταιρεία και αποφεύγει γενικότερα τη συνεργασία με εταιρείες χαμηλού ασφαλίστρου, αν και, όπως επισημαίνουν, πλέον όλες οι εταιρείες διαφημίζουν χαμηλά ασφάλιστρα. Εκεί ακριβώς εντοπίζουν και την ουσία του προβλήματος, στο «πολύ χαμηλό και ανεπαρκές ασφάλιστρο, που στις σημερινές οικονομικές δυσκολίες γίνεται μαγνήτης για τους καταναλωτές». Γι’ αυτό και πιστεύουν ότι χρήζουν ειδικής προσοχής οι εταιρείες ΕΠΥ. «Μπορεί η λειτουργία τους να μην είναι μεμπτή αλλά, αντιθέτως, εντελώς νόμιμη, στα πλαίσια της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς, όμως, αλλού εδράζονται και αλλού λειτουργούν, “..αλλού ο παπάς και αλλού τα ράσα”, δηλαδή», επισημαίνουν.
Για το μέλλον του κλάδου, γενικότερα, οι αδερφοί Δρούλια εκτιμούν ότι «η κρίση θα μπορούσε να είναι μια ευκαιρία για την ελληνική ασφαλιστική αγορά, δίνοντας παράλληλα διέξοδο στα προβλήματα της κοινωνίας. Αλλά πρέπει πρώτα να βγει η ίδια από τα δύσκολα. Και θα βγει, όχι βέβαια χωρίς απώλειες –και αυτό ισχύει για Εταιρείες και Διαμεσολαβούντες. Πρέπει, όμως, πρώτα να επιλύσει το διαχρονικό πρόβλημά της, που ήταν και είναι τα μικρά μεγέθη και η χαμένη αξιοπιστία».
Όσον αφορά την Εταιρεία τους, η κρίση δεν τους φοβίζει. «Θα δώσουμε το δικό μας αγώνα, με αφοσίωση στην εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων, πολλοί από τους οποίους είναι μαζί μας από ενάρξεως της δραστηριότητας. Τρεις γενεές ασφαλισμένων, πατέρας γιος και εγγονός, εμπιστεύτηκαν το Γιάννη Δρούλια και την Εταιρεία του, άλλες τόσες θα εμπιστευθούν και τα παιδιά του», τονίζουν με πίστη ο Σίμος και ο Παναγιώτης Δρούλιας.