Μεγάλη εισροή κεφαλαίων στην αντασφαλιστική αγορά
Όλες οι μεγάλες αντασφαλιστικές εταιρείες βρέθηκαν από τις 7 μέχρι τις 11 Σεπτεμβρίου στο Monte Carlo, όπου εκπρόσωποί τους συναντήθηκαν με μεσίτες αντασφαλίσεων και τους ασφαλιστές πελάτες τους, για να διαπραγματευτούν τους όρους ανανέωσης των αντασφαλιστικών συμβάσεών τους στις ασφαλίσεις Περιουσίας και Ατυχημάτων.
Ως γνωστόν, οι αντασφαλιστές ανανεώνουν κάθε Ιανουάριο τα δύο τρίτα περίπου των ετήσιων συμβάσεών τους με τις ασφαλιστικές εταιρείες, επομένως, οι διαπραγματεύσεις στο Monte Carlo ορίζουν το κλίμα στο οποίο θα κινηθούν οι συμβάσεις την επόμενη χρονιά. Οι αντασφαλιστικές συμβάσεις, με τη σειρά τους, καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό και την τιμολογιακή πολιτική που ακολουθεί κάθε ασφαλιστική εταιρεία αλλά και τους κινδύνους που είναι σε θέση να αναλάβει.
Τα χαμηλά επιτόκια έχουν προκαλέσει μεγάλο πλήγμα στα κέρδη του αντασφαλιστικού κλάδου, ενώ ταυτόχρονα τα εξαιρετικά υψηλά διαθέσιμα κεφάλαια για καλύψεις επηρεάζουν τις τιμές. Οι προβλέψεις για την αντασφαλιστική αγορά κάνουν μεν λόγο για κέρδη, σε καμία όμως περίπτωση στο ύψος περασμένων ετών και εφόσον δεν προκύψουν μεγάλες καταστροφές έως το τέλος του χρόνου.
Ο Chief Executive Officer της Hannover Re, κ. Ulrich Wallin, δήλωσε πως η τιμολόγηση θα παραμείνει σταθερή και η εταιρεία του, η τρίτη μεγαλύτερη αντασφαλιστική παγκοσμίως, δεν περιμένει σημαντικές διαφορές στις ανανεώσεις των αντασφαλιστικών συμβάσεων τον Ιανουάριο. Σύμφωνα με τον ίδιο, κάποιες εργασίες, όπως ο κλάδος καταστροφών στη Γερμανία, θα φέρουν αύξηση των επιτοκίων την επόμενη χρονιά, ενώ άλλες όχι.
Η Swiss Re, η δεύτερη μεγαλύτερη αντασφαλιστική, δήλωσε ότι αναμένει σταθεροποίηση των τιμών στην αντασφάλιση φυσικών καταστροφών το 2014, μετά την πτώση που σημειώθηκε φέτος.
Η Munich Re, η μεγαλύτερη αντασφαλιστική παγκοσμίως, προέβλεψε σταθερές τιμές στις ανανεώσεις του Ιανουαρίου.
Οι αναδυόμενοι κίνδυνοι για τους αντασφαλιστές
H Guy Carpenter, μεσίτης αντασφαλίσεων που πρόσφατα επένδυσε στη νέα μεσιτική εταιρεία αντασφαλίσεων της οικογένειας Turner (δες σχετικό δελτίο τύπου εδώ), δημοσίευσε έκθεση για τους αναδυόμενους κινδύνους που θα απασχολήσουν τον αντασφαλιστικό κλάδο. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνει την κλιματική αλλαγή, τον κυβερνοχώρο και τον κίνδυνο διαστήματος. Ο κλάδος της ασφάλισης και της αντασφάλισης παραδοσιακά ασχολείται και ερευνά τις τάσεις που θα διαμορφωθούν στο μέλλον, καθώς στην πρόβλεψη και την κατανόησή τους βασίζεται η επιβίωσή του. Έτσι, ο κ. David Flandro, επικεφαλής business intelligence της εταιρείας, δήλωσε: «Είναι ζωτικής σημασίας οι αντασφαλιστές και οι ασφαλιστές να είναι προετοιμασμένοι, ώστε να προβλέψουν και να ανταποκριθούν σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο και αβέβαιο τοπίο κινδύνου. Παρατηρούμε την εμφάνιση πολλών νέων κινδύνων, την ώρα που συντελούνται πολλές τεχνολογικές, οικονομικές και επιστημονικές εξελίξεις, πράγμα που σημαίνει ότι συχνά υπάρχουν πολύ λίγα ιστορικά στοιχεία στη διάθεση των underwriters. Μόνο με την ανάλυση και την καλύτερη κατανόηση των κινδύνων αυτών μπορούμε να μετριάσουμε το στοιχείο του αιφνιδιασμού που θέτουν οι αναδυόμενοι κίνδυνοι και να εντοπίσουμε πιθανές ευκαιρίες ανάπτυξης». Φυσικά, οι νέοι κίνδυνοι δεν αφορούν μόνο στους τρεις τομείς που προαναφέρθηκαν και για τους οποίους στοιχειοθετεί την παρουσία τους η έκθεση της Guy Carpenter. Το πεδίο εμφάνισης νέων κινδύνων είναι εξαιρετικά ευρύ και θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας απειλές που μπορεί να προκύψουν από τις πανδημίες έως τη νανοτεχνολογία.
Κεφάλαια τρίτων στην αγορά αντασφάλισης
Αυτό όμως που φαίνεται να απασχολεί ιδιαίτερα τους αντασφαλιστές είναι η εισροή κεφαλαίων από τις αγορές. Οι εναλλακτικές πηγές capacity που προέρχονται από τις κεφαλαιακές αγορές προβληματίζουν τους αντασφαλιστές, που προσπαθούν να διαγνώσουν εάν αυτή η πρόσβαση σε επιπλέον capacity θα είναι περιστασιακή, έως ότου να συμβεί κάποια μεγάλη ζημιά, ή θα είναι μια μόνιμη κατάσταση, στην οποία οι ίδιοι και τα επιχειρηματικά τους μοντέλα θα πρέπει να προσαρμοστούν καταλλήλως. Το τελευταίο φαίνεται πως συμμερίζονται οι περισσότεροι εκπρόσωποι της αγοράς, η οποία το τελευταίο διάστημα έχει βρεθεί να συγκλίνει με τις κεφαλαιακές αγορές και τον τελευταίο ένα χρόνο έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται πώς θα αναπτυχθεί η νέα αυτή δυναμική.
Η εισροή κεφαλαίων τρίτων στην αγορά αντασφάλισης μπορεί να μετατοπίσει έως και 40 δισ. δολ. των παραδοσιακών ιδίων κεφαλαίων, σύμφωνα με τη Willis Re. Τα χρήματα αυτά είτε θα επιστραφούν στους μετόχους είτε θα επανατοποθετηθούν αλλού στην (αντ) ασφαλιστική αγορά. Η τροχιά ανάπτυξης των κεφαλαίων τρίτων, σήμερα, δείχνει ότι μέσα σε λίγα χρόνια θα μπορούσαν να αποτελούν το 30% της παγκόσμιας αγοράς αντασφάλισης καταστροφής περιουσίας και να αντιπροσωπεύουν περίπου $ 100 δις capacity, σύμφωνα πάντα με τα στελέχη της Willis Re.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Willis Re, κ. John Cavanagh, δήλωσε σχετικά: «Οι μέχρι στιγμής συζητήσεις έχουν επικεντρωθεί στην επίδραση που θα έχουν τα κεφάλαια τρίτων στα ποσοστά και τον ανταγωνισμό που δημιουργείται στην αγορά της αντασφάλισης. Μια μελλοντική εισροή 100 δισ. δολαρίων, ωστόσο, θα έχει μια σειρά από βαθιές συνέπειες. Καθώς τα κεφάλαια τρίτων εισέρχονται στην αντασφαλιστική αγορά καταστροφών, παραγκωνίζουν τα συμβατικά ίδια κεφάλαια. Αυτά τα κεφάλαια θα πρέπει να πάνε κάπου».
Ο κ. Cavanagh πρόσθεσε: «Θα μπορούσατε να το σκεφτείτε ως ισοδύναμο 10 καλά κεφαλαιοποιημένων νεοσύστατων εταιρειών, και η επίδραση στην αγορά θα είναι βαθιά. Αν τα κεφάλαια αναδιαταχθούν, ένα μεγάλο μέρος τους θα μπορούσε να καταλήξει στις άμεσα ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Αυτή είναι ήδη η σιωπηρή επιλογή πολλών υβριδικών εξειδικευμένων αντασφαλιστικών».
Η εισροή κεφαλαίων τρίτων σε συνδυασμό με τις αλλαγές στον τρόπο αγοράς αντασφάλισης και την κανονιστική πολυπλοκότητα οδηγεί σε αυξανόμενη πολυπλοκότητα στην αντασφαλιστική αγορά.
Η Swiss Re εκτιμά ότι το ποσό του εναλλακτικού capacity φτάνει σήμερα τα 40 δισ. δολ. Παγκοσμίως, ενώ τα λεγόμενα εναλλακτικά κεφάλαια κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά φυσικών καταστροφών των ΗΠΑ. Ο Δ/νων Σύμβουλος της Swiss Re, κ. Matthias Weber, δήλωσε: «Παίρνουμε την εισροή των εναλλακτικών κεφαλαίων στα σοβαρά, αλλά δεν μας ανησυχεί. Η Swiss Re μπορεί να επωφεληθεί από την τεχνογνωσία της ως προς τις αγορές κεφαλαίων και -ταυτόχρονα- να τις ανταγωνιστεί με επιτυχία, ως ένας φορέας παροχής ολοκληρωμένων υπηρεσιών». Η πίεση θεωρούν ότι θα είναι κυρίως στους μικρότερους και λιγότερο διαφοροποιημένους αντασφαλιστές.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Lloyd’s, κ. John Nelson, η ασφαλιστική αγορά (commercial insurance market) μέχρι το 2025 θα αυξηθεί από $600 δις έως $2 τρις, με το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης αυτής να προέρχεται από τις αναδυόμενες αγορές . Στην ομιλία που απηύθυνε στο πλαίσιο των συναντήσεων του Monte Carlo, σημείωσε ότι εναλλακτικά κεφάλαια, όπως τα ILS (insurance–linkedsecurities ) και τα ομόλογα καταστροφών θα αποτελούν ένα μεγάλο ποσοστό της αύξησης. Ο κ. Nelson αναφέρθηκε στην εισροή των μη παραδοσιακών κεφαλαίων στον ασφαλιστικό κλάδο, υποστηρίζοντας ότι δεν είναι απλώς ένα “πυροτέχνημα”, αλλά θα προκαλέσουν θεμελιώδη αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο κεφαλαιοποιείται ο κίνδυνος –η οποία με τη σειρά της θα μπορούσε να μεταμορφώσει τη βιομηχανία. Κατέληξε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι τα εν λόγω κεφάλαια προσφέρουν μια πραγματική ευκαιρία στους αντασφαλιστές, με την προϋπόθεση ότι δεν επηρεάζονται τα συμφέροντα των πελατών τους.
Ο κ. Nelson διευκρίνισε ότι, κατά την άποψή του, η αλλαγή αυτή που διαφαίνεται επιτρέπει μια πιο σύνθετη και εκτεταμένη εμπορευματοποίηση του κινδύνου, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε μια κατάσταση όπου οι αντασφαλιστές και οι μεσίτες μπορούν να συμπεριφέρονται σαν διαχειριστές επενδυτικών χαρτοφυλακίων. Εστιάζοντας στη μεταβαλλόμενη αντασφαλιστική αγορά, τόνισε ότι λόγω της ολοένα και μεγαλύτερης ανάγκης για καινοτομία, οι ασφαλιστές πρέπει να ακούνε τους πελάτες και να επικεντρωθούν στην ανάπτυξη ασφαλιστικών προϊόντων για την αντιμετώπιση των νέων κινδύνων που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις, όπως στον κυβερνοχώρο, προκειμένου να δημιουργούν καλύτερες ευκαιρίες ή/και να αποφεύγουν τον κίνδυνο. Κλείνοντας την ομιλία του κατέληξε: «Παρά τις τρέχουσες προκλήσεις, εξακολουθώ να είμαι πολύ αισιόδοξος για το μέλλον αυτής της βιομηχανίας, διότι ο κόσμος χρειάζεται περισσότερη ασφάλεια και υπάρχει και το κεφάλαιο που μας εμπιστεύεται για να επενδύσει σε εμάς».