Άρθρα

Θάνος Αγγελόπουλος: Στην τελική ευθεία για τη Φερεγγυότητα ΙΙ

Προκλήσεις, ερωτήματα και αναγκαιότητες για την ασφαλιστική αγορά

Του Θάνου Αγγελόπουλου, Δ/ντή Διαχείρισης Κινδύνων και Αναλογιστικής, Υδρόγειος Ασφαλιστική

Στην τελική ευθεία για το νέο πλαίσιο
Βρισκόμαστε μόλις 100 ημέρες πριν την έναρξη εφαρμογής του νέου νομοθετικού πλαισίου Φερεγγυότητα ΙΙ και οι ασφαλιστικές εταιρείες σε όλη την Ευρώπη προετοιμάζονται πυρετωδώς για την όσο το δυνατόν πιο ομαλή μετάβασή τους.

Η Οδηγία 2009/138 (Φερεγγυότητα ΙΙ) δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 17 Δεκεμβρίου 2009, μετά από συζητήσεις και διαβουλεύσεις τουλάχιστον 15 ετών. Η Οδηγία αυτή θα πρέπει να έχει μετατραπεί σε τοπική νομοθεσία στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής  Ένωσης μέχρι την 1.1.2016. Η Ελλάδα, όπως εξάλλου και άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν έχει προβεί ακόμα στην ενσωμάτωση αυτή (και την ταυτόχρονη κατάργηση του ισχύοντος Προεδρικού Διατάγματος 400/1970). Ένας από τους λόγους της καθυστέρησης είναι φυσικά και το αβέβαιο πολιτικό περιβάλλον, με τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις που συνέβησαν σε διάστημα λιγότερο των 10 μηνών.

Το κείμενο της Οδηγίας αυτό καθαυτό, ωστόσο, είναι ένα μόνο από τα πολλά κείμενα της Φερεγγυότητας ΙΙ που θα πρέπει να διαβάσουν, να κατανοήσουν και να εφαρμόσουν οι ασφαλιστικές εταιρείες. Μέσα στο 2015 η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA) έχει δημοσιεύσει 28 ακόμη κείμενα κατευθυντήριων γραμμών (Guidelines), με πάνω από 400 σελίδες στο σύνολό τους, με στόχο να διευκολύνει τη σύγκλιση των πρακτικών σε όλα τα κράτη-μέλη, την καθιέρωση συνεπών, αποδοτικών και αποτελεσματικών εποπτικών πρακτικών, καθώς επίσης και τη διασφάλιση κοινής, ενιαίας και συνεπούς εφαρμογής της νομοθεσίας της  Ένωσης. Στον όγκο των κειμένων που οι εταιρείες θα πρέπει να κάνουν κτήμα τους έρχονται να προστεθούν και αυτά των 16 Τεχνικών Προδιαγραφών (Technical Standards) που εγκρίνει η Ευρωβουλή και τα οποία περιλαμβάνουν κυρίως τεχνικές οδηγίες για την εφαρμογή των επιμέρους σημείων της Οδηγίας.

Πώς βλέπει όμως η ίδια η ασφαλιστική αγορά τη  νέα Οδηγία;
Αυτό που θα πρέπει να επισημανθεί είναι ότι με τη Φερεγγυότητα ΙΙ γίνεται η μετάβαση από ένα σύστημα που βασιζόταν σε κανόνες (“rules-based”) σε ένα που βασίζεται σε αρχές (“principles-based”). Είναι συνεπώς αναμενόμενο αρκετά σημεία των άνω των 1.000 σελίδων κειμένων να επιδέχονται διαφορετικές ερμηνείες, τόσο μεταξύ των στελεχών της ίδιας ασφαλιστικής εταιρείας ή μεταξύ των ασφαλιστικών εταιρειών, όσο και μεταξύ των διαφορετικών εποπτικών αρχών, ειδικότερα προτού το όλο πλαίσιο εφαρμοσθεί στην πράξη.

Δεν είναι συνεπώς περίεργο ότι τα στελέχη των ασφαλιστικών εταιρειών σε  παγκόσμιο επίπεδο αναφέρουν τη νομοθεσία (“regulation”) ως το «νούμερο ένα» κίνδυνο που αντιμετωπίζουν τα τελευταία τρία έτη, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του CFSI (Centre for the Study of Financial Innovation). Η ίδια μελέτη αναφέρει ότι ο μεγάλος όγκος της νέας νομοθεσίας φέρνει σε τέλμα την ασφαλιστική αγορά –κοστίζει πολύ, απαιτεί πάρα πολύ χρόνο από τις Διοικήσεις και “σκοτώνει” τον Ανταγωνισμό.

Ένα από τα βασικά ερωτήματα που θέτουν οι ασφαλιστικές εταιρείες είναι η χρησιμότητα του τεράστιου όγκου των αναφορών που θα πρέπει να υποβάλλονται, σύμφωνα με τον Πυλώνα ΙΙΙ της Οδηγίας. Οι τελικές απαιτήσεις των αναφορών, οι οποίες δεν έχουν εγκριθεί από την Ευρωβουλή, δημοσιεύθηκαν μόλις τον Ιούλιο, με αποτέλεσμα οι ασφαλιστικές εταιρείες μαζί με τους εξωτερικούς τους συμβούλους και τους παρόχους μηχανογραφικών λύσεων να βρίσκονται σε αγώνα δρόμου για την έγκαιρη προετοιμασία τους. Οι οικονομικές υπηρεσίες μαζί με τα τμήματα μηχανογράφησης, διαχείρισης κινδύνων, αναλογιστικής και αντασφαλειών βρίσκονται σε συνεχείς συζητήσεις για την ανάλυση των δεδομένων που απαιτούνται στις αναφορές αυτές, καθώς αρκετά από τα δεδομένα αυτά δεν βρίσκονται ήδη στις κύριες μηχανογραφικές εφαρμογές τους, αλλά διάσπαρτα σε αρχεία Excel –στην καλύτερη περίπτωση– ή σε κανένα ηλεκτρονικό αρχείο, στη χειρότερη. Η ανάλυση αυτή καλείται να γίνει πάνω σε αγγλικά κείμενα, που αρκετές φορές προκαλούν αβεβαιότητα ως προς την ορθή κατανόηση των απαιτούμενων που περιγράφονται σε αυτά.

Ταυτόχρονα, τα Διοικητικά Συμβούλια των εταιρειών παραμένουν απασχολημένα με τη μελέτη, έγκριση και κατανόηση των πολλαπλών πολιτικών και διαδικασιών που προβλέπει ο Πυλώνας ΙΙ της Οδηγίας. Οι πολιτικές αυτές αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ORSA (Αξιολόγηση Ιδίων Κινδύνων και Φερεγγυότητας ή «ΑΙΚΦ»), έκθεση η οποία είναι βαρύνουσας σημασίας στις αξιολογήσεις των εποπτικών αρχών. Κατά τη διάρκεια του 2015, έχουν γίνει τρεις τέτοιες δοκιμαστικές εκθέσεις, με την τρίτη να έχει κατατεθεί μόλις στις 30 Σεπτεμβρίου. Μέχρι στιγμής, οι εποπτικές αρχές αναφέρουν ότι θα ήθελαν να δουν μεγαλύτερη συσχέτιση της ORSA με την επιχειρηματική στρατηγική των εταιρειών και ότι θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην προοπτική θεώρηση της αξιολόγησης των συνολικών αναγκών φερεγγυότητας σε ορίζοντα τουλάχιστον τριετίας. Βασική προϋπόθεση είναι η ύπαρξη ενός, τουλάχιστον τριετούς, επιχειρηματικού πλάνου από τις εταιρείες.

Η ελληνική πραγματικότητα
Είναι πιστεύω κατανοητό ότι κατάρτιση ενός τέτοιου μεσοπρόθεσμου επιχειρηματικού πλάνου στην Ελλάδα, την παρούσα στιγμή, είναι γρίφος για δυνατούς λύτες. Από τον Δεκέμβριο του 2014, όταν και είχαν καταρτιστεί τα πλάνα των εταιρειών, και μέχρι το τέλος του 2015, θα έχουν μεσολαβήσει, μεταξύ άλλων, δύο εκλογικές αναμετρήσεις, νέο μνημόνιο, που περιέχει νέες φορολογικές διατάξεις για τις εταιρείες, και φυσικά τα capital controls.

Τα capital controls δεν επηρέασαν μόνο την ασφαλιστική παραγωγή, όπως εξάλλου ήταν αναμενόμενο, αλλά, κυρίως, την πρόσβαση των ασφαλιστικών εταιρειών στις αγορές του εξωτερικού. Η αγορά ομολόγων δεν ήταν προσβάσιμη για τις ελληνικές εταιρείες, τα χρήματά τους ήταν και είναι εγκλωβισμένα στις τράπεζες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν δυσκολίες στην εφαρμογή της επενδυτικής τους πολιτικής και του επιχειρησιακού τους πλάνου. Η χαμηλή πιστοληπτική διαβάθμιση των ελληνικών τραπεζών και των ελληνικών ομολόγων, το συνεχώς πτωτικό Xρηματιστήριο Αθηνών (πτώση -21% από την αρχή του έτους) περιορίζουν τις επιλογές των ελληνικών εταιρειών για επενδύσεις των περιουσιακών τους στοιχείων.

Η επενδυτική πολιτική των εταιρειών στο επίκεντρο
Στην ίδια μελέτη του CFSI που αναφέρεται παραπάνω, επισημαίνεται ότι ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι ασφαλιστικές εταιρείες, και ειδικότερα οι εταιρείες Ζωής, είναι η παρατεταμένη περίοδος χαμηλών ή, σε κάποιες περιπτώσεις, και αρνητικών επιτοκίων. Τα προϊόντα των εταιρειών Ζωής θα πρέπει συνεπώς να επαναξιολογηθούν από 1.1.2016 υπό το νέο εποπτικό πρίσμα και σίγουρα με βάση τις κεφαλαιακές ανάγκες που θα απαιτούνται για αυτά. Παρά το γεγονός ότι με το νέο κανονιστικό πλαίσιο καταργούνται οι περιορισμοί στην επενδυτική πολιτική των εταιρειών, παραμένει και μάλιστα ενισχύεται η αρχή του «συνετού επενδυτή» (“prudent person”). Θα πρέπει οι ίδιες οι εταιρείες να θέσουν τα δικά τους όρια και έννοιες όπως risk appetite, risk tolerance και risk limit εισέρχονται στο καθημερινό λεξιλόγιο των ασφαλιστικών εταιρειών. Η EIOPA, διά στόματος του προέδρου της, Gabriel Bernardino, έχει προειδοποιήσει ότι θα παρακολουθεί στενά τις επενδυτικές επιλογές των εταιρειών, ιδιαίτερα σε νέα επενδυτικά προϊόντα, ή την αύξηση των επενδύσεων σε συγκεκριμένες κατηγορίες. Εδώ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι από 1.1.2016 κάθε κατηγορία επένδυσης “χρεώνεται” με απαιτούμενα κεφάλαια για τις εταιρείες, σύμφωνα με δείκτες που έχουν θεσπιστεί από την EIOPA. Είναι αναμενόμενο, λοιπόν, ότι, για παράδειγμα, ο δείκτης κεφαλαιακών αναγκών για τα ακίνητα που έχει στην κατοχή της μια εταιρεία, δεν μπορεί να είναι “δίκαιος” για όλες τις εταιρείες ή αντιπροσωπευτικός για όλα τα ακίνητα και ότι στο μέλλον η EIOPA θα επανεξετάσει όλους τους δείκτες, όταν θα έχει τα πρώτα δεδομένα από τις ασφαλιστικές εταιρείες.

Συμπέρασμα
Τα Διοικητικά Συμβούλια και γενικότερα οι Διοικήσεις των ασφαλιστικών εταιρειών καλούνται πλέον να πάρουν επιχειρηματικές αποφάσεις λαμβάνοντας υπόψη την επίπτωση που θα έχουν αυτές στις κεφαλαιακές τους ανάγκες. Πρόκειται για μία πολύπλοκη και χρονοβόρα σε πολλές περιπτώσεις διαδικασία, που απαιτεί την εμπλοκή πολλών Διευθύνσεων.

Γίνεται, λοιπόν, κατανοητό ότι η βασική αλλαγή που επέρχεται αφορά πρωτίστως στην κουλτούρα και τον τρόπο διακυβέρνησης των ασφαλιστικών εταιρειών. Η αλλαγή αυτή θα πρέπει να προέρχεται από την κορυφή της εταιρείας και δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη. Απαιτεί χρόνο, δέσμευση και προσπάθεια. Εξυπακούεται ότι, στο αβέβαιο επιχειρηματικό περιβάλλον της Ελλάδας, η ομαλή μετάβαση στο νέο αυτό καθεστώς απαιτεί ακόμη μεγαλύτερη προσπάθεια, καθώς και την ανάλογη κατανόηση της εποπτικής αρχής.  


* Ο κ. Θάνος Αγγελόπουλος είναι αναλογιστής με εμπειρία άνω των 15 ετών στον ασφαλιστικό κλάδο στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Ξεκίνησε την επαγγελματική του πορεία στην Αγγλία, όπου εργάσθηκε, αρχικά, ως Assistant Actuary, στην Lloyds-TSB και, στη συνέχεια, ως Senior Actuary στις εταιρείες St. Paul (σημερινή Travelers Insurance) και Converium Reinsurance (σημερινή SCOR). Ερχόμενος στην Ελλάδα εργάστηκε ως Σύμβουλος Αναλογιστής για πληθώρα ασφαλιστικών εταιρειών των γενικών κλάδων. Στην Υδρόγειο εργάζεται από τον Μάρτιο του 2012, ως Διευθυντής Διαχείρισης Κινδύνων και Αναλογιστικής. Είναι κάτοχος BSc Mathematics with Actuarial Studies από το πανεπιστήμιο του Southampton και MSc in Actuarial Management από το CASS Business School του Λονδίνου.

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας