Άρθρα

Επενδύσεις: Αναζητώντας τις χαμένες αποδόσεις

Μία μακρά περίοδος χαμηλών επιτοκίων φέρνει τους ασφαλιστές αντιμέτωπους με μία δύσκολη αποστολή, καθώς πρέπει να βρουν τη σωστή ισορροπία ανάμεσα σε αποδόσεις που είναι ικανά υψηλές και σε επενδύσεις που είναι ικανά ασφαλείς.

Του Philipp Waldstein* (Πηγή: Munich Re Topics Magazine 1/2014)

Τα χαμηλά επιτόκια αποτελούν τεράστια πρόκληση για τις ασφαλιστικές εταιρείες, αναφορικά με τις δικές τους επενδύσεις. Το μεγαλύτερο πρόβλημα για ασφαλιστικές εταιρείες ζωής και υγείας είναι ότι οι αποδόσεις που μπορούν να έχουν από τα ασφαλή κρατικά ομόλογα δεν είναι αρκετά υψηλές, ώστε να καλύψουν τις δικές τους υποχρεώσεις τόκων. Σε αυτό το περιβάλλον, πολλοί επενδυτές θα αναγκασθούν να συμβιβαστούν με λιγότερη ασφάλεια, σε μία αναζήτηση υψηλότερων αποδόσεων. Η ανεύρεση της ισορροπίας ανάμεσα σε επαρκώς υψηλές αποδόσεις και επαρκή ασφάλεια δεν είναι κάτι απλό. Ο οδηγός αυτός σκοπό έχει να δώσει κάποιες κατευθύνσεις στους επενδυτές της ασφαλιστικής βιομηχανίας.

Η ασφάλεια δεν αποδίδει πλέον σχεδόν τίποτα
Εκτός από αποδόσεις, οι ασφαλιστικές εταιρείες ενδιαφέρονται επίσης πάρα πολύ για την ασφάλεια. Οι αποδόσεις, όμως, των γερμανικών και αμερικανικών κρατικών ομολόγων, ακόμα και των δεκαετών, δεν μπορούν πλέον να καλύψουν τις απαιτήσεις αποδόσεων των ασφαλιστικών εταιρειών ζωής και υγείας. Επιπλέον, καμία από τις δύο χώρες δεν μπορεί να παρέχει σήμερα την απόλυτη ασφάλεια που παρείχαν κάποτε.  Ως μέλος της Ευρωπαϊκής Νομισματικής  Ένωσης, η Γερμανία κινδυνεύει να βρεθεί μια μέρα από κοινού υπεύθυνη για προβλήματα που προκύπτουν αλλού στην ευρωζώνη, ενώ οι ΗΠΑ δεν έχουν πετύχει μέχρι στιγμής να αντιμετωπίσουν πειστικά το δίλημμα του δημόσιου δανεισμού τους. Ο κόσμος έχει βαρεθεί με τα δράματα των “δημοσιονομικών γκρεμών” και των “διακοπών εργασιών” της Αμερικής.  Η κατά τα φαινόμενα αδιάκοπη αύξηση του κρατικού χρέους των ΗΠΑ, τις καθιστά υψηλού κινδύνου για τους επενδυτές.

Εστιάζοντας στη διαφοροποίηση
Σύμφωνα με την παραδοσιακή προσέγγιση διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού, ο επενδυτής κατέχει ένα ασφαλές χαρτοφυλάκιο, το οποίο του εξασφαλίζει την κάλυψη των περισσοτέρων υποχρεώσεών του, στο οποίο μπορούν να προστεθούν πιο επικίνδυνες επενδύσεις ανάλογα με τη διάθεση του επενδυτή για ανάληψη κινδύνου και τυχόν πρόσθετα διαθέσιμα κεφάλαια. Εάν δεν υπάρχει πλέον μία απολύτως ασφαλής επένδυση, ο καλύτερος τρόπος να αυξηθεί η ασφάλεια ενός χαρτοφυλακίου είναι η ευρεία διαφοροποίηση. Τα αποτελέσματα της διαφοροποίησης ως προς την εξισορρόπηση και την προσθήκη ασφάλειας σε ένα χαρτοφυλάκιο είναι εντυπωσιακά θετικά, με την προϋπόθεση, φυσικά, ότι τηρούνται πάντα και διαρκώς οι κανόνες της διαφοροποίησης. Τα στοιχεία ενεργητικού πρέπει να υπόκεινται πάντα σε στενό και αποτελεσματικό έλεγχο κινδύνου. Αν κάτι πάει στραβά, πρέπει να ληφθούν άμεσες και αποφασιστικές ενέργειες για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Επενδύσεις εστιασμένες στις υποχρεώσεις
Οι τάσεις των τελευταίων ετών στις κεφαλαιαγορές δείχνουν ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν μπορούν να διαχειριστούν τις επενδύσεις τους με τον ίδιο τρόπο όπως άλλοι διαχειριστές κεφαλαίων στους οποίους οι επενδυτές εμπιστεύονται τα κεφάλαιά τους, ώστε να αποκτήσουν αποδόσεις πέραν ενός προκαθορισμένου σημείου αναφοράς. Σε αντίθεση με τους διαχειριστές αυτούς, οι ασφαλιστικές εταιρείες πρέπει να επενδύουν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να ευθυγραμμίζεται όσο γίνεται περισσότερο το προφίλ του χαρτοφυλακίου με τις υποχρεώσεις πληρωμών που προκύπτουν από τη βασική δραστηριότητα.
Αυτό σημαίνει επιλογή ενός χαρτοφυλακίου που συμπεριφέρεται κατά τρόπο συμβατό με τις υποχρεώσεις τους.  Καίριας σημασίας γι’ αυτό είναι οι κίνδυνοι επιτοκίου, συναλλάγματος και πληθωρισμού. Αυτού του είδους η προσέγγιση της διαχείρισης ενεργητικού-παθητικού σχεδιάζεται για να ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο αδυναμίας εκπλήρωσης υποχρεώσεων σε μεγάλες περιόδους χαμηλών επιτοκίων.

Γνώση των κινδύνων
Όποιος αναζητά κάτι παραπάνω από (πλέον μόνο σχετικά) ασφαλείς αποδόσεις, έχει μόνο μία επιλογή, δηλ. να αναλάβει περισσότερο κίνδυνο. Αυτό κυρίως αφορά το να είναι κάποιος έτοιμος να δεχθεί πιστωτικούς κινδύνους με την ευρύτερη έννοια. Η ερώτηση, λοιπόν, που τίθεται είναι η εξής: αξίζουν οι υψηλότερες αποδόσεις τον επιπλέον κίνδυνο; Κίνδυνοι που δεν είναι απολύτως διαφανείς –και υπάρχουν αρκετοί από αυτούς– δεν αξίζουν ποτέ τον κόπο και πρέπει πάντα να αποφεύγονται. Οι ασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να γνωρίζουν ότι, αντίθετα με τους κινδύνους επιτοκίου ή συναλλάγματος, δεν υπάρχει αντιστοίχιση στην πλευρά του παθητικού των ισολογισμών για τους πρόσθετους πιστωτικούς κινδύνους Συνεπώς, οι επενδύσεις και οι κίνδυνοί τους πρέπει να είναι κατανοητοί και να μπορούν να αναλυθούν, ενώ θα πρέπει να είναι δυνατή η ταξινόμηση των προφίλ των κινδύνων κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται ότι δεν διακυβεύεται η ικανότητα ανάληψης κινδύνου της ασφαλιστικής εταιρείας ως προς τη μακροχρόνια διαχείριση ενεργητικού-παθητικού. Η εξασφάλιση απλά μιας επένδυσης, μόνο επειδή προσφέρει επιφανειακά επαρκώς ελκυστική απόδοση, δεν είναι το ζητούμενο. Οι επενδυτές πρέπει πάντα να ελέγχουν το κατά πόσο η υποσχεθείσα απόδοση μπορεί να διατηρηθεί καθ’ όλη τη διάρκεια διακράτησης της επένδυσης, καθώς και το επίπεδο μεταβλητότητας της επένδυσης, καθ’ όλη τη διάρκειά της.

Η ρευστότητα μετράει
Πριν από την οικονομική κρίση, υπήρχε η υπόθεση ότι υπήρχαν πολλά ρευστοποιήσιμα μέσα και οι επενδυτές δεν το αμφισβητούσαν αυτό, παρόλο που την περίοδο μετά το 2000, όταν έσκασε η φούσκα των dot-com, είχε αρχίσει να διαφαίνεται ότι η διαθεσιμότητα επενδυτικών προϊόντων στις ανοδικές αγορές συχνά απλά δίνει την εντύπωση της ρευστότητας. Η πραγματική ρευστότητα απέκτησε και πάλι μεγαλύτερη σημασία αναφορικά με την ικανότητα ενός επενδυτή να αντιδρά σε εξωτερικά συμβάντα. Πλέον, πολιτικές αποφάσεις έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στις κεφαλαιαγορές και τις επηρεάζουν με τρόπους που μερικές φορές μπορεί να είναι δύσκολα προβλέψιμοι. Μία σωστή αναλογία επενδύσεων υψηλής ρευστότητας είναι χρήσιμη, καθώς προσφέρει ευελιξία, δηλ. την ικανότητα αποφυγής και απορρόφησης κινδύνων και αξιοποίησης ευκαιριών.

Η διαχείριση κινδύνου είναι εξαιρετικά σημαντική
Η πολύ καλή διαχείριση κινδύνου του χαρτοφυλακίου είναι σημαντική. Αυτή περιλαμβάνει την έγκαιρη αναγνώριση υπερβάσεων των ορίων, για παράδειγμα όταν απαιτείται ελάχιστο ποσοστό απόδοσης, έτσι ώστε να υπάρχει περιθώριο λήψης διορθωτικών ενεργειών. Αν οι κινήσεις στις κεφαλαιαγορές ακολουθούν αντίθετη κατεύθυνση από τη θέση του επενδυτή, θα πρέπει να γίνει γρήγορα διόρθωση, ώστε να διασφαλίζεται η αδιάκοπη ικανότητα δράσης.
Οι επενδυτές που είναι προσανατολισμένοι προς την ασφάλεια, πρέπει να παρακολουθούν διαρκώς το κατά πόσο οι επενδύσεις τους εξακολουθούν να πληρούν τα απαιτητικά ποιοτικά τους κριτήρια, καθώς αυτό μπορεί να αλλάξει ανά πάσα στιγμή από εσωτερικές εξελίξεις και εξωτερικές επιδράσεις. Οι μέρες της απλής στρατηγικής «αγοράς και διακράτησης» έχουν παρέλθει. Καθώς οι επενδύσεις διατηρούν τα χαρακτηριστικά τους για ολοένα και μικρότερο διάστημα, είναι μεγάλης σημασίας η κατανόηση, παρατήρηση και διαρκής παρακολούθηση των επιμέρους χρεογράφων, όχι μόνο πριν, αλλά επίσης, και μάλιστα ιδιαίτερα, και μετά την αγορά τους.

Επενδυτικοί στόχοι
Οι στόχοι του επενδυτή είναι πάντα αποφασιστικής σημασίας σε κάθε επενδυτική δραστηριότητα. Αυτοί πρέπει να είναι ξεκάθαροι και σαφείς. Παρόλο που είναι το τελευταίο θέμα που θίγεται εδώ, οι επιμέρους επενδυτικοί στόχοι αποτελούν πάντα την αφετηρία κάθε επενδυτικής σκέψης. Με βάση τους στόχους αυτούς, αναπτύσσονται επενδυτικές στρατηγικές και διερευνώνται επενδυτικές ευκαιρίες. Για παράδειγμα, κάποιος που αποσκοπεί στη διατήρηση του κεφαλαίου του, πρέπει να διαχειρίζεται πολύ προσεκτικά τους κινδύνους που αναλαμβάνει, ώστε να μην είναι ποτέ υπερβολικά εκτεθειμένος. Χωρίς προκαθορισμένους στόχους, είναι εύκολο να κάνει το λάθος να ακολουθήσει την αγορά. Ακολουθώντας το πλήθος και τον επιχειρηματικό κύκλο είναι ο πλέον συνήθης λόγος κακών επενδυτικών αποτελεσμάτων. Οι καλά καθορισμένες επενδυτικές πρακτικές είναι κρίσιμης σημασίας, ανεξαρτήτως τάσεων.
Οι ασφαλείς και κερδοφόρες επενδύσεις με μεγάλο χρονικό ορίζοντα δεν είναι κάτι απλό. Οι επενδυτές πρέπει να γνωρίζουν ότι η αποφυγή ενός κινδύνου μπορεί να τους εκθέσει σε έναν άλλο. Μερικές φορές καλούνται να επιλέξουν το μη χείρον βέλτιστον, κάτι το οποίο είναι πάντα δύσκολο. Ακόμα και στον τρέχοντα κύκλο της αγοράς, είναι ξεκάθαρο ότι το μαγικό τρίγωνο ρευστότητα, αποδόσεις και κίνδυνος/αξιοπιστία ισχύει. Όποιος θέλει να πετύχει συνεπή, θετική απόδοση στο περιβάλλον αυτό, πρέπει να έχει κατά νου τις ευκαιρίες που προσφέρουν οι κεφαλαιαγορές και να χρησιμοποιεί έναν επαγγελματία διαχειριστή. Να γνωρίζετε τους κινδύνους σας και να προσπαθείτε να μεγιστοποιείτε τις αποδόσεις με ξεκάθαρους επενδυτικούς στόχους.

* Ο κ. Philipp Waldstein είναι μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης της MEAG, υπεύθυνος του τμήματος Portfolio Management Securities, Money and Foreign Exchange.

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας