Ειδικά ζητήματα στις συμβάσεις με τους Lloyd’s
Στις ασφαλίσεις συχνά γίνεται αναφορά στα ειδικά ζητήματα τα οποία αναφύονται σε σχέση με τις συμβάσεις, οι οποίες συνάπτονται με τα οργανωμένα συνδικάτα των ασφαλιστών που είναι μέλη της Ένωσης του Λλόυδς του Λονδίνου.
Τα ειδικά χαρακτηριστικά, λόγω κύρια της απουσίας νομικής προσωπικότητας, έχουν ανάγκη ερμηνευτικής αντιμετώπισης, η οποία βασίζεται νομοθετικά στη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 2 και άρθρου 42α, Α1 γ εδ. 3 του ΝΔ 400/70*.
Σχετικά με το ζήτημα αυτό ενδιαφέρον παρουσιάζει η απόφαση του Εφετείου Αθηνών 5431/2015 στο σύνολό της, από το οποίο παραθέτουμε μικρό απόσπασμα λόγω έλλειψης χώρου (απόσπ. από ΕφΑθ 5431/2015, δημοσιευμένη στο ΔΕΕ, Φεβρουάριος 2016, σελ. 212 επ.), η οποία απόφαση, μεταξύ των λοιπών ζητημάτων σχετικά με θέματα ασφάλισης ζημιών, έκρινε ειδικώς επί του Λλόυδς:
(…) Το Λλόυδς, το οποίο δεν αποτελεί νομικό πρόσωπο, δεν συνάπτει αυτό συμβάσεις ασφάλισης παρά μόνο έμμεσα, μέσω ειδικών ασφαλειομεσιτών (μεσίτες Λλόυδς), που εργάζονται για λογαριασμό αυτού που πρόκειται να ασφαλιστεί. Η ένωση των Λλόυδς δεν διεξάγει η ίδια ασφαλιστικές υποθέσεις, ούτε αναλαμβάνει κάποια ευθύνη από τις ασφαλιστικές συμβάσεις που καταρτίζουν τα κατ’ ιδίαν μέλη της (Lloyd’s underwriters). Επιμελείται τις εργασίες των μελών της, παρέχοντας διευκολύνσεις για τη διεξαγωγή των υποθέσεών τους και, εν μέρει, ρυθμίζει την ασφαλιστική τους αγορά, με βάση τις συστατικές πράξεις των Λλόυδς. Η ασφάλιση στους Λλόυδς πραγματοποιείται από ανεξάρτητα μέλη-ασφαλιστές (Lloyd’s underwriters), οι οποίοι επί μακρόν είναι οργανωμένοι σε συνδικάτα (syndicates), η δε ευθύνη που αναλαμβάνουν τα μέλη των Λλόυδς είναι ατομική και όχι συλλογική.
Την πραγματική αυτή κατάσταση στον ευρωπαϊκό χώρο αντιμετωπίζει η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 2 εδ. β του ΝΔ 400/1970, με την οποία ρητά εξομοιώνεται κατά πλάσμα η ένωση ασφαλιστών Λλόυδς Λονδίνου με ασφαλιστική επιχείρηση, παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει νομική προσωπικότητα. Περαιτέρω, για την εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών της ιδιόμορφης αυτής ασφαλιστικής επιχείρησης ορίζεται στο άρθρο 42α Α1γ εδ. 3 του ΝΔ 400/1970 ότι όσον αφορά την ένωση ασφαλιστών Λλόυδς, σε περίπτωση ενδεχόμενων διαφορών στο κράτος μέλος του υποκαταστήματος, οι οποίες σχετίζονται με υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί, δεν πρέπει να προκύπτουν για τους ασφαλισμένους δυσχέρειες μεγαλύτερες από εκείνες που ήταν ενδεχόμενο να προκύψουν, εάν οι διαφορές αυτές αφορούσαν συνήθεις ασφαλιστικές επιχειρήσεις.
Για τον σκοπό αυτόν, οι αρμοδιότητες του νόμιμου αντιπροσώπου πρέπει, ιδίως, να περιλαμβάνουν και την ικανότητα να ενάγεται ενώπιον των Δικαστηρίων υπό την ιδιότητά του αυτή, καθώς και την εξουσία να δεσμεύει τους ενδιαφερόμενους ασφαλιστές των Λλόυδς.
Από την περιγραφικότητα της τελευταίας αυτής διάταξης, από την οποία καταδεικνύεται και ο επιδιωκόμενος με αυτή νομοθετικός σκοπός, αβίαστα προκύπτει ότι προσδίδεται ικανότητα δικαίου στα οργανωμένα σε συνδικάτα ανεξάρτητα μέλη-ασφαλιστές των Λλόυδς (άρθρο 62 του ΚΠολΔ), με δικονομική δυνατότητα δικαστικής παράστασης αυτών με τον νόμιμο αντιπρόσωπό τους. Η περίπτωση αυτή εμπίπτει στο πραγματικό της διάταξης του άρθρου 66 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία αλλοδαπό πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, το οποίο δεν διαθέτει, σύμφωνα με το δίκαιο της ιθαγένειάς του, την ικανότητα για δικαστική παράσταση με το δικό του όνομα, θεωρείται ότι έχει την ικανότητα να παρίσταται στα ελληνικά Δικαστήρια, εάν διαθέτει αυτή την ικανότητα σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο, οπότε σε αυτή την περίπτωση εκπροσωπείται, σύμφωνα με τη διάταξη των άρθρων 64 παρ. 2 του ΚΠολΔ, από τον νόμιμο εκπρόσωπό του (ΑΠ 596/2013, δημοσιευμένη στην ΕΕμπΔ 2013, 359 και στην ΕπισκΕΔ 2013, 398).
Με τον πρώτο λόγο της έφεσης, η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε την αγωγή και δεν την απέρριψε ως απαράδεκτη, εξαιτίας της έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης του εφεσιβλήτου, το οποίο δεν διαθέτει νομική προσωπικότητα, όπως ειδικότερα εκτίθεται στο δικόγραφο της έφεσης. Ο λόγος αυτός της έφεσης κρίνεται αβάσιμος και συνακόλουθα πρέπει να απορριφθεί. Τούτο δε, διότι σύμφωνα με τις προαναφερόμενες νομικές παραδοχές του Δικαστηρίου τούτου, η ένωση ασφαλιστών των Λλόυδς Λονδίνου δεν διεξάγει η ίδια ασφαλιστικές υποθέσεις, ούτε είναι αυτή που αναλαμβάνει την ευθύνη της κάλυψης του ασφαλιστικού κινδύνου, αλλά στις ενέργειες αυτές προβαίνει ένα ή περισσότερα από τα κατ’ ιδίαν μέλη της (Lloyd’s underwriters). Για να διευκολυνθεί, δε, η δικαστική θέση των ασφαλισμένων τους και να υλοποιηθεί η ελευθερία εγκατάστασης για τα μέλη της ένωσης ασφαλιστών Λλόυδς, επιβάλλεται τα μέλη αυτά να διορίσουν έναν γενικό εντολοδόχο στο άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο οποίο θέλουν να αναπτύξουν δραστηριότητα (…).
Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής (e-mail: [email protected])
Σε συνεργασία με το περιοδικό ΣΥΝήΓΟΡΟΣ