Δημήτρης Σκιτζής, Πρόεδρος Συνδέσμου Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών Χανίων
«Εδραιώνουμε σχέση εμπιστοσύνης με τους πελάτες μας»
Η ασφαλιστική αγορά του Νομού Χανίων, με 120 ενεργούς διαμεσολαβητές (agency και πράκτορες), σε γενικές γραμμές δεν διαφέρει από τις υπόλοιπες αγορές της περιφέρειας: κυρίως ασφάλιση αυτοκινήτου, μικρή δραστηριότητα στον κλάδο πυρός, που στην προκειμένη περίπτωση οφείλεται στην παρουσία μίας ανθηρής και πιο συνειδητοποιημένης ασφαλιστικά παροικίας ξένων, και μία σχετικώς πρόσφατη ανάπτυξη του κλάδου υγείας. Εκείνο που διαφοροποιεί ίσως την περιοχή είναι η παρουσία ενός Συνδέσμου Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών, νεοσύστατου μεν, αρκετά δραστήριου και δυναμικού δε.
«Η δημιουργία ενός Συλλόγου σε επίπεδο νομού, κρίθηκε ότι εξυπηρετεί καλύτερα τις ανάγκες των μελών μας», μας λέει ο Πρόεδρος του ΣΑΔΧ, κ. Δημήτρης Σκιτζής. Αναφέρεται στις παρεμβάσεις σε τοπικούς βουλευτές και στις συναντήσεις με τον διοικητή της Τροχαίας Χανίων και του Βόρειου Οδικού Άξονα Κρήτης, για θέματα που άπτονται των τροχαίων ατυχημάτων, και επισημαίνει: «Στο μέτρο του δυνατού, προσπαθούμε να είμαστε κοντά στα μέλη μας, όταν αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα. Αυτές οι δράσεις είναι δύσκολο να γίνουν όταν υπάρχει μία απόσταση 140 χλμ. από το Ηράκλειο, όπου βρίσκεται η έδρα της Ένωσης Πρακτόρων Κρήτης. Να τονίσω, επίσης, ότι στα είκοσι χρόνια της σταδιοδρομίας μου, δεν μου προτάθηκε ποτέ να ενταχθώ στη συγκεκριμένη Ένωση».
Ο Σύνδεσμος κινείται πολύ δυναμικά στον τομέα της ενημέρωσης, εκπληρώνοντας, κατ’ αρχάς, έναν από τους σκοπούς ίδρυσης του Συλλόγου, που είναι η επιδίωξη με κάθε πρόσφορο μέσο της ανάπτυξης της ιδιωτικής ασφάλισης στη χώρα μας. «Αυτό επιτυγχάνεται και με τη συνεχή ενημέρωση των ασφαλισμένων για θέματα που άπτονται του ασφαλιστικού κλάδου», επισημαίνει ο κ. Σκιτζής, υπογραμμίζοντας: «Κατ’ αυτόν τον τρόπο εδραιώνεται μία σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ του διαμεσολαβητή και του πελάτη του. Σχέση που δεν μπορεί να αποκτηθεί από κανένα σύστημα online ή τραπεζοασφάλισης. Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι στις επαρχιακές πόλεις η σχέση μεταξύ ασφαλιστή και ασφαλισμένου είναι ισχυρότερη από ό,τι σε ένα μεγάλο αστικό κέντρο. Η ενημέρωση που γίνεται στο καταναλωτικό κοινό από ένα θεσμικό όργανο αντανακλά προσωπικά σε κάθε ένα από τα μέλη του συλλόγου, προσδίδοντάς του κύρος και αξιοπιστία». Μάλιστα, «με την αναδημοσίευση των ανακοινώσεών μας από τα ΜΜΕ και τον κλαδικό τύπο σε πανελλήνιο επίπεδο, αναδεικνύεται και η πόλη μας, κάτι που σαφώς μας ικανοποιεί».
Καθώς, όπως επισημαίνει, «κριτήριο ενασχόλησής μας με τα προβλήματα του κλάδου, αποτελεί η προστασία και το συμφέρον τόσο των μελών μας όσο και των πελατών μας», στο σύντομο διάστημα της λειτουργίας του ο ΣΑΔΧ ανέδειξε «προβλήματα που θέτουν σε άμεσο κίνδυνο την αξιοπιστία του κλάδου, όπως επίσης και την ηθική και επαγγελματική μας υπόσταση». Τέτοιες περιπτώσεις ήταν η παράνομη δράση της General Commodities αλλά και αθέμιτες πρακτικές των Τραπεζών. Για την πρώτη περίπτωση σχολιάζει ότι «η ροή πελατών προς αυτή την εταιρεία ήταν ιδιαίτερα αυξημένη στα Χανιά, αφαιρώντας πελατολόγιο από όλους εμάς που σεβόμαστε το επάγγελμά μας και τους ασφαλισμένους». Όσον αφορά την ανακοίνωση για τις τράπεζες ανταποκρίθηκαν σε αίτημα συναδέλφου, ο οποίος έχασε πελάτη από αθέμιτη πρακτική τραπεζικού στελέχους. Επισημαίνει, ωστόσο, ότι έχουν αναφερθεί αρκετές περιπτώσεις, αλλά καθώς, για ευνόητους λόγους, δεν υπάρχει γραπτή καταγγελία, δεν μπορεί και ο Σύνδεσμος να προχωρήσει σε καταγγελία.
Ρωτήσαμε τον κ. Σκιτζή, γιατί δεν έχουν ενταχθεί στην ΠΟΑΔ. «Αποτρεπτικά λειτούργησε κυρίως το γεγονός ότι ο ΣΑΔΧ ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 2013 και η ιδέα του συνδικαλισμού ήταν καινούρια για πολλούς συναδέλφους. Ο Σύλλογός μας δεν είχε προλάβει ακόμη να δείξει έργο και αποφασίστηκε από την πλειοψηφία των μελών, αφενός, να κάνουμε περισσότερα πράγματα μόνοι μας, για να αποκτήσουμε εμπειρία στα διοικητικά ενός συλλόγου, αφετέρου, και συνεπεία αυτών των δράσεων, να εγγραφούν περισσότερα μέλη, ούτως ώστε η απόφαση ένταξης στην Ομοσπονδία να παρθεί σε μεταγενέστερο χρόνο από περισσότερους συμμετέχοντες. Ενδεχομένως να επηρέασε αρνητικά και το γεγονός ότι κάποια μέλη δείξαμε βιασύνη, για να ενταχθούμε στην Ομοσπονδία», σημειώνει. Ένα ακόμα πρόβλημα ήταν και το κόστος συμμετοχής των 15 ευρώ ανά μέλος, το οποίο «θεωρώ ότι είναι υψηλό για ένα σύλλογο με ετήσια συνδρομή 50 ευρώ. Ρώτησα, τη Γενική Γραμματέα της Ομοσπονδίας, κα Νικολαΐδου, αν μπορεί να μειωθεί, αλλά απάντησε αρνητικά», επισημαίνει ο κ. Σκιτζής.
Προερχόμενος από το agency της Ασπίς, όπου εργάστηκε για δεκαέξι χρόνια, έχει ενδιαφέρον η προσωπική του εμπειρία για τον αντίκτυπο που έχουν οι ανακλήσεις: «Δεν είναι υπερβολή να πω ότι ο κάθε ένας από τους πρώην ασπιδικούς συνεργάτες, σηκώνει τον σταυρό του. Ασφαλισμένοι με σοβαρά προβλήματα υγείας δεν μπορούν πλέον να ασφαλιστούν σε άλλες εταιρείες, οι οποίες δέχτηκαν με προθυμία τα συμβόλαια των υγιών ασφαλισμένων. Άνθρωποι που μας εμπιστεύτηκαν τις αποταμιεύσεις τους, για μία καλύτερη σύνταξη ή για να σπουδάσουν τα παιδιά τους, αυτή τη στιγμή αγωνιούν για την τύχη των χρημάτων τους. Πολλοί από αυτούς μας θεωρούν προσωπικά υπεύθυνους για την καταστροφή τους κι ας ήμασταν οι περισσότερο θιγμένοι, αφού εκτός από την σπίλωση της επαγγελματικής μας φήμης και την οικονομική ζημιά, χάσαμε και τα προσωπικά μας συμβόλαια. Το πρόβλημα σαφώς είναι μικρότερο για τις εταιρείες αυτοκινήτων, αλλά και πάλι ο ασφαλιστής πρέπει να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη, για να καταφέρει να μείνει στο επάγγελμα και να περιορίσει τη ζημιά στη φήμη του και στην απώλεια του χαρτοφυλακίου του». Για τον ίδιο, μόνη λύση, προκειμένου να αποφευχθούν οι μακροχρόνιες και χωρίς αποτέλεσμα εκκαθαρίσεις, είναι η εν λειτουργία εκκαθάριση της εταιρείας.
Αgency ή ασφαλιστική πρακτόρευση; Τι προτιμά ο κ. Σκιτζής; «Το agency παρέχει περισσότερες δυνατότητες εκπαίδευσης και παρώθησης στον ασφαλιστή, ειδικά στον κλάδο ζωής, που προβλέπεται να γνωρίσει ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια. Επίσης, παρέχει ένα εταιρικό πλαίσιο εργασιών στον συνεργάτη, κάνοντας ευκολότερη την εργασιακή ρουτίνα γι’ αυτόν. Ο πράκτορας πρέπει να έχει μεγαλύτερη αυτοπαρώθηση, να οργανώνει αλλιώς την ημέρα του. Μόνο η εκμάθηση και ο χειρισμός των εταιρικών websites, καθώς επίσης και η συνεργασία με διαφορετικές εταιρείες απαιτεί κάποιες ικανότητες. Ένα μεγάλο πλεονέκτημα του να είσαι πράκτορας είναι ότι μπορείς να κάνεις πράγματα και εκπαίδευση που δεν αφορούν στενά το επάγγελμά σου. Επίσης, δεν δεσμεύεσαι από μία συγκεκριμένη εταιρεία, άρα είναι πιο εύκολο να ασκήσεις –καλοπροαίρετη– κριτική προς αυτή. Αναμφισβήτητα, η ιδιότητα του πράκτορα δίνει στον επαγγελματία περισσότερες δυνατότητες για επαγγελματική ολοκλήρωση», καταλήγει.
Δεν θα ήταν δυνατόν η συζήτησή μας να μην έρθει στον πλέον επίκαιρο θέμα, τις Πράξεις 30 και 31 της ΤτΕ: «Σε γενικές γραμμές επιχειρείται μία εξυγίανση της αγοράς και προσπάθεια για μεγαλύτερη διαφάνεια. Σίγουρα αυτό είναι κάτι θετικό», επισημαίνει ο κ. Σκιτζής, για να σταθεί σε δύο σοβαρά θέματα που δημιουργούνται από την εφαρμογή τους: «Το πρώτο είναι τα ανείσπρακτα υπόλοιπα των διαμεσολαβητών προς τις εταιρείες. Μία κατάσταση για την οποία ευθύνονται τόσο οι εταιρείες, που στην προσπάθειά τους να αποσπάσουν μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς έδιναν μεγάλο περιθώριο χρόνου στους συνεργάτες τους, όσο και οι ασφαλιστές, τους οποίους βόλευε αυτή η κατάσταση. Είναι πολύ δύσκολο, για αρκετούς συναδέλφους, να καλυφθούν αυτά τα ανοίγματα σε μικρό χρονικό διάστημα, δεδομένων των δυσμενών οικονομικών συνθηκών. Θα ζητήσουμε από τις εταιρείες άτοκο τριετή διακανονισμό και άμεση απόδοση προμηθειών, για όσους συναδέλφους το επιθυμούν. Το δεύτερο θέμα είναι η τήρηση πολλών αρχείων και εγγράφων, που αφαιρούν χρόνο από την παραγωγική διαδικασία. Η πώληση είναι περισσότερο φαντασία και λιγότερο διεκπεραίωση γραφειοκρατικών διαδικασιών. Προσωπικά θα ήθελα να βρεθούν άλλοι τρόποι ελέγχου, για να αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο στην πώληση».
Για το μέλλον του επαγγέλματος ο κ. Σκιτζής είναι αισιόδοξος, «γιατί έχει αποδειχτεί ότι η προστιθέμενη αξία του ασφαλιστή είναι αναντικατάστατη. Επειδή, όμως, η πώληση ασφαλιστικών υπηρεσιών είναι πώληση άυλων αγαθών, η αξία μας, σε σχέση με απρόσωπα συστήματα πωλήσεων, φαίνεται όταν επέλθει ο ασφαλιστικός κίνδυνος». Ωστόσο, θεωρεί ότι, για να συνεχίσουν οι διαμεσολαβητές να ευημερούν στο επάγγελμα, απαραίτητες προϋποθέσεις είναι «η τακτοποίηση των οικονομικών τους εκκρεμοτήτων, η συνεχής επιμόρφωση, η δημιουργία μεγαλύτερων σχημάτων, η επένδυση σε ηλεκτρονικούς τρόπους πώλησης και μηχανοργάνωσης. Η εξειδίκευση, επίσης, σε συγκεκριμένες ασφαλίσεις ίσως κάνει τη διαφορά. Είναι όμως κάτι που αφορά περισσότερο τα μεγάλα αστικά κέντρα και όχι πόλεις της περιφέρειας», προσθέτει.
Όσον αφορά τις εταιρείες επισημαίνει: «Διαφαίνεται ότι οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις είναι η λύση στις συνθήκες που διαμορφώνονται. Λιγότερα και μεγαλύτερα σχήματα, που θα διέπονται από αυστηρό πλαίσιο λειτουργίας και θα σέβονται τον πελάτη και τον συνεργάτη. Η πώληση εξειδικευμένων προϊόντων και η ανάπτυξη προσωπικής σχέσης με τον πελάτη, θα βοηθήσει μικρότερες εταιρείες να αντέξουν τον ανταγωνισμό. Προσωπικά, θα ήθελα ουσιαστικό έλεγχο από την εποπτική αρχή προς τις εταιρείες, ανεξαρτήτως δυναμικότητας, έτσι ώστε, αφενός, να διασφαλίζεται ο θεσμός της ιδιωτικής ασφάλισης και, αφετέρου, να επανακτηθεί η σχέση εμπιστοσύνης των ασφαλισμένων προς αυτή».
Η ευχή του κ. Σκιτζή είναι «να μην υπάρξει ξανά ανάκληση λειτουργίας εταιρειών και ο ασφαλιστικός κλάδος να πρωταγωνιστήσει στην προσπάθεια ανάκαμψης της οικονομίας».
Δήμητρα Καζάντζα