«Ασφαλιστείτε για σεισμό τη σωστή στιγμή»
Εκδήλωση της ΕΑΕΕ για τη Διαχείριση των Ζημιών από Φυσικές Καταστροφές
Ο σημαντικός ρόλος που μπορεί και θέλει να διαδραματίσει η ασφαλιστική αγορά της χώρας μας στη δημιουργία και λειτουργία ενός ταμείου αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών, και ειδικότερα του σεισμού, αλλά και οι δυσκολίες που ενέχει ένα τέτοιο εγχείρημα αναδείχτηκαν στην πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση που πραγματοποίησε, στις 8 Μαΐου, η ΕΑΕΕ στο αμφιθέατρο του Μεγάρου «Διοικητού Θεόδωρου Β. Καρατζά» της Εθνικής Τράπεζας.
Κύριοι ομιλητές, οι κ.κ. M. Brandmaier, Client Manager, A. Vossberg, Senior Property Treaty Underwriter, και G. Feierabend, Senior Property Claims Manager, αντίστοιχα, της Munich Re, αντασφαλιστικής με μεγάλη εξειδίκευση στον τομέα φυσικών καταστροφών, και από ελληνικής πλευράς, η κα Εύη Κοντοπάνου, Σύμβουλος Διοίκησης της Εθνικής Ασφαλιστικής, και ο κ. Γ. Γαλάνης, Πραγματογνώμονας, Δ/ντής της Pascal & Stratis S.A., οι παρουσιάσεις των οποίων είχαν το ειδικό βάρος της προσέγγισης… εκ των έσω.
Παρούσα δηλώνει η ασφαλιστική αγορά
Ο σεισμός ανήκει στις φυσικές καταστροφές που περισσότερο αφορά τη χώρα μας, λόγω γεωγραφικής θέσης. Ο κ. Ν. Βαγιακάκος, Πρόεδρος της Επιτροπής Περιουσίας, Αντασφαλίσεων, Μεταφορών & Σκαφών της ΕΑΕΕ, στην 35χρονη καριέρα του έχει ζήσει 8 σεισμούς, γεγονός που του επιτρέπει σφαιρική και εις βάθος γνώση του θέματος. Γι’ αυτό και είναι σημαντικό ότι, ανοίγοντας την εκδήλωση, επέλεξε να τοποθετηθεί συγκεκριμένα και στην κοινωνική διάσταση των επιπτώσεων του σεισμού. «Η Πολιτεία αντιμετωπίζει το θέμα ad hoc», μας είπε, «οι επιλογές της είναι είτε ένα έκτακτο βοήθημα στους πληγέντες είτε χαμηλότοκα δάνεια από τις τράπεζες. Πόσο βιώσιμες, όμως, είναι αυτές οι επιλογές στη σημερινή οικονομική κατάσταση της χώρας;».
Βασική θέση της ασφαλιστικής αγοράς –όπως εκφράστηκε τόσο από τον κ. Βαγιακάκο όσο και από τον Πρόεδρο της ΕΑΕΕ, κ. Αλ. Σαρρηγεωργίου, στο χαιρετισμό του– είναι ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν την εμπειρία και είναι ικανές να αναλάβουν το έργο της ασφάλισης σεισμού, όποτε κι αν αποφασίσει η Πολιτεία να προχρηματοδοτηθεί ο συγκεκριμένος κίνδυνος.
Απαραίτητο ένα προσυμφωνημένο σχέδιο δράσης
Ωστόσο, ακριβώς επειδή πρόκειται για έναν φυσικό κίνδυνο, το μέγεθος και οι επιπτώσεις του οποίου μπορούν να ανατρέψουν όλους τους σχεδιασμούς, ο κ. Βαγιακάκος τόνισε ιδιαίτερα την ανάγκη η ασφαλιστική αγορά να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει τις ζημιές και να έχει ένα προσυμφωνημένο σχέδιο δράσης και μηχανισμούς.
Σ’ αυτούς τους μηχανισμούς και τα σχέδια δράσης επικεντρώθηκαν οι ομιλίες της κας Ε. Κοντοπάνου και του κ. Γ. Γαλάνη, οι οποίοι μετέφεραν την εμπειρία της τοπικής αγοράς από καταστροφικά γεγονότα, όπως ο πρόσφατος σεισμός στην Κεφαλονιά, ο σεισμός στην Αθήνα το 1999, οι δασικές πυρκαγιές στις Πελοπόννησο το 2007, τα επεισόδια στην Αθήνα το 2008.
Βεβαίως, με δεδομένη τη χαμηλή ασφαλιστική διείσδυση στη χώρα μας (μόλις το 15% των Ελλήνων είναι ασφαλισμένοι για σεισμό), τα ασφαλιστικά περιστατικά που είχαν να αντιμετωπίσουν οι ασφαλιστές ήταν περιορισμένα, σε σχέση με αντίστοιχα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι συνάδελφοί τους σε άλλες χώρες, όπως η Ιαπωνία ή η Ν. Ζηλανδία. Ωστόσο, τόσο οι Έλληνες ασφαλιστές όσο και οι πραγματογνώμονες –και αυτό τονίστηκε από όλους τους ομιλητές, Έλληνες και ξένους– οφείλουν όχι μόνο να έχουν και να επικαιροποιούν σε τακτά χρονικά διαστήματα ένα μηχανισμό αντιμετώπισης επέλευσης καταστροφικών γεγονότων, αλλά και να διαθέτουν εναλλακτικά σχέδια διαχείρισης της κρίσης. Πολύ περισσότερο, εάν οι πρώτοι θέλουν με επιτυχία να αναλάβουν ένα διευρυμένο ρόλο στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων ενός σεισμού. Όπως, μάλιστα, είπε χαρακτηριστικά ο κ. G. Feierabend, «ο ασφαλιστής πρέπει να εξετάσει προσεκτικά ποια θα είναι η παρουσία του μετά τον σεισμό και να είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει το χειρότερο σενάριο, γιατί δεν είναι λίγες οι εταιρείες που κατέρρευσαν μετά από ένα τέτοιο συμβάν».
Μαθήματα από την εμπειρία της Ε. Κοντοπάνου στην Εθνική
Όταν το καταστροφικό συμβάν επέλθει, είναι ήδη αργά για την ασφαλιστική εταιρεία που δεν έχει προνοήσει, δημιουργώντας ειδική ομάδα διαχείρισης κρίσης, της οποίας επικεφαλής, όπως σημείωσε η κα Κοντοπάνου, δεν πρέπει να είναι ο τεχνικός διευθυντής του σχετικού κλάδου. Με την εμπειρία της Εθνικής Ασφαλιστικής, που στο παρελθόν έχει κληθεί να διαχειριστεί χιλιάδες απαιτήσεις σε διάστημα λίγων ωρών, η κα Κοντοπάνου στάθηκε σε πρακτικές λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά για την επιτυχή αντιμετώπιση μιας κρίσης.
Ενδεικτικά από όσα αναφέρθηκαν, ένα από τα πρώτα πράγματα που θα πρέπει να φροντίσει η ασφαλιστική εταιρεία είναι να ενημερωθεί για την κατάσταση αλλά και να δώσει άμεσα το “παρών” μέσω του γενικού και κλαδικού τύπου. Για την ενημέρωσή της καθοριστικό είναι το να διατηρεί από πριν επικοινωνία με φορείς όπως ο ΟΑΣΠ και το ΤΕΕ. Τη θεσμοθέτηση μάλιστα αυτής της επικοινωνίας υπέδειξε ως ανάγκη και στους εκπροσώπους της ΕΑΕΕ.
Οι νομικές και οικονομικές υπηρεσίες πρέπει να είναι σε εγρήγορση, καθώς η εμπειρία έχει δείξει ότι η συμβολή τους είναι απαραίτητη στην ώρα της κρίσης. Συμβόλαια, όροι, αντασφαλιστικές συμβάσεις αλλά και ρευστότητα είναι υπό εξέταση και πρέπει να είναι διαθέσιμα τις πρώτες κιόλας ώρες ή ημέρες μετά το συμβάν. «Δεν θα αποζημιώσουμε την επόμενη ημέρα, αλλά οι αποζημιώσεις θα δοθούν μαζικά», είπε χαρακτηριστικά η κα Κοντοπάνου. Ζητούμενο είναι, επίσης, ο γεωγραφικός και χρονικός προσδιορισμός του συμβάντος (υπενθυμίζεται η σύγχυση που επικρατούσε κατά τη διάρκεια των πυρκαγιών της Πελοποννήσου). Ο χρονικός προσδιορισμός του ενός συμβάντος θα επηρεάσει την εφαρμογή κράτησης και απαλλαγών. Ταυτόχρονα, χρειάζεται παρακολούθηση του ορίου κάλυψης και της αλληλουχίας επέλευσης άλλων κινδύνων. Όπως έδειξε η εμπειρία του σεισμού στην Αθήνα, τα σπίτια που τότε χαρακτηρίστηκαν κόκκινα, αμέσως μετά, σε μεγάλο ποσοστό, υπέστησαν και κλοπές.
Η επέλευση περισσότερων γεγονότων ίδιου κινδύνου ήταν γεγονός στην περίπτωση της Κεφαλονιάς, ενώ η ασφαλιστική κάλυψη περιεχομένου προκαλεί, όπως φάνηκε και από τις τεθείσες ερωτήσεις, σημείο τριβής μεταξύ εταιρειών και ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, οι οποίοι είχαν μία δυναμική παρουσία στην εκδήλωση. Ενδιαφέρον ήταν το σχετικό ερώτημα του κ. Ίναχου Παππά: «Τι γίνεται σε περίπτωση που το περιεχόμενο είναι ασφαλισμένο, αλλά όχι το κτήριο; Θα πρέπει ή όχι η ασφαλιστική εταιρεία να αποζημιώσει;». Η κα Κοντοπάνου ανέλαβε να του απαντήσει: «Στα επεισόδια της Αθήνας υπήρξαν πολλές τέτοιες περιπτώσεις και, παρόλο που η νομολογία επιβάλλει να καταβάλλονται αποζημιώσεις, η αντιμετώπιση των εταιρειών διέφερε, με πολλές από αυτές να αρνούνται την αποζημίωση».
Ο Γ. Γαλάνης για τον ρόλο του πραγματογνώμονα
Κομβικό σημείο στην επιτυχή αντιμετώπιση ενός καταστροφικού φαινομένου, όπως ο σεισμός, είναι η συνεργασία μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και πραγματογνωμόνων. Οι πρώτες, όπως είναι αναμενόμενο, επιθυμούν να έχουν από τους δεύτερους μια όσο το δυνατόν πληρέστερη εικόνα των ζημιών μέσα στις πρώτες κιόλας ώρες από το συμβάν. «Είναι αδύνατη η εκτίμηση των ζημιών στους χρόνους που ζητάμε», παραδέχτηκε η κα Κοντοπάνου, ωστόσο, είναι δυνατόν να δοθεί μια τάξη μεγέθους των πραγμάτων. Τα μισά από τα οικήματα που χαρακτηρίζονται κόκκινα αποχαρακτηρίζονται στη δεύτερη επιθεώρηση και αυτό είναι αναμενόμενο, γιατί οι αρμόδιες αρχές έχουν προτεραιότητα την ασφάλεια των πολιτών και όχι την ακριβή εκτίμηση των ζημιών. Αυτό, ωστόσο, επηρεάζει σημαντικά την ψυχολογία του πελάτη ασφαλισμένου.
Από την πλευρά τους οι πραγματογνώμονες έχουν μια δύσκολη δουλειά να κάνουν σε τέτοιες στιγμές, για διάφορους λόγους, με κυριότερο αυτόν των περιορισμένων ανθρωπίνων πόρων. Όπως εύστοχα υπογράμμισε ο κ. Γαλάνης, δεν είναι εφικτό για ένα γραφείο να διατηρεί στο μισθολόγιό του όλους τους ειδικούς συνεργάτες που θα χρειαστούν στην περίπτωση ενός καταστροφικού γεγονότος. Λύσεις βεβαίως υπάρχουν. Ο ίδιος τόνισε ότι ο ελληνικός αντισεισμικός κανονισμός είναι από τους καλύτερους στην Ευρώπη και ως χώρα διαθέτουμε μεγάλη τεχνογνωσία πάνω στους σεισμούς και έμπειρο εγχώριο ανθρώπινο δυναμικό. Δεν απέκλεισε, ωστόσο, τη βοήθεια των ξένων, κυρίως στη διαχείριση και τον χειρισμό τέτοιων συμβάντων. «Ο κλάδος έχει αντιμετωπίσει επιτυχώς και είναι σε θέση να ανταποκριθεί σε καταστροφικά γεγονότα. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν έχουμε ζήσει ΤΟ συμβάν, και μακάρι να μην το ζήσουμε», τόνισε.
Το 90%-95% των ζημιών από τον σεισμό της Αθήνας το ’99 έγιναν μέσα στα πρώτα 15 δευτερόλεπτα είπε χαρακτηριστικά ο κ. Γαλάνης, σημειώνοντας ότι από τις φυσικές καταστροφές ο σεισμός είναι ίσως λίγο ευκολότερο να διαχειριστεί από τους πραγματογνώμονες, καθώς η πειθαρχία που παρατηρείται από τους παθόντες αλλά και το χρονικό περιθώριο κάποιων ημερών πριν τις αιτήσεις αποζημίωσης, διευκολύνει το έργο τους. Ο ίδιος δεν παρέλειψε να τονίσει και την ευθύνη των πραγματογνωμόνων, που δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αφήνουν στους πελάτες, των οποίων την περιουσία επιθεωρούν, ελπίδες για πράγματα που δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν. Ο πελάτης θέλει υποστήριξη και ο Πραγματογνώμονας πρέπει να θυμάται ότι είναι το πρόσωπο της ασφαλιστικής εταιρείας απέναντι στον ασφαλισμένο, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Είναι, επομένως, κρίσιμο να έχει επιτευχθεί εκ των προτέρων συνεργασία μεταξύ εταιρειών και πραγματογνωμόνων, για την τυποποίηση των κανονισμών και των διαδικασιών που θα ακολουθούνται. Στο σημείο αυτό φαίνεται πως υπάρχει ακόμη έδαφος για να καλυφθεί.
Ο ρόλος των αντασφαλιστών
Καθοριστική είναι η οικονομική συμβολή των αντασφαλιστών. Όπως επεσήμανε, μάλιστα, η κα Κοντοπάνου, στο Solvency II αναδεικνύεται σε κορυφαίο παράγοντα ελάφρυνσης του κεφαλαιακού κόστους των εταιρειών. Εξίσου σπουδαία είναι η συμβολή τους στην αντιμετώπιση σοβαρών θεμάτων εφαρμογής όρων των αντασφαλιστικών συμβάσεων (π.χ. πλημμύρα Κατρίνα, Δίδυμοι Πύργοι), αλλά κυρίως στην παροχή εξειδικευμένης τεχνογνωσίας, ειδικά σε περιπτώσεις που έχουν πληγεί μεγάλες βιομηχανικές μονάδες ή έργα υποδομής. Στην περίπτωση, για παράδειγμα, του σεισμού της Κοζάνης, που οι ασφαλιστικές είχαν να αντιμετωπίσουν ζημιές και στα εργοστάσια της ΔΕΗ, αυτή η τεχνογνωσία στάθηκε πολύτιμη.
Στη Munich Re ειδικότερα, ήδη από το 1974, έχει δημιουργηθεί το GEO Risk Research, με επιστήμονες και ειδικούς που καταγράφουν τα καταστροφικά γεγονότα, αναγνωρίζουν και επεξεργάζονται τους κινδύνους και τους ενσωματώνουν στα μοντέλα κινδύνου που χρησιμοποιεί η εταιρεία. Όπως ανέφερε ο κ. Brandmaier, η εταιρεία του έχει δημιουργήσει μοντέλα σεισμού για 35 χώρες και το πρώτο μοντέλο για την Ελλάδα χρονολογείται από το 1992.
Αξίζει, κλείνοντας, να σταθούμε στην ομιλία του κ. A. Vossberg, ο οποίος, αναφερόμενος στα μαθήματα που αποκόμισαν οι αντασφαλιστές από τους σεισμούς της Χιλής, της Ιαπωνίας και της Ν. Ζηλανδίας, τόνισε ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση των ζημιών από φυσικές καταστροφές, που οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην αύξηση του πληθυσμού, στην αστυφιλία και στην κατοίκηση περιοχών εκτεθειμένων σε καταστροφές, αλλά και στην κλιματική αλλαγή. «Το τίμημα είναι πολύ μεγάλο, όταν γίνει το συμβάν, αντίθετα το ασφάλιστρο δεν είναι τόσο ακριβό», επεσήμανε ο κ. Vossberg, προτρέποντας τον κόσμο να δει τα οφέλη σε βάθος χρόνου: «Ασφαλιστείτε τη σωστή στιγμή. Μετά τον σεισμό κανείς δεν θα σας ασφαλίσει».
Περιμένοντας από την ελληνική Πολιτεία να προχωρήσει με υπευθυνότητα στο επόμενο βήμα, κρατάμε το μήνυμα του κ. Vossberg για τη σωστή στιγμή για την ασφάλιση, θυμίζοντας ότι οι κάτοικοι της Κεφαλονιάς είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Κρατάμε, επίσης, την επισήμανση του κ. Σαρρηγεωργίου, ότι κάθε ένας από εμάς τους ανθρώπους της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς είμαστε Πρεσβευτές της ιδέας και του ρόλου της ασφάλισης στον κοινωνικό και επαγγελματικό μας περίγυρο, στις οικογένειές μας. Θεωρούμε, ωστόσο, ότι για να πειστούν η ελληνική Πολιτεία, αλλά και οι πολίτες αυτής της χώρας, σημαντικό ρόλο θα παίξει και η πολιτική που ακολουθούν οι εταιρείες ως προς τις αποζημιώσεις.
Τέλος, δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε ως θετική την επιλογή της ΕΑΕΕ σε συνεργασία με τη Munich Re να πραγματοποιήσει τη συγκεκριμένη εκδήλωση. Ο αριθμός και το επίπεδο των στελεχών αλλά και των διαμεσολαβητών που την παρακολούθησαν έδειξαν ότι υπάρχει μεγάλη δίψα για τέτοιες εκδηλώσεις και αξίζει να ακολουθήσουν και άλλες.
Δήμητρα Καζάντζα, Αμαλία Ρουχωτά