Ασφάλιση Σεισμού: Ουσιαστικός ο προσεκτικός σχεδιασμός της κάλυψης
Ποια τα ειδικά σημεία προσοχής που οφείλουν να συνυπολογίσουν ασφαλιζόμενοι και ασφαλιστικές εταιρείες, για την πληρέστερη κάλυψή τους;
Άρθρο του κ. Χρήστου Χατζηιωάννου, Δ/ντή Ασφαλίσεων Περιουσίας, HDI Gerling Hellas
Η ασφαλιστική βιομηχανία μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά και να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αποκατάσταση της οικονομικής δραστηριότητας μετά από καταστροφικά γεγονότα. Ωστόσο, όπως καταδεικνύουν και οι περιπτώσεις των πιο πρόσφατων σεισμών παγκοσμίως, για να εξασφαλισθεί η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, απαιτείται ρεαλιστική και ουσιαστική αξιολόγηση των πραγματικών κινδύνων, δίχως να υποτιμώνται οι πιθανές ζημίες, ώστε τα ασφάλιστρα να αντανακλούν την έκθεση στον κίνδυνο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και σε περιοχές με μεγάλη σεισμικότητα και ιστορικό ζημιών, υποεκτιμάται ο κίνδυνος του σεισμού και υπάρχει μία τάση να λησμονούνται οι καταστροφικές συνέπειές του από τους ασφαλιζόμενους. Αλλά και από την πλευρά των ασφαλιστών, αν και τα μοντέλα υπολογισμού που χρησιμοποιούν εξελίσσονται επιστημονικά διαρκώς, εκ του αποτελέσματος προκύπτει ότι δεν δίνουν επαρκή βαρύτητα σε επακόλουθους κινδύνους, όπως το τσουνάμι, η ρευστοποίηση/αποσάθρωση του εδάφους (liquefaction), η διακοπή εργασιών και οι ζημίες σε προμηθευτές και πελάτες, οι ζημιές από μετασεισμούς, κ.ά. Ως αποτέλεσμα, οι συνολικές ζημιές σε πολλές περιπτώσεις αποδείχθηκαν πολύ υψηλότερες από τις αναμενόμενες, ακυρώνοντας τους σχετικούς υπολογισμούς “σεναρίων” των ασφαλιστικών εταιρειών.
Για παράδειγμα, στην περίπτωση της Νέας Ζηλανδίας, όλοι οι συμβατικοί υπολογισμοί μέγιστης πιθανής ζημίας (PML) αποδείχθηκαν ελλιπείς μετά τους σεισμούς. Περισσότερα από το 30% των κτηρίων ήταν διαφορετικών προδιαγραφών από τις υποθέσεις στις οποίες είχαν βασιστεί τα μοντέλα υπολογισμού (κατασκευές με θεμελίωση από πλάκα μπετόν αντί για κολώνες – πέδιλα, περιπτώσεις μονολιθικών κατασκευών, βαριές κεραμικές πλάκες στη στέγη αντί για ελαφρύτερα υλικά επικάλυψης στέγης). Επακόλουθες ζημίες, όπως η διακοπή εργασιών καθώς και η κάλυψη για πελάτες και προμηθευτές, ή ζημίες καλυπτόμενες από επεκτάσεις, όπως τα έξοδα για προσωρινή εγκατάσταση, είχαν επίσης υποτιμηθεί σε μεγάλο βαθμό ή δεν είχαν καν συνυπολογιστεί στα μοντέλα. Ο σεισμός που επακολούθησε μετά από αρκετούς μήνες, ο οποίος, αν και μικρότερης έντασης, προκάλεσε μεγαλύτερες ζημιές από τον κύριο σεισμό, επίσης δεν είχε συνεκτιμηθεί.
Στην περίπτωση της Ιαπωνίας, τα μοντέλα απέτυχαν να προβλέψουν το μέγεθος και τις καταστροφικές συνέπειες του τσουνάμι, από το οποίο προήλθε η πλειοψηφία των ζημιών. Άλλος ένας παράγοντας που απέτυχαν να λάβουν υπόψη αποτελεί και η ρευστοποίηση του εδάφους (liquefaction), φαινόμενο που μεταλλάσει τις ιδιότητες ενός στερεού στοιχείου σε αυτές ενός υγρού.
H ρευστοποίηση εκδηλώθηκε σε μεγάλη έκταση στους σεισμούς της Νέας Ζηλανδίας και της Ιαπωνίας. Ευάλωτες περιοχές σε αυτή τη μετάλλαξη χαρακτηρίζονται αυτές που έχουν επιχωματωθεί, βρίσκονται κοντά σε όχθες ποταμών ή σε ρηχό υδροφόρο ορίζοντα. Γίνεται αντιληπτό ότι ακόμα και στη χώρα μας υπάρχουν πολλές αντίστοιχες περιοχές.
Σημαντική παράμετρο σε ό,τι αφορά τη σωστή τιμολόγηση αποτελεί η αποζημίωση σε αξία αντικατάστασης καινουργούς, την οποία προβλέπουν πολλά ασφαλιστήρια. Σε ό,τι αφορά την εκτίμηση της αξίας, δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι η αντικατάσταση, την επομένη του σεισμού, θα γίνει με τα δεδομένα που θα επικρατούν εκείνη τη στιγμή στην αγορά. Επομένως, είναι ελλιπής ένας υπολογισμός με τα σημερινά δεδομένα, καθώς μετά από εκτεταμένες καταστροφές αναμένονται πληθωριστικές τάσεις, τόσο στο κόστος οικοδομικών υλικών όσο και της εργασίας, λόγω αυξημένης ζήτησης μαζικά. Η εφαρμογή του «Όρου Πρόνοιας» σε μεγάλο βαθμό προνοεί για αυτές τις επιβαρύνσεις. Στο σημείο αυτό έρχεται να προστεθεί και το μεγαλύτερο κατασκευαστικό κόστος από ενδεχόμενους νέους πολεοδομικούς/αντισεισμικούς κανονισμούς, οι οποίοι απαιτούν η αποκατάσταση ή αντικατάσταση του κτηρίου να γίνει με διαφορετικές προδιαγραφές (που προσφέρεται στα ασφαλιστήρια ως επέκταση: «Όρου δημόσιας αρχής»). Σε κάθε περίπτωση, είναι βασικό να εξετάζεται κατά πόσον τα ασφαλιζόμενα κεφάλαια επαρκούν ώστε να αποζημιώσουν πλήρως την επιχείρηση.
Καταστροφικά γεγονότα μεγάλης έκτασης αποτελούν περίπλοκες περιπτώσεις και σε ό,τι αφορά την κάλυψη διακοπής εργασιών. Ένας σεισμός συνήθως επηρεάζει πολλές επιχειρήσεις στον ίδιο κλάδο και σε ολόκληρη την εφοδιαστική αλυσίδα. Ο υπολογισμός είναι σύνθετος, καθώς η ζήτηση για το προϊόν του ασφαλισμένου ενδέχεται να μειωθεί αρχικά, όσο οι πελάτες του δεν λειτουργούν, αλλά στη συνέχεια να αυξηθεί με την επαναλειτουργία τους. Επίσης, μία επιχείρηση ενδέχεται να επωφεληθεί από την αυξημένη ζήτηση σε περίπτωση που οι ανταγωνιστές της αναγκαστούν να διακόψουν τη λειτουργία τους. Προσοχή πρέπει να δίνεται στις καθορισμένες Περιόδους Αποζημίωσης, καθώς οι αλυσιδωτές αντιδράσεις στις γραμμές παραγωγής οδηγούν σε μακρόχρονη διακοπή της οικονομικής δραστηριότητας (για περίοδο μεγαλύτερη από τις συνήθεις περιόδους αποζημίωσης που ορίζονται στα ασφαλιστήρια συμβόλαια).
Εξαιρετικά δύσκολη γίνεται και η αξιολόγηση του κινδύνου της επέκτασης αναφορικά με πελάτες και προμηθευτές του Ασφαλιζόμενου σε μεγάλης έκτασης καταστροφές. Στην περίπτωση του σεισμού της Ιαπωνίας χρειάστηκαν χρόνια μέχρι να αποτιμηθούν αυτού του είδους οι ζημιές. Πλέον, η γνώση του παρελθόντος αξιοποιήθηκε, με αποτέλεσμα σήμερα η κάλυψη να περιορίζεται σε ύψος και να παρέχεται μόνο για κατονομαζόμενους πελάτες και προμηθευτές, με πλήρη στοιχεία αναφορικά με την τοποθεσία τους και τον αντίκτυπό τους στην επιχειρηματική δραστηριότητα του ασφαλιζομένου, έτσι ώστε να είναι περισσότερο διαχειρίσιμη/υπολογίσιμη η έκταση του κινδύνου.
Προκύπτει, επομένως, ότι η ασφάλιση φυσικών καταστροφών απαιτεί συνεχή βελτίωση του επιπέδου τεχνικής ανάπτυξης μοντέλων για την τιμολόγηση ασφαλίστρων που αντανακλούν με ακρίβεια τους κινδύνους. Παράλληλα, είναι σημαντικό να αντιληφθούμε ότι τα μοντέλα δεν αποτελούν μία μόνη ολοκληρωμένη λύση για την αντιμετώπιση των κινδύνων από μεγάλες καταστροφές και δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως τέλεια, καθώς έχουν περιορισμούς. Για τη σφαιρική αξιολόγηση κινδύνου απαιτείται η χρήση τους να γίνεται σε συνδυασμό με εξειδικευμένη θεώρηση του κάθε κινδύνου ξεχωριστά και την ενεργό συμμετοχή τόσο των ασφαλιστών όσο και των πελατών.
Μεγάλο ποσοστό των οικονομικών απωλειών από μία καταστροφή προέρχεται από ζημίες που θα μπορούσαν εύκολα να έχουν αποφευχθεί. Όσον αφορά τις πολεοδομικές προδιαγραφές, εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι αυστηρότεροι κανόνες και προδιαγραφές οδηγούν σε μείωση των ζημιών. Το γεγονός, όμως, ότι υπάρχουν κτήρια παλαιότερης ηλικίας δεν αφήνει ιδιαίτερα περιθώρια βελτίωσης των ποιοτικών χαρακτηριστικών τους. Το σημείο που ο προασφαλιστικός έλεγχος μπορεί να προσφέρει στην προσπάθεια περιορισμού των ζημιών, είναι η ασφάλιση εξοπλισμού και περιεχομένου. Κατά τον πρόσφατο σεισμό στη Χιλή, το 50% των ζημιών αφορούσε ζημιές σε περιεχόμενο και βελτιώσεις εντός των κτηρίων. Ένα σημαντικό μέρος αυτών θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, εάν λαμβανόταν κάποια βασική και απλή μέριμνα, όπως η καλύτερη στερέωση (πάκτωση), όπου είναι δυνατόν, μέρους του εξοπλισμού.
Επιπλέον, η ύπαρξη ενός πλάνου διαχείρισης κρίσεων μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην επαναφορά της επιχείρησης σε λειτουργία μετά από μία καταστροφή. Λειτουργώντας συμπληρωματικά με την ασφάλιση, η σημασία της πρόληψης και ενεργητικής διαχείρισης των κινδύνων των επιχειρήσεων είναι καθοριστική και συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στη μείωση των ζημιών από διακοπή εργασιών. Τόσο οι ίδιοι οι ασφαλιζόμενοι οφείλουν να προετοιμάζονται, όσο και οι ασφαλιστικές εταιρίες να καθοδηγούν τους πελάτες τους στην εφαρμογή τέτοιων συστημάτων διαχείρισης κινδύνου.
H HDI-Gerling Industrie συγκαταλέγεται ανάμεσα στις κορυφαίες ασφαλιστικές εταιρείες για μεγάλους εταιρικούς και βιομηχανικούς κινδύνους στην Ευρώπη και τον κόσμο.