Χρ. Γεωργακόπουλος: Χρέος μας να ενημερώσουμε την κοινωνία

485

Ο Δ/νων Σύμβουλος της Ευρωπαϊκής Πίστης δηλώνει: «Είμαστε εδώ για να υπηρετούμε και όχι για να μας υπηρετούν»

Ο κ. Χρήστος Γεωργακόπουλος διεκδικεί και απολαμβάνει επί τριάντα επτά συναπτά έτη την εμπιστοσύνη εκατοντάδων χιλιάδων καταναλωτών και εκατοντάδων υπαλλήλων.
Συνεργάζεται με χιλιάδες ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και πληρώνει στο κράτος, συνεπώς και ανελλιπώς, εκατομμύρια σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές (ενδεικτικά και μόνο για το 2013, η Ευρωπαϊκή Πίστη κατέβαλε 32,1 εκατ. ευρώ)!
Αν, λοιπόν, η Ευρωπαϊκή Πίστη, μία αμιγώς ελληνική ασφαλιστική εταιρεία, η μόνη εισηγμένη στο Χ.Α., με πιστότητα στο σλόγκαν της ότι «πληρώνει αμέσως», δικαιούται να έχει λόγο στην ασφαλιστική αγορά, τότε ο ιδρυτής της, και μέτοχος, και Διευθύνων Σύμβουλός της πρέπει όχι μόνον να ακούγεται, αλλά και να καθοδηγεί.
Δεν αποδέχεται, όμως, έτσι τα πράγματα ο ίδιος, αφ’ εαυτού περιοριζόμενος να εργάζεται και να επιζητά τα, εκ του αποτελέσματος της ποιοτικής και ποσοτικής εργασίας του, αναλογούντα συμπεράσματα.
Εκεί στοχεύει και η συνέντευξη που μας παραχώρησε.

Δημήτρης Ρουχωτάς

Κύριε Γεωργακόπουλε, ήρθα κοντά σας μετά την ανάγνωση της «Πρό(σ)κλησης αντί ευχών» που στείλατε, με ολοσέλιδη κυριακάτικη καταχώριση, προς επαγγελματίες ασφαλιστές και προς κάθε σκεπτόμενο πολίτη. Δεν είμαι επαγγελματίας ασφαλιστής, είμαι όμως σκεπτόμενος πολίτης. Θέλω, λοιπόν, να σας ρωτήσω ευθέως και κοφτά να μου απαντήσετε: αγαπάτε πραγματικά τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές;
Χρ.Γ.: Όσο τίποτα άλλο στον κόσμο με εξαίρεση τα παιδιά μου. Πρώτον, γιατί ό,τι έχουμε κάνει μέχρι τώρα το οφείλουμε στην Κοινωνία, η οποία ήρθε κοντά μας μέσω των ασφαλιστών, και δεύτερον, γιατί θεωρώ ότι είναι επιχειρηματική ανοησία, παραφροσύνη, να τα βάζει κανείς με τις πηγές των εσόδων του.

Επομένως, η αγάπη σας έχει κάποια ιδιοτέλεια…
Χρ.Γ.:  Η αγάπη, για μένα προσωπικά, είναι τρόπος ζωής. Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι επιχειρηματική ανοησία να τα βάζει κανείς με τις πηγές των εσόδων του. Οι μεγαλύτερες δυνάμεις δημιουργίας –τις λέω θεϊκές δυνάμεις δημιουργίας– είναι η αγάπη, η οποία δημιουργεί αποτελέσματα, ο ενθουσιασμός, ο οποίος πολλαπλασιάζει τα αποτελέσματα που δημιουργεί η αγάπη, και η αφοσίωση, η οποία κατοχυρώνει τα αποτελέσματα, που είναι προϊόν των δύο άλλων πηγών. Είναι, λοιπόν, σαφές πως, αν δεν αγαπάς, δεν μπορείς να έχεις καμία προσδοκία. Συνεπώς, είναι αγάπη. δεν είναι ιδιοτέλεια. Και αυτό φαίνεται από τη γενική μου συμπεριφορά απέναντι στα δίκτυα και όχι από μεμονωμένες ενέργειες. Για να το θεμελιώσω περισσότερο:  

Πρόσφατα, σε μια συνάντηση των δικτύων μας, τους έλεγα ότι υπάρχουν τρεις τρόποι ανάγνωσης του κειμένου της «πρό(σ)κλησης αντί ευχών»: «Ο ένας τρόπος είναι να το διαβάσετε και να το βάλετε στην άκρη, όπως βάζουμε τόσα κείμενα. Ο άλλος τρόπος είναι να το διαβάσετε και να πείτε: “Δίκιο έχει, τι ωραία που τα γράφει ή τα λέει!”. Υπάρχει όμως και ένας τρίτος τρόπος, που είναι αυτός που πιστεύω ότι μπορεί να βοηθήσει τον κόσμο και τον κάθε αναγνώστη: όλα αυτά που διαβάζετε, εφόσον τα υιοθετείτε και τα θεωρείτε σωστά, να τα κάνετε τρόπο ζωής, να τα κάνετε χαρακτηριστικά σας, να γίνουν η φύση σας, ο χαρακτήρας σας: να αναβλύζει από μέσα σας η αγάπη, το ενδιαφέρον…».

Είναι πάρα πολύ ευρύ το φάσμα της αγάπης, έχει χιλιάδες χρώματα –από τη μητρική αγάπη, που είναι παραλυτική, μέχρι την απλή, άτονη επιθυμία να συμβάλει κάποιος στον έρανο του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού–, αλλά όπου δεν υπάρχει, δεν υπάρχει κανενός είδους δυνατότητα ή πιθανότητα να γίνει κάτι σωστό.

Συνεπώς, είναι πρώτα αγάπη. Την ιδιοτέλεια, σε ό,τι με αφορά, την έχω καταργήσει από τη ζωή μου. Αποστρέφομαι τους ιδιοτελείς, τους δόλιους, τους μίζερους, τους κακομοίρηδες, τους γκρινιάρηδες,  αυτούς που τα ξέρουν όλα… Με αυτούς να μη συμβιβάζεται κανείς, μακριά τους.

Κύριε Γεωργακόπουλε, ποια είναι τα μεγάλα και σημαντικά θέματα που θα έπρεπε να απασχολούν την αγορά μας σήμερα;
Χρ.Γ.: Απαιτεί μεγάλη συζήτηση αυτή η ερώτηση και δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να χωρέσει σε μια απάντηση…
Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να προσδιορίσουμε τι αποτελεί την αγορά. Αγορά είναι ο φορέας που παρέχει τις ασφαλιστικές υπηρεσίες, είναι οι διαμεσολαβούντες, είναι η εποπτεία, είναι το θεσμικό πλαίσιο, είναι η κοινωνία, είναι οι επενδυτές, εφόσον πρόκειται για μια πολυμετοχική εταιρεία, όπως είμαστε εμείς, εισηγμένη.

Είναι, λοιπόν, σαφές ότι η αγορά είναι πολλά πράγματα μαζί. Συνεπώς, το πρώτο που πρέπει να ενδιαφέρει την αγορά μας, είναι η κατανόηση ότι είμαστε εδώ όλοι, για να υπηρετούμε αυτές τις κατηγορίες συμφερόντων.

Πολύ σημαντικό θέμα είναι η εκπαίδευση και η ενημέρωση της κοινωνίας στην οποία απευθυνόμαστε, για όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα –γιατί έχει και από τα δύο– που έχει η ενδεχόμενη αποδοχή ενός είδους ασφάλισης. Αυτό είναι το μείζον για μένα: η κοινωνία στην οποία απευθυνόμαστε. Διότι, αν δεν πάμε από τη μεριά της και αν δεν δούμε –πάλι το λέω– με αγάπη και ενδιαφέρον σαν δικό μας πρόβλημα το πρόβλημα της κοινωνίας, του κάθε συνομιλητή μας, δεν μπορούμε να έχουμε προσδοκίες. Αυτό σημαίνει παιδεία με την αρχαιοελληνική έννοια, όχι τεχνική κατάρτιση, σημαίνει αγωγή, σημαίνει πολιτισμό. Το πρώτο, λοιπόν, που πρέπει να υπηρετήσουμε ως μεγάλο και σημαντικό είναι η παιδεία όλων αυτών των φορέων που περιέγραψα πριν.

Το άλλο μεγάλο και σημαντικό είναι να κατανοήσουμε αυτή την αλήθεια που έλεγα πριν, ότι είμαστε εδώ για να υπηρετούμε και όχι για να μας υπηρετούν. Μας πληρώνουν για να υπηρετούμε. Τα αφεντικά, οι προϊστάμενοι, και τα διευθυντηλίκια είναι μεν ενδύματα με τα οποία ασκεί κανείς τα καθήκοντά του, αλλά όταν τα αντιλαμβάνεται κανείς σαν εξουσία και όχι σαν υποχρέωση προσφοράς, μάλλον σκάβει τον ίδιο του τον λάκκο, όπως λέμε.

Σημαντικό είναι επίσης να σεβαστούμε τους νόμους και τον Θεσμό που υπηρετούμε, μιας και δεν έχουμε δώσει τα καλύτερα διαπιστευτήρια ως ασφαλιστικές εταιρείες τόσα χρόνια. Από το 1977 που ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Πίστη μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν στον ασφαλιστικό χάρτη 135 εταιρείες. Από τις 149 εταιρείες που υπήρχαν τότε (75 ελληνικές και 74 ξένες) έχουν απομείνει σήμερα 14 εταιρείες που λειτουργούν. Αυτό κάτι σημαίνει. Και επειδή σ’ αυτή τη ζωή κανείς δεν ανοίγει μια επιχείρηση για να την κλείσει (από το περίπτερο μέχρι την πολυεθνική), επειδή κανείς δεν βάζει το κεφάλι του στον τορβά, όπως λέει ο λαός μας, για να κλείσει μια επιχείρηση, θα πρέπει να δει κανείς τι έφταιξε.

Αν το αναλύσει κανείς αυτό, για να βρει τι φταίει, θα δει ότι το φταίξιμο δεν είναι ούτε της κοινωνίας, ούτε των δικτύων διανομής, ούτε του συντελεστή παραγωγής εργασία. Το φταίξιμο είναι του καθενός που άνοιξε μια επιχείρηση και δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στο περιβάλλον. Αυτό είναι φυσικός νόμος: όποιος δεν προσαρμόζεται στο περιβάλλον που κάθε μέρα αλλάζει (θεσμικά, οικονομικά, κοινωνικά, τεχνολογικά, κ.λπ.), έχει συγκεκριμένη κατάληξη: περιθωριοποίηση και εξαφάνιση. Όπως κάθε μέρα χάνονται είδη χλωρίδας και πανίδας, έτσι χάνονται και επιχειρήσεις –από περίπτερα μέχρι πολυεθνικές. Άρα, η ικανότητα προσαρμογής στο περιβάλλον, που κάθε μέρα διαμορφώνεται ως διαφορετικό, είναι όρος επιβίωσης, δεν είναι μόνο όρος ανάπτυξης.

Τέλος, μεγάλο και σημαντικό θέμα είναι να κατανοήσουμε οι εταιρείες και ο καθένας μας ως πολίτης ότι δεν φταίνε πάντα οι άλλοι. Συνήθως προσπαθούμε να αντλήσουμε ή να κατοχυρώσουμε την ευτυχία και την επιτυχία μας στις πράξεις και στις παραλείψεις των άλλων, αλλά αυτές δεν τις επηρεάζουμε, αντί να τη δημιουργήσουμε και να την αναζητήσουμε στις δικές μας πράξεις και παραλείψεις, γιατί αυτές τις επηρεάζουμε. Σ’ αυτόν τον τόπο, πάντα φταίνε οι άλλοι. Δεν θα ακούσεις κάποιον να αναλαμβάνει την ευθύνη, να λέει: «Εγώ έφταιξα», γι’ αυτό και δεν διορθώνονται οι άνθρωποι…

Ας έρθουμε σε κάποια πιο …πεζά θέματα. Θα ήθελα να μάθω πώς απαντά η Ευρωπαϊκή Πίστη στην πληθώρα των ρυθμιστικών διατάξεων, για τις οποίες η αγορά “γκρινιάζει” ότι οδηγούν σε διόγκωση των διαχειριστικών εξόδων και σε μονοπώλια;
Χρ.Γ.: Η Ευρωπαϊκή Πίστη απαντά ως εξής και είναι πολύ απλή η απάντησή της: με πλήρη εφαρμογή των διατάξεων των νόμων, γιατί αυτοί που θεσπίζουν-νομοθετούν δεν είναι κάποιοι κακοί άνθρωποι. Μπορεί να μην ξέρουν κάποια πράγματα στο βάθος και στην ανάλυση που τα ξέρουμε εμείς που κάνουμε αυτή τη δουλειά, όμως, ό,τι γίνεται είναι για το γενικό καλό. Προστατεύονται έτσι και οι εταιρείες. Θα δείτε ότι από δω και πέρα θα κλείνουν λιγότερες εταιρείες από τις 135 που κλείσανε στα τελευταία 37 χρόνια που λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Πίστη. Ο θεσμός πρέπει να θωρακιστεί, αυτή είναι η απάντησή μας.

Η διόγκωση των διαχειριστικών εξόδων δεν σας απασχολεί;
Γ.Χρ.: Καθόλου, γιατί τελικά θα είναι μικρότερα τα έξοδα. Τώρα είναι μεγάλα, με βάση τις τιμολογήσεις που κάνουμε.
Η ασφάλιση είναι ένα αγαθό το οποίο τιμολογείται με τρία βασικά στοιχεία. Πρώτον, τις αποζημιώσεις, οι οποίες δεν διογκώνονται εκ των ρυθμιστικών διατάξεων, αντιστρόφως. Για παράδειγμα, οι Πράξεις 30 και 31 έφεραν τα πάνω κάτω, αλλά μείωσαν τις αποζημιώσεις κατά δύο μήνες. αυτό είναι κάτι που το οφείλουμε στις ρυθμιστικές αυτές παρεμβάσεις.
Δεύτερο κόστος είναι το κόστος πρόσκτησης, το οποίο οι εταιρείες το ξέρουν ποιο είναι από την αρχή του χρόνου, και τρίτον τα γενικά τους έξοδα.

Το λάθος που γίνεται –και σ’ αυτό οφείλεται, σε έναν βαθμό, και το χάλι το οποίο σας περιέγραψα πριν– είναι ότι οι εταιρείες, απ’ ό,τι φαίνεται μέχρι τώρα και γι’ αυτό κλείνουν, δεν τιμολογούν με βάση τα δικά τους στοιχεία κόστους, αλλά με βάση τα στοιχεία κόστους του ανταγωνιστή τους.
Τι κάνει η άλλη εταιρεία; Μείωσε τα ασφάλιστρα; Άρα, για να μη χάσω δίκτυα ή παραγωγή, τα μειώνω κι εγώ, χωρίς να εξετάζω αν αντέχω. Αφού δεν έχουμε το ίδιο διαχειριστικό κόστος, δεν έχουμε το ίδιο κόστος πρόσκτησης, πώς θα τιμολογήσω το ίδιο; Ο ανταγωνισμός αυτής της μορφής οδηγεί με μαθηματική βεβαιότητα στη συρρίκνωση και στο κλείσιμο.

Ούτε η κατάληξη σε μονοπωλιακή αγορά σας ενοχλεί;
Χρ.Γ.: Ειλικρινά, δεν ξέρω τι είναι αυτό που θα οδηγούσε σε μονοπώλιο. Το μονοπώλιο ή το ολιγοπώλιο είναι κακό πράγμα, γιατί περιορίζει την ελευθερία του πολίτη να έχει δικαίωμα επιλογής. Γιατί, ελευθερία τι είναι; Το δικαίωμά μου να επιλέγω: από το ποιο απορρυπαντικό θα χρησιμοποιήσω μέχρι σε ποιο σχολείο θα πάνε τα παιδιά μου κ.ο.κ.

Βλέπετε αυτή την τάση να δημιουργείται στην αγορά;
Χρ.Γ.: Δεν ξέρω αν δημιουργείται τάση εξαιτίας των ρυθμίσεων ή εξαιτίας του τρόπου που σκεφτόμαστε. Εγώ πιστεύω ότι δεν είναι οι ρυθμίσεις, αλλά ο τρόπος που ο καθένας σκέφτεται και ενεργεί.

Είστε σαφής. Ναι μεν είστε εναντίον των μονοπωλίων και των ολιγοπωλίων, αλλά δεν αποδίδετε τη δημιουργία τους στις ρυθμιστικές διατάξεις. Ποια είναι η ανταπόκριση των διαμεσολαβητών, αν την έχετε εισπράξει, στις προσκλήσεις που κατά καιρούς απευθύνετε, όπως η πρόσκληση των ευχών που με έφερε σήμερα κοντά σας;
Χρ.Γ.: Έχω δύο στοιχεία που είναι μετρήσιμα και αποτελούν αδιάψευστη μαρτυρία θετικής ανταπόκρισης. Το ένα στοιχείο είναι η πιστότητα του δικτύου μας στην Εταιρεία. Είναι αφοπλιστική, παραλυτική, σε σημείο που με κάνει, από καιρού εις καιρόν, να εκφράζω ευγνωμοσύνη προς τα δίκτυά μας, γιατί δεν έχουμε καμία αποχώρηση. Αυτή η αφοσίωση των ανθρώπων μας, λοιπόν, είναι η μία απόδειξη της ανταπόκρισης σ’ αυτές τις κατά καιρούς καταχωρίσεις που κάνουμε.

Το δεύτερο στοιχείο είναι η πρόσκτηση νέων δικτύων. Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, γιατί αυτό δεν συνέβαινε στο παρελθόν, έχουμε συνεχείς προσχωρήσεις χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Σ’ αυτό, βέβαια, συμβάλλει το καλό όνομα της Εταιρείας, το ότι δεν έχουμε κανένα τραπεζικό ή άλλης μορφής δανεισμό, ότι έχουμε περάσει τα stress test αλώβητοι χωρίς να μας ζητηθεί ούτε ένα ευρώ (ούτε για κεφάλαια ούτε για αποθέματα), ότι ασκούμε όλους τους κλάδους, ότι παρέχουμε προϊόντα στους συνεργάτες μας και στην κοινωνία, τα οποία η κοινωνία τα ζητάει, κ.ά.

Ποιοι είναι οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Πίστης για το 2015 και τι κατάφερε το 2014;
Χρ.Γ.: Το 2014 κλείσαμε την καλύτερη χρονιά από ιδρύσεως της Εταιρείας. Η παραγωγή μας έφτασε στα 139 εκατ. ευρώ περίπου, με αύξηση 2,2%. Σε μια αγορά που μειώνεται, θεωρούμε ότι είναι κατάκτηση.

Να σημειώσω εδώ ότι, στα πέντε τελευταία χρόνια της κρίσης και της οικονομικής ύφεσης, που η αγορά μας μειώθηκε συνολικά από τα €5,5 δις στα €3,8 δις, δηλαδή περίπου κατά 31%, εμείς καταγράψαμε αύξηση κατά 39,2%. Το ξέρετε ότι η αγορά είναι πολύ σκληρή. Δεν χαρίζει τίποτα σε κανέναν. Πιστεύουμε ότι η θεαματική αύξηση που πετύχαμε είναι μια απόδειξη ότι κάτι διαφορετικό ή –με όλη τη σεμνότητα που με διακρίνει– κάτι καλύτερο κάνουμε.

Το 2014 είχαμε επίσης μεγαλύτερη κερδοφορία. Είχαμε μια εξαιρετική συνοχή, που θεωρώ ότι είναι θησαυρός για μια εταιρεία πολυμετοχική όπως είμαστε εμείς, και πετύχαμε όλους τους συντελεστές στους οποίους στηρίξαμε το αποτέλεσμά μας: συντελεστές εξόδων, αποζημιώσεων, κόστους πρόσκτησης και αντασφαλίστρων. Δηλαδή, όλοι αυτοί οι συντελεστές, με ασήμαντες αποκλίσεις συν πλην, λειτούργησαν όπως ακριβώς τους είχαμε προγραμματίσει.

Οι στόχοι μας για το 2015 είναι να αυξήσουμε την παραγωγή μας κατά 4,5%, να φτάσουμε δηλαδή στα 145 εκατ. ευρώ, να αυξήσουμε κατά 10% την κερδοφορία μας, να ενισχύσουμε το δίκτυό μας και τις επιχειρηματικές μας σχέσεις. Πιο πολύ όμως από τους στόχους μας για το 2015 είναι οι προοπτικές της Εταιρείας και αυτές εκφράζονται με τις λέξεις: Πρωταγωνιστικός ρόλος.

Επανέρχομαι στην «πρό(σ)κληση αντί ευχών». Γιατί θεωρείτε ότι το 2015 μπορεί να γίνει μια εύκολη χρονιά και καλύτερη από κάθε προηγούμενη; Τι σας εμπνέει στην Ευρωπαϊκή Πίστη, για να κάνετε το 2015 καλύτερο από το 2014;
Χρ.Γ.: Θα είναι εύκολη, γιατί ξέρουμε πολύ καλά τι θέλουμε. Το 2015 έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ως όραμα, ως στόχοι, ως μέσα με τα οποία θα επιτύχουμε τους στόχους, ώστε να μην έχουμε τίποτα να σκεφτούμε, παρά μόνο να κάνουμε αυτά που έχουμε προγραμματίσει.

Πείτε μου, εγγίζοντας προς το τέλος της συζήτησής μας, ποια είναι τα προβλήματα των ασφαλιστών που λύνονται με το μυαλό και ποια είναι αυτά που λύνονται με την καρδιά;
Χρ.Γ.: Ποιους εννοείτε; Τις ασφαλιστικές εταιρείες ή τους διαμεσολαβητές;

Εννοώ αυτούς στους οποίους απευθύνεστε –οι ερωτήσεις μου όλες είναι εμπνευσμένες από το κείμενό σας…
Χρ.Γ.: Το πρώτο που χρειάζεται μυαλό, είναι να συνειδητοποιήσουν όλοι οι διαμεσολαβούντες, που θέλουν πραγματικά να παίξουν ρόλο σ’ αυτόν τον θεσμό, ότι δεν τους πληρώνει η εταιρεία. Η εταιρεία διαχειρίζεται.

Το μόνο πράγμα που τους πληρώνει είναι όλα αυτά που πρέπει να κάνουν από το πρωί μέχρι το βράδυ: οι συναντήσεις τους, η προσφορά γνώσης και ενημέρωσης στην κοινωνία στην οποία απευθύνονται. Όλα τα άλλα που κάνουν, ακόμα και η παράδοση του συμβολαίου –μα θα μου πείτε ποιος θα την κάνει, όμως υπάρχουν λύσεις–, τους κλέβουν τον χρόνο τους, άρα τη ζωή τους. Λέμε στην Ευρωπαϊκή Πίστη, όταν κάνουμε σεμινάρια, ότι ο χρόνος που ζούμε είναι η ζωή μας και ότι συνεπώς, αν αφήσουμε τον χρόνο μας να πάει στράφι, χαμένος, η ζωή μας πάει στράφι και χάνεται.

Τον πιο πολύ χρόνο τους οι ασφαλιστές τον ξοδεύουν για μικρά και ασήμαντα πράγματα, που δεν τους πληρώνουν. Δεν τον ξοδεύουν για να επιτελέσουν ένα χρέος. Το χρέος να ενημερώσουν την κοινωνία. Έτσι πρέπει να το αντιληφθούν: ως χρέος απέναντι στην κοινωνία που τους περιμένει. Όχι για να πουλήσουν. για εμένα οι ασφάλειες δεν πωλούνται, οι ασφάλειες αγοράζονται. Πότε; Όταν ένας ευλογημένος άνθρωπος σταθεί απέναντί μας και μας εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς ασφάλεια. Μπορεί να ζήσει μια οικογένεια, χωρίς τον πατέρα που φέρνει λεφτά στο σπίτι κάθε μήνα; Δεν αναφέρομαι στην ασφάλεια ζωής, που δίνει ένα εφάπαξ ποσό, ότι δηλαδή σε περίπτωση θανάτου θα πάρει η οικογένειά μου π.χ. 30.000 ευρώ. Ξέρετε κανέναν πατέρα που να πήγε στο σπίτι του ένα βράδυ, εν ζωή, και να είπε πάρτε 30.000 ευρώ  και εγώ ξεμπέρδεψα μαζί σας;

Αυτός είναι ο ρόλος του ασφαλιστή. Πρέπει να καταλάβουν, λοιπόν, το πρώτο, το πιο σημαντικό: ποια είναι η δουλειά τους. Αυτό θέλει μυαλό. Να το καταλάβουν μια φορά, και από εκεί και πέρα θέλει καρδιά, θέλει ενθουσιασμό, που φαίνεται από τα μάτια τους που λάμπουν, από το πρόσωπό τους, από τις εκφράσεις τους. Ό,τι κάνουν να το κάνουν με κέφι, να το κάνουν με το χρίσμα της δωρεάς, της προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο. Να χαίρονται που μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους, να βλέπουν το πρόβλημα του άλλου σαν να είναι δικό τους πρόβλημα. Τότε, θα έχουν τον κόσμο μέσα στη χούφτα τους. Αυτό, όμως, προϋποθέτει παιδεία και, κυρίως, προϋποθέτει εταιρείες που μπορούν να τους μεταλαμπαδεύσουν τη γνώση και αυτό το συναίσθημα.
Δεν μπορεί κανείς να έχει ενθουσιασμό και συναίσθημα –δεν τον πουλάνε στα καταστήματα–, όταν δεν έχει προσδιορίσει τις πηγές από τις οποίες θα τον αντλήσει. Αυτό πιστεύω ότι είναι έργο των εταιρειών. Οι εταιρείες δεν είναι για να εισπράττουν. Το να μεταφέρει ένας ασφαλιστής την παραγωγή του, που είναι π.χ. 100 χιλιάδες ευρώ, από τη μια εταιρεία στην άλλη, και είναι η προμήθεια ο λόγος, τι σημαίνει; Θα πάρει 1%, 2%, 5% παραπάνω; Αυτό, όμως, δεν είναι προσφορά. Αυτός δεν είναι λόγος για να αλλάξει κανείς εταιρεία. Μόνο η αλλαγή αυτή καθεαυτή, σε αυτή την περίπτωση, είναι ζημιά. Σημασία έχει πώς τον βοηθάει η εταιρεία του αυτές τις 100 χιλιάδες που έχει, να τις κάνει 200 και 300 χιλιάδες. Αυτό είναι η μεγάλη προσφορά.

Είστε σαφής, εκπέμπετε μηνύματα. Θα ήθελα να κλείσουμε, όμως, όχι με τα μηνύματα που εκπέμπετε αλλά με τα μηνύματα που λαμβάνετε στην προσωπική επικοινωνία σας με τους ασφαλιστές, την οποία γνωρίζω ότι την επιδιώκετε συστηματικά. Θέλω, λοιπόν, να μου εκμυστηρευτείτε τι εισπράττετε.
Χρ.Γ.: Υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων: αυτοί που μόνιμα ανησυχούν και αυτοί που, όπως κι εγώ, έχουμε ζήσει στην κατοχή και έχουμε περάσει πολύ πιο δύσκολα από ό,τι περνάει η σημερινή κοινωνία όπου είναι οικονομικό το πρόβλημα, οι οποίοι βλέπουμε τα πράγματα εντελώς διαφορετικά, πολύ πιο αισιόδοξα.

Τα μηνύματα που παίρνω, λοιπόν, είναι πως όποια μεταβολή και να γίνει από διεθνείς ανακατατάξεις –πόλεμος μόνο να μη γίνει–, ό,τι και να γίνει, οι άνθρωποι, είτε είναι οι ασφαλιστές μας, είτε είναι η κοινωνία, δεν θα σταματήσουν ποτέ να αναπνέουν, να ντύνονται, να κατοικούν, να σπουδάζουν τα παιδιά τους, να τα παντρεύουν, να τρώνε, να πίνουν… Που σημαίνει ότι η ζωή συνεχίζεται, ο κόσμος δεν σταματάει. Γι’ αυτό και η ασφάλιση, η οποία εξασφαλίζει αυτά ακριβώς τα πράγματα και μάλιστα σε συνθήκες τραγικές πολλές φορές, και όχι μόνο  όταν υπάρχει οικονομική ευμάρεια, είναι απαραίτητη. Είναι σαφές πως η δική μας αποστολή, ο δικός μας ρόλος, θα είναι πάντα πολύ σημαντικός παράγοντας για την ευτυχία της κοινωνίας, για την καλή της τύχη, όπως λένε.

Συνεπώς, αυτό το οποίο ξέρω είναι όχι τι παίρνουμε, αλλά τι διδάσκουμε. Και τι παίρνουμε; Ό,τι σπέρνουμε. Πιστεύω ότι είναι πιο πολύ θέμα δικό μας το τι παίρνουμε από τους ανθρώπους που μιλάμε, που συνεργαζόμαστε. Από τους ασφαλιστές μας παίρνουμε μόνο θετικά μηνύματα –γι’ αυτό και έχουμε αυτή την αύξηση της παραγωγής που σας ανέφερα– και όταν κάποιος έχει αρνητικά συναισθήματα και σκέψεις, κάθομαι μαζί του προσωπικά και μιλάμε, σαν να κάνουμε εξομολόγηση, διδασκαλία, μέχρι να του δώσω να καταλάβει…

Θα σας αναφέρω ένα παράδειγμα: την προηγούμενη εβδομάδα, ένας διευθυντής, επειδή δεν πέτυχε τους στόχους του, αισθανόταν πάρα πολύ άσχημα. Το ένιωθα αυτό του το συναίσθημα, είχε βουρκώσει σχεδόν. Του είπα, λοιπόν: «Πες μου σε τι σε βοηθάει αυτό που κάνεις; Αυτό που νιώθεις αυτή τη στιγμή σε τι σε βοηθάει, για να επιτύχεις αυτή τη χρονιά; Έχεις βαλτώσει σ’ αυτό το συναίσθημα το αρνητικό, στην απογοήτευση. Όμως, η απογοήτευση θα σου φέρει νέα απογοήτευση. Βγες από το λούκι αυτό. Ξεκίνα ξανά σαν να ξεκινάς τώρα, με τον ίδιο ενθουσιασμό. Ο συμβιβασμός με την ήττα είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί σε κάποιον». Έφυγε χαμογελώντας.

Είμαστε δυο μέρες πριν τις εκλογές και μιλήσατε για ήττα. Ας μιλήσουμε τώρα για νίκη. Σημείωσα και κοινολόγησα την επιφύλαξη κάποιων πολιτικών σχημάτων στον  Έλληνα επιχειρηματία, στον  Έλληνα ασφαλιστή. Και όταν λέω επιφύλαξη, είδα να ονοματίζεται ο Έλληνας επιχειρηματίας ασφαλιστής και να του “κουνάνε το δάχτυλο” , για να είναι προσεχτικός. Θεωρείτε, ως  Έλληνας επιχειρηματίας ασφαλιστής, ότι υπάρχουν αφορμές για να μας κουνάει η εξουσία το δάχτυλο ως προς τη δραστηριότητά μας ως επιχειρηματίες;
Χρ.Γ.: Θα δώσω μια απάντηση, δηλώνοντας προηγουμένως ότι δεν έχει πολιτική χροιά, αλλά επιχειρηματική. Το λέω αυτό, γιατί σ’ αυτή την εταιρεία έχουμε από φασίστα μέχρι οργανωμένο στο ΕΚΚΕ –δεν κοιτάμε ποτέ τα πολιτικά φρονήματα των συνεργατών μας, κοιτάμε μόνον να κάνουν τη δουλειά τους. Μπορεί κάποιος να είναι εντελώς αντίθετος απ’ ό,τι πιστεύει ο διευθυντής του. Εδώ κάνουμε τη δουλειά μας. Γραμμή παίρνουν οι άνθρωποι από την εταιρεία, για να υπηρετούν το κοινωνικό σύνολο. Αυτό ως απάντηση στην ερώτησή σας.

Ως Έλληνας επιχειρηματίας, νιώθετε ότι υπάρχουν κάποιοι συνάδελφοί σας που πρέπει να επαναφέρονται στην τάξη από τους πολιτικούς;
Χρ.Γ.: Το λέει η ίδια η ερώτηση: όποιος δεν είναι στην τάξη, όποιος δεν είναι καλός, δεν μπορεί να κάνει αυτή τη δουλειά, γιατί αυτή η δουλειά δεν είναι ένα προϊόν που το παίρνω, το πετάω, το πολύ πολύ να πω δεν ξαναψωνίζω από αυτή την εταιρεία. Η ασφάλιση είναι ένα αγαθό διαρκές. Συνδέεται με υπεράσπιση, κατοχύρωση, δικαίωση μακροχρόνια. Ο ασφαλιστής, λοιπόν, πρέπει να μεριμνήσει –όποιος είναι ασφαλιστής– να υπάρχει και την επόμενη ημέρα. Το ξέρετε κι εσείς: όλοι είναι πρόθυμοι όταν συνάπτεται ένα ασφαλιστήριο, αλλά ο πελάτης που μας τιμά και που πληρώνει και την κουβέντα μας ακόμα, και το νερό και τον καφέ, περιμένει προθυμία όταν δικαιωθεί σε κάποια αποζημίωση.

Το πρώτο, λοιπόν, που πρέπει να διασφαλιστεί είναι η φερεγγυότητα και η διασφάλιση της ύπαρξης του φορέα που εμπιστεύεται η κοινωνία. Σε αυτό δεν έχουμε τα καλύτερα διαπιστευτήρια ως αγορά, σας το έλεγα και πριν. Συνεπώς, το να μας πει κάποιος ότι πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, τι μας λέει; Αυτό ακριβώς που πρέπει να πούμε εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας. Θα είναι λάθος να πιστέψουμε ότι πρέπει να το κάνουμε αυτό, επειδή μας το λέει ο άλλος. Εμείς πρέπει να το κάνουμε. Αυτό που δεν μπορώ να κατανοήσω είναι η άποψη ότι όλοι είναι ίδιοι…

Υπήρξαν ασφαλιστές –και το λέω πολύ καθαρά– που δεν τίμησαν αυτό το επάγγελμα, μερικές φορές και από πρόθεση. Αυτό, όμως, συμβαίνει σε κάθε επάγγελμα. Υπάρχουν καλοί ασφαλιστές, υπάρχουν και κακοί ασφαλιστές, και θα έλεγα ακραία κακοί. Υπάρχουν γιατροί και κομπογιαννίτες, δικηγόροι και δικολάβοι, καλοί πολιτικοί και κακοί πολιτικοί. Δεν είναι σε ένα κόμμα όλοι οι καλοί και σε άλλο κόμμα όλοι οι κακοί. Έτσι είναι η ζωή, έτσι είναι η κοινωνία. Στην ίδια κοινωνία ζούμε όλοι…

Ο θεσμός της ασφάλισης είναι ένα παγκόσμιο κοινωνικό και οικονομικό φαινόμενο. Δεν μπορεί, λοιπόν, επειδή έκλεισαν κάποιες εταιρείες, επειδή έτυχε ένα κακό δηλαδή, να ακυρώνεται ο Θεσμός. Αυτό είναι διαστροφή, είναι άδικο. Το να διεκδικεί όμως κάποιος την τήρηση των νόμων, τη συνέπεια, τη σύσταση των αποθεμάτων είναι ορθό. Αυτά ακριβώς έχουμε υποχρέωση να τα κάνουμε μόνοι μας, για να μην έχουμε κανέναν ανάγκη να μας δείχνει τίποτα. 

Προηγούμενο άρθροΤο μάρκετινγκ της επιχείρησής σας
Επόμενο άρθροΠερί υγείας, εκλογικού αποτελέσματος και εξωστρέφειας