Άρθρα

Λύση στο έλλειμμα της ευρωπαϊκής οικονομίας;

Με επενδύσεις που φτάνουν τα €8,5 τρις το 2012, ο ρόλος της ασφαλιστικής βιομηχανίας στην κάλυψη του χρηματοδοτικού ελλείμματος των €4-5 τρις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη για το διάστημα 2012-2016 αναδεικνύεται ζωτικής σημασίας.

Σύμφωνα με μελέτη της Insurance Europe και της εταιρείας Συμβούλων Oliver Wyman, που δημοσιεύτηκε στις 13 Ιουνίου, οι ασφαλιστές μπορούν να προσφέρουν μακροπρόθεσμη, σταθερή χρηματοδότηση στις κυβερνήσεις και στις επιχειρήσεις, αντίστοιχη με τη μακροπρόθεσμη διάρκεια των υποχρεώσεών τους, χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο τη ρευστότητά τους, σε αντίθεση με τις τράπεζες, οι οποίες, με τους νέους κανόνες τραπεζικής, αναγκάζονται να μειώσουν τα επίπεδα τόσο του κινδύνου για τυχόν ετεροχρονισμό των λήξεων (απαιτήσεων και υποχρεώσεων) όσο και του κινδύνου ρευστότητας, που ήταν κοινά πριν από την κρίση.

Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Insurance Europe, κ. Sergio Balbinot, «η μελέτη μας επιβεβαιώνει ότι οι ασφαλιστές είναι ζωτικής σημασίας και ιδανική πηγή της μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης, που απεγνωσμένα έχει ανάγκη η ευρωπαϊκή οικονομία. Καθώς κύρια δραστηριότητά μας είναι η μεταφορά κινδύνων, η προστασία και τα συνταξιοδοτικά προϊόντα, επωφελούμαστε από τη συνεχή ροή των ασφαλίστρων και την πρόβλεψη των απαιτήσεων και έχουμε τη δυνατότητα να συνεχίζουμε να επενδύουμε όταν οι άλλοι σταματούν. Γι’ αυτό το λόγο οι ασφαλιστές παίζουν έναν πολύ σημαντικό σταθεροποιητικό ρόλο στην οικονομία».
«Η ασφαλιστική βιομηχανία παρέχει χρηματοδότηση σε δραστηριότητες από τις οποίες εξαρτάται η ευρωπαϊκή οικονομική ανάπτυξη», προσθέτει ο κ. Jan-Hendrik Erasmus, partner της Oliver Wyman. «Αυτές οι δραστηριότητες καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα, από έργα υποδομής, στεγαστικά δάνεια και το δημόσιο χρέος μέχρι επενδύσεις σε μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις. Επίσης, επειδή τα ασφαλιστήρια συμβόλαια συχνά οδηγούν σε προβλέψιμες ταμειακές ροές για τους ασφαλιστές, έχουν ένα διαρθρωτικό πλεονέκτημα στην παροχή μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης».

Η ανάλυση των περιουσιακών στοιχείων των ασφαλιστικών εταιρειών για το 2011 (που ανήλθαν σε €7,7 τρις συνολικά) δείχνει ότι η ασφαλιστική βιομηχανία κατέχει πάνω από το ήμισυ των συνολικών επενδύσεων στην Ευρώπη. Σχεδόν το 60% των επενδύσεών της είναι σε κρατικά και εταιρικά ομόλογα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και καλυμμένες ομολογίες. 
Αναλυτικά, το 2011 η ασφαλιστική βιομηχανία κατείχε το:
• 24% του ευρωπαϊκού χρέους·
•21% των συνολικών εταιρικών ομολόγων·
• 18% των συνολικών ευρωπαϊκών δημόσιων κεφαλαίων·
• 11% των τραπεζικών χρεών σε όλη τη ζώνη του ευρώ.

Ωστόσο, την ίδια στιγμή, οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις των ασφαλιστών απειλούνται. «Μια σειρά από ρυθμιστικές εξελίξεις μπορούν να δημιουργήσουν συνθήκες που θα επηρεάσουν τις επενδυτικές στρατηγικές του ασφαλιστικού κλάδου και την ικανότητά του να συνεχίσει να παρέχει μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση στην οικονομία», προειδοποιεί ο κ. Balbinot.
Στην έκθεση της Insurance Europe και της Oliver Wyman επισημαίνονται οι πολιτικές που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως απειλή για τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις των ασφαλιστών: κάποιες πτυχές των κεφαλαιακών απαιτήσεων του Solvency II, ο προτεινόμενος φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και οι μεταρρυθμίσεις στις εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές παραγώγων.

«Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις και η αστάθεια στον ισολογισμό, στις τρέχουσες προτάσεις της οδηγίας για το Solvency II, για παράδειγμα, θα καταστήσουν λιγότερο ελκυστική για τις ασφαλιστικές εταιρείες την επένδυση σε μακροπρόθεσμα περιουσιακά στοιχεία», εξηγεί ο κ. Balbinot, για να προσθέσει: «Μια καλή και συνεκτική ρύθμιση είναι σημαντική για έναν υγιή ασφαλιστικό κλάδο, αλλά αν το ρυθμιστικό πλαίσιο δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ασφάλισης, αυτό μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες όχι μόνο για τους ασφαλιστές, αλλά και για τους ασφαλισμένους, ενώ παράλληλα εμποδίζει και τις ευκαιρίες ανάπτυξης της οικονομίας ευρύτερα», επισημαίνει ο Πρόεδρος της Insurance Europe.

Τα αποτελέσματα της Long-Term Guarantee Assessment
Η παρουσίαση της έκθεσης Insurance Europe – Oliver Wyman έγινε μία μέρα πριν τη δημοσίευση από την EIOPA των τεχνικών ευρημάτων της Long-Term Guarantee Assessment. Η αξιολόγηση αυτή (LTGA) ασχολήθηκε με ένα σύνολο πιθανών μέτρων, που αποσκοπούν στην εξασφάλιση κατάλληλης εποπτικής μεταχείρισης των Long Term Guarantee προϊόντων, υπό ρευστές και εξαιρετικές συνθήκες της αγοράς.

Η EIOPA κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το τελικό Long-Term Guarantee package, όπως ονομάζεται, που θα περιλαμβάνεται στο Solvency II, θα πρέπει να πληροί μια σειρά από αρχές, ώστε να εξασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των αντισυμβαλλομένων, καθώς και αποτελεσματική εποπτική διαδικασία. Οι αρχές αυτές συνοψίζονται στα εξής:
• Εναρμόνιση με το Solvency II και την οικονομική έννοια του ισολογισμού.
• Πλήρης συνέπεια και συγκρισιμότητα, προκειμένου να ενισχυθεί η ενιαία αγορά.
• Αποτελεσματική σύνδεση των τριών πυλώνων (ποσοτική βάση, ποιοτικές απαιτήσεις, ενίσχυση της πληροφόρησης και γνωστοποίησης).
• Αναλογικότητα και απλότητα.
• Επαρκής επεξεργασία των μεταβατικών θεμάτων.

Με βάση την αξιολόγηση και τις αρχές που περιγράφονται, η EIOPA υποστηρίζει την ενσωμάτωση ορισμένων από τα μέτρα που δοκιμάστηκαν (Extrapolation, “Classical” Matching Adjustment, μεταβατικά μέτρα και παράταση της περιόδου ανάκαμψης), με μικρές τροποποιήσεις, ώστε να δοθούν τα κατάλληλα κίνητρα για την ορθή διαχείριση των κινδύνων.
Η EIOPA συμβουλεύει να αποκλειστεί το λεγόμενο “Classical” Matching Adjustment, με το σκεπτικό ότι δεν θα παράσχει επαρκή προστασία των ασφαλισμένων και θα ήταν υπερβολικά δύσκολο να εποπτευθεί.

Επιπλέον, το Counter-Cyclical Premium κρίθηκε ότι είναι πιθανό να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική σταθερότητα, λόγω του τρόπου που θα ενεργοποιείται, καθώς και αρνητικές επιπτώσεις στις απαιτήσεις φερεγγυότητας των επιχειρήσεων που δημιουργούνται. Κατά συνέπεια, η EIOPA συμβουλεύει να αντικατασταθεί το CCP με ένα απλούστερο, πιο προβλέψιμο μέτρο, το Volatility Balancer (αντισταθμιστής μεταβλητότητας), που θα ασχοληθεί με τις ακούσιες συνέπειες για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις των επιχειρήσεων από βραχυπρόθεσμη αστάθεια.

Περαιτέρω, η EIOPA προτείνει, επίσης, η επίπτωση της εφαρμογής των μέτρων για τη φερεγγυότητα των ατομικών επιχειρήσεων να δημοσιοποιούνται στο πλαίσιο της κανονικής διαδικασίας γνωστοποίησης.

«Είμαστε βέβαιοι ότι τα αποτελέσματα της LTGA, σε συνδυασμό με τις συμβουλές της EIOPA, θα παράσχουν στους ευρωπαϊκούς πολιτικούς θεσμούς μια αξιόπιστη βάση για μια τεκμηριωμένη απόφαση σχετικά με τα μέτρα που αφορούν τις μακροπρόθεσμες εγγυήσεις και ένα συμπέρασμα σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για την Omnibus II», δήλωσε σχετικά ο Πρόεδρος της EIOPA, κ. G. Bernardino. Όπως υπογράμμισε, «η ασφαλιστική δραστηριότητα αφορά υποσχέσεις στους ασφαλισμένους. Αμφότερες, οι επιχειρήσεις και η εποπτική αρχή, πρέπει να εξασφαλίσουν ότι αυτές οι υποσχέσεις θα εκπληρωθούν και το Solvency II θα ενισχύσει αυτή την εξασφάλιση. Το Solvency II είναι ένα υγιές ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο πρέπει να εφαρμοστεί όσο γρηγορότερα γίνεται. Η εμπειρία θα μας βοηθήσει να βελτιώσουμε περαιτέρω το καθεστώς που ήδη βρίσκεται σε ισχύ».

Insurance Europe:Απογοητευτικές οι προτάσεις για αλλαγές του Solvency II
«Η ασφαλιστική βιομηχανία παραμένει προσηλωμένη στην υποστήριξη των προσπαθειών για τη διόρθωση των εκκρεμών προβλημάτων του Solvency II και την οριστικοποίηση του καθεστώτος το συντομότερο δυνατόν», τονίζει η Insurance Europe, σε δελτίο τύπου που εξέδωσε στις 17 Ιουνίου, με αφορμή τη δημοσιοποίηση των εκτιμήσεων της EIOPA. 
Στο ίδιο δελτίο το όργανο των Ευρωπαίων ασφαλιστών χαρακτηρίζει τις προτάσεις για αλλαγές του Solvency II απογοητευτικές, ενώ επισημαίνει ότι οι «εκτιμήσεις της EIOPA δείχνουν ότι είναι απαραίτητες οι αναπροσαρμογές στο Solvency II».

Πιο συγκεκριμένα, υπογραμμίζονται τα εξής: «Η βασική ανησυχία, που υπογραμμίζεται από την ποσοτική μελέτη επιπτώσεων, η οποία διεξήχθη πίσω στο 2009, είναι ότι το Solvency II –στην παρούσα μορφή του– δεν αξιολογεί σωστά το διαθέσιμο ή απαιτούμενο κεφάλαιο για τις ασφαλιστικές εταιρείες που προσφέρουν μακροπρόθεσμες εγγυήσεις, και υποστηρίζονται από μακροπρόθεσμες επενδύσεις.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η μακροπρόθεσμη προοπτική της ασφάλισης μπορεί να μειώσει ή να εξαλείψει την έκθεση των ασφαλιστών στη βραχυπρόθεσμη μεταβλητότητα της αγοράς, ενώ η τρέχουσα έκδοση του Solvency II εσφαλμένα υποθέτει ότι οι ασφαλιστές πάντα επηρεάζονται από τη συνολική αστάθεια της αγοράς.
Η σημασία της αντιμετώπισης του ζητήματος αυτού έχει ευρέως αναγνωριστεί. Έχει τεθεί από φορείς, όπως η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, ο ΟΟΣΑ, το ΔΝΤ και η συμβουλευτική ομάδα των G30.
Αυτοί, μαζί με τον ασφαλιστικό κλάδο, έχουν εκφράσει ανησυχίες ότι, εάν δεν βρεθούν οι κατάλληλες λύσεις, κινδυνεύει τόσο η δυνατότητα των ασφαλιστικών εταιρειών να συνεχίσουν να προσφέρουν προϊόντα μακροπρόθεσμων εγγυήσεων όσο και ο ρόλος τους ως μακροπρόθεσμοι επενδυτές και ως φορείς παροχής χρηματοπιστωτικής σταθερότητας σε περιόδους αστάθειας των αγορών».

Στο ίδιο δελτίο τονίζεται, ωστόσο, ότι έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες προς την εξεύρεση λύσεων και η ασφαλιστική βιομηχανία έχει υποστηρίξει ένα πακέτο μέτρων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που σχετίζονται με τα προϊόντα μακροπρόθεσμων εγγυήσεων. «Αν εφαρμοστούν σωστά, τα μέτρα αυτά θα αντικατοπτρίζουν τον τρόπο με τον οποίο οι ασφαλιστές διαχειρίζονται τη μακροπρόθεσμη επιχειρηματική τους, ώστε να μην υπερεκτιμώνται οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθενται οι ισολογισμοί τους και να αποφευχθεί η άσκοπη μεταβλητότητα των ισολογισμών αυτών», επισημαίνεται.

Η Insurance Europe χαιρέτισε την απόφαση για αξιολόγηση των επιπτώσεων και τη δοκιμή κάποιων μέτρων, πριν από την οριστικοποίηση του Solvency II. Όπως υπογραμμίζεται σχετικά: «Η Έκθεση της EIOPA επιβεβαιώνει πολύ έντονα την ανάγκη για αναπροσαρμογές στο Solvency II και παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για τα είδη των λύσεων που θα λειτουργήσουν καλά σε όλες τις ευρωπαϊκές αγορές, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλομορφία τους, και εκείνων των λύσεων που δεν το κάνουν».

Ωστόσο, το όργανο των Ευρωπαίων ασφαλιστών διατηρεί σημαντικές ανησυχίες ότι τα προτεινόμενα, με βάση τα πορίσματα της LTGA, μέτρα της EIOPA, δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν όπως θα έπρεπε. «Εμείς θα εξετάσουμε προσεκτικά την έκθεση και τις προτάσεις της EIOPA, εξηγώντας τους προβληματισμούς μας και επισημαίνοντας τις προσαρμογές που απαιτούνται, για να αποφευχθεί άσκοπη ζημιά στην παροχή προϊόντων μακροπρόθεσμων εγγυήσεων και στις μακροπρόθεσμες επενδύσεις μας γενικότερα», τονίζει εν κατακλείδι ο κ. Balbinot.

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας