Άρθρα

Η Υποκατάσταση στη Σύμβαση Ασφάλισης

Σύμφωνα με το άρθρο 14 του Ασφ.Ν. (N..2496/1997), με την προϋπόθεση ότι υφίσταται σε ισχύ ασφαλιστική σύμβαση, η οποία καλύπτει ορισμένο κίνδυνο, και ταυτόχρονα αξίωση του ασφαλισμένου κατά τρίτου για αποζημίωση, ο ασφαλιστής υποκαθίσταται στο δικαίωμα αυτό του ασφαλισμένου. Η αξίωση αυτή μεταβιβάζεται αυτόματα εκ του νόμου από τον ασφαλισμένο στον ασφαλιστή, αρκεί η καταβολή του ασφαλιστή να αφορά στην ασφαλιστική περίπτωση σύμφωνα με τη σύμβαση ασφάλισης.

Σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο, χωρεί δίχως άλλο εκ του νόμου εκχώρηση της αξίωσης, με συνέπεια να μην απαιτούνται οι όροι και οι διαδικασίες της συνήθους εκχώρησης του Αστικού Κώδικα για την πραγματοποίησή της.

Σύμφωνα με απόφασή του το ΜΕφ Πειρ (ΜΕφΠειρ 946/2013, ΔΕΕ 2/2014, σελ. 164 επ.): «Από τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 1 του Ν 2496/1997 (που αντικατέστησε το άρθρο 210 του ΕμπΝ), που ορίζει ότι εάν ο λήπτης της ασφάλισης έχει αξίωση προς αποκατάσταση της ζημίας κατά τρίτου, η αξίωση περιέρχεται στον ασφαλιστή στην έκταση του ασφαλίσματος που κατέβαλε, δηλαδή ο ασφαλιστής υποκαθίσταται στις αξιώσεις του ασφαλισμένου του έναντι του ζημιώσαντος τρίτου προσώπου, προκύπτει ότι ο ασφαλιστής, από τότε που θα καταβάλει το ασφάλισμα στον ασφαλισμένο, υποκαθίσταται στη θέση εκείνου και μπορεί να ενασκήσει κατά του υπαίτιου της ζημίας τρίτου τις αξιώσεις του τελευταίου.

Έτσι ο ενάγων ασφαλιστής, ασκώντας την αγωγή που θα ασκούσε ο ίδιος ο ασφαλισμένος κατά του υπαίτιου της ζημίας τρίτου, αρκεί για την πληρότητά της να επικαλεστεί και, σε περίπτωση αμφισβητήσεως να αποδείξει, τη συνδρομή των προϋποθέσεων της ασφαλιστικής υποκαταστάσεως και συγκεκριμένα: α) τη σύναψη και τους όρους της ασφαλιστικής συμβάσεως, β) την καταβολή του ασφαλίσματος στον ζημιωθέντα ασφαλισμένο, λόγω επελεύσεως της ασφαλιστικής περιπτώσεως και γ) τη ζημία του ασφαλισμένου που αποζημίωσε (ΕφΑθ 6102.1991 ΕΕμπΔ 1992, 227, ΕφΑθ 2894/1980 ΕΕμπΔ ΛΒ, 47). Η αξίωση, εξάλλου, περιέρχεται στον ασφαλιστή στην έκταση του ασφαλίσματος που κατέβαλε.

Επομένως, ο ασφαλιστής που κατέβαλε το ασφάλισμα υποκαθίσταται στη θέση που ακριβώς βρισκόταν ο ασφαλισμένος έναντι του τρίτου, εναντίον του οποίου αυτός δικαιούται να στραφεί συνεπεία της από την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου ζημίας. Με άλλα λόγια, η αγωγή την οποία εγείρει ο ασφαλιστής κατά του τρίτου είναι εκείνη την οποία θα ήγειρε ο ασφαλισμένος (σχετ. ΑΠ 115/1998 ΕλλΔνη 39,815).

Στην υποκατάσταση αυτή, που αποτελεί περίπτωση νόμιμης εκχώρησης, η απαίτηση μεταβιβάζεται με όλα τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματά της. Έτσι, ο τρίτος μπορεί να αντιτάξει κατά του ασφαλιστή όλες τις ενστάσεις που είχε κατά του ασφαλισμένου μέχρι την καταβολή του ασφαλίσματος και ειδικότερα αυτές που βάλλουν κατά της γενέσεως και της υπάρξεως της απαιτήσεως κατά τον χρόνο της υποκαταστάσεως, όπως και αυτές που του παρέχουν το δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή.

Μπορεί επίσης να αντιτάξει ενστάσεις κατά του κύρους του ασφαλίσματος, αφού η ασφαλιστική σύμβαση αποτελεί προϋπόθεση για την υποκατάσταση (ΑΠ 848/2002 ΕλλΔνη 43, 1668, ΕφΑθ 7816/2004 ΔΕΕ 2005, 436). Επομένως, μπορεί να αντιτάξει όλες τις ενστάσεις που είχε κατά του ζημιωθέντος μέχρι του χρόνου της υποκατάστασης, η οποία επέρχεται από την καταβολή του ασφαλίσματος (άρθρο 462 ΑΚ) εκτός από εκείνες που πηγάζουν από τη σύμβαση ασφαλίσεως, γιατί αυτές είναι ενστάσεις που απορρέουν από δικαίωμα τρίτου και γι’ αυτό, κατ’ άρθρο 262 παρ. 2 ΚΠολΔ, είναι κατ’ αρχήν ανεπίτρεπτες.

Τέλος, σύμφωνα με όλα τα ανωτέρω, οι ενστάσεις αυτές πρέπει να γεννήθηκαν μέχρι την υποκατάσταση του ασφαλιστή. Συνεπώς, μετά τον χρόνο αυτόν μπορεί ο τρίτος –εναγόμενος από τον ασφαλιστή– να προτείνει μόνο ενστάσεις που έχει κατ’ αυτού (ασφαλιστή) εξ ιδίου δικαίου, όπως π.χ. ότι παραγράφηκε η αξίωση, ή που συνάπτονται ευθέως με την ενεργητική νομιμοποίηση του υποκαθισταμένου ασφαλιστή, όπως εικονικότητα (άρθρο 138 ΑΚ) ή αισχροκέρδεια (άρθρο 174 ΑΚ) (ΕφΘεσ 1923/2001 ΕπισκΕΔ 2001 740 , ΕφΘεσ 3018/1995 ΕπισκΕΔ 1995, 385 με σχόλιο Β. Κιάντου, ΕφΑθ 3439/1989 ΕλλΔνη 32, 145, ΕφΑθ 2807/1986 ΑρχΝ 37,379, Κριτικός Αποζημ. από τροχαία ατυχήματα, εκδ.1992, παρ. 2222-22560)». 

Θεόδωρος Κουτσούμπας, Δικηγόρος – Διδάκτορας Νομικής (e-mail: [email protected])

Σε συνεργασία με το περιοδικό ΣΥΝήΓΟΡΟΣ

Εγγραφείτε στο NewsLetter μας